“Είναι στον χαρακτήρα του!” “Έτσι είναι από μικρό αυτό το παιδί, τι να κάνω;” Συχνές εκφράσεις γονιών μπροστά σε μια ιδιαίτερη συμπεριφορά ή επιμονή παιδιού. Διαβάστε όμως πως εξηγεί το θέμα το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο “ανθρωπογνωσία” του Alfred Adler – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Σταύρου Καμπουρίδη ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΛΙΑ ΜΑΝΙΑΤΕΑ:
Με την έννοια του χαρακτηριστικού αντιλαμβανόμαστε την προβολή μιας ορισμένης μορφής έκφρασης της ψυχής ενός ανθρώπου ο οποίος ζητά να συμβιβαστεί με τις υποχρεώσεις της ζωής. Χαρακτήρας λοιπόν είναι μια κοινωνική έννοια. Μπορούμε να μιλούμε για ένα χαρακτηριστικό μόνο από την άποψη της συνάφειας ενός ανθρώπου προς το περιβάλλον του. Για ένα Ροβινσώνα π.χ. θα ήταν χωρίς σημασία τι είδους χαρακτήρα θα είχε. Ο χαρακτήρας είναι η ψυχική τοποθέτηση, το είδος και ο τρόπος με τον οποίο ένας άνθρωπος στέκεται αντιμέτωπος στο περιβάλλον του, μια κατευθυντήρια γραμμή πάνω στην οποία οδηγεί σε επιτυχία την τάση του για αναγνώριση σε σύνδεση με το κοινωνικό του αίσθημα.
Έχει κιόλας διαπιστωθεί ότι όλη η συμπεριφορά ενός ανθρώπου καθορίζεται από ένα σκοπό, ότι δεν παρασταίνει τίποτε άλλο παρά μια επιδίωξη υπεροχής, δύναμης και υπερνίκησης των άλλων. Αυτός ο σκοπός επιδρά πάνω στην αντίληψη για τον κόσμο, επηρεάζει την πορεία, το πρότυπο ζωής ενός ανθρώπου και κατευθύνει τις εκφραστικές του κινήσεις. Κατά συνέπεια τα χαρακτηριστικά είναι μόνο οι εξωτερικές μορφές εμφάνισης της γραμμής κίνησης ενός ανθρώπου. Σαν τέτοιες μας παραχωρούν τη γνώση της στάσης του απέναντι στον γύρω κόσμο, απέναντι στους συνανθρώπους του, στην κοινωνία γενικά και στα ζητήματα της ζωής του. Πρόκειται για φαινόμενα που παρασταίνουν τα μέσα που θα φέρουν στην προσωπικότητα την αναγνώριση, στρατηγήματα που καθορίζουν έναν τρόπο ζωής.
Τα χαρακτηριστικά δεν είναι καθόλου όπως πολλοί νομίζουν έμφυτα, δεν είναι δοσμένα από τη φύση, αλλά μια κατευθυντήρια γραμμή, η οποία ενυπάρχει στον άνθρωπο σαν ένα πρότυπο και του επιτρέπει χωρίς πολλές σκέψεις σε κάθε κατάσταση να εκφράζει την ενιαία προσωπικότητά του. Δεν αντιστοιχούν σε τίποτε έμφυτες δυνάμεις και βάσεις, αλλά είναι, αν και πολύ νωρίς, αποκτήματα, για να διατηρηθεί μια ορισμένη πορεία. Κατ’ αυτή την έννοια δεν είναι π.