Ο ποιητής Χρήστος Δασκαλάκης είναι ένα ταλέντο που είναι έτοιμο να εκραγεί, αλλά δεν έχει ακόμη “σκάσει” σαν ηφαίστειο, ώστε να βγάλει τα ακόμη πιο όμορφα κομμάτια του, …την πύρινη και γόνιμη ουσία της λάβας του.Το γεγονός δε, πως έχει μια πολύ καλή σχέση με το marketing και αφουγκράζεται το σφιγμό της εποχής μας, δεν διαφαίνεται μόνο από την επαγγελματική του απασχόληση, αλλά και από το ότι η πρώτη του ποιητική συλλογή Η ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΘΑ ΦΕΥΓΩ (εκδόσεις Στοχαστής) κυκλοφορεί και στην αγγλική γλώσσα από την amazon, το Barnes & Noble και την iTunes (ως e-book). Μου άρεσε, επίσης, ο τρόπος που προσεγγίζει τους φίλους που είναι fan στη σελίδα του στο fb, στην οποία είναι ευδιάκριτη η αγάπη του για τις όμορφες μουσικές, τα ταξίδια και κυρίως το νησί του, την Ύδρα.
Ο ουρανός, ντυμένος με σύννεφα, μόλις μετά βίας αφήνει τον ήλιο να φτάσει εδώ στα χαμηλά και κατεβαίνοντας στο λιμάνι, ψάχνω γωνιές να ζεσταθώ από το άγγιγμα του.
Περπατώντας κατά μήκος της θάλασσας, αντικρίζω τις πρώτες παπαρούνες. Μπλεγμένο κόκκινο ανάμεσα στο κίτρινο, το πράσινο, το μπλε της θάλασσας στο φόντο και το αγνό γαλάζιο του ουρανού.
Γάτες παντού, τις κοιτώ, τις φωτογραφίζω, θαρρείς και έχουν κυριαρχήσει το νησί, σκύλος πουθενά, προβληματίζομαι, είμαι και εγώ καλός μαζί τους για μη με εξαφανίσουν…
Ηρεμία, γαλήνη παντού, ένα ψαροκάικο ζωγραφίζει με λευκό την ήρεμη μπλε θάλασσα, γλάροι πετούν από πάνω του, σας άγγελοι ακολουθούν, εύχονται και αυτοί για μια καλή ψαριά.Η ώρα περνάει, σε λίγο θα έρθει μεσημέρι.
Φρέσκο-ψημένο ψωμί μυρίζει περνώντας έξω από το φούρνο, μέλι και ζάχαρη έξω από το ζαχαροπλαστείο, αλμύρα και καλοκαίρι, στη προβλήτα με τα δίχτυα.
Ένα τέλειο σκηνικό, για όσους αγαπούν τις ωραίες παραστάσεις
Αν όσα σας ανέφερα μέχρι εδώ, δεν σας κάλυψαν, σίγουρα θα σας αποζημιώσει ο ίδιος απαντώντας στις απαντήσεις που του έθεσα. Είναι γεννημένος ποιητής και αυτό είναι φανερό στη συνέντευξη αυτή, που προσωπικά την ευχαριστήθηκα πολύ και εύχομαι το ίδιο και για τους αναγνώστες του Kiss my Grass.
Θα σας παρακαλούσα να μας μιλήσετε για τις σπουδές σας μέχρι σήμερα και το λόγο που τις επιλέξατε.
Θυμάμαι τον εαυτό μου από μικρή ηλικία, να θέλω να γίνω δάσκαλος ή ιερέας. Στο πρώτο, με οδηγούσε η αγάπη που νιώθω για τα παιδιά, η ειλικρίνεια και η αθωότητα που τα διακρίνει, ενώ στο δεύτερο, φανταζόμουν τον εαυτό μου να παίρνει μέρος σε ιεραποστολές και ταξίδια στη μακρινή Αφρική, βοηθώντας ανθρώπους που θα το είχαν ανάγκη.
