« Με λένε Γιώργο Χ., και είμαι 40 χρονών. Είμαι παντρεμένος εδώ και 5 χρόνια με την Μαίρη και έχουμε μια κορούλα 2 ετών. Ψάχνω από κάπου να πιαστώ και ξέρω ότι είμαι όσο δυνατός χρειάζεται.
Μεγάλωσα σε μια συνοικία των Αθηνών, όπως χιλιάδες άλλα παιδιά, έπαιξα μπάλα στους στενούς δρόμους, ποτίστηκα με τις αξίες μιας συνηθισμένης Ελληνικής μικροαστικής οικογένειας, βολεύτηκα με το όνειρο σπουδές/δουλειά/οικογένεια, ίδρωσα να το πετύχω… Και τώρα που έφτασα εκεί που πίστευα ότι θα έβρισκα την ικανοποίηση, βλέπω μπροστά μου μια απότομη κατηφόρα. Και ψάχνω από κάπου να πιαστώ γιατί ξέρω ότι είμαι όσο δυνατός χρειάζεται.
Για τους γονείς μου, είμαι ο γιος που απομακρύνθηκε, για την γυναίκα μου δεν είμαι όσο τρυφερός ήμουν κάποτε, για το παιδί μου είμαι ένας άτσαλος πατέρας, για τη δουλειά μου είμαι ένας καλοπληρωμένος αναλώσιμος υπάλληλος που δεν εξελίχθηκε όπως έπρεπε, για τους φίλους μου είμαι 2 τηλεφωνήματα το χρόνο, για την κοινωνία είμαι ο δακτυλοδεικτούμενους που έχει ακόμη δουλειά, για τους νέους είμαι εκείνος που δεν έκανε τίποτε όταν έπρεπε να για σταματήσει την κατρακύλα της πατρίδας του, για τις γυναίκες είμαι εκτός αγοράς, για τον περιπτερά είμαι άλλος ένας που έκοψε το κάπνισμα, για τις ασφαλιστικές είμαι σε ομάδα κινδύνου, για την Πανάθα είμαι ο πελάτης που χάθηκε οριστικά, για το κράτος είμαι ο έχων και κατέχων, για τα κόμματα είμαι μια ψήφος, για τους μετανάστες δεν υπάρχω, για τους φασίστες είμαι προδότης, για τους ανάρχες είμαι φασίστας, για τα ΜΜΕ είμαι απλά μια στατιστική.
Είναι μεγάλη η διαδρομή από το αγοράκι που κλωτσούσε μια μπάλα σε έναν κακοασφαλτοστρωμένο δρόμο μέχρι το παραπάνω τέρας με τα 40 κεφάλια. Για τον εαυτό μου όμως ποιος είμαι; Μα το είπα. Είμαι κάποιος που ψάχνει από κάπου να πιαστεί, γιατί ξέρει ότι είναι όσο δυνατός χρειάζεται. Έχω μια τεράστια εσωτερική δύναμη που μου λέει να προσπαθώ. Να μάχομαι. Και η δύναμη αυτή εμφανίστηκε πιο έντονα όταν ήρθε στον κόσμο η κόρη μου, πριν από 2 χρόνια. Τότε κατάλαβα την ευθύνη, όχι του να είμαι απλώς καλός πατέρας αλλά να δείχνω την κατεύθυνση, να βάζω τη σκάλα στον «σωστό τοίχο».
Στους γονείς μου θα έλεγα ότι ηγούμαι τώρα εγώ στην δικιά μου αγέλη, στη γυναίκα μου θα έλεγα να μου δώσει και αυτή το χάδι που μου λείπει, στο παιδί μου θα έλεγα «μαθαίνω μαζί σου», στην δουλειά μου θα έλεγα «τα μισθά μου και φεύγω τώρα!», για τους «φίλους» θα άλλαζα τηλέφωνο, στην κοινωνία θα έλεγα «το αξίζω!», στους νέους θα έλεγα «κάνετε, μην κρίνετε», στις γυναίκες θα έλεγα «δεν είμαι προϊόν», στον περιπτερά «πιάσε μια εφημερίδα», για τις ασφαλιστικές θα άλλαζα και το ονοματεπώνυμο αν μπορούσα, για την Παναθα «στο νέο γήπεδο και βλέπουμε», στο κράτος θα έλεγα «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος», στα κόμματα «μαύρο», στους μετανάστες «ανθρωπιά», στους φασίστες «σκατά», στους ανάρχες «ξύλο» και στα ΜΜΕ «δεν ξέρω, δεν απαντώ».
Πολλές φορές ξεκλέβω μισάωρα και πριν γυρίσω σπίτι μου από την δουλειά, πάω σε ένα παραλιακό μπαράκι που έχω σταμπάρει και πίνω ένα ποτό κοιτάζοντας την θάλασσα. Είναι μεγάλη μαγεία να μπορεί κανείς να έχει μερικές στιγμές μόνος του. Μακριά από όλους. Να τραβά μια γραμμή, να κάνει format μπροστά σε ένα υπέροχο τοπίο και να προχωρά παρακάτω.
Βρήκα από πού πρέπει να πιαστώ. Από τον εαυτό μου. Από τα πράγματα που κουβαλάω μέσα μου ειδικά από την εποχή που κλωτσούσα αμέριμνος την μπάλα. Έχω τη δύναμη να αντισταθώ στην κατηφόρα. Να δημιουργήσω πράγματα που μου αρέσουν. Να απολαύσω την συντροφιά των αγαπημένων μου προσώπων με όλη τη δύναμη της ψυχής μου.
Δεν έχω ανάγκη ετεροπροσδιορισμού.
Είμαι όσο δυνατός χρειάζεται.
Φιλικά, Γιώργος.»
Πες τα ρε μεγάλε! Αν και βάζελος, ν’ αγιάσει το στόμα σου!
Στην προεφηβική ηλικία, ο BOSS έφαγε μια πετριά ότι η μοίρα του ήταν να γίνει ο Έλληνας Bruce Springsteen ακούγοντας 100δες ώρες τα βινύλια του Αφεντικού, εξ ου και το προσωνύμιο που του κόλλησαν ο αδερφός του αλλά και διάφοροι άλλοι τελειωμένοι και παρομοίως αλαφροΐσκιωτοι φίλοι του. Δεν έχει αποφασίσει ακόμη βαθιά μέσα του αν η Ελληνική Μουσική Σκηνή την γλίτωσε οριστικά από δαύτον και πιστεύει ότι το απολύτως ερασιτεχνικό χαϊδολόγημα μιας 20χρονης Strat, μπορεί κάποτε να τον οδηγήσει στην κορυφή. Ως τότε, περνάει την ώρα του προσπαθώντας σε δύσκολους καιρούς να μεταφράσει το Πολυτεχνείο σε ένα ικανοποιητικό εισόδημα, ενώ συγχρόνως παίζει ατελείωτα με την κόρη του, βλέπει Θρύλο και ψάχνει να βρει ρούχα που να του κάνουν, κυρίως από συνοικιακά μαγαζιά εμπορίας κουρτινών. Επίσης μιλά πάντα σε τρίτο πρόσωπο, καθώς η μεγαλομανία του είναι τόσο ανίατη όσο και παράλογη. Born to run, baby!
Πηγή: brightsideofmom.gr