Γι’ αυτό μιλάμε συνέχεια. Μπερδεύεται ο έρωτας με την Αγάπη. Είναι όμως δύο διαφορετικά πράγματα. Γι’ αυτό είναι μπερδεμένα και στις περισσότερες γλώσσες. Οπότε χρησιμοποιείται η ίδια λέξη «amor», και για τον έρωτα και για την αγάπη. Στα αγγλικά υπάρχει διαφορά. Λένε, «I am in love», είμαι ερωτευμένος, αλλά όταν αγαπάμε λένε, «I love».
Είναι άλλο πράγμα το ένα, άλλο το άλλο κι έτσι κάπως ξεχωρίζεται. Aλλά, ενώ είναι άλλο πράγμα, ο κόσμος το μπερδεύει κι έτσι χρησιμοποιείται παντού. Στην Ελλάδα, βέβαια, το είχαν ξεχωρίσει οι αρχαίοι Έλληνες και το ήξεραν. Άλλο πράγμα είναι ο έρωτας κι άλλο η αγάπη. Η ελληνική γλώσσα έχει την πιο ξεκάθαρη διάκριση: το «αγαπώ» και το «είμαι ερωτευμένος». Θα πείτε, δεν μπορεί να είναι και τα δύο μαζί; ‘Aσφαλώς.
Αυτά τα πράγματα μας απασχολούν από παιδάκια μέχρι να πεθάνουμε. Ο άνθρωπος, όπως και τα περισσότερα θηλαστικά, έχει την ανάγκη, έκτος από το σεξ, που είναι βασικό για την αναπαραγωγή και την ευχαρίστηση που προκαλεί, να έχει ένα attachment στενό, ένα συναισθηματικό δεσμό, χωρίς τον όποιο τα μικρά ζώα πεθαίνουν, αν δεν τον αναπτύξουν με τη μάνα τους, και τα ανθρώπινα βέβαια. Άμα έχετε ένα παιδάκι και η μάνα του δεν τ’ αγαπήσει, το εγκαταλείψει, θα πεθάνει κι αυτό. Άρα, το σεξ συνδέεται με την αναπαραγωγή και με την επιβίωση. Αλλά για την επιβίωση σημαντικότερο είναι να δημιουργήσουμε μετά ένα δεσμό μ’ ένα πρόσωπο, πού το λέμε μητέρα. Και, όπως είπα, μητέρα είναι οποιοδήποτε πρόσωπο που φροντίζει το παιδί. Και το ανθρώπινο παιδί χρειάζεται να είναι εξαρτημένο από τη μητέρα για πολλά χρόνια. Και αργότερα, μητέρα είναι ολόκληρη ή οικογένεια. Γι’ αυτό και ο δεσμός είναι σημαντικότατος .
Αν δεν αναπτυχθεί τον πρώτο χρόνο, ο άνθρωπος έχει μεγαλύτερα προβλήματα να αναπτύξει δεσμούς αργότερα, να είναι σχετικά ευτυχισμένος και να μπορεί να χαρεί τη ζωή και να τη ζήσει δημιουργικά. Αυτό στην παιδική ηλικία γίνεται μετά τα τέσσερα-πέντε περίπου, όταν το παιδί μπορεί να ξεπεράσει λίγο τα οιδιπόδεια προβλήματα.
Και πώς τα ξεπερνάει; Σιγά-σιγά, ανάλογα με τούς γονείς. Οι γονείς δημιουργούν το πρόβλημα. Όπως είπα και την άλλη φορά, προσκολλώνται σε ένα παιδί και προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα του γάμου τους χρησιμοποιώντας τα παιδιά. Είναι συνηθέστατο, ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Όπου, αν ο άντρας δεν είναι ευχαριστημένος με τη γυναίκα του, αν δεν μπορεί να την αγαπήσει, στρέφεται προς την κόρη του και με διάφορους τρόπους δημιουργεί μιαν ενοχική, αιμομικτική ή συναισθηματική κατάσταση με την κόρη του, πού φαινομενικά είναι πατρική αγάπη, πράγμα πού πιστεύει κιόλας.
Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα, ιδιαίτερα στην παλαιότερη γενιά, με την περίφημη ‘Ελληνίδα μητέρα, την υπερπροστατευτική, η οποία χρησιμοποιούσε το παιδί για να σταθεί σ’ ένα γάμο, όπου ο άντρας συνήθως δεν την αγαπούσε. Ή γυναίκα ήταν πολύ κατώτερη κοινωνικά, χρειαζόταν κάποιον και να την στηρίξει αργότερα και να της δίνει την συναισθηματική ικανοποίηση που δεν έπαιρνε από τον άντρα της. Έτσι ήταν ο γάμος παλαιότερα, τώρα είναι καλύτερος. Παρά τα διαζύγια κ.λπ., τα ζευγάρια είναι πολύ καλύτερα σήμερα, πιο πραγματικά.