Μεγαλώνοντας όμως και βλέποντας ότι τελικά αυτός ο κόσμος δεν είναι ιδανικά πλασμένος, ξεκίνησα να ασχολούμαι με πράγματα που με βοηθούσαν να εκφραστώ, πράγματα που ένιωθα ότι ίσως βοηθούσαν τη «φωνή» μου να έχει δύναμη να «μιλήσει» για όλα αυτά που θεωρούσα άδικα και λανθασμένα.
Ξεκίνησα σπουδές στο Ελληνικό Ωδείο, πάνω στη θεωρία της μουσικής, ορθοφωνία, τραγούδι και παράλληλα πιάνο. Το πιάνο, ως μία αργή διαδικασία, με δυσκόλεψε και σύντομα το άφησα πίσω, συνέχισα όμως στα υπόλοιπα όπου πήρα το πρώτο μου πτυχίο. Ταυτόχρονα με τους φίλους μου γράφαμε τραγούδια, γέμιζα αμέτρητα τετράδια με στίχους, ηχογραφούσαμε, ενθουσιαζόμασταν και ελπίζαμε πως μαζί θα καταφέρουμε κάτι σπουδαίο. Νόμιζα πως έτσι η φωνή μου θα αποκτούσε δύναμη, ώστε να μπορώ να μιλήσω για όλα αυτά που βλέπω γύρω μου και με θλίβουν, με θυμώνουν, με προβληματίζουν. Όμως οι πόρτες ήταν κλειστές για μια παρέα παιδιών, που μάλλον, έβλεπαν τα πράγματα λίγο πιο αθώα από ότι θα έπρεπε.
Η ζωή έτρεχε, η σελίδα άλλαξε…
Η ψυχολογία ήταν η επόμενη στάση και το δεύτερο πτυχίο. Μια ανάγκη για να μάθω καλύτερα τον εαυτό μου, τους άλλους και αν τελικά είχα τη δυνατότητα, να μπορούσα να το ασκήσω εθελοντικά. Έμαθα πολλά, με ωρίμασε, με βοήθησε να αγαπήσω εμένα και τους ανθρώπους γύρω μου και μερικά πράγματα χαράχτηκαν ως «άγραφοι νόμοι» για πάντα στη μνήμη μου. Πάντα θυμάμαι την έκφραση μιας καθηγήτριας μου στη βιολογία, να μας λέει ότι όλοι οι άνθρωποι, ανεξάρτητα χρώματος, εθνότητας, κοινωνικής θέσης, είμαστε απλά «ένα μάτσο κύτταρα». Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο, κανείς πιο σημαντικός από τον άλλον, κανείς πιο σπουδαίος.
Όμορφη εμπειρία, πολύτιμες γνώσεις, ένα υπέροχο ταξίδι στα βαθιά και κρυμμένα του ανθρώπου και ένα ακόμα σκαλοπάτι πιο κοντά σε εμένα και τους γύρω μου.
Μετά το τέλος των σπουδών στη ψυχολογία, ένιωθα πως κάτι ακόμα μου έλειπε. Στο Θέατρο Των Αλλαγών, βρήκα την ευκαιρία να διοχετεύσω όσα είχα κρατήσει μόνο για εμένα, την ανάγκη για δημιουργία, μοίρασμα, έκφραση! Άλλα τρία υπέροχα χρόνια, ανάμεσα σε καταπληκτικούς σκηνοθέτες ( Λιβαθινός, Μαυρίκιος), ηθοποιούς, νέα παιδιά γεμάτα όνειρα και όρεξη για δημιουργία..
Στο σήμερα πλέον, είκοσι χρόνια μετά, κατάλαβα ότι η πρώτη αγάπη ήταν και είναι τελικά αυτή που με κάνει πραγματικά ευτυχισμένο. Μου πήρε πολλά χρόνια λοιπόν για να καταλάβω ότι η συγγραφή είναι εκείνο το όπλο που έψαχνα τόσο καιρό, το μέσο εκείνο που θα έδινε δύναμη στη φωνή μου για να μπορώ να εκφράζομαι, να δημιουργώ, να μεταφέρω τις δικές μου εικόνες και ανησυχίες στο έξω κόσμο. Στο κόσμο εκείνο, κομμάτι του οποίου είμαι και που αναζητά μικρές καθημερινές αλήθειες μέσα από τις λέξεις ενός ονειροπόλου ποιητή.
