Συνέντευξη στην Άρια Σωκράτους
Όταν γνώρισα την Τέσυ Μπάιλα, στο μυαλό μου ήρθε συνειρμικά το απόφθεγμα του William Shakespeare « Αυτός που έχει θέληση δημιουργεί και δημιουργεί πάρα πολλά. Αυτό είναι η απόδειξη πως δεν υπάρχει τίποτα το ακατόρθωτο».
Έχει κάνει σπουδές στη λογοτεχνική μετάφραση και στην Ιστορία του Ελληνικού Πολιτισμού, είναι συγγραφέας τριών λογοτεχνικών βιβλίων ενώ παράλληλα ασχολείται με τη φωτογραφία και κάποιες ατομικές εκθέσεις της έχουν φιλοξενηθεί στο Πανεπιστήμιο Gakugei της Ιαπωνίας και στην Αθήνα. Επίσης είναι συντάκτρια του Λογοτεχνικού περιοδικού «ΚΛΕΨΥΔΡΑ» ενώ πολλά δοκίμια και βιβλιοκριτικές της έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά.
Η γραφή της είναι λυρική, μεστή, άμεση, με εκτεταμένες και λεπτομεριακές περιγραφές του χωρόχρονου της αφήγησης, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάλυση της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης και συμπεριφοράς, ενώ ταυτόχρονα μεταφέρει στον αναγνώστη το άρωμα της ατμόσφαιρας του τόπου και της εκάστοτε εποχής που περιγράφει.
Έχω έντονα την αίσθηση πως πολύ σύντομα το όνομα της θα απασχολήσει τους αναγνώστες έντονα και θα αφήσει τη σφραγίδα του με πηχυαία γράμματα στην πορεία της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.
Αν σου ζητούσαν να περιγράψεις τον εαυτό σου με τρεις μόνο λέξεις, ποιές θα ήταν αυτές και γιατί;
Δύσκολο να απαντήσω εγώ σ’ αυτή την ερώτηση. Ωστόσο, πρόσφατα σε κάποιο σχόλιό του ο Μάνος Κοντολέων με χαρακτήρισε ως σοβαρή, μετρημένη και ευαίσθητη. Να λοιπόν τρεις λέξεις που θέλω να πιστεύω ότι με χαρακτηρίζουν και χαίρομαι πραγματικά γι’ αυτές.
Έχεις γράψει τρία βιβλία με εντελώς διαφορετική θεματολογία και πολιτιστικές αναφορές, βασικό σημάδι ενός συγγραφέα που εξελίσσεται. Το Πορτραίτο της Σιωπής διαδραματίζεται στο Άγιο Όρος, Το Παραμύθι της Βροχής στην εξωτική Ιαπωνία και «Το Μυστικό ήταν η Ζάχαρη» στην Κρήτη του Μεσοπολέμου». Και στα τρία βιβλία υπάρχει έκδηλο το στοιχείο της λογοτεχνικής περιδιάβασης σε διαφορετικά πολιτιστικά μονοπάτια. Ποιό είναι το μυστικό της εξέλιξης ενός συγγραφέα;
Σίγουρα μια σταθερή αναγνωστική πορεία. Θέλω να πω ότι ένας συγγραφέας πρέπει να διαβάζει συνεχώς, να γίνει ένας δεινός αναγνώστης για να μπορεί να εξελίσσεται ο ίδιος και να πειραματίζεται συγγραφικά. Η αναγνωστική του θητεία είναι αυτή που θα προσδιορίσει την όποια εξελικτική πορεία και θα χαρακτηρίσει την προσωπική του προσπάθεια και βεβαίως είναι ανάλογη των επιλογών του η δική του εξέλιξη.
Μ’ αρέσει να ασχολούμαι με διαφορετικά θέματα και να τοποθετώ τους ήρωες σε άλλες εποχές κάθε φορά, γιατί αυτή είναι η αφορμή για να ερευνήσω και να μάθω ένα σωρό στοιχεία από τη συγκεκριμένη εποχή και τον πολιτισμό που αυτή έφερε.