Αυτά θα ξεπεραστούν, όταν είναι μεν οι γονείς προσκολλημένοι στο παιδί, άλλα ξεκάθαρα δείχνουν με διάφορους τρόπους ότι, «Εγώ δεν πρόκειται να σε παντρευτώ, η σχέση παιδιού-γονιού δεν είναι έτσι». Αυτό και το λέμε, άλλα σημασία ιδίως έχει πώς το εκδηλώνουμε. Μετά τον πρώτο χρόνο, που η πολύ στενή σχέση είναι απαραίτητη, δεν φέρνουμε τα παιδιά στο κρεβάτι, δεν διατηρούμε τη στενή σχέση. Όχι στα 25 η κόρη να κοιμάται με τον πατέρα ή ο γιος με τη μάνα! ‘Υπάρχουν λίγες περιπτώσεις τέτοιες, αλλά στις μικρότερες ηλικίες είναι πολύ συχνό.
Και δεν είναι μόνο ο ύπνος μαζί, είναι ο τρόπος των χαδιών, η εντύπωση που δίνει ή μητέρα στο παιδί ότι αυτό θα το αγαπήσει παραπάνω απ’ τον άντρα της, και το παιδί το βλέπει κιόλας, γιατί είναι έντονη ή σχέση, και κολλάει στη σχέση. Δεν το αφήνει η μάνα του ή ο πατέρας του να φύγει. Όταν όμως οι γονείς έχουν καλή σχέση, πράγμα σπάνιο δυστυχώς, τότε όλα λύνονται εύκολα. Το παιδί βλέπει ότι δεν μπορεί να διασπάσει το γάμο των γονιών και το παίρνει απόφαση. Αποκόπτει τα ερωτικά αισθήματα, τα απωθεί, μπαίνουν στο ασυνείδητο και δημιουργεί μια πιο κεκαθαρμένη σχέση, που δεν έχει έντονη σεξουαλικότητα ή έχει απωθηθεί ή έχει μπει κάτω από το χαλί. Τότε το παιδί αρχίζει και δέχεται και τον πατέρα και τη μητέρα, γιατί έχει πάψει ο έντονος ανταγωνισμός, ο φόβος θανάτου ή οι τιμωρίες από τον πατέρα ή τη μητέρα ή τα φονικά αισθήματα που έχει το παιδί, πολύ έντονα αναμφίβολα. Έτσι, αρχίζει να τους αποδέχεται λίγο καλύτερα και αυτό είναι ή αρχή μιας καλύτερης σχέσης, που τη λέμε αγάπη, και αργότερα μπορεί να συνδυαστεί με τον έρωτα και το σεξ. Άλλο είναι το σεξ, άλλο είναι ο έρωτας και άλλο είναι η αγάπη. Τώρα, αν μπορεί να τα έχει κανείς όλα αυτά μαζί, αυτή είναι η τέλεια σχέση που είπαμε, αλλά είναι στο 5-10%, δυστυχώς. Αλλού υπάρχει το σεξ περισσότερο, αλλού ο έρωτας που είναι φαντασιωτικός κι αλλού η αγάπη.
Όπως είπαμε, ο έρωτας είναι η προβολή των αναγκών μας σε άλλους ανθρώπους, που ελπίζουμε ότι θα τις ικανοποιήσουν. Αυτό λέμε έρωτα βασικά. Κι επειδή θέλουμε να τις ικανοποιήσουν, τον εξιδανικεύουμε τον άλλον και πιστεύουμε ότι είναι αυτός πού θέλουμε. Η επιθυμητή μητέρα, όπως λέω, ή ο επιθυμητός πατέρας. Δεν βλέπουμε τα ελαττώματα, γιατί τότε το έχουμε ανάγκη. Αν έχει κάποια στοιχεία, μετά του βάζουμε κι εμείς ένα σωρό και ξαφνικά γίνεται η ιδανική γυναίκα ή ο ιδανικός άντρας, πού διαφέρει απ’ όλες τις άλλες γυναίκες κ.λπ. Και αυτό, όπως είπαμε, κρατάει πολύ λίγο, δυστυχώς, άλλα είναι πολύ ωραίο, γι’ αυτό όλοι το ψάχνουμε. Είναι πάρα πολύ ωραίο να αισθάνεσαι ότι κάποιος σε θέλει και είναι έτοιμος να ικανοποιήσει τις ανάγκες σου, να σε αγαπήσει, να σε αποδέχεται όπως είσαι. Αυτά δεν τα έχουμε στη ζωή κι έτσι ο έρωτας είναι η μόνη διέξοδος για να συμπληρώσουμε αυτά που δεν πήραμε απ’ τη μάνα μας ή απ’ τον πατέρα μας.
Προχθές μου λέει μια γυναίκα: «Εμένα με αγαπούσε πάρα πολύ και η μάνα μου και ο πατέρας μου. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί έχω τέτοια προβλήματα στις σχέσεις μου». Ε, ξέρουμε τώρα ότι η υπερβολική «αγάπη» της υπερπροστατευτικής Ελληνίδας μητέρας δεν είναι πραγματική αγάπη. Η πραγματική αγάπη δεν είναι υπερπροστασία, δεν πνίγουμε το παιδί. Αν το πνίγουμε, το χρησιμοποιούμε.
Απόσπασμα από το βιβλίου του Ματθαίου Γιωσαφάτ “Να παντρευτεί κανείς ή να μην παντρευτεί;”
Πηγή: antikleidi.com