Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να φοράμε τα καλά μας στην εκκλησία. Να πεις ότι ο Χριστός κυκλοφορούσε με πουκάμισο και γραβάτα, δεν φορούσε τέτοια. Εδώ με το ζόρι να βάλει παπούτσια. Και σίγουρα δεν θα ήθελε να κάνουμε φιγούρα με καλά ρούχα και να νιώθουν μειονεκτικά οι άλλοι. Το θρησκευτικό πάθος είναι σα να βλέπεις ζευγάρι πολύ ερωτευμένο: ξέρεις ότι είναι φρέσκια κατάσταση. Θα τους περάσει, θέμα χρόνου είναι να λογικευτούν.
Για παράδειγμα η Μαρία η Μαγδαληνή μετά την θυελλώδη της σχέση με τον Σωτήρα με το ζόρι κρατιόταν να μην φωνάζει “Χριστέ μου” με τους επόμενους γκόμενους. Ο δε Χριστός φαντάζομαι ακόμα πιο μεγάλο μπλέξιμο. Αν έκανε καμιά μαγκιά θα έλεγε στον εαυτό του: “καλά, είμαι Θεός!” Πετάγεται η φωνή από τον ουρανό: “εεεεεεπ!” Και ο Θεός αντίστροφα αν δει κάτι περίεργο αναφωνεί “Χριστέ μου, τι φοράει αυτή”; Δεν είμαι σίγουρος αν τότε ο Χριστός παρεμβαίνει όμως.
Το θέμα με την θεανθρώπινη φύση του Χριστού έχει προκαλέσει σχίσματα, πλακώματα και άπειρες θεολογικές συζητήσεις. Γιατί αν κάθονται έτσι που μας λένε στα δεξιά του πατρός, σίγουρα θα έχουν περίεργες συζητήσεις:
Θεός- Καλά πόσο μου μοιάζεις!
Χριστός-Ε, κι οι δυο έχουμε μούσι
Θεός-Εννοώ είμαστε το ίδιο!
Χριστός-Δε σε πιάνω
Θεός-Είσαι εγώ και είμαι εσύ
Χριστός-Δηλαδή;
Θεός-Ε, γι’αυτό είμαι εγώ στην κεντρική καρέκλα!
“Ο Χριστός σε αγαπάει” γράφουν τα εξώφυλλα των περιοδικών που κρατάνε έξω από το μετρό. Δεν έχουν δικαίωμα να μου πούνε κάτι αν δεν τους μιλήσω πρώτα εγώ, οπότε τους δουλεύω. Κοιτάω επίμονα το μικρό τους stand. Αυτοί συνήθως μιλάνε μεταξύ τους αλλά αμέσως τσιμπάνε. Ετοιμάζονται. Κάνω ότι θέλω να πω κάτι. Δεν το λέω όμως και φεύγω. Πως ακριβώς με αγαπάει ο Χριστός; Με την βιβλική την έννοια; Θα έπρεπε να το διευκρινίζουν στο εξώφυλλο. “Ο Χριστός σε αγαπάει αλλά δεν είναι ανώμαλος να σε αγαπάει περίεργα και να σε καρφώνει όπως σε κοιτάμε εμείς που πουλάμε το περιοδικό.”
Ο Χριστός έκανε το νερό κρασί σε μια εποχή που ακόμα το νερώνανε το κρασί. Επανάσταση! Δεν με εντυπωσιάζει τόσο που περπάτησε πάνω στη θάλασσα. Πιο πολύ με εντυπωσιάζει που δεν έχουμε μαρτυρία να κολύμπησε στη θάλασσα. Μήπως δεν μπορούσε; Μήπως δεν μπορούσε να κλείνει τις σουπερδυνάμεις του; Μήπως δεν μπορούσε να μπει στο νερό ποτέ; Για παράδειγμα στο θαύμα με το ψωμί και τα ψάρια. Λέει πείναγε ο κόσμος που τον άκουγε να μιλάει τόση ώρα. Κάτσε, δηλαδή ξεκίνησαν τόσο δρόμο να τον ακούσουν και δεν είχαν πάρει πικ νικ μαζί τους; Δεν το πολυπιστεύω αυτό, αγροτικός πληθυσμός και νομάδες ήταν. Όλο και κάτι είχαν στο μπογαλάκι. Έστω όμως ότι ξεχάστηκαν και πείνασαν. Ψάρι; Ψάρι σκέφτηκε να τους ετοιμάσει για να εντυπωσιαστούν; Και ψωμί έτσι σκέτο; Ας έκανε ένα τσουρέκι περιποιημένο με γέμιση πραλίνα έστω. Δηλαδή είσαι θεάνθρωπος, κάνεις θαύματα και δεν μπορείς καν να πειράξεις το μενού; To ψάρι ήταν καθαρισμένο; Αυτό μάλιστα, αυτό θα ήταν θαύμα. Να είχε εφεύρει το σάντουιτς με αυτόματα καθαρισμένο ψάρι. Και κάποιο ψάρι που καθαρίζεται δύσκολα, όχι ας πούμε γλώσσα ή μπακαλιάρο. Γιατί αλλιώς πως θα έτρωγε ο κόσμος το ψάρι; Κανείς δεν θα άκουγε αυτά που έλεγε γιατί θα έφευγαν να πλύνουν τα χέρια τους.
Πάνω από όλα με προβληματίζει το θαύμα με το ψωμί και τα ψάρια γιατί δεν είχε επιδόρπιο. Υποτίθεται ότι μιλούσε με τις ώρες και όλοι ήταν συνεπαρμένοι. Ωραία. Μπράβο τους. Αποκλείεται όμως να μην τους έπιασε λιγούρα μετά το ψάρι. Χριστέ μου! Που είναι το γλυκό; Εκεί θα μπορούσε να προσηλυτίσει χιλιάδες ανθρώπους με ένα πιο απλό θαύμα: το θαύμα της μπουγάτσας. Μοιράζεται και εύκολα, δεν γίνεσαι και χάλια. Μπουγάτσα με κρέμα, κανέλα και άχνη. Ο θεάνθρωπος όχι μόνο την παράγει από το τίποτα, αλλά αυτόματα την κόβει και βάζει τη σωστή ποσότητα κανέλας και άχνης, αυτή που θέλει ο καθένας. Γιατί δεν το σκέφτηκε έτσι;
Λένε ότι στις δύσκολες αποφάσεις της ζωής πρέπει να σκεφτόμαστε “τι θα έκανε ο Χριστός αν ήταν στη θέση μου;” Ε, αυτό δεν μου φαίνεται και τόσο καλή ιδέα. Νομίζω δεν ήταν και τόσο καλός στις αποφάσεις. Διαβάστε λίγο στο τέλος τι του κάνανε. Θα ήταν επειδή δεν τους έδωσε μπουγάτσα.