Yπάρχουν δυο πράγματα από τη δεκαετία του ’60 που πρέπει να τα τιμήσουμε: η μίνι φούστα για το λαμπρό ντεμπούτο της και το σουτιέν για τα μαρτύρια που υπέφερε στην εξορία.
Η διαδεδομένη υιοθέτηση του μίνι και ο εξοβελισμός του σουτιέν συμβόλιζαν μια γενική εξέγερση κατά των περιορισμών -σεξουαλικών, κοινωνικών, πολιτικών και θρησκευτικών. Μεταξύ άλλων, η κουλτούρα μας αναθηλυκοποιήθηκε, και απελευθερωμένες γυναίκες με κοντά γοφοκαλύμματα -γυναίκες που ήταν όμορφες, γυναίκες που ένιωθαν ελεύθερες!- το εξέφραζαν αυτό με έναν τρόπο τόσο ευθύ και άμεσο όσο και οι άντρες με τα δαντελωτά κολάρα και τα μαλλιά ως τη μέση. Οι γραμμές των παλιών ορίων θόλωναν σαν υγρή μάσκαρα, και ένα μεγάλο μέρος της χώρας ήταν ζαλισμένο από το χασίς της κοινωνικής αλλαγής. Άνθρωποι, ελπίδες και ποδόγυροι είχαν εκτοξευτεί στα ύψη.
Δεν ήταν απλώς το γεγονός ότι οι μίνι φούστες (και τα χειραφετημένα αδέλφια τους, τα καυτά σορτς) ήταν σέξι. Μάλλον ήταν σέξι μ’ έναν σαφώς παιχνιδιάρικο τρόπο, και αυτή η παιχνιδιάρικη διάθεση είχε μεταφερθεί σε πολλές άλλες πλευρές της ζωής.
Ο κόσμος διατηρούσε αυτήν τη διάθεση ακόμη και όταν αντιμετώπιζε αντιξοότητες, βία και ταραχές. Ήταν το είδος της παιχνιδιάρικης διάθεσης που μπορεί να ξεπεράσει το καπρίτσιο και την επιπολαιότητα και να γίνει μια μορφή σοφίας, ένα μέσο επιβίωσης, ένα είδος χάρης. Οι γυναίκες μπορεί να έκαναν διαδήλωση για να διαμαρτυρηθούν για έναν άδικο πόλεμο ή να πολεμήσουν για τα πολιτικά δικαιώματα, αλλά η ενδυμασία τους έδειχνε ότι αρνούνταν να αφήσουν τα προβλήματα της μέρας να τις μετατρέψουν σε θύματα ή να τις σύρουν σε μια κακοντυμένη απελπισία.
Τελικά, βέβαια, το εκκρεμές γύρισε στο άλλο άκρο. Από τη μια μεριά, ο παλιός Ιουδαιο-Χριστιανικός φόβος της ελευθεριότητας προκάλεσε έναν άγριο αντίκτυπο. Από την άλλη, όταν τα συμβατικά μέσα ενημέρωσης κατέληξαν τελικά να αγκαλιάσουν τη φωτιά των γυμνών μηρών και τον καπνό των σουτιέν ως σαφή και απαραίτητα χαρακτηριστικά της σύγχρονης «ιν» γυναίκας, το πνεύμα της σκανταλιάς και της εξέγερσης υπονομεύτηκε και η πλάκα πήρε τέλος. Το πάρτι είχε τελειώσει. Τα σουτιέν αναστήθηκαν από τις στάχτες τους και ανέλαβαν πάλι τα παλιά τους καθήκοντα. Τώρα ήταν σειρά της μίνι φούστας να καεί.
Από τότε οι σούπερ μίνι φούστες έχουν επανέλθει αρκετές φορές. Ξέρετε, όμως, ότι έχω δίκιο όταν λέω ότι δεν είναι το ίδιο πράγμα. Πραγματικά, μπορεί να μην είναι πια δυνατόν να κεντήσεις ένα Zeitgeist πάνω σε μερικά τετραγωνικά εκατοστά ύφασμα.
Όσο κράτησε όμως, η μίνι φούστα των σίξτις ήταν θέαμα υπέροχο. Δεν ήταν απλώς ένα ρούχο, ήταν μια σημαία χωρίς χώρα, ένα πανό χωρίς σλόγκαν, μια παντιέρα χωρίς ομάδα. Δερμάτινη ή σατέν, κολλητή ή φαρδιά, ίσια ή πλισέ, προκλητική ή σεμνότυφα σοβαροφανής, ήταν το φλάμπουρο που ανέμιζε από το κατάρτι μιας ηρωικής τρέλας.
Ήταν το ευτυχισμένο μπαϊράκι της καρδιάς.
Tom Robbins