(Σενάριο ταινίας)
Καθώς η κάμερα αρχίζει από μια θεαματική ανατολή του ήλιου, ακούγεται ο μουεζίνης και βλέπουμε την πόλη με τους μιναρέδες. Πλάνο από σοκάκι άδειο, περνάει ένας κουτσός γέρος. Η κάμερα μπαίνει από το παράθυρο σε ένα χαμόσπιτο όπου προσεύχεται στο χαλάκι του ένας Μουσουλμάνος. Κοντινό πλάνο στο πρόσωπό του. Είναι δακρυσμένος. Ή μπορεί απλά αγουροξυπνημένος.
(Αλλαγή πλάνου. Παίζει ανατολίτικη μουσική με νταούλια και τέτοια ανατολίτικα. Η κάμερα από ψηλά σε μια υπαίθρια αγορά.)
Ο Μουσουλμάνος που είδαμε το πρωί, τώρα με κελεμπία και πλήρη περιβολή εξόδου περπατάει ανάμεσα στα είδη γρήγορα. Παίρνει έναν χουρμά από έναν πλανόδιο και κάτι του λέει στα Μουσουλμάνικα. Δυο κυρίες με μπούρκες κοιτιούνται και ψιθυρίζουν. Περνάει από ένα άλλο μαγαζί με μπαταρίες αυτοκινήτου και παίρνει μια. Δεν δίνει λεφτά αλλά ο μαγαζάτορας κάτι του λέει με τον Αλάχ μόνο.
(Αλλαγή πλάνου. Η μουσική ακούγεται πια στο βάθος και τώρα ανεβαίνουν σε ένταση κάτι βιολιά. Είμαστε σε ένα σοκάκι.)
Ο Μουσουλμάνος περπατάει γρήγορα με την μπαταρία. Μπαίνει σε μια μικρή πόρτα. Κατεβαίνει σκαλιά. Είναι σκοτεινά. Ανάβει μια λάμπα και βάζει την μπαταρία πάνω σε έναν πάγκο.
(Μακρινό πάλι η πόλη από ψηλά. Παίζει το τραγούδι από τη σειρά “Μπομπ ο Μάστορας”. Δεν ανατινάζεται τίποτα. Ο Μουσουλμάνος ήταν μηχανικός αυτοκινήτου. Ηλεκτρολόγος συγκεκριμένα. Τον χουρμά του τον έδωσε ο θείος του για κολατσιό. Είστε ρατσιστές και έχετε δει πολλές Αμερικάνικες ταινίες γεμάτες κλισέ.)