Ναι, καρδούλα μου… εσύ την «έκανες» νωρίς…
Ήχος κινητού στις 7 το πρωί. Μόλις που έπρεπε να ετοιμαστώ για δουλειά. Η φίλη σου. Διάλογος σουρρεάλ – από αυτούς που δε θέλω να ξαναζήσω. – Πού είσαι; – Κοιμάμαι. – Ο Γιώργος σκοτώθηκε. – Παρακαλώ; Ποιος Γιώργος; – Ο Γιώργος. – Πού είσαι; Έρχομαι! Ουρλιαχτά…
Δεύτερη σκέψη… Μου κάνεις πλάκα. Θα έσπασες κανά πόδι και θα σε πάρει και θα σε σηκώσει για τη λαχτάρα. Μπαίνω στο 1ο ταξί.
Ξεκινά η 2η φάση… Μπαίνω στο νοσοκομείο. Βλέπω τη τσάντα σου στο πάτωμα. – Που είναι; – Νεκρός; Άντε τώρα να καταλάβω τι εννοούσαν οι άνθρωποι. Δε σε είδα ούτε για τελευταία φορά. Δεν είχα το κουράγιο. Ήθελα να έχω τη χτεσινή σου εικόνα. Θυμάσαι;
Μετά ακόλουθησαν τα γνωστά… Μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι δεν υπάρχεις πια μέσα στη ζωή μου πήρε καιρό. Σηκωνόμουν τα πρωινά και σε αναζητούσα. Κάποιες στιγμές νόμιζα πως είσαι εκεί. Ούρλιαζα το όνομά σου… εσύ την είχες «κάνει» όμως. Ούτε πώς, ούτε γιατί… Ούτε ένα αντίο δεν πρόλαβα να σου πω… ούτε το πώς νιώθω… Οι μέρες κύλησαν, με παίρνανε από το χέρι. Έπρεπε να βρω ισορροπίες μέσα μου. Να μάθω πώς είναι χωρίς εσένα. Ένας χρόνος μετά… Θα σου πω.
Ναι, είμαι καλύτερα. Ναι, έδωσες ένα σκληρό μάθημα. Ναι, σ΄αγαπώ ακόμα. Αλλά, προχωράω. Αυτό το τελευταίο μου το έμαθες εσύ! Έχει αλλάξει η οπτική ζωής. Αγαπώ πιο πολύ την καθημερινότητα μου. Εγώ η ίδια; Στέκομαι ατσαλάκωτη! Ποτέ δεν το είχα με το να «τσαλακώνομαι» μπροστά σε άλλους. Φόρεσα το γλυκόπικρο χαμόγελο πήρα τις αναμνήσεις από το χέρι και τις φυλάω βαθιά μέσα μου και συνεχίζω προσπαθώντας να κοιτάζω με μια αίσθηση αισιοδοξίας και αγάπης πίσω μου.
Εκείνο το κορίτσι που γνώρισες; Χάθηκε κάπου μεταξύ νεκροταφείων και μνημών. Είναι σαν το παζλ που στέκεται στον τοίχο, πέφτει και γίνεται κομμάτια. Και κάποια στιγμή το ξαναφτιάχνεις κομματάκι κομματάκι αλλά θα υπάρχει ένα τελευταίο εκεί στην άκρη (ίσα που θα φαίνεται) που δε θα το βρεις ποτέ ξανά.
Ναι καρδούλα μου… ποτέ ξανά… γιατί δυστυχώς μου την «έκανες» πολύ νωρίς!
(Αθήνα, 19.01.2015)