Eσύ και μια βαλίτσα στο χέρι με όλες οι μνήμες σου ένα κουβάρι μέσα μπερδεμένο. Η ζωή σου θυμίζει έντονα ταξίδι.
Διαρκείς αναχωρήσεις.
Αφίξεις ελάχιστες.
Και αναμονή.
Πολλή αναμονή.
Εκατοντάδες περαστικοί να σε προσπερνούν, καμία αγκαλιά καλωσορίσματος να δώσεις ή να πάρεις.
Λευκά μαντήλια να κουνάς μόνο και αντίο να λες.
Το ξέρεις.
Δεν έρχονται όλοι οι άνθρωποι για να μείνουν στη ζωή σου, κι ας προσπαθούν κάθε φορά με πείσμα παιδιάστικο σχεδόν να σε πείσουν, με μεγάλα λόγια και πολύχρωμες υποσχέσεις.
Από φτηνό ύφασμα οι υποσχέσεις τους ξεβάφουν ακόμη και στη βροχή.
Και εσύ ομπρέλα δεν κράτησες ποτέ…
Ποτέ.
Πότε άλλαξαν όλα;
Πότε η άφιξη του έρωτα έγινε αναχώρηση;
Πότε έμαθες πέρα απ’ το να καλωσορίζεις, να αποχαιρετάς;
Πέρα από το «γεια» να λες αντίο;
Η απουσία τους μοιάζει μάλλον με δώρο.
Είναι αυτή η κατηγορία ανθρώπων που ενώ σου λείπουν, δεν θα ήθελες ποτέ ξανά στη ζωή σου.
Δεν επιδιώκεις την επιστροφή τους ούτε ελπίζεις σ’ αυτήν.
Άνθρωποι γεννημένοι σταθμοί που διάλεξαν να γίνουν λιμάνι ταξιδιάρικο.
Τους ξέρεις.
Τους αναγνωρίζεις από το βλέμμα το υγρό.
Βλέμμα που όλο αντίο λέει και συγγνώμη.
«Συγγνώμη που ήμουν λίγος».
Είναι σαν να τους αγαπάς και να τους μισείς , τι μπέρδεμα! Άλλωστε ρήμα ξε-αγαπώ δεν υπάρχει και το ξέρεις καλά. Μια ζωή το στήριζες, μικρή ονειροπαρμένη.
Δεν είναι αυτοί που θα σου λείψουν τα ξημερώματα, την ώρα που βγαίνει το πιο πηχτό σκοτάδι.
Όχι, ξέρεις καλά εκείνη τη στιγμή πριν ξημερώσει που βγαίνουν οι δαίμονες και εσύ ξυπνάς λαχανιασμένη.
Ξερεις, όταν η σιωπή παίζει βρώμικα με τη μοναξιά και κανείς δεν θα σε πάρει στα μπράτσα του να διώξει τον εφιάλτη.
Οι δαίμονες που θα σου ουρλιάξουν ψιθυριστά ότι άγγελοι δεν υπάρχουν πια . Αυτοί οι «πολλοί δαίμονες» κάνουν τον αποχωρισμό εύκολη υπόθεση, καθώς Οι άλλοι «οι πολύτιμοι λίγοι άγγελοι» που μια στις τόσες συναντάς και γίνεται ανακάλυψη ο κόσμος από την αρχή σε προδίδουν για μία πτώση στη Γη της Επαγγελίας.
Τι στο καλό λοιπόν γίνεται με αυτούς που από την αρχή ξέρεις πως δεν θα αντέξεις το όποιο τέλος μαζί τους;
Ποτέ δε θα είναι εύκολο να βγάλεις τέτοιους ανθρώπους απ’ τη ζωή σου.
Κι ας οργανώσεις άψογα την βαλίτσα σου.
Κι ας στοιβάξεις κάτω κάτω τον θυμό, την πίκρα, την απογοήτευση, την κατάθλιψη που κουβαλάς κρυφά στην τσέπη του μπουφάν. Αυτοί οι πολύτιμοι λίγοι.
Γαμώτο.
Κοιτάς το κενό μπροστά σου. Τρένα , αεροπλάνα, καράβια , αυτοκίνητα και μια καρδιά εν κινήσει σε ένα αεροδιάδρομο από σύννεφα και κύματα.
