Τα τελευταία χρόνια η παρουσία των επεξεργασμένων τροφών, βιολογικών και μη, στα ράφια των καταστημάτων γίνεται ολοένα και εντονότερη, με αποτέλεσμα οι φυσικές τροφές (λαχανικά, φρούτα, δημητριακά, όσπρια) στην πρωτογενή τους μορφή να παραμερίζονται ολοένα και περισσότερο.
Στην πρόσφατη επίσκεψη μου στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορούσα να πιστέψω τον όγκο που καταλαμβάνουν πια τα επεξεργασμένα, συσκευασμένα τρόφιμα τόσο στις μεγάλες αλυσίδες, όσο και στα πιο εξειδικευμένα βιολογικά καταστήματα.
Μετά την Αμερική, φαίνεται πως και οι χώρες της Ευρώπης σύρονται διατροφικά στο άρμα των πολυεθνικών συμφερόντων, προάγοντας κάθε μέρα και περισσότερο ένα τεχνητό διατροφικό μοντέλο που βασίζεται σε νεκρές τροφές με αποκλειστικά θερμιδική και καθόλου θρεπτική αξία.
Ποια είναι όμως η διαφορά μεταξύ φυσικών και επεξεργασμένων τροφών?
Τι συμβαίνει στο σώμα και το νου μας όταν καταναλώνουμε αποκλειστικά ή σε μεγάλο βαθμό επεξεργασμένα προϊόντα σε καθημερινή βάση?
Από τη διατροφική, επιστημονική πλευρά, όταν τρεφόμαστε, το πεπτικό μας σύστημα διασπά την τροφή που λαμβάνουμε, μετατρέποντας τη σε ένα χυλό από την οποίο λαμβάνουμε όλα τα θρεπτικά στοιχεία, τις βιταμίνες, τα μέταλλα και τα ιχνοστοιχεία που χρειαζόμαστε σε καθημερινή βάση, τα οποία περνώντας στην κυκλοφορία του αίματος θρέφουν και εμπλουτίζουν τους ιστούς, τα όργανα και τα κύτταρα μας.
Σε γενικές γραμμές, μια καθημερινή διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, φυσικά προβιοτικά και ωφέλιμα βακτήρια συνδράμει στην καλή λειτουργία του πεπτικού μας συστήματος, την ισχυρή ανοσοποίηση, τη διανοητική διαύγεια καθώς και την αίσθηση υψηλού επίπεδου διαθέσιμης ενέργειας μέσα στην ημέρα.
Αντιθέτως ο διατροφικός συνδυασμός ζωικών ή/και επεξεργασμένων τροφών, που είναι πλούσιες σε κορεσμένα λίπη και μονοσάκχαρα όταν καταναλώνονται σε καθημερινή βάση, δημιουργούν ένα σχετικά όξινο ενδοκυτταρικό περιβάλλον που σταδιακά αποδυναμώνει και καταστρέφει το πεπτικό μας σύστημα και επηρεάζει δυσμενώς όλα μας τα όργανα. Παθήσεις όπως έλκος, σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου, κολίτιδα, καρκίνος του στομάχου και του εντέρου αποδεδειγμένα πια οφείλονται στην κατανάλωση επεξεργασμένων τροφών.
Αντιθέτως, τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες όπως λαχανικά, φρούτα, αναποφλοίωτα δημητριακά, όσπρια, σπόροι και ξηροί καρποί ρυθμίζουν αποτελεσματικά την χοληστερόλη και τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα.
Επιπλέον συμβάλλουν στην απώλεια βάρους, αφ’ ενός γιατί επιδρούν εξαγνιστικά καθαρίζοντας τα τοιχώματα του πεπτικού σωλήνα από τη συσσώρευση λίπους, αφετέρου γιατί η αίσθηση του κορεσμού που λαμβάνουμε με την κατανάλωση τους διαρκεί για περισσότερη ώρα, αποτρέποντας το snacking και τα ενδιάμεσα γεύματα.
Από ενεργειακή πλευρά, οι τροφές που δεν έχουν υποστεί βιομηχανική ή άλλη επεξεργασία θεωρούνται και πραγματικά είναι «ζωντανές». Διατηρούν την πρωτογενή ζωτική ενέργεια της Φύσης (πράνα ή τσι) την οποία και μεταφέρουν κατά τη βρώση τους από τον άνθρωπο και αν φυτευτούν στη Γη, εκ νέου καρποφορούν. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που μεγάλοι διδάσκαλοι και θεραπευτές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού όπως ο Πυθαγόρας, ο Γαληνός και ο Ιπποκράτης συνιστούσαν την πλήρη αποχή από τις ζωικές τροφές κάθε είδους και προέκριναν ως βασική τροφή τα ζωντανά, ανεπεξέργαστα, αναποφλοίωτα δημητριακά. Τα δημητριακά περιέχουν σύνθετους υδατάνθρακες και πρωτεΐνες υψηλής ποιότητος (12%-14% τα δημητριακά, 16% το ρύζι και 18% το κεχρί), ελάχιστα αλλά ωφέλιμα λιπίδια και άφθονες φυτικές ίνες, ενώ είναι πλούσια σε βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία.
Επιπλέον, τα θαλάσσια φύκια και οι τροφές που έχουν υποστεί ζύμωση είναι μία πρώτης τάξεως θεραπευτική τροφή, με αλκαλική επίδραση. Περιέχουν πολλές αντιοξειδωτικές και βιοφλαβονοειδείς ουσίες, που προστατεύουν απ’ την γήρανση και τον εκφυλισμό του ανοσοποιητικού συστήματος, ενώ είναι πλούσια σε μεταλλικά στοιχεία και βιταμίνες.
Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που η πρόσβαση των πολιτών σε φρέσκα, φυσικά, ανεπεξέργαστα προϊόντα είναι ακόμα ελεύθερη μέσω των βιολογικών και λαϊκών αγορών, πρότυπων αγροκτημάτων και καταστημάτων, είναι υποχρέωση μας να προστατέψουμε αυτό ιερό κεκτημένο για τις επόμενες γενιές. Να προασπίσουμε το δικαίωμα των παιδιών μας στην επαφή με τη Φύση, τη φυσική διατροφική επιλογή ως ατομικό, κοινωνικό και καταναλωτικό αυτονόητο. Να μην ενδώσουμε στη λογική των πακετοποιημένων, επεξεργασμένων αλλά ουσιαστικά νεκρών τροφών, που καταδικάζουν τη βιολογική, νοητική και πνευματική μας υγεία σε απόλυτη ένδεια και υποβάθμιση.
Να επιστρέψουμε και πάλι σε μια ορθή, ανθρωπιστική διατροφική επιλογή, που προάγει την ανθρώπινη υγεία και τη λελογισμένη χρήση των διαθέσιμων πόρων της Γης, δεν τροποποιεί γενετικά, που δεν θανατώνει τα ζώα, ούτε τα σκλαβώνει σε σύγχρονα κολαστήρια, αναπαράγοντας τα τεχνητά. Να επιστρέψουμε και να προασπίσουμε τη διατροφή της φυσικής δημιουργίας, των φυσικών, Ζωντανών Τροφών, των ζωντανών σκεπτόμενων και δημιουργικών ανθρώπων.
Μαριάννα Χρυσικάκου