ΦΩΝΤΑΣ: Εγώ, τέλειωσα. Τέλειωσε κι εσύ το ποτό σου να φεύγουμε.
ΛΑΚΗΣ: Εσύ δε θα πιεις μια στάλα, έτσι για ξεκούραση, μετά τη δουλειά;
ΦΩΝΤΑΣ: Εγώ το ’κόψα.
ΛΑΚΗΣ: Μπράβο, καλά έκανες, με τόσο που έπινες.
ΦΩΝΤΑΣ: Εγώ έπινα πολύ; Τότε εσύ τι έπινες;
ΛΑΚΗΣ: Εσύ το έκοψες, που σημαίνει πως έπινες πολύ, εγώ που πίνω ακόμα, σημαίνει πως δεν πίνω πολύ.
ΦΩΝΤΑΣ: Έλα τώρα, αυτά άσ* τα για να τα βάλεις σε κανένα έργο.
ΛΑΚΗΣ: Είδες, μ’ έχεις ταυτισμένο με έργο.
ΦΩΝΤΑΣ: Μα γιατί χρειάζεται πάντα να κάνεις βαθυστόχαστες αναλύσεις;
ΛΑΚΗΣ: Τώρα τι Θέλεις να μου πεις; Πως λέω μαλακίες και να το βουλώσω, ή πως λέω κάτι που έχει ενδιαφέρον;
ΦΩΝΤΑΣ, φιλικά: Ωχ, για τις αμαρτίες μου έρχεται αυτός ο άνθρωπος εδώ. Έχω μπαφιάσει, θέλω να πάω για ύπνο.
ΑΛΚΗΣ: Ξέρεις, ο ύπνος είναι μια έννοια που δεν έχει αναλυθεί αρκετά. Τελικά, ο ύπνος είναι το νόημα της ζωής. Ξέρεις καν έναν που να μη θέλει να πάει για ύπνο; Όλοι, εκτός από μένα. Το σπίτι δεν είναι το σύμβολο—
ΦΩΝΤΑΣ, τον &χχόττε:: Είναι αργά!
ΛΑΚΗΣ: Αργά! Τι θα πει «αργά»; Είναι αργά για τι; Αφη-ρημενα μιλάς.
ΦΩΝΤΑΣ: Πρέπει να φύγω, ρε Λάκη. Είναι και άρρωστη η Μαρία.
ΛΑΚΗΣ: Μα πάντα είναι άρρωστη η Μαρία. Κάθε υστερικιά γυναίκα είναι—
ΦΩΝΤΑΣ: Εντάξει, ξέρω, δεν τη χωνεύεις.
ΛΑΚΗΣ: Γιατί, εσύ τη χωνεύεις δηλαδή;
ΦΩΝΤΑΣ: Είναι χάλια, σου λέω, πρέπει να πάω.
ΛΑΚΗΣ: Τη φοβάσαι, έτσι; Μα βέβαια, υπάρχει μεγαλύτερη δικτατορία από την υστερία; Yπάρχει πιο αποτελεσματική εκδίκηση; Υπάρχει πιο απόλυτη κυριαρχία από την—
ΦΩΝΤΑΣ: Ναι, εντάξει, έτσι είναι. Και αφού εγώ είμαι κάτω από την απόλυτη κυριαρχία της Μαρίας, δεν μπορώ να κάτσω ούτε ένα λεφτό. Άντε, πάμε να φύγουμε.
ΛΑΚΗΣ: Όλοι θα φύγουμε μια μέρα.
ΦΟΝΤΑΣ: Εγώ λέω για απόψε.
ΛΑΚΗΙ: Βάλε ένα ακόμα. Θέλω να σου πω κάτι.
ΦΩΝΤΑΣ: Μην αρχίσεις πάλι τις ιστορίες, σε παρακαλώ.
ΑΛΚΗΣ:Άκου να σου πώ. εγώ έρχομαι απόψε εδώ για κάτι πολύ σημαντικό. Σ’ αφορά και μ’ αφορά. Θέλεις να τ’ ακούσεις, έχει καλώς. Δε θέλεις, γειά και χαρά. Εγώ το πιοτό μου το ήπια.
ΦΩΝΤΑΣ: Κοίταξε, Λάκη, τα χέρια μου τρέμουν από την κούραση.
ΛΑΚΗΣ: Τρέμουν, γιατί είσαι αλκοολικός.
ΦΩΝΤΑΣ, σε άμυνα: Αν θέλεις κάτι να μου το πεις, πες το. Αλλά κατάλαβε το, το κεφάλι μου πάει να σπάσει.
