Μια εξαιρετική δουλειά που αξίζει να προβληθεί*. Αν ενδιαφέρεστε για όλα τα στοιχεία γύρω από τα λατομεία στον Διόνυσο και την Πεντέλη, δείτε το “λατόμοι και αστυνόμοι” το οποίο σε τρία διαφορετικά κεφάλαια (όλα διαθέσιμα online εδώ) καλύπτει όλες τις πτυχές του θέματος. Μερικά αποσπάσματα σχετικά με τον Διόνυσο για όσους βαριούνται:
«Τα σύγχρονα λατομεία διακρίνονται σαν λευκό σημάδι στην πλαγιά του Πεντελικού, στα αριστερά της κορυφής όπως κοιτάζουμε από την Αθήνα. Τα αρχαία λατομεία βρίσκονται στα δεξιά της». (Ernest Arthur Gardner, Ancient Athens, 1902, σ. 35)
Παρά ταύτα η λατόμηση προχωρούσε με βραδείς ρυθμούς λόγω του χαμηλού επιπέδου τεχνογνωσίας [4] και τεχνολογίας, αλλά και γιατί το βάρος μετατοπίστηκε σε νέα λατομεία στη βόρεια πλευρά της Πεντέλης και στα λατομεία Διονύσου, επειδή αυτά συνδέθηκαν με το σιδηροδρομικό δίκτυο που κατασκευάστηκε εντωμεταξύ μέχρι την Κηφισιά (αγγλική εταιρεία γαρ − η Marmor Ltd με αριθμό μητρώου στο βρετανικό υπουργείο βιομηχανίας και εμπορίου 54031 το 1897, σύμφωνα και με επιγραφή σε μαρμάρινη πλάκα στο Διόνυσο, ενώ εμφανίστηκε και η Pentelikon Marble Quarries Ltd, αρ. μητρ. 61410 το 1899, πηγή εδώ).
‘Αλλο πρόβλημα ήταν ότι το εξορυσσόμενο μάρμαρο στα νέα λατομεία της νότιας πλευράς δεν ήταν και τόσο λευκό.
«…σήμερα είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί ένας εντελώς λευκός όγκος μαρμάρου· σχεδόν όλοι διασχίζονται από μπλε φλέβες, και ορισμένοι μπλεδίζουν τόσο όσο το μάρμαρο του Υμηττού». (αυ.)Ακολούθησαν περίοδοι κάμψης της αγοράς μαρμάρου. Έτσι πέρασε ένας αιώνας περίπου, χωρίς σοβαρή αλλοίωση του τοπίου που είχαν αφήσει οι αρχαίοι. Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμη και στις αρχές της δεκαετίας του ’50 το λευκό μάρμαρο που απαιτήθηκε για την ανοικοδόμηση της στοάς του Αττάλου προήλθε από το λατομείο Διονύσου, ενώ το υποκύανο από λατομείο στον Κοκκιναρά (βλ. Craig A. Mauzy, Agora excavations, 1931-2006, p. 45).
Για το νομοσχέδιο βλ. ΤΑ ΝΕΑ, 24/6/76, σ. 10. Είχαν προηγηθεί διαβεβαιώσεις ότι τα θιγόμενα λατομεία της ορατής πλευράς θα μεταφέρονταν στην αθέατη από την Αθήνα βόρεια πλευρά (βλ. ΤΑ ΝΕΑ, 17/10/75, σ. 4, 20/2/76, σ. 4), όμως από ό,τι φάνηκε αυτό δεν ήταν εφικτό (για λόγους πιθανώς γεωλογικούς αλλά και ιδιοκτησιακούς, αφού εκεί δεν υπάρχουν μοναστηριακές διεκδικήσεις).
Η απαγόρευση για «αισθητικούς και οικολογικούς λόγους» συνέπεσε με την έναρξη των γνωστών έργων στη Σπηλιά, οπότε είναι ευλογοφανές πως υπάρχει σχέση [βλ. εδώ, σημ. 22] (αν και ορισμένοι λατόμοι υποστηρίζουν πως η τότε κυβέρνηση Καραμανλή απλώς ευεργέτησε τους συναδέλφους τους στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ άλλοι θεωρούν ως υπεύθυνη την εταιρεία Μαρμάρων Διονύσου «που ήθελε το μονοπώλιο», δηλαδή ούτε οι άνθρωποι της δουλειάς δε γνωρίζουν την αλήθεια).
Όσο για τα Ελληνικά Μάρμαρα, κατά διαστήματα γίνονται παράνομες εξορύξεις κι εκεί, υπό τη γνωστή κάλυψη της εκμετάλλευσης παλαιάς λατύπης, ενώ συγχρονίζουν τις εκρήξεις μ’ εκείνες των λατομείων Διονύσου που γίνονται πάγια στις 12 το μεσημέρι. Η άδεια επαναλειτουργίας δόθηκε το 1994 με εντολή του υπουργείου Βιομηχανίας παρακάμπτοντας προηγούμενη απαγόρευση άλλων φορέων (βλ. ΤΑ ΝΕΑ, 1/10/94, σ. 22 και 6/10/94, σ. 24).
*Σημείωση: ο συγγραφέας του άρθρου θεωρεί ότι είμαι υπερβολικός στην τοποθέτησή μου ως προς τα λατομεία Διονύσου επειδή είναι σχετικά καλύτερα στην καταστροφή του βουνού από άλλες εταιρείες που έχουν περάσει από εδώ τα τελευταία εκατό χρόνια. Προφανώς διαφωνώ: ως Διονυσιώτες δεν υπάρχει λόγος να κάνουμε εκπτώσεις στο θέμα του περιβάλλοντος, πόσο μάλλον όταν δεν έχουμε κανένα οικονομικό ή άλλο κέρδος από την καταστροφή του .