«Αν τα παιδιά μας δεν μάθουν να πέφτουν , δεν θα μάθουν να σηκώνονται!»
Τα λόγια μου χάθηκαν στον αέρα, όταν έκατσα δίπλα σε μια φίλη μου μια τυχαία Τρίτη στο πάρκο. Μου έλεγε για το τελευταίο δράμα του γιού της που αφορούσε τις αλλαγές που του έκαναν στο προνήπιο.
Όσο προχωρούσε η ιστορία της, ξεκινήσαμε να κοιτάμε μια αγχωμένη μαμά που κυνηγούσε το πεντάχρονο παιδί της στην παιδική χαρά. Ανέβαινε στην τσουλήθρα. Έπεφτε κάτω από την τραμπάλα. Έτρεχε μονίμως γύρω γύρω. Σε κάθε κίνηση, πήγαινε πίσω από το παιδί της και δεν το άφηνε να κάνει καμία λάθος κίνηση και να πέσει ( Ήταν πέντε χρονών και μπορούσε να μιλήσει και να τρέξει).
Φυσικά, όταν είσαι γονιός κάνεις όπως και όλοι μας διάφορα πράγματα, και πραγματικά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η μαμά του έκανε το σωστό. Αλλά πιστεύω ότι υπάρχει κάτι που πρέπει να ειπωθεί, ότι δηλαδή δεν πρέπει να είμαστε πάντα εκεί όταν τα παιδιά μας πέφτουν. Γιατί αν δεν τα αφήσουμε, δεν θα μάθουν ποτέ πραγματικά να σηκώνονται – είτε στην παιδική χαρά είτε στη ζωή.
Βλέπεις, κατά τη δική μου εμπειρία, όταν βιώνουμε την αποτυχία, μαθαίνουμε να τη διαχειριζόμαστε.
Το άκουσες;
Τη διαχειριζόμαστε. Στην πραγματικότητα, προσπαθούμε να βρούμε έναν καλύτερο τρόπο. Στην διαδικασία, συνήθως, βιώνουμε την ταπείνωση. Μεγαλώνουμε. Μαθαίνουμε. Γινόμαστε πιο συμπονετικοί.
Αλλά χωρίς αυτή την αρχική αποτυχία, αυτή η όμορφη αλυσίδα αντίδρασης δεν έχει καμία ελπίδα να ξεκινήσει. Στην πραγματικότητα, τα τελευταία πέντε χρόνια σαν μαμά, έμαθα ότι το να αφήσω τα παιδιά μου να βιώσουν την αποτυχία είναι από τα καλύτερα εφόδια που θα μπορούσα να τους δώσω.
Και έτσι, άφησα τα παιδιά μου να πέσουν. Μέσα από καταστάσεις, αφήνω τα παιδιά μου να πληγωθούν. Και μερικές φορές, τα αφήνω να νιώσουν μόνα τους.
Προχθές, έβλεπα έξι παιδιά που έπαιζαν έξω από το σπίτι μου και τον μεγαλύτερο μου γιο να φέρεται με αγένεια και επιθετικότητα απέναντι στα άλλα παιδιά.
Φυσικά προσπάθησα να τον σταματήσω. Τον μάλωσα. Τον έβαλα να κάτσει μόνος του. Τον χώρισα από τα άλλα παιδιά και τον χτύπησα. Τίποτα δεν έπιανε. Μέχρι που ένα από τα παιδιά του είπε « δεν θέλουμε να παίξουμε άλλο μαζί σου». Και όλα τους συμφώνησαν.
Ο γιός μου προσπάθησε να ενταχθεί ξανά στην ομάδα. Πήγε σε κάθε πλευρά του κύκλου για να δεί αν θα τον δεχτούν. Είπε ακόμα και παρακαλώ. Πήγε στο δωμάτιο του να βρεί ένα καινούριο παιχνίδι για να προσφέρει σε όλους. Αλλά ήταν αργά.
« Όχι, δεν θέλουμε να παίξουμε άλλο μαζί σου γιατί είσαι κακός!».
Όταν τα είδα να παίζουν όλα μαζί, το αρχικό μου ένστικτο ήταν να ζητήσω από τα παιδιά να παίξουν μαζί του. Αλλά τότε, συνειδητοποίησα ότι αν το έκανα, δεν θα τον άφηνα να πάρει το καλύτερο μάθημα που θα μπορούσε να πάρει και αυτό ήταν, να είναι υπεύθυνος για τις συνέπειες των πράξεων του.
Όταν ήρθε κλαίγοντας σε εμένα, τον αγκάλιασα, και ήξερα ακριβώς τι έπρεπε να του πω:
«Αν είσαι αγενής και επιθετικός με τους άλλους, κανείς δεν θα θέλει να παίξει μαζί σου. Ας προσπαθήσουμε να είσαι ευγενικός και δες αν θα παίξουν μαζί σου» του είπα πάρα πολύ γλυκά στο αυτί.
Ήταν τόσο εύκολο. Όπως αποδείχτηκε, οι άλλες τακτικές μου- το ότι τον έβαλα να κάτσει μόνος ή ότι τον μάλωσα- δεν υπήρχε περίπτωση να του δώσουν να καταλάβει τις συνέπειες που θα έχει όταν φέρεται άσχημα. Είχε μάθει πλέον το μάθημα του. Και εγώ δεν χρειαζόταν να κάνω τίποτα παραπάνω από το να τον αφήσω να παίξει.
Θυμάμαι στο Λύκειο, την ημέρα που η μαμά μου ξέχασε να με πάρει από το σχολείο. Είμαι η μεγαλύτερη από τέσσερα παιδιά, και χωρίς αμφιβολία είχε μια δύσκολη μέρα με τα μικρότερα αδέρφια μου και με ξέχασε. Αφού περίμενα μια ώρα στο σχολείο, περπάτησα τρία χιλιόμετρα και όταν έφτασα σπίτι μου, κοπάνησα την εξώπορτα με νεύρα, μπήκα θυμωμένη στην κουζίνα και ξεκίνησα να της φωνάζω ότι με είχε ξεχάσει.
Αργότερα το ίδιο βράδυ, ο μπαμπάς μου , μου ανακοίνωσε ότι δεν θα με πήγαινε κανείς την επόμενη μέρα στο σχολείο. Υπέθεσα ότι η μαμά μου θα με πήγαινε, αλλά όταν ήρθε το πρωί, αρνήθηκε. Ήταν περίοδος εξετάσεων και ήμουν άριστη μαθήτρια, έτοιμη να μπω στο Πανεπιστήμιο, οπότε το να αργήσω δεν ήταν στις επιλογές μου. