Σαν σήμερα το 1994 αγόρασα το πρώτο μου αμάξι. Ένα μεταχειρισμένο VW Golf. Μαύρο γιατί μαύρο βρήκα σε καλή κατάσταση. Αν μου λέγατε τότε ότι σε 24 ώρες θα πέσει μετεωρίτης και θα αφανιστεί η ανθρωπότητα η πρώτη μου σκέψη θα ήταν να οδηγήσω για 24 ώρες. Το ζούσα πολύ το αμάξι. Αν με έβαζες να διδάξω στο Κατηχητικό θα τους μιλούσα για τον ήχο του 8βάλβιδου και την διαφορά με το 16βάλβιδο. Αν και ήταν ένα συνηθισμένο, βαρετό Γκολφάκι.
Σχεδόν.
Gti. Διακριτικά γρήγορο. Δεν φαινόταν πουθενά όμως. Είχα δοκιμάσει και κάτι καγκουροπειραγμένα πριν το πάρω αυτό. Ήρεμο οικογενειακό Golf μεν. Αλλά. Από αυτά που περιμένεις να κοιμηθούν στο πίσω κάθισμα τα μωρά για να αρχίσεις να το ανοίγεις σταδιακά χωρίς να σε πάρει πρέφα η γυναίκα σου. Σα συζήτηση με τον κολλητό τι θα γινόταν αν έπαιζαν μονό ο Jordan με τον James στην οποία ξαφνικά καταλαβαίνεις ότι έχουν πάει σε άλλο τραπέζι οι κοπέλες που συνοδεύατε.
Το Golf ήταν για πολλά χρόνια σύμβολο του μέσου Έλληνα. Το κάπως ακριβό αμάξι που θα πάρει ο “σωστός” 30άρης για να δείξει ότι νοικοκυρεύτηκε και ψάχνει πλέον σοβαρή σχέση για γάμο και παιδιά. Πρακτικό όσο πρέπει αλλά και αποδεκτό όταν αφήνεις τα κλειδιά στο club στην παραλιακή. Χωράει την πεθερά αν χρειαστεί, μαζί και το καρότσι του μπέμπη. Τα πετάς όλα, το καθαρίζεις και βγάζεις την παράνομη σχέση το βράδυ.
Έκλαψα όταν το πούλησα. Είχε γίνει σπίτι μου όσο ήμουν στρατό. Έκανα ντους μετά πολύ ώρα σαν βιασμένος, θόλωσε ο καθρέφτης και στις σταγόνες έβλεπα το περίγραμμα ενός Golf Gti. Φαινόταν η μικρή διαφορά του διακριτικότατου μαμίσιου spoiler του. Το πρώτο μου αμάξι. Δεν μπορεί κανείς να κοροϊδέψει τον κάτοχο ενός Golf. Είναι σαν να κοροϊδέψεις τον φίλο με παντελόνι με τις τεράστιες τσέπες. Μετά από λίγο χρειάζεσαι μωρομάντηλα ή σουγιά ή τα άπαντα του Διονύσιου Σολωμού και όλως τυχαίως τα έχει σε κάποια τσέπη.
Την χώρα μας την οδηγάνε άνθρωποι χωρίς πάθος για οδήγηση. Δεν υπάρχουν πια απλοί συμβολισμοί. Οι Γερμανοί έχουν γίνει σωρηδόν “κακοί”. Για τα αμάξια τους δεν ξέρω τι λέει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Είναι σαν να λες ότι επειδή οι πλατύποδες παράγουν και αυγά και γάλα, μπορείς να τους ρίξεις στον φούρνο και να βγει μπεσαμέλ για το παστίτσιο. Εγώ πάντως θέλω κυβέρνηση Γκολφάκι. Παστρικιά, ευέλικτη, κυριλέ όταν πρέπει και με αξιώσεις στα φανάρια αν χρειαστεί. Δούλα στο κρεβάτι και κυρά στα σαλόνια. Όχι σαν αυτές που λένε ότι “δεν υπάρχουν αληθινοί άντρες” γιατί ξέρουν το μεγάλο μου μυστικό, το γεγονός ότι είμαι 30 ποντίκια μέσα σε μια καπαρντίνα.
Με λιτό εξοπλισμό αλλά επαρκέστατο και δοκιμασμένο. Ένα Γκολφάκι θα μας σώσει. Όπως σε σώζει ένα νέο νούμερο κινητού όταν δεν γίνεται αλλιώς με την σαβούρα του παρελθόντος. Σαν αυτές τις ατάκες που λέμε και ακούγονται σα φιλοφρονήσεις αλλά μετά από ώρα που την ξανασκέφτεται ο άλλος καταλαβαίνει ότι τον έθαψες με το γάντι. Σαν κρεμμύδι που τσούζει τα μάτια και βγάζεις μια φλύδα με την ελπίδα. Πιο μέσα φαίνεται πιο ανώδυνο. Αλλά τσούζει το ίδιο. Σαν δυο αστακούς στην κατσαρόλα, θέλω κυβέρνηση που να λέει “ωραία θερμοκρασία η σάουνα σας εδώ” ενώ οι άλλοι αστακοί ουρλιάζουν πεθαίνοντας.
Κι όταν βγει ο Αστακός θριαμβευτής και πάρει το βραβείο του στο φεστιβάλ Κανών και τα Όσκαρ θα μπει στο Γκολφάκι του και θα φύγει.