Κατά την ταπεινή μου προσωπική άποψη ένας ποιητής δεν είναι απαραίτητο να μιλάει για την ποίηση, γιατί η γραφή του είναι ικανή να “μιλήσει” από μόνη της στη ψυχή του αναγνώστη. Άλλωστε, αυτή είναι και η μαγεία της Ποίησης! Γι’ αυτό, θα αρκεστώ να σας ζητήσω να εκφράσετε τη γνώμη σας για τη λογοτεχνία γενικότερα και τη σχέση σας με το γράψιμο από παιδί.
Λογοτεχνία. Μια λέξη τόσο παρεξηγημένη, κάποιους τους φοβίζει όπως ακριβώς και η λέξη Ποίηση. Για εμένα, ο σκοπός της τέχνης του λόγου, είναι να ξυπνάει συνειδήσεις, να προβληματίζει, να ταξιδεύει, να επικοινωνεί όμορφα μηνύματα, να είναι κατανοητή, να αφήνει ένα όμορφο συναίσθημα τη στιγμή που τελειώνεις ένα μυθιστόρημα, ένα ποίημα, μια νουβέλα. Προσωπικά θέλω να διαβάζω για ήρωες που με εμπνέουν, που θα μπορέσω να θαυμάσω, που θα με βοηθήσουν να σκεφτώ πως όλα είναι πιθανά, από ένα ταξίδι στο κέντρο της γης, μέχρι έναν παθιασμένο έρωτα στα χρόνια της χολέρας.
Γράφω, γιατί νιώθω ότι είναι ίσως από τα λίγα πράγματα που μπορώ να κάνω σωστά. Γράφω γιατί αγαπώ τις δυνατές λέξεις, τις εικόνες που σου δημιουργούν, τα ευαίσθητα νοήματα που επιμελώς κρύβουν. Ξεκίνησα να γράφω στα 14 από ανάγκη για συντροφιά – οι λέξεις ήταν η καλύτερη παρέα – κατέληξα να γράφω γιατί έτσι μπορώ να επικοινωνώ καλύτερα αυτά που νιώθω και σκέφτομαι, αυτά που με προβληματίζουν και με εμπνέουν. Πολλές φορές φοβάμαι ότι μπορεί οι λέξεις μου να είναι αδιάφορες για τους άλλους, πολλές φορές νιώθω ότι δεν έχω κάτι ουσιαστικό να πω, αλλά η στήριξη των αναγνωστών, τα όμορφα τους λόγια, διώχνουν μακριά τα φαντάσματα της ανασφάλειας και μου δίνουν δύναμη για τη συνέχεια.
Διαβάζετε για να ξεκουραστείτε, ή από εσωτερική ανάγκη; Και τι είδους βιβλία επιλέγετε;
Μικρός διάβαζα για δύο λόγους, γιατί ταξίδευα μέσα από τις λέξεις και γιατί τα βιβλία μου κρατούσαν συντροφιά. Σε ένα σπίτι χωρίς αδέλφια, το ξεφύλλισμα των σελίδων ήταν η αγαπημένη μου ασχολία. Διάβαζα από βίους αγίων, παραμύθια, την εγκυκλοπαίδεια, τον αγαπημένο μου Ιούλιο Βερν…
Στο σχολείο, διάβαζα γιατί έπρεπε. Από τη στιγμή που έγινε γνωστό στους καθηγητές μου ότι γράφω, με παρότρυναν να διαβάζω λογοτεχνία και ειδικά ποίηση. Διάβαζα και εγώ, δε τα καταλάβαινα όλα, αλλά πίστευα πως όλα γινόντουσαν για κάποιο σκοπό.
Άρχισα να απολαμβάνω και να ξεχωρίζω ένα καλό βιβλίο, όταν αργότερα, ανακάλυψα τον Παπαδιαμάντη, τον Ντοστογιέφσκι, τον αγαπημένο μου Έρμαν Έσσε.
