Έφυγες τελικά. Δεν είχα γνώση της επάρατης ασθένειας που σε ταλάνιζε τους τελευταίους μήνες.
Η μοίρα μάς έφερε κοντά πριν κάμποσο καιρό σε μια έντονη και εις βάθος διαδικτυακή γνωριμία. Μας χώρισε μετά από λίγο για “λόγους ασυμβατότητας”, έτσι είπα στον εαυτό μου τότε, θυμάμαι.
Μπορεί να χλευάζουμε τις γνωριμίες μέσω ίντερνετ αλλά δεν μπορεί να είναι τυχαίο πόσο κοντά έρχεσαι με έναν άνθρωπο ακόμα και μέσω ιντερνετικών δεσμών, ούτε πόσο βαθειά τελικά διαπιστώνεις ότι τον γνωρίζεις. Πολλοί από μας απελευθερώνουμε ίσως τον πραγματικό μας εαυτό εκεί που είμαστε ανώνυμοι και δεν μας βλέπει κανείς. Τότε φαίνεται το ποιόν μας ως χαρακτήρες κι ως προσωπικότητες. Ακόμα και η περσόνα που θα επιλέξεις online λέει κάτι γι’αυτό που πραγματικά είσαι ή τουλάχιστον θέλεις να είσαι.
Μέχρι πριν λίγους μήνες δεν είχα ιδέα ότι μια κοινή φίλη σε είχε επιλέξει ως τον Ένα της, κι εσύ Εκείνη. Αν ίσχυε εδώ ο νόμος της μεταβατικότητας, Α αγαπά Γ, Β αγαπά Γ, άρα Α αγαπά ή τουλάχιστον της αρέσει ο Γ, θα έπρεπε κι εμείς να είμασταν πιο “σοβαροί”. Ή είμασταν;
Ώσπου έφυγες οριστικά, και τα νέα μαθεύτηκαν, της ασθένειάς σου, των τελευταίων μηνών πόνου και σταδιακού αφανισμού της υλικής ύπαρξής σου, των αγαπημένων που άφησες πίσω σου, και της εκτίμησης που είχες για μένα παρά τις διαφορές μας.
Κι αναρωτιέμαι. Τα καλύτερα μαθήματα επαναλαμβάνονται από τη ζωή για να τα εμπεδώσουμε. Την πρώτη φορά, δεν έδωσες σημασία, λέει η Ζωή. Πάρε και δεύτερο γύρο. Κάτσε. Σκέψου.
Και σκέφτηκα.
Μαγνήτες με το ίδιο φορτίο απαγορεύεται να ενωθούν, δια νόμου της Φυσικής. Θα το διαπιστώσεις κι εσύ μόνος σου αν το προσπαθήσεις. Η αντίστασή τους είναι μεγάλη. Είναι αδύνατον να ενωθούν λόγω του τι είναι ο καθένας. Και η έλξη υφίσταται ως αρνητική δύναμη. Αντί δηλαδή να ελκύει προς την ένωση, ελκύει προς την απώθηση. Δεν είναι αδιάφοροι οι δύο ομώνυμοι μαγνήτες. Απλά έλκονται αρνητικά. Έχετε δει πώς αναπηδά ένας μαγνήτης όταν πλησιάζεις δίπλα του έναν ομώνυμό του; Αναπηδά κι απομακρύνεται. Το σκάει, με άλλα λόγια. Ενεργοποιείται η επιθυμία της φυγής, το αίσθημα του φόβου.
Έτσι και μερικοί άνθρωποι. Δεν είναι ότι δεν αρέσουμε ο ένας στον άλλον, είναι ότι απλά είμαστε πολύ όμοιοι για να γίνουμε ένα.
Ίσως αυτό που μας ενώνει τελικά είναι οι διαφορές μας.
Ή να το πω αλλιώς: οι διαφορές μας μας ενώνουν όσο και οι ομοιότητές μας.
Υπό αυτήν την έννοια, ναι, τα ομώνυμα έλκονται όσο και τα ετερώνυμα.
Αλλά η συνύπαρξή τους είναι λεπτή ισορροπία και απαιτεί γερό στομάχι.
Προϋποθέτει σεβασμό στην ύπαρξη του άλλου άκρου, του άλλου πόλου, το οποίο μπορεί να μην το καταλαβαίνεις καθόλου, αλλά ξέρεις βαθιά μέσα σου ότι σε συμπληρώνει ως αναγκαίο συστατικό μιας ολότητας.
Απαιτεί ακόμα τη συνειδητή αναγνώριση του ποιος είσαι εσύ, του ποιος είναι ο άλλος, και του τι είναι το άθροισμα των μερών που κάνουν το όλο, που είστε εσείς οι δυο μαζί και που δεν ισούται με το ακριβές προϊόν της πρόσθεσης, αλλά μάλλον με αυτό του πολλαπλασιασμού.
Γιατί στο άθροισμα των διαφορών βρίσκεται η πολλαπλασιαστική δύναμη της δημιουργίας και της δημιουργικότητας. Της ζωής.
Για τον Παναγιώτη