Λοιπόν, εμένα που με βλέπεις θα ήμουν μια απίθανη μουσικός, μια πιανίστρια περιωπής, αν δε με είχαν κερδίσει οι κοπάνες.
Από πιτσιρίκι θαύμαζα την ξαδέρφη μου, με την οποία είχα επτά χρόνια διαφορά, όταν έβλεπα τη μαμά της να την βάζει να κάθεται με άσπρο γιακά να σκάει επιμελώς από το λεπτό μπλε κολεγιακό της, να παίζει στο πιάνο τα κύματα του Δουνάβεως. Τα χέρια της πέταγαν πάνω από τα πλήκτρα. Και μετά όταν έπαιζε το Für Elise εκστασιαζόμουν. Μπαμπέση, Μετόβεν Λουντβιχ Βαν τι σουξέ έγραψες, φίλε μου! Φανταζόμουν ρεσιτάλ κι εμένα με κοτσίδες πλεκτές να υποκλίνομαι σαν μικρή κυρία μπροστά στο εκστασιασμένο πλήθος.
Έπεσε τεράστια προπαγάνδα στο σπίτι. Θέλω πιάνο και το θέλω τώρα. Όχι ότι κουράστηκα να πείσω τον μπαμπά μου, που έκανε κέφι κι αυτός τον άτιμο τον Λουντβιχ Βαν. Δε μπορεί! Για να επιμένει τόσο από το νήπιο κάποιο ταλέντο κρύβεται. Το σχέδιό μου είχε δουλέψει. Αρχίζοντας την Α’ Δημοτικού μαζί με το Αρσάκειο, γράφτηκα σε ωδείο.
Το θέμα είναι ότι συνέχισα να περνάω καλοκαίρια υπό την επήρεια της μεγάλης μου ξαδέρφης. Εκεί στο τελείωμα της Α’ Γυμνασίου, άρχισε να σιχαίνεται την κλασική μουσική. Όταν μαζεύονταν με τις φίλες της σε αυτό το εφηβικό δωμάτιο, που μου έμοιαζε με παράδεισο, άκουγαν μανιωδώς “θα τη σφάξω” και ούρλιαζαν παρέα αυτή τη βάρβαρη προσφώνηση μαζί με τον τραγουδιστή, τον Τζάγκερ, χοροπηδώντας και κουνώντας τα μαλλιά τους ρυθμικά.
Στην αρχή με είχε ταρακουνήσει η όλη φάση. Είχε αλλάξει η ξαδέρφη μου και μεταμορφωνόταν από κολεγιόπαιδο σε χιπάκι και πολύ της πήγαινε, οφείλω να ομολογήσω. Πάνε οι κλασικές μουσικές, πάνε και οι κοτσίδες. Τώρα είχε ρίξει μια φράντζα μέχρι τη μύτη της και απορώ πως έβλεπε μπροστά της, αλλά μια μοιραιοσύνη την έφερε το λουκ. Τη μοιραιοσύνη μην την κλαις. Να τη πετιέται, να τη πετιέται. Εκεί στην άγουρη εφηβεία κι επιφέρει μια άλλη μυρωδιά στην ατμόσφαιρα.
Κάπως έτσι χρόνο με το χρόνο άρχισα να αμφισβητώ την κλασική προσέγγιση της μουσικής και να ασχολούμαι με πετραδάκια. Οι Stones τότε ήταν ήδη ρετρό, μα τους μάθαινα κι αυτούς με ευκολία, μαζί με τα Σκαθάρια, που με έβαλε η ξαδελφη να μάθω απέξω κι ανακατωτά, λόγω απλότητας στίχου και αμεσότητας μηνυμάτων. She loves you, yeah, yeah, yeah. Πόσο πιο απλά να το θέσει το αίσθημα;
Και έβγαλα το δημοτικό, μελετώντας παρτιτούρες, μα κρυφακούγοντας όλα τα τρέντι ακούσματα που άκουγαν οι μεγάλες, ενώ είχα περάσει και δυο δυνατούς έρωτες στη φαντασία μου. Έναν στην τρίτη δημοτικού σε διακοπές στο Ναύπλιο. Βλέπαμε μαζί Χαβάη 5-0 στην τηλεόραση του ξενοδοχείου και ποτέ δεν έμαθα πως τον λένε. Απλά χάζευα πόσο γέλαγε με τον Μαγκάρετ. Στη Δυναστεία δε μου έκανε παρέα. Αυτή την έβλεπα με τη μαμά. Ο δεύτερος έρωτας ήταν στην έκτη δημοτικού. Ο Χρήστος από τα αγγλικά. Ωραίο παιδί, που νομίζω ότι έφερνε ολίγον σε Μπον Τζόβι ή τουλάχιστον έτσι τον έχει συγκρατήσει η ανάμνησή μου, που κάνει του κεφαλιού της, χρόνια τώρα.
Και το πιάνο συνεχιζόταν αμείλικτο. Και η κλασική μουσική. Και γαλλικά όχι δε θα μάθω, θα μάθω γερμανικά. Αμάν πια ας ξεφύγω και λίγο από την άτιμη την αρσακειακή παράδοση.