Όχι, δε διαβάζω πια από εσωτερική ανάγκη όπως παλιά. Αυτό συνέβαινε μέχρι την ηλικία των 25, τότε που διψούσα να γεμίσω τη ζωή μου με εικόνες, συναισθήματα και εμπειρίες από τις ζωές των ηρώων. Τότε, διάβαζα πολύ και με ενδιαφέρον! Τώρα, διαβάζω για να ανακαλύψω απλά κάτι όμορφο, να χαλαρώσω, να κοιμηθώ με μια γλυκιά αίσθηση. Τώρα, θέλω πιο απλά πράγματα, ουσιαστικά και αληθινά. Ο δρόμος μου σε αυτό το κομμάτι είναι μοναχικός. Δεν ενημερώνομαι πάντα, δεν ανήκω σε ομάδες, δε κάνω συγκρίσεις, θέλω να νιώθω ελεύθερος, ανεπηρέαστος, θέλω να είμαι το καλύτερο που μπορώ. Ένας άνθρωπος που απλά κάνει αυτό που αγαπάει. Δεν είμαι και προφανώς δε θα γίνω ποτέ «ειδικός». Δεν είμαι παρά ένα παιδί που ακολούθησε δειλά το όνειρο του. Και έτσι θα ήθελα να μείνω. Αυτή είναι η ευχή μου.
Ως καλλιτέχνης θεωρείτε πως η Τέχνη αλλάζει τους ανθρώπους;
Μεγάλη λέξη ο «Καλλιτέχνης».
Παρόλα αυτά ναι, πιστεύω ότι η τέχνη αλλάζει τους ανθρώπους. Προσωπικά, μέσα από τη δουλειά μου και μέσα από τη αγάπη μου για τις λέξεις , έμαθα να εκτιμώ το ωραίο, το αρμονικό, το διαχρονικό, το ουσιώδες. Διδάχτηκα να μαθαίνω και να ακούω, να παρατηρώ καλύτερα, να μπορώ να διαβάσω τα κρυμμένα νοήματα, διδάχτηκα να θέλω να γίνω καλύτερος, να προσπαθώ περισσότερο, να παλεύω για κάτι ουσιαστικό. Μια τρυφερή μελωδία, δεν μπορεί παρά να σε συγκινήσει, μια ουσιαστική ταινία δεν μπορεί παρά να σε προβληματίσει, ένας πίνακας, να σε γαληνέψει, ένα ποίημα, να μιλήσει στη ψυχή σου σαν να το έγραψες εσύ ο ίδιος…
Ναι, η τέχνη, η αληθινή, αυθεντική τέχνη που γίνεται για τους ανθρώπους, ναι, μπορεί να σε αλλάξει. Προς το καλύτερο!
Ποιο είναι για σας το νόημα της ζωής; Τι θα θέλατε να καταφέρετε; Έχετε μακροπρόθεσμους στόχους, ή ζείτε την κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία;
Το νόημα της ζωής…
Δεν ξέρω ποιο είναι το νόημα της ζωής, ξέρω μόνο πως θέλω να είναι η ζωή μου.
Ελπίζω να σας καλύπτει αυτό.
Θα ήταν ευλογία να έχω δίπλα μου τους πιστούς μου φίλους, να είναι καλά η οικογένεια μου, να μη χάσω τη πίστη μου, να χαίρομαι να βλέπω χαρούμενα παιδικά πρόσωπα, να συνεχίσω να θαυμάζω τα ηλικιωμένα ζευγάρια που κοιτιούνται ακόμα όλο αγάπη μέσα στα μάτια. Θα ήθελα, σε πείσμα όλων, να αντέξει αυτή η χώρα που αγαπώ, να αντέξουν οι άνθρωποι της, να μπορέσουμε να μείνουμε εδώ και να μη παραδώσουμε τα όπλα. Θα ήθελα να ζω ακόμα στα 70 μου και να μπορώ να γράφω σε ένα μικρό σπιτάκι στη Λισαβόνα απέναντι από το ποτάμι.