Στην πραγματικότητα αν το καλοσκεφτείς, δεν είναι καν τα πρόσωπα που θα σου λείψουν, μα τα συναισθήματα. Πάντα αυτά αναζητούσες.
Ερωτεύτηκες τον ίδιο τον έρωτα.
Νοσταλγείς την ασφάλεια, το πάθος και τη συντροφικότητα.
Λαχταράς μια αγκαλιά, ένα μήνυμα στο κινητό, μια καλημέρα, ένα χάδι! Πάντα τα συναισθήματα πενθούσες και τα έθαψες όλα μόνη σου.
Χρυσάνθεμα σε αποσύνθεση όλα τα όνειρα που έκανες για τους λάθος ανθρώπους τη σωστή στιγμή.
Κοιτάς τον πίνακα αναχωρήσεων.
Ερωτας εν δυνάμει αναχωρεί σε πέντε λεπτά γιατί δεν χωρεί στην λογική σας.
Μεγάλη τέχνη να αναχωρείς όταν πρέπει, ακόμη μεγαλύτερη όμως είναι το να μην επιστρέφεις ποτέ όσο και αν το θέλεις.
Να μην λυγίζεις στο πρωτοβρόχι, στον καναπέ της μοναξιάς, στον διπλό καφέ μόν, στην πρώτη θλίψη, την πρώτη νοσταλγία.
Εύκολο να ξεκινάς, δύσκολο να τελειώνεις.
Εύκολο να δίνεσαι, δύσκολο να σου δίνουν.
Εύκολο να έρχεσαι, δύσκολο να επιστρέψεις.
Γιατί ότι επιστρέφεται έχει πάντα ένα κουσούρι. Ελαττωματικό, ψιλοχαλασμένο ή απλά δεν μας άρεσε.
«Μπορώ να το αλλάξω, παρακαλώ;»
Πιο καλά πέταξε με. Μη με επιστρέψεις!
Μη με ντροπιάσεις με μια επιστροφή. Εκεί στην άκρη του δρόμου δεν θα με δει κανείς αν με αφήσεις.
Άσε με. Δεν πιάνω πολύ τόπο.
Εγώ και μια βαλίτσα.
Εκεί να είμαι και να μου λείπεις.
Ναι υπάρχουν άτομα που σου λείπουν, όπως υπάρχουν και λόγοι που ήταν γραπτό να σου λείπουν γιατί κάτι τους έλειπε.
Κυρίως η διάθεση να βάλετε τα ρούχα –όνειρα σε ντουλάπα και όχι σε βαλίτσα. Να ανοίξετε σπίτι και όχι χάρτη. Ξέρεις ποιοι είναι αυτοί. Είναι όλοι όσοι δεν έχουν πλέον θέση στο παρόν σου.
Έπαιξαν κι έχασαν, εσένα.
Μην φοβάσαι φοβισμένο μου, να τους θυμάσαι πού και πού, να μην ξεχνάς ποτέ τους λόγους που τους άφησες να φύγουν. Για να μην επιτρέψεις ποτέ να ξαναγυρίσουν
Άλλωστε «ό,τι αξίζει, μένει» λένε. Άρα ό,τι έφυγε, μάλλον δεν άξιζε.
Μάλλον δεν σου άξιζε.
Κοίτα, ένα αυτοκίνητο σταματά. Μπες μέσα εσύ και η βαλίτσα σου.
Εσύ και τα ρούχα όνειρα.
Ταξίδεψε εκεί που δεν ζουν Αναγάπητοι άνθρωποι.
[author image=”http://kissmygrass.gr/wp-content/uploads/2016/09/12654242_10208680889844542_4895196889073484190_n.jpg” ]
Αναστασία Κορινθίου
Την αποκαλούν ‘νεράιδα’ με αφορμή κάτι που έκανε. Η ίδια αποφεύγει να μιλά γι’ αυτό και θεωρεί τον εαυτό της ‘πειραγμένο υλικό’. Γράφει πολύ, γελάει περισσότερο και κάνει τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος για όσους τη γνωρίζουν. Μια γνωριμία μαζί της το αποδεικνύει. Άλλωστε, όταν τη διαβάζεις, καταλαβαίνεις πως όλα τα παραπάνω είναι αλήθεια.[/author]