Προχθές το βράδυ είχα απλώσει όλα τα χαρτιά μου – τιμολόγια, αναλύσεις τραπεζών, επιταγές, ερωτικά ραβασάκια, μικρά post-it με σκόρπιες σκέψεις που δεν θέλω να ξεχαστούν – επάνω στο τραπέζι της κουζίνας.
Το παιδί μου απόρησε , και με ρώτησε αν την επόμενη μέρα γράφουμε διαγώνισμα στη δουλειά. Απάντησα γελώντας, πως όχι, αλλά η αλήθεια είναι πως αν το ξανασκεφτόμουν θα απαντούσα πως το διαγώνισμα στη δουλειά βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη.Και στη ζωή. Προσπαθώ να σκεφτώ αν κάποια στιγμή σταμάτησα να δι-αγωνίζομαι, στο σχολείο, ή στη δουλειά, ή με τους άντρες ή οπουδήποτε.
Προτιμώ τη λέξη “αγωνίζομαι”, οι διαγωνισμοί μου φαίνονται κάπως ανούσιοι.
Από μικρή είχα μια τάση να αγωνίζομαι λοιπόν. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο, πάντα βρισκόταν κάτι στο δρόμο μου για το οποίο έπρεπε να αγωνιστώ. Πάντα ένα εμπόδιο, μικρό ή μεγάλο, ανούσιο ή σημαντικό, έκανε την εμφανισή του για κάθε πράγμα που επιθυμούσα.
Φυσικά δεν ξεπερνούσα όλα τα εμπόδια κι αυτό μου στοίχιζε κάθε φορά σε πόντους αυτοπεποίθησης. Γιατί δεν κατάφερα εκείνο; Γιατί έμεινα πίσω στο άλλο; Γιατί γεννήθηκα εδώ που γεννήθηκα; Γιατί το άλλο παιδάκι είναι πιο τυχερό από μένα;
Δεν ήξερα ακόμα ότι δεν εξαρτώνται όλα από εμένα κι ότι δεν είναι τα πάντα στο χέρι μου.
Την πρώτη φορά που θυμάμαι τον εαυτό μου να αποτυγχάνει βαριά, ήταν όταν ζήτησα από τη μητέρα μου να μου πάρει μια κούκλα. Δεν ήταν μια οποιαδήποτε κούκλα. Θα ήταν η πρώτη μου και η μοναδική κούκλα. Είχα μαγευτεί μόλις την πρωτοαντίκρισα στο πάνω πάνω ράφι του μπακάλη, πίσω ακριβώς από το ταμείο και δίπλα από τα είδη προικός. Ειχα ενθουσιαστεί βλέποντας το ροζ φουσκωτό, μικροσκοπικό φουστανάκι της, είχα ζαλιστεί από τις φαντασιώσεις για το πόσο ωραία θα μπορούσα να παίζω με εκείνη την όμορφη πριγκίπισσα που με περίμενε στο ράφι του μπακάλη μας.
Δεν μου την πήρε! Τι είχα κάνει λάθος; Μήπως δεν ήμουν αρκετά καλό παιδί; Δεν είχα παρακαλέσει όσο έπρεπε; Γιατί είχα μια τόσο άκαρδη μάνα που δεν υποχωρούσε να μου πάρει εκείνο το ένα, το μοναδικό παιχνίδι που ζήτησα;
Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι δεν είχε λεφτά να μου την αγοράσει. Θα μπορούσε να μου το πει και να έχουμε γλιτώσει χρόνια ολόκληρα που πίστευα πως δεν την άξιζα εκείνη την παλιοκούκλα. Κι εδώ που τα λέμε που να το φανταστεί η γυναίκα ότι θα το έπαιρνα τόσο πατριωτικά; Ήταν απλώς μια χαζοκούκλα!
Μετά από αυτό το γεγονός αποφάσισα να δρομολογώ τις επιθυμίες μου πιο σχολαστικά και το πείσμα και ο αγώνας έγιναν η δεύτερη φύση μου. Μια τεράστια επιθυμία φούντωσε μέσα μου, ναι, κάποτε θα τα κατάφερνα να αγοράσω εκείνη την κούκλα, κι άλλες πολλές κούκλες, πιο όμορφες, πιο ζηλευτές, πιο πλουμιστές, πιο χαμογελαστές, πιο ακριβές. Ναι, κάποτε θα τα κατάφερνα να αξίζω όλες τις κούκλες του κόσμου! Παρόλο που στην πορεία ανακάλυψα ότι καθόλου δεν με συγκινούσαν οι κούκλες και στην πραγματικότητα δεν ήξερα τι να κάνω μαζί τους. Και δεν είχαν καμία σχέση με την αξία μου.
Πέρασαν πολλά χρόνια για να καταλάβω πως κάθε άρνηση, κάθε εμπόδιο, κάθε όχι που έλαβα στη ζωή μου, δεν ήταν επειδή δεν άξιζα το ναι. Όσο αξίζει ο καθένας δίκαιος άνθρωπος στη ζωή, άλλο τόσο άξιζα – και αξίζω – κι εγώ. Κι εσύ.
Η ζωή από τη φύση της είναι ένα διαρκής αγώνας . Άλλοι άνθρωποι αποθαρρύνονται από τα εμπόδια, άλλοι δυναμώνουν, άλλοι γεμίζουν ενοχές όταν δεν πετυχαίνουν. Άλλοι πάνε στο σχολείο προετοιμασμένοι να γράψουν καλά στο διαγώνισμα και άλλοι πάνε αδιάβαστοι. Άλλα πράγματα εξαρτώνται από τις επιλογές μας και τις πράξεις μας κι άλλα είναι εντελώς εκτός του δυναμικού μας.
Τώρα που μεγάλωσα, μερικές φορές κλείνω τα μάτια και φέρνω κοντά μου εκείνο το κορίτσι του δημοτικού. Του χαιδεύω απαλά τα μαλλιά και του λέω πως δεν έφταιξε εκείνο για εκείνη την κούκλα. Ούτε για το δάσκαλο που το γλυκοκοίταζε. Ούτε για τον πατέρα που δεν το αγκάλιασε. Ούτε για τον σύζυγο που δεν ήταν όπως τον φαντάστηκε. Λέω σε εκείνο το κοριτσάκι πως κάθε αγώνας έχει μισές πιθανότητες να καταλήξει σε αποτυχία. Αν σήμερα απέτυχε σε έναν, κάπου πιο κάτω περιμένει μια νίκη. Με την προυπόθεση ότι έχουμε φερθεί δίκαια, αξίζουμε όλες τις νίκες. Όλες τις νίκες που περνούν από το χέρι μας.
Κι όταν πρόκειται να γράψουμε ένα “διαγώνισμα” στη δουλειά, ή στον έρωτα, ή στη φιλία, καθόμαστε κάτω με το κοριτσάκι, αγκαλιαζόμαστε, σηκώνουμε τα χέρια μας ψηλά προς τον ουρανό και λέμε:
“Φέρτε μου μερικές νίκες παρακαλώ!”
Κι ό,τι γίνει, έγινε!