ΛΑΚΗΣ, του δείχνει το ποτήρι και ο Φώντας γεμίζει. Πίνει σιγά και προκλητικά: Πιες κι εσύ λίγο. Θα σου χρειαστεί μ’ αυτό που θα σου πω. (Παύση.) Ξέρεις με ποιον ήμουνα απόψε; (Περιμένει αντίδραση.) Με τον Λιουμπίμοφ.
ΦΩΝΤΑΣ: Με ποιον;
ΑΛΚΗΣ, γελάει: Γιούρι Λιουμπίμοφ! Θέατρο Ταγκάνκα… Στην πλατεία Ταγκάνκα της Μόσχας…
ΦΩΝΤΑΣ: Πόσο έχεις πιει απόψε;
ΛΑΚΗΣ: Τίποτα δεν έχω πιει.
ΦΩΝΤΑΣ: Δε σε πιστεύω.
ΛΛΚΙΙΣ: Μη με πιστεύεις. Και έχεις την εντύπο>ση πως με νοιάζει… (Ενοχλητικό κενό. Ο Φώντας χτυπάει νευρικά τα δάχτυλά του στον μπάγκο.) “Εχει μια γυναίκα, αδερφέ μου! Τι πράμα ήταν αυτό! Και την περνάει τουλάχιστον τριάντα χρόνια, αν όχι σαράντα.
ΦΩΝΤΑΣ: Πλάκα μου κάνεις τώρα;
ΛΑΚΗΣ, αδιάφορα: Από την επόμενη σεζόν αναλαμβάνει το Εθνικό Θέατρο.
ΦΩΝΤΑΣ: Θα με τρελάνεις, μου φαίνεται.
ΛΑΚΗΣ: Ξέρεις τι θα ’χει για πρώτο έργο;
ΦΩΝΤΑΣ: Δεν ξέρω.
ΛΑΚΗΣ: Μάντεψε!
ΦΩΝΤ ΑΣ: Μπρεχτ.
ΛΑΚΗΣ:Όχι, άλλο.
ΦΩΝΤΑΣ: Τι άλλο;
ΛΑΚΗΣ: Δεν υπάρχει μόνο Μπρεχτ. Για να σε βοηθήσω: ελληνικό θ’ οινεβάσει.
ΦΩΝΤΑΣ: Τραγωδία;
ΛΑΚΗΣ: Όχι, σύγχρονο.
ΦΩΝΤΑΣ: Δεν πάει το μυαλό μου πουθενά.
ΛΑΚΗΣ: Δε χρειάζεται να πάει πουθενά, καλά είναι εδώ.
ΦΩΝΤΑΣ: Τι θες να πεις;
ΛΑΚΗΣ: Αυτό που κατάλαβες, εμένα θέλει!
ΦΩΝΤΑΣ: Εσένα! Σιγά τ’ αυγά…
ΛΑΚΗΣ: Εμένα βέβαια, και πολύ σοβαρά.
ΦΩΝΤΑΣ: Εσένα;
ΛΑΚΗΣ: Ναι, εμένα.
ΦΩΝΤΑΣ: Δεν ξέρω αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω. Έχεις παραπιεί, μου φαίνεται.
ΛΑΚΗΣ: Α ρε, φουκαρά μου! Νομίζεις πως όλος ο κόσμος είναι η μηχανή του ταμείου σου. Εγώ περνάω τέτοια ώρα για να σου πω το πιο σημαντικό πράγμα που μπορούσε να μας τύχει, γιατί όπως καταλαβαίνεις αφορά κι εσένα, κι εσύ στ’ αρχίδια σου. Τι να κουβεντιάσω μαζί σου, για ν’ απογοητευθώ ακόμα μια φορά; (Φεύγει χαι πάει στην πόρτα.)
ΦΩΝΤΑΣ: Σοφοκλή! (Τρέχει να τον προλάβει.)
ΛΑΚΗΣ: Άσε με ρε Φώντα, δεν είσαι συ μόνο κουρασμένος…
ΦΩΝΤΑΣ: Μα καλά, γιατί παρεξηγιέσαι έτσι;
ΛΑΚΗΣ: Δεν παρεξηγιέμαι* απλά, για άλλη μια φορά, το πράγμα έδειξε. Δεν είσαι πια ηθοποιός, δε σε νοιάζει το θέατρο. Κατάλαβέ το, είσαι ένας γραφικός μπάρμαν!
Π.Κοροβέσης, Tango Bar