χ. η τεμπελιά έμφυτη σ’ ένα παιδί, αλλά το παιδί είναι τεμπέλικο γιατί του φαίνεται η τεμπελιά σαν το κατάλληλο μέσο να ξαλαφρώσει τη ζωή του και επιπλέον να διαφυλάξει την αξία του, επειδή η θέση δύναμης ενός ανθρώπου μπορεί να υπάρχει — με μια ορισμένη έννοια — κι όταν αυτός κινείται πάνω στη γραμμή της τεμπελιάς. Μπορεί να την επικαλείται πάντοτε σαν ένα έμφυτο ελάττωμα και τότε του φαίνεται ότι η εσωτερική αξία παραμένει απρόσβλητη. Το τελικό αποτέλεσμα μιας τέτοιας αυτοθεώρησης είναι πάντα περίπου αυτό: Αν δεν είχα αυτό το ελάττωμα, θα μπορούσαν οι ικανότητές μου να ξεδιπλωθούν λαμπρά, αλλά δυστυχώς έχω αυτό το ελάττωμα. Ένας άλλος, που με μια αχαλίνωτη επιθυμία για δύναμη, περιπλέκεται σ’ ένα μόνιμο αγώνα με το περιβάλλον του, θα αναπτύξει χαρακτηριστικά τα οποία φαίνονται αναγκαία για έναν τέτοιο αγώνα, δηλαδή φιλοδοξία, φθόνο, δυσπιστία κλπ. Νομίζουμε ότι τέτοια φαινόμενα συγχωνεύονται με μια προσωπικότητα, είναι έμφυτα και αμετάβλητα, ενώ με μια καλύτερη εξέταση βγαίνει το συμπέρασμα ότι είναι απαραίτητα μόνο για τη γραμμή κίνησης ενός ανθρώπου και γι’ αυτό γίνονται αποδεκτά. Δεν είναι πρωτογενής παράγοντας, αλλά δευτερογενής, επιβαλλόμενος από τη μυστική επιδίωξη του ανθρώπου και κατά συνέπεια πρέπει να εξετάζεται τελεολογικά. Υπενθυμίζουμε τις αναλύσεις μας που προηγήθηκαν. Σύμφωνα μ’ αυτές, ο ανθρώπινος τρόπος να ζει, να ενεργεί, να βρίσκει ένα σταθερό σημείο, είναι αναγκαστικά συνδεμένος με τον καθορισμό ενός σκοπού. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε ή να αναλάβουμε μια προσπάθεια χωρίς να αιωρείται μπρος στα μάτια μας ένας ορισμένος σκοπός. Πολύ νωρίς κιόλας αιωρείται στο σκοτεινό διάγραμμα της παιδικής ψυχής και δίνει την κατεύθυνση σ’ όλη την ψυχική εξέλιξη. Είναι η κατευθυντήρια, η διαμορφωτική δύναμη, η οποία σημαίνει ότι κάθε χωριστό άτομο παρασταίνει μια ιδιαίτερη μονάδα, μια ιδιαίτερη διαφορετική από όλες τις άλλες προσωπικότητα, γιατί όλες οι κινήσεις και μορφές έκφρασης κατευθύνονται προς ένα κοινό σημείο, έτσι που αναγνωρίζουμε πάντα έναν άνθρωπο σε όποιο δρόμο και αν βρίσκεται.