Το θέμα είναι πως τελειώνοντας την Α’ Γυμνασίου είχα ήδη αρχίσει να κολλάω κι εγώ μοιραιοσύνη. Έκανα ένα περίεργο κούρεμα στο κεφάλι μου, κάπως καπελάκι πίσω και μια φράντζα μέχρι το πηγούνι από μπροστά, άκουγα Μαντόνα, τρύπαγα τα αυτιά μου, απόκτησα μια περιέργως διάτρητη μουσική προσέγγιση των πραγμάτων. Κάθε τρύπημα στο αυτί με απομάκρυνε λίγο από τους Μότσαρτ και τους Λούντβιχ Βαν και μου μάθαινε πως βάφει τις τούφες της η Σίντυ η Λόπερ και ότι τα κορίτσια… they just wanna have fun.
Β’ γυμνασίου πήγαινα ωδείο μπουσουλώντας στη συνείδησή μου. Δεν διάβαζα, δεν ήθελα, χάζευα, σταμάτησα τη Θεωρεία και το ταλέντο του νηπιαγωγείου κάπου έμεινε στη μέση της πορείας σαν μια μικρή παιδική ανάμνηση. Στην Γ’ γυμνασίου άρχισε η καριέρα στις κοπάνες γιατί κάπως έπρεπε να βλέπω τον Μάνο και πως να το ζητήσω από τη μάνα χωρίς να φρικάρει; Την πλήρωσε το πιάνο. Εκεί τελείωσε μια λαμπρή καριέρα, αλλά τουλάχιστον έμαθα να φιλάω. Σημαντικό παράσημο για εκείνη την ηλικία. Μου έμεινε κουσούρι δε. Όχι το πιάνο. Το φιλί.
Θα μου πεις, γιατί στα λέω αυτά. Βασικά, γιατί διάβασα μια ανάρτηση φίλης για τον μπαμπά της που της ζήταγε να παίζει ελληνικά κομμάτια στο πιάνο. Εμένα μου ζήταγε να παίζω το Für Elise και το χατήρι του το έκανα για κάμποσα χρόνια, μέχρι που ξέχασα πως να τοποθετώ τα χέρια μου στα πλήκτρα. Μα προφανώς ήτανε γραφτό, γιατί ό.τι αγαπάς δεν το ξεχνάς. Άρα εγώ αγάπησα για ένα φεγγάρι μόνο και μου έφυγε. Συμβαίνει κι αυτό καμιά φορά αλλά δεν είναι και για θάνατο, ανθρώπινα τα λάθη… και τα πάθη.
Το θέμα όμως στην τελική, είναι να κάνουμε αυτό που γουστάρουμε πιο πολύ. Πιάνο για 6 χρόνια; Τόσο άντεξε το σύστημα πριν το κατώφλι της αναστάτωσης, της εφηβικής. Εξετέθην στην εμπειρία και δε μπορεί… κάποιο κουσούρι θα άφησε κι αυτό το πέρασμα από το είναι μου. Μουσικό αυτί, μια άλφα μελωδία εις την τραγουδιστική την καραοκική, έτσι να κάνουμε κέφι όλοι μαζί η παρέα όταν μαζευόμαστε, να γελάσουμε στο αναμεταξύ μας.
Δεν τελείωσα ακόμα όμως φίλτατε που μπήκες να διαβάσεις, γιατί κάθε άρθρο που σέβεται τον εαυτό του έχει και ένα ηθικό δίδαγμα.
Η κόρη μου επίσης κάποια στιγμή μου ζήτησε να μάθει βιολί, το οποίο εγκατέλειψε μοιραία τον άλλο χρόνο που βρήκε την ηλεκτρική κιθάρα πιο πιασιάρικη. Μας έμεινε το βιολί στολίδι στο σαλόνι και μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι και τσέλο να μου ζητήσει, θα γελάσω αλλά ίσως και εγώ το δοκιμάσω. Μαζί της. Για ένα μήνα, για ένα χρόνο, για μια ολόκληρη ζωή… μόνο του θα φανεί το πράγμα που πηγαίνει. Το θέμα δεν είναι εγώ πως θέλω να την δω, αλλά πως βλέπει τον εαυτό της εκείνη μέσα από όσα επιλέγει να γνωρίσει. Το θέμα δεν είναι να την πιέσω να ολοκληρώσει κάτι και να διαπρέψει, αλλά να ρουφήξει την εμπειρία και να την εντάξει μέσα στο ραφάκι της προσωπικότητάς της που θα την κάνει ούτως ή άλλως πιο διαφορετική και πιο ακαταμάχητη. Γιατί ελεύθερα θα γευτεί, θα απολαύσει ή θα απορρίψει.
Τεράστιο μάθημα ζωής, που δεν περιορίζεται μόνο στα μουσικά όργανα, αλλά αφορά όλα μας τα ζωτικά όργανα για να συνεχίσουν να παίζουν ανενόχλητα, απενοχοποιημένα και ελεύθερα το μουσικό κομμάτι που προορίζεται για τον καθένα μας ξεχωριστά.
Γιατί εμένα που με βλέπεις θα ήμουν στάνταρ σε κάποιο ρεσιτάλ βαρετής μα εξαιρετικής σονάτας για γέρους – στην ψυχή – στο Μέγαρο. Μα έμεινα στον παίδαρο. Που παίδαρο δεν τον λες εκεί στην τρίτη γυμνασίου, μάλλον παιδαρέλι. Αλλά μου έμαθε την κοπάνα απ’την καλή κι απ’την ανάποδη. Καθόλου κακό αυτό αν κρίνεις από τα προσεχώς που έζησα και δεν αλλάζω. Για τίποτα στον κόσμο. Ούτε κι αν μου ψιθύριζε ο ίδιος ο Τζάγκερ στο αυτί ρομαντικά:
I’ll never be your beast of burden
My back is broad but it’s a hurting
All I want is for you to make love to me