Στα βιβλία σου υπάρχει το στοιχείο της ταύτισης με τους ήρωες σου και αν ναι, με ποιό τρόπο;
Στο τελευταίο μου βιβλίο, Το μυστικό ήταν η ζάχαρη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός η ταύτιση του αναγνώστη με τους ήρωες είναι σημαντική, καθώς οι πρωταγωνιστές της ιστορίας είναι άνθρωποι που δοκιμάζονται μέσα στη δίνη της Ιστορίας και των ηθικών κανόνων που ορίζουν οι κοινωνίες κάθε εποχής. Είναι άνθρωποι που θα μπορούσαν να είναι μέλη της δικής μας οικογένειας κι έτσι είναι πιο εύκολο για τον αναγνώστη να συμπάσχει και να ταυτιστεί μαζί τους κατά την αναγνωστική διαδικασία.
Στο Παραμύθι της βροχής που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δοκιμάκης επίσης υπάρχουν χαρακτήρες που μπορεί κανείς να ταυτιστεί μαζί τους αλλά και ήρωες που δεν έχουν καμιά σχέση με την ελληνική νοοτροπία, αφού αναφέρεται στην ιστορία μιας γκέισας.
Στο Πορτρέτο της σιωπής, όμως που είναι το πρώτο μου βιβλίο και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έναστρον, ο κεντρικός ήρωας είναι ένας εντελώς υπερβατικός άνθρωπος που δοκιμάζεται αυστηρά πρώτα από τον ίδιο του τον εαυτό κι ύστερα από τη ζωή.
Αυτό που τους χαρακτηρίζει όμως όλους είναι η αγωνία για την αυτογνωσία, τον τελικό μας προορισμό. Δεν θεωρώ λοιπόν απαραίτητη προϋπόθεση την ικανότητα ταύτισης του αναγνώστη με έναν ήρωα για την επιτυχία ενός βιβλίου, όσο το τι ακριβώς συμβολίζει ο συγκεκριμένος ήρωας και πόσο ξεκάθαρος είναι.
Εκτός από την αγάπη σου για την λογοτεχνία και τη συγγραφή γνωρίζω πως έχεις μια άλλη μεγάλη αγάπη, τη φωτογραφία. Αν θα έπρεπε να διαλέξεις μία τέχνη από τις δύο, ποιά θα ήταν αυτή;
Η αλήθεια είναι ότι δεν θα ήθελα να μπω στη διαδικασία να επιλέξω κάποια από τις δύο. Για μένα και οι δύο γίνονται η αφορμή να καταγράψω ό,τι κινεί την ευαισθησία μου πάνω σε ένα κομμάτι λευκού χαρτιού και αυτό είναι που κάνω, άλλοτε με τις λέξεις κι άλλοτε με το φως. Και στις δύο περιπτώσεις «γράφω», αφού τι άλλο είναι η φωτογραφία από μια προσπάθεια να ρίξεις φως στους αθέατους άξονες της ζωής; Το μυστικό για να αναπτύξεις την αισθητική της φωτογραφικής σου ματιάς είναι η λογοτεχνία και συμβαίνει συχνά και το αντίστροφο. Η φωτογραφία να γίνει η αφορμή να αναπτυχθούν οι λέξεις επάνω στο χαρτί. Για μένα λοιπόν είναι δυο μορφές της ίδιας Τέχνης.
Στο Μυστικό ήταν η Ζάχαρη πραγματεύεσαι ένα πολύ δύσκολο θέμα όπως αυτό της γυναικείας κακοποίησης. Πόσο δύσκολη ήταν για σένα η εντρύφηση σε αυτό το θέμα μέσω της ηρωίδας σου;
Η γυναικεία κακοποίηση είναι μία από τις παραμέτρους του βιβλίου και ένα θέμα που εξακολουθεί και υπάρχει και παράλληλα εξακολουθεί να παραμένει ταμπού και στις μέρες μας. Όσο έγραφα αυτό το βιβλίο διαπίστωνα όμως ότι η κοινωνική βία με την οποία καθορίζονται οι σχέσεις των ανθρώπων είναι εξίσου ισχυρή και αυτή οδηγεί σε παράπλευρες μορφές βίας, μία από τις οποίες είναι και η ενδοοικογενειακή.
