Anne Sexton
Βγήκα, δαιμονισμένη μάγισσα,
στοιχειώνοντας τον μαύρο αέρα, πιο τολμηρή τη νύχτα
Πετώ πάνω από σπίτια φτωχικά, σκέφτομαι το κακό,
πάω από φως σε φως.
Πλάσμα μοναχικό, δωδεκαδάχτυλο, τρελό.
Μια τέτοια γυναίκα δεν είναι ακριβώς γυναίκα.
Έχω υπάρξει ον του είδους της.
Βρήκα τις ζεστές σπηλιές στο δάσος,
τις γέμισα με κατσαρολικά, κουζινομάχαιρα και ράφια,
ντουλάπια και μεταξωτά, αμέτρητα αγαθά.
Μαγείρευα για τα σκουλήκια και τα ξωτικά.
Γκρίνιαζα, έβαζα τα πάντα πάλι σε σειρά.
Μια τέτοια γυναίκα την παρεξηγούν.
Έχω υπάρξει ον του είδους της.
Ανέβηκα στην άμαξά σου, οδηγέ,
κούνησα τα γυμνά μου μπράτσα στα χωριά που προσπερνούσα,
έμαθα όλες τις λαμπρές, ύστατες διαδρομές,
επέζησα εκεί που οι φλόγες σου ακόμα γλύφουν τον μηρό μου,
εκεί όπου περνούν οι ρόδες σου κι ακόμα σπάνε τα πλευρά μου.
Μια τέτοια γυναίκα δεν ντρέπεται να πεθάνει.
Έχω υπάρξει ον του είδους της.