Φοβάμαι τις αρρώστιες, δε φοβάμαι τα γηρατειά. Θα ήθελα να είμαι παραγωγικός, προσγειωμένος, ελεύθερος, σώφρον. Τέλος, θα μου άρεσε να ξέρω πως υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που θα αναζητούσαν ένα βιβλίο μου στο βιβλιοπωλείο και εγώ θα συνέχιζα να νιώθω περήφανος για κάθε ένα από αυτά. Νομίζω δε θα πάψω ποτέ να ονειρεύομαι και να ελπίζω σε κάτι καλύτερο, σε κάτι όμορφο. Οι άνθρωποι, αξίζει να είμαστε ευτυχισμένοι, το περισσότερο που μπορούμε κάθε στιγμή.
Γράψατε στη προσωπική σας σελίδα σας στο facebook, πως ότι είναι στο χέρι του αναγνώστη και μόνο, το αν κάποιες λέξεις θα έχουν τη δύναμη να ταξιδέψουν λίγο πιο μακριά. Δεν πιστεύετε πως οι λέξεις έχουν από μόνες τους ένα ειδικό βάρος;
Ένα βιβλίο από μόνο του, μοιάζει σαν μια καλοφτιαγμένη κιβωτό. Μαζεμένα εκεί συναισθήματα, λέξεις, τελείες, ερωτηματικά, μηνύματα και εικόνες, χρειάζονται έναν καλό καπετάνιο για να τα βγάλει έξω από το λιμάνι και να τα ταξιδέψει σε άλλες γειτονιές, σε άλλους τόπους, διαφορετικούς προορισμούς και αναγνώστες. Ένας συγγραφέας, είναι ένας σκοτεινός δρόμος γραμμένος με μηνύματα. Ο αναγνώστης είναι το φώς που θα πέσει πάνω του, θα του δώσει ζωή, θα τον περπατήσει, θα διαβάσει τα γραμμένα.
Γι’ αυτό και σέβομαι τον κάθε αναγνώστη, τον ευχαριστώ που μου επιτρέπει να «μιλήσω», τον ευχαριστώ που κρατάει μια μικρή θέση στη βιβλιοθήκη του και για εμένα. Χάρη στη δική τους στήριξη είμαστε εδώ απόψε και μιλάμε. Χάρη σε αυτούς βρίσκω τη δύναμη να συνεχίσω. Αυτό, νομίζω τα λέει όλα. Και οι δικοί μου αναγνώστες, σας λέω έτσι υπερήφανα, ότι είναι οι καλύτεροι! Είναι δίπλα μου από τη πρώτη στιγμή, με στηρίζουν, με συγκινούν συνεχώς, με κάνουν να νιώθω τυχερός και ευτυχισμένος που με ανακάλυψαν και πίστεψαν σε εμένα.
Είστε αισιόδοξος άνθρωπος στην καθημερινότητά σας, ή όπως οι περισσότεροι καλλιτέχνες είστε μελαγχολικός και μοναχικός;
Όσοι με ξέρουν, μάλλον θα έλεγαν ότι είμαι ένας πολύ αισιόδοξος άνθρωπος. Και νομίζω ότι θα συμφωνήσω. Από την άλλη, όσοι διαβάζουν τη ποίηση μου και δεν με γνωρίζουν, είναι εύκολο να σκεφτούν ότι είμαι ένας κλειστός, μοναχικός τύπος που βιώνει τις καταστάσεις πολύ εσωτερικά και απαισιόδοξα. Και όμως, ακόμα και τα πιο «σκοτεινά» μου ποιήματα κρύβουν αισιοδοξία, κρύβουν θέληση για ζωή, έχουν φως για να πιαστείς και να συνεχίσεις να αγωνίζεσαι. Η μητέρα μου, όταν κυκλοφόρησε «Η Στιγμή Που Θα Φεύγω», ζήτησε την επόμενη φορά να έχω και χαρούμενα ποιήματα στη συλλογή μου. Νομίζω ότι με τα «Χιλιόμετρα» λοιπόν επέτρεψα να μπει λίγο παραπάνω φως στις σελίδες. Παρόλα αυτά, νομίζω πως το παραμύθι που ετοιμάζουμε θα δείξει και μια άλλη πλευρά μου, με περισσότερο χρώμα, περισσότερη χαρά και σίγουρα περισσότερη αισιοδοξία.