Αυτή η διαπίστωση ήτα για μένα οδυνηρή γιατί κατάλαβα ότι τελικά όταν ένας άνθρωπος μεγαλώσει με βία- και βία είναι οι έμφυλες διακρίσεις, βία είναι να στερηθεί την εκπαίδευση, την ελευθερία, την κοινωνική ισότητα λόγω φύλου για παράδειγμα- έχει μάθει να αποδέχεται κάθε μορφή της στη ζωή του. Και αυτή η ανοχή του είναι που ευθύνεται για την ανθρωπολογική του απαρτίωση με όλες τις πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας κατάστασης στη ζωή του.
Ιδιαίτερο και σκληρό λοιπόν αυτό το θέμα, το οποίο με ταλαιπώρησε σημαντικά καθ’ όλη τη διάρκεια της συγγραφής αυτού του βιβλίου.
Και ξέρετε, τώρα που «Το μυστικό ήταν η ζάχαρη» κυκλοφορεί είναι απίστευτο πόσες γυναίκες με προσεγγίζουν και μου λένε πόσο τις άγγιξε αυτό το συγκεκριμένο θέμα, επειδή είχαν προσωπική εμπειρία. Γυναίκες μορφωμένες, καλοβαλμένες από κάθε κοινωνικό στρώμα. Κι αυτή είναι μια ακόμα απίθανη αλλά και οδυνηρή διαπίστωση.
Ακολουθείς κάποιο συγκεκριμένο πλάνο κατά τη διάρκεια της συγγραφής των βιβλίων σου ή βασίζεσαι εξ’ ολοκλήρου στον παράγοντα έμπνευση;
Δυστυχώς δεν είμαι από τους συγγραφείς που γράφουν έχοντας πριν διαμορφώσει ένα πλάνο. Συχνά ανοίγω τον υπολογιστή μου να γράψω με την κρυφή αγωνία να δω κι εγώ τι έγινε παρακάτω στην ιστορία μου. Γνωρίζω εκ των προτέρων που περίπου θα κινηθώ, αλλά οι ήρωες συχνά αυτονομούνται και ψιθυρίζουν, καμιά φορά φωνάζουν κιόλας, τη δική τους αλήθεια ή διεκδικούν τη συμμετοχή τους στο έργο. Έτσι λοιπόν προσπαθώ να τους αφουγκραστώ και να τους δώσω τη δυνατότητα να αναπτυχθούν αυτόνομα.
Περίγραψε μας μια απλή καθημερινή σου μέρα.
Ολόιδια με όλων των ανθρώπων. Όλοι μας μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες σε οικογενειακό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Η μέρα μου γεμίζει με ένα σωρό υποχρεώσεις, που όμως οι περισσότερες από αυτές μου δίνουν την ικανοποίηση ότι μπορώ έστω και μέσα στις τόσο αντίξοες κοινωνικές συνθήκες της εποχής να καταφέρνω κάτι. Από τις στιγμές που απολαμβάνω είναι όταν γυρίζω σπίτι και παίζω με το σκυλάκι μου. Δε νομίζω ότι ένας συγγραφέας άλλωστε ζει διαφορετικά από τον υπόλοιπο κόσμο, εκτός ίσως από τις ώρες εκείνες που δραπετεύει σε εκείνον το προσωπικό του κόσμο δημιουργίας.
Ποιοί είναι οι αγαπημένοι σου συγγραφείς και ποιό βιβλίο ξεχωρίζεις;
Πολλοί οι αγαπημένοι συγγραφείς. Ο Ντοστογιέφσκι, ο Καμύ, ο Καραγάτσης, ο Ροτ, ο Μαρίας και πολλοί ακόμη.