Πρέπει να αρνηθούμε ολοκληρωτικά τη σημασία της κληρονομικότητας αναφορικά προς όλα τα ψυχικά φαινόμενα, ιδιαίτερα σε σχέση με τη γέννηση του χαρακτήρα. Δεν υπάρχει καμιά βάση που να μπορούσε να στηρίξει μια αποδοχή της θεωρίας της κληρονομικότητας σ’ αυτό τον χώρο. Αν γυρίσουμε προς τα πίσω παρακολουθώντας ένα φαινόμενο στην ανθρώπινη ζωή, τότε φυσικά φτάνουμε ως την πρώτη μέρα και έτσι φαίνεται σα να ήταν όλα έμφυτα. Η αιτία που υπάρχουν χαρακτηριστικά κοινά για μια ολόκληρη οικογένεια, ένα λαό ή μια ράτσα, βρίσκεται απλούστατα στο ότι ο ένας βλέπει τον άλλο, ότι αναπτύσσει χαρακτηριστικά που τα παίρνει, τα αποτυπώνει από τους άλλους. Υπάρχουν ορισμένα γεγονότα, ψυχικές ιδιομορφίες και σωματικοί τρόποι έκφρασης που στον πολιτισμό μας παίρνουν για τους αναπτυσσόμενους ανθρώπους τη σημασία πρότυπου προς μίμηση. Η περιέργεια π.χ. για γνώσεις, η οποία πολλές φορές εκδηλώνεται σαν οπτική περιέργεια, μπορεί παιδιά τα οποία έχουν να αντιπαλαίσουν με δυσκολίες του οπτικού τους συστήματος να τα οδηγήσει στο χαρακτηριστικό της περιέργειας. Αλλά δεν υπάρχει καμιά αναγκαιότητα για την ανάπτυξη αυτού του χαρακτηριστικού· αν το απαιτούσε η κατευθυντήρια γραμμή αυτού του παιδιού, θα μπορούσε π.χ. η περιέργεια για γνώση να αναπτύξει ένα χαρακτηριστικό, συνεπεία του οποίου να θέλει να εξετάζει κάθε αντικείμενο, να το διαλύει ή να το σπάζει. Ή να προκύψει απ’ αυτό το παιδί ένας μεγάλος φίλος των βιβλίων ή κάτι παρόμοιο. Όμοια αναπτύσσεται το χαρακτηριστικό της δυσπιστίας στους ανθρώπους οι οποίοι υποφέρουν από ακουστική αναπηρία. Μέσα στον πολιτισμό μας τέτοιοι άνθρωποι υποβάλλονται στην ανάγκη να αισθάνονται κινδύνους με εξαιρετικά οξύ τρόπο. Είναι ακόμη εκτεθειμένοι πολλαπλά σε κάθε λογής οξύτητες (κοροϊδία, χαμηλή εκτίμηση ως ανάπηροι κλπ.), οι οποίες ευνοούν την ανάπτυξη ενός δύσπιστου χαρακτήρα. Επειδή αποκλείονται από πολλές χαρές, είναι κατανοητό γιατί σ’ αυτούς ανακινούνται εχθρικά συναισθήματα. Η αποδοχή ότι σ’ αυτούς τους ανθρώπους είναι έμφυτος ο δύσπιστος χαρακτήρας είναι αβάσιμη. Το ίδιο ισχύει και με την αποδοχή της άποψης ότι τα εγκληματικά χαρακτηριστικά είναι έμφυτα. Στο επιχείρημα ότι ξαναβρίσκουμε σε μια οικογένεια εγκληματίες πρέπει να αντιταθεί ότι η παράδοση, η αντίληψη για τη ζωή και το κακό παράδειγμα βαδίζουν χέρι με χέρι, ότι στα παιδιά π.χ. υποβάλλεται η κλεψιά σα μια δυνατότητα της ζωής.
Επίσης το ίδιο ισχύει και για την επιδίωξη της αξίας. Οι δυσκολίες απέναντι στις οποίες στέκεται κάθε παιδί, συντελούν ώστε να μη μεγαλώνει κανένα παιδί χωρίς να αναπτύσσει αυτή την επιδίωξη. Οι μορφές με τις οποίες προβάλλει αυτή η επιδίωξη, είναι τελικά εναλλάξιμες, αλλάζουν και διαφοροποιούνται. Σε κάθε άνθρωπο φαίνονται αλλιώτικες. Στον ισχυρισμό ότι τα παιδιά φαίνονται τόσο συχνά όμοια στα χαρακτηριστικά με τους γονείς τους, πρέπει να αποκριθούμε ότι το παιδί στην επιδίωξή του να αναγνωριστεί η αξία του, έλκεται από τη μορφή ενός ανθρώπου του περιβάλλοντός του, ο οποίος κι ο ίδιος αξιώνει και κατέχει την αναγνώριση. Κατ’ αυτό τον τρόπο κάθε γενιά διδάσκεται από τους προγόνους της και επιμένει στους δύσκολους καιρούς, ακόμη και στις δυσκολότερες περιπλοκές που οδηγεί η επιδίωξη της δύναμης, πάντα σ’ αυτό που έχει μάθει.
