To επίμαχο άρθρο του νέου μας γείτονα στον Διόνυσο, τον γνωστό Ηλία Μαμαλάκη, από το protagon.gr
Απρόβλεπτες και ευχάριστες εξελίξεις στη ζωή μου με έκαναν να μετακομίσω το σπίτι μου στα όρια μεταξύ Εκάλης και Διονύσου, παρά την προσωπική μου παλαιότερη επιθυμία να μετακινηθώ πιο κεντρικά. Πρέπει να ομολογήσω ότι η Εκάλη είναι ένα από τα πιο ωραία προάστια της Αθήνας κτισμένη στις παρυφές ενός λόφου, έχει μια οπτική που φτάνει μέχρι τις κορυφογραμμές της Πάρνηθας, αλλά και μέχρι το όρος Αιγάλεω νότια.
Το βράδυ σαν ανάβουν τα φώτα της Εθνικής οδού το θέαμα από τα σπίτια που βρίσκονται ψηλά είναι ανυπέρβλητο. Νόμιζα ότι πήγα σε ένα πολύ σικ και αριστοκρατικό προάστιο της Αθήνας. Διασχίζοντας τη γνωστή και περιλάλητη οδό Ρόδων μέσα στο δειλινό διαπίστωσα την ύπαρξη τσελιγκάδων όπου έχουν γκλίτσα παραδοσιακή για να καθοδηγούν τα ανύπαρκτα πρόβατα της Εκάλης, φορούν φόρμες με πανάκριβα logo και αντί να μιλούν για τα πρόβατα, τις επιδοτήσεις τους και την τιμή του γάλακτος συζητούν για το χρηματιστήριο, τους ναύλους των καραβιών και την κρίση.
Είναι εντυπωσιακή η παρουσία τους και ακόμα πιο εντυπωσιακή η γκλίτσα. Κατά καιρούς εμφανίζονται και βοσκοπούλες. Αυτές πια είναι ντυμένες μέσα σε βελουτέ φόρμες, πανάκριβα σπορ παπούτσια και μαζί με την γκλίτσα κρατούν και κινητό τηλέφωνο, όπου ως νέες Ναπολέων ομιλούν και στο κινητό ταυτοχρόνως. Η αλήθεια είναι ότι παρά τις πολλές γκλίτσες, πρόβατα δεν είδα πουθενά. Άρχισα να ρωτώ τους γείτονες για τον συμβολισμό. Τι είναι τούτοι που με την γκλίτσα που γυροφέρνουν την οδό Ρόδων πάνω κάτω χωρίς πρόβατα; Γηραιός και γηγενής Εκαλιώτης μου είπε όλη την αλήθεια.
– Παιδί μου, την δεκαετία 70 – 80 όταν η Ελλάδα ήταν σε καλή κατάσταση πολλοί φύγαν από τα χωριά τους, κατεβήκαν στην Αθήνα και διαπρέψανε. Θες με την εξυπνάδα τους, θες με την ικανότητά τους, θες με την καλή τους τύχη, απέκτησαν μπόλικο χρήμα. Και παρά την αγάπη τους για τη λαϊκή γειτονιά που εγκατασταθήκανε, κυρίως οι κυρίες τους, τους οδήγησαν στα μέρη μας. Η αλήθεια είναι ότι φτιάξαν ωραία σπίτια, με κήπους, λουλούδια, γκαράζ και άφθονο προσωπικό. Πολλοί από αυτούς την πλήρωσαν την επιτυχία τους με βαρύ ή ελαφρύ έμφραγμα, με βαλβίδες, αλλά πολλές φορές και με ανοικτή καρδιά. Την γλύτωσαν, ας είναι καλά οι άνθρωποι και ο γιατρός σύστησε. «Για να διατηρήσετε την κατάστασή σας κάθε μέρα θα κάνετε 3-4 χιλιόμετρα ποδαρόδρομο». Και τότε αγοράστηκαν ακριβές φόρμες και ξύπνησε η νοσταλγία για το χωριό. Και μια και υπήρχε ανάγκη από ένα ραβδί μη και τους επιτεθεί κανένα λεοντάρι κατά τον ποδαρόδρομο στην Ρόδων, αντί οποιουδήποτε άλλου προτίμησαν μια γκλίτσα. Και ιδού οι τζομπαναραίοι της Εκάλης και φυσικά ακολούθησαν και οι τσελιγκοπούλες. Που και που συναντιόνται σε κάποια στάνη της οδού Ρόδων και αρχίζει ο διάλογος για τα πεπραγμένα της καρδιοπάθειας και τη φορεσιά της στάνης.
Τι να σας πω φίλες και φίλοι, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Όσο χρήμα και να βγάλεις στη ζωή σου, όσο σπάνια λουλούδια και να βάλεις στον κήπο σου, όσους πολυελαίους Μουράνο και να κρεμάσεις στο ταβάνι σου, η νοσταλγία για το χωριό σου είναι τεράστια και στην προκειμένη περίπτωση εκδηλώνεται όχι με την επιστροφή προς αυτό , αλλά με ένα ενθύμιο επίδειξης της ταπεινής καταγωγής. Την γκλίτσα.