Τα Ανοιχτά Χαρτιά όμως, αυτή η εξαιρετική συλλογή δοκιμίων του Οδυσσέα Ελύτη είναι το βιβλίο, που με σημάδεψε τόσο επειδή με έφερε σε επαφή με τον υπέροχο ελληνικό πεζό λόγο του συγκεκριμένου ποιητή όσο και επειδή έγινε η αφορμή για αναγνωστικούς προορισμούς που πριν την ανάγνωση αυτού του βιβλίου αγνοούσα την ύπαρξή τους.
Ποιός είναι ο αγαπημένος σου ήρωας μυθιστορήματος και γιατί;
Ο Γουίνστον από το 1984 του Όργουελ. Ένας ήρωας που αγάπησα ιδιαίτερα επειδή αρνείται να δει τον άνθρωπο της νεωτερικότητας να αλλοτριώνεται, να συνθλίβεται μέσα στο σύστημα και μέσα σε όλα όσα αυτό ετοιμάζει για εκείνον , είναι ένας ήρωας που επαναστατεί ενάντια στην απανθρωπιά και τελικά χάνεται μέσα στο ζοφερό μέλλον, που το σύστημα του επιφυλάσσει.
Σε ποιό μέρος της γης θα ήθελες να ζεις αν δεν ζούσες στην Ελλάδα;
Νομίζω στην Ιαπωνία. Είναι μια χώρα που αγαπώ πολύ, μια πανέμορφη χώρα, ένας πολιτισμός που διατηρεί αναλλοίωτα στοιχεία από το παρελθόν του και που αυτά τα στοιχεία μοιάζουν πολύ με αντίστοιχα αρχαία ελληνικά που εμείς όμως χάσαμε για πάντα. Ένας πολιτισμός που έχει συνταιριάξει την παράδοση με την πρόοδο, την τεχνολογία με τη φιλοσοφία και το χαμόγελο με τον πόνο.
Αν ήθελες να αλλάξεις ένα στοιχείο του χαρακτήρα σου ποιό θα ήταν αυτό;
Νομίζω θα ήθελα να αλλάξω την ευπιστία μου στους ανθρώπους, που συχνά απογοητεύει και με προσγειώνει απότομα.
Ποιά θεωρείς ως την ύψιστη ανθρώπινη αρετή;
Την ειλικρίνεια. Είναι πολύ σημαντική για μένα, επειδή προϋποθέτει αλλά και διασφαλίζει ένα σωρό άλλες ανθρώπινες αρετές και ταυτόχρονα προασπίζει τις ανθρώπινες σχέσεις.
Ποιό είναι το αγαπημένο σου απόφθεγμα;
Θα κρατήσω τα λόγια του Οδυσσέα Ελύτη τα οποία έχω χρησιμοποιήσει ως εισαγωγικά στο δεύτερο μέρος του τελευταίου μου βιβλίου: «Πιάσε το πρέπει από το ι και γδάρε το ίσαμε το π» για τη δύναμη και όλα όσα κρύβει μέσα της αυτή η μικρή φράση.
Τέσυ ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη συνέντευξη και σου ευχόμαστε κάθε επιτυχία.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Βιογραφικό:
Η ΤΕΣΥ ΜΠΑΪΛΑ κατάγεται από τις Κυκλάδες αλλά γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε Ιστορία Ελληνικού Πολιτισμού και μετάφραση Λογοτεχνίας. Ασχολείται με τη φωτογραφία και ατομικές της εκθέσεις έχουν φιλοξενηθεί στο πανεπιστήμιο Gakugei της Ιαπωνίας και στην Αθήνα. Είναι συντάκτρια του λογοτεχνικού περιοδικού Κλεψύδρα. Παράλληλα δημοσιεύει δοκίμια και βιβλιοκριτικές σε εφημερίδες και περιοδικά. Κυκλοφορούν τα βιβλία της: Το πορτρέτο της σιωπής, εκδ. Έναστρον, Το παραμύθι της βροχής, εκδ. Δοκιμάκης και Το μυστικό ήταν η ζάχαρη από τις εκδ. Ψυχογιός.