Ο σκοπός της υπεροχής είναι ένας κρυφός σκοπός. Συνεπεία της επίδρασης του κοινωνικού συναισθήματος μπορεί να αναπτυχθεί μόνο στα κρυφά και κρύβεται πάντοτε πίσω από μια φιλική μάσκα. Όμως πρέπει να διαπιστώσουμε ότι δε θα φούντωνε μ’ αυτό τον τροπικό τρόπο, αν ο ένας καταλάβαινε καλύτερα τον άλλο. Εάν μπορούσαμε να προχωρήσουμε τόσο πολύ, ώστε ο λαός μας να αποχτούσε μάτια και να μπορούσε ο καθένας να βλέπει καθαρά τον χαρακτήρα του συνανθρώπου του, τότε θα μπορούσε όχι μόνο καλύτερα να προστατευθεί, αλλά ταυτόχρονα θα έκανε την προσπάθεια των άλλων τόσο δύσκολη, ώστε πια δε θα ήταν αποδοτική. Τότε η καλυμμένη επιδίωξη της δύναμης θα εξοφλούσε. Κατά συνέπεια αξίζει τον κόπο να ρίξουμε τα βλέμματά μας βαθιά μέσα σ’ αυτές τις συνάφειες και να προσπαθήσουμε να χρησιμοποιήσουμε πρακτικά τις αποχτημένες γνώσεις. Γιατί η ανθρωπογνωσία μας δεν είναι πολύ αναπτυγμένη. Ζούμε μέσα σε πολύπλοκες πολιτιστικές σχέσεις, οι οποίες δυσκολεύουν πολύ μια σωστή εκπαίδευση για τη ζωή. Τα σπουδαιότερα μέσα για την ανάπτυξη μιας ερευνητικής ματιάς έχουν αφαιρεθεί από τον λαό και το σχολείο ως τώρα δεν κατάφερε τίποτε παραπάνω, παρά να απλώνει μπρος στους μαθητές ένα ορισμένο υλικό από γνώσεις και να τους αφήνει να καταβροχθίζουν απ’ αυτό ό,τι θέλουν και ό,τι μπορούν χωρίς παράλληλα να τους ξυπνά το ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Και αυτό το σχολείο ακόμη ήταν για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού μόνο ευσεβής πόθος. Πάνω στη σπουδαιότερη προϋπόθεση για την κατάκτηση της ανθρωπογνωσίας, δόθηκε ως τώρα πολύ λίγη προσοχή. Απ’ αυτά τα σχολεία πήραμε επίσης και μείς όλοι τα μέτρα για την κρίση των ανθρώπων. Εκεί μάθαμε να κατατάσσουμε τα πράγματα σε καλά και κακά και να τα ξεχωρίζουμε μεταξύ τους, αλλά έμειναν χωρίς έλεγχο. Έτσι πήραμε μαζί μας στη ζωή το ελάττωμα και βασανιζόμαστε απ’ αυτό σ’ όλη μας τη ζωή. Τις προκαταλήψεις των παιδικών χρόνων τις χρησιμοποιούμε επίσης και σαν ενήλικοι σα να ήταν ιεροί νόμοι. Δεν καταλαβαίνουμε ότι έχουμε μπει στον στρόβιλο αυτού του περίπλοκου πολιτισμού και αποδεχόμαστε απόψεις που είναι πολύ βλαβερές για την αληθινή γνώση των πραγμάτων, γιατί όλοι μας σε τελευταία γραμμή ερευνούμε τα πάντα από την άποψη της ανύψωσης του αισθήματος της προσωπικότητας και τοποθετούμαστε με την έννοια να επιτύχουμε για τον εαυτό μας μια αύξηση της δύναμής μας.