Μοναχικός, ναι, είναι στιγμές που νιώθω και λειτουργώ έτσι. Μου αρέσει η θελημένη μοναξιά, οι στιγμές που ακούω μια όμορφη μουσική και κοιτάζω απλά το ταβάνι. Οι στιγμές που θέλω να χαθώ μόνος μέσα στο πλήθος, να πάω να δω μια ταινία, να κοιτάξω τους περαστικούς, να αφήσω το δρόμο να με οδηγήσει σε καινούριες εικόνες. Μετά όμως, θα θελήσω να δω ανθρώπους δικούς μου, να μοιραστώ το χρόνο μου με εκείνους που αγαπώ και έχουμε το ίδιο χιούμορ. Το γέλιο, είναι από τα πιο όμορφα της ζωής και οι φίλοι, το πολυτιμότερο απόκτημα.
Γράφετε και πεζό λόγο; Τι είναι αυτό που προτιμάτε; Νομίζετε πως οριοθετείται η έκφραση ενός καλλιτέχνη; Το επισημαίνω αυτό, γιατί έχω την υποψία πως αγαπάτε και άλλες μορφές τέχνης, όπως π.χ. η φωτογραφία…
Νομίζω ότι απλά μου αρέσει να γράφω. Δεν έχει σημασία αν είναι πεζός λόγος, ποίημα ή τραγούδι. Απλά προτιμώ τη συντομία. Γι’ αυτό και αγαπώ να γράφω ένα ποίημα, ένα στίχο, ένα παραμύθι, ένα δοκίμιο, ένα κείμενο καθημερινής ζωής. Στο μυαλό μου υπάρχει και έχω ήδη ξεκινήσει να γράφω ένα μυθιστόρημα. Απλά νομίζω πως αυτό θα μου πάρει χρόνο…
Όσον αφορά άλλες μορφές τέχνης, θα έλεγα απλά ότι μου αρέσει το ωραίο. Δεν νομίζω ότι θα ήμουν καλός σε κάτι άλλο. Νιώθω όμως ότι μπορώ να ξεχωρίσω το διαφορετικό, το διαχρονικό, τη σωστή οπτική γωνία, μπορώ να πω τη γνώμη μου με επιχειρήματα, αλλά δεν νομίζω ότι έχω ταλέντο σε κάτι άλλο. Άλλωστε, ακόμα και στη συγγραφή, ο χρόνος και ο αναγνώστης θα πουν αν υπάρχει ταλέντο πίσω από τις λέξεις μου. Και εύχομαι κάποια στιγμή να αξιωθώ και να έχω τη χαρά να το ακούσω αυτό.
Μιλήστε μας λίγο για την Ύδρα και τη σχέση σας μ’ αυτό το υπέροχο νησί.
Η Ύδρα!!! Ένας έρωτας που εύχομαι να μη φθαρεί ποτέ.
Δύο τόπους νιώθω πραγματικά σαν σπίτι μου, την Ύδρα και τη Λισαβόνα. Οπουδήποτε αλλού πάω, δένομαι απλά με τους ανθρώπους. Αυτοί με κάνουν να θέλω να επιστρέψω και να χαλαρώνω. Στην Ύδρα όμως, είναι το νησί το ίδιο που με μαγεύει, με μαγνητίζει, νιώθω ευτυχία και μόνο που περπατάω στα δρομάκια της. Αυτή η ηρεμία, η γαλήνη που αποπνέει, με καθηλώνουν, με κάνουν να αισθάνομαι ζωντανός και ευλογημένος. Εδώ άλλωστε έκανα τις πιο όμορφες φιλίες, εδώ ερωτεύτηκα για πρώτη φορά, εδώ έγραψα τα πρώτα μου ποιήματα. Το λιγότερο που μπορούσα να κάνω λοιπόν ως ευχαριστώ προς αυτήν, ήταν να γράψω το ομότιτλο ποίημα και να το συμπεριλάβω στη πρώτη μου συλλογή. Ήθελα η Ύδρα να υπάρχει πάντα εκεί, τυπωμένη, σαν ύμνος, σύμμαχος στη πρώτη μου συγγραφική δουλειά. Η ταυτότητα μου, έχει για εμένα σπουδαία σημασία. Και όσο μπορώ, με τη «μικρή» φωνή που έχω, πάντα θα μιλώ τόσο για την Ύδρα, όσο και για την Ελλάδα.
Προέρχεστε από οικογένεια που αγαπάει ή σχετίζεται με τη λογοτεχνία, ή η αγάπη σας αυτή για την ποίηση είναι λόγω έμφυτου ατομικού χαρίσματος;
Όχι, δε προέρχομαι από οικογένεια που σχετίζεται με τη λογοτεχνία. Δε μεγάλωσα σε σπίτι με μεγάλη βιβλιοθήκη. Η μητέρα μου, ναι, θυμάμαι από μικρός, ήταν βιβλιοφάγος. Ακόμα και τώρα θα διαβάσει με μεγάλη ευκολία σχεδόν οποιοδήποτε βιβλίο πέσει στα χέρια της. Συνήθως μετά από εμένα, τα βιβλία περνάνε στα δικά της χέρια. Ως εκεί όμως. Τα υπόλοιπα νομίζω ήρθαν από μόνα τους. Δεν ξέρω αν αυτό ονομάζεται χάρισμα, πάντα με αγχώνουν τέτοιου είδους λέξεις, αλλά ναι, ήταν κάτι έμφυτο που εύχομαι να βελτιώνεται κάθε φορά και περισσότερο.
Μιλήστε μας τέλος για «Τη Στιγμή Που Θα Φεύγω» , τα «Χιλιόμετρα» και τα μελλοντικά σας σχέδια.
Η Στιγμή Που Θα Φεύγω, είναι η πρώτη μου ποιητική δουλειά και αποτελείται από 49 ποιήματα. Οι εκδόσεις Στοχαστής και η επιμελήτρια της έκδοσης Χριστίνα Ανδρέου, ήταν για εμένα σαν μια καινούρια οικογένεια που δούλεψαν με πολύ φροντίδα και αγάπη για να έχουμε το αποτέλεσμα που κρατάτε αυτή τη στιγμή στα χέρια σας. Το όνειρο μου ήταν πάντα να δω τα ποιήματα μου τυπωμένα στο ράφι ενός βιβλιοπωλείου. Δεν ήθελα κάτι περισσότερο, δεν ήξερα και δε με ένοιαζε η συνέχεια. Ένα χρόνο μετά, το να ακούω αυτά τα όμορφα λόγια από τους αναγνώστες, το να αναζητούν το βιβλίο, είναι κάτι πέρα από το αρχικό μου όνειρο. Είναι ευλογία!
Τα «Χιλιόμετρα», είναι η ποιητική συλλογή που παρουσιάσαμε πριν ακριβώς δύο μήνες, πάλι σε συνεργασία με την Οικογένεια του Στοχαστή!
Ο έρωτας, η αναζήτηση του εαυτού μας, η μοναξιά, ο φόβος της απώλειας, όλα συμπυκνωμένα σε ένα Χιλιόμετρο, σε μια συλλογή από 61 ποιήματα που αποτελεί συνέχεια της πρώτης. Αυτή τη φορά ο πόνος έχει μπει λίγο στο παρασκήνιο και η μοναξιά έχει γίνει λιγότερο σκληρή και ανυπόφορη. Οι αλήθειες ρέουν και αυτή τα φορά στα ίδια σκούρα μονοπάτια και τα Χιλιόμετρα της σύντομης ζωής μας γεμίζουν από τις ίδιες αγωνίες, τους ίδιους φόβους, τις συνεχείς αναζητήσεις για κάτι καλύτερο, πιο όμορφο και ανθρώπινο…
Επιτρέψτε μου σε αυτό το σημείο να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ανθρώπους εκείνους που επέλεξαν να γίνουν πιστοί αναγνώστες και πολλοί από αυτούς και φίλοι και που τόσο σεμνά και διακριτικά αγκάλιασαν και τις δύο αυτές συλλογές. Χωρίς τη στήριξη τους δεν θα ήμασταν απόψε εδώ.
Όσον αφορά τα μελλοντικά σχέδια, θα ήταν πραγματικά ευλογία και τεράστια χαρά να έχουμε έτοιμο μέχρι το τέλος του χρόνου το πρώτο μου παραμύθι. Ένα παραμύθι γραμμένο με πολύ προσοχή και αγάπη προς τους μικρούς και μεγάλους μας φίλους, που στόχο έχει, να αναδείξει τη δύναμη της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της θετικής σκέψης και της αποδοχής του διαφορετικού. Πραγματικά, είναι μεγάλη η αγωνία μου για αυτό το βήμα, μιας και είναι κάτι που δουλεύουμε τα τελευταία δύο χρόνια με πολύ αφοσίωση και ιδιαίτερη φροντίδα. Εύχομαι τόσο η ιστορία του μικρού Νικολύκου, όσο και τα «ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ», να έχουν την ίδια ανταπόκριση και αποδοχή που είχε και «Η Στιγμή Που Θα Φεύγω». Στα χέρια των αναγνωστών είναι και πάλι, αν θα καταφέρουν να βρουν και αυτά μια μικρή θέση στη βιβλιοθήκη τους.
Επιτρέψτε μου μια τελευταία ερώτηση. Τι είναι αυτό που δύσκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί για εσάς? Πείτε μας μια κρυφή αλήθεια που μόνο οι κοντινοί σας άνθρωποι ξέρουν.
Μου βάζετε δύσκολα.
Αν πρέπει να διαλέξω μόνο μία τέτοια «κρυφή αλήθεια» τότε θα σας εμπιστευόμουν ότι κλαίω εύκολα και πολύ, ειδικά όταν είμαι μόνος. Ενώ αυτό συνέβαινε περιορισμένα και «επιλεκτικά» όσο ήμουν μικρότερος, όσο μεγαλώνω παρατηρώ ότι αυτό γίνεται πιο έντονο και εγώ περισσότερο ευσυγκίνητος. Δεν το έχω ερμηνεύσει ακόμα, ίσως και να μην θέλω, απλά το αφήνω να συμβαίνει. Η πιο λογική εξήγηση που μπορώ να δώσω, είναι ότι όσο μεγαλώνω αντιλαμβάνομαι διαφορετικά τα πράγματα, νιώθω πιο υπεύθυνος για όσα συμβαίνουν γύρω μου, ανησυχώ περισσότερο για τις μέρες που διανύουμε και τους ανθρώπους που επηρεάζονται τόσο έντονα από αυτές. Ευτυχώς, παρόλα αυτά, συνεχίζω να γελώ ακόμα και να έχω δίπλα μου υπέροχους ανθρώπους που έχοντας κοινό χιούμορ, γελάμε πολύ, είμαστε αισιόδοξοι και έχοντας ο ένας τον άλλον, περνάμε τις δυσκολίες λίγο πιο ανώδυνα. Ξέρετε, το γέλιο με το δάκρυ μπορούν να συνυπάρξουν πολύ ομαλά. Και οι πιο όμορφες ταινίες που είδα στη ζωή μου, ήταν οι κωμωδίες εκείνες που με χιούμορ μου έδωσαν τα πιο τρυφερά μηνύματα και έφεραν δάκρια στα μάτια μου. Μακάρι να γελώ και να κλαίω έτσι, μέχρι το τέλος της ζωής μου…
Σύντομο Βιογραφικό
Ο Χρήστος Δασκαλάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1977. Από την ηλικία των πέντε ετών έως και την ηλικία των είκοσι μεγάλωσε και έζησε στο νησί της Ύδρας. Σπούδασε συμβουλευτική ψυχολογία στο Mediterranean ollege, θεωρία της μουσικής και ορθοφωνία στο Ελληνικό Ωδείο και παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής και σκηνοθεσίας στο Θέατρο των Αλλαγών στην Αθήνα.
Παράλληλα με την καινούρια του συλλογή με τίτλο ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ, από τις εκδόσεις Στοχαστής κυκλοφορεί και η πρώτη του ποιητική δουλειά, μια συλλογή από 49 ποιήματα γεμάτα από εσωτερικό προβληματισμό, με τον τίτλο “Η στιγμή που θα φεύγω”.
Ο ελεύθερος χρόνος του είναι γεμάτος από σελίδες με μικρές ιστορίες, ποιήματα, σενάρια και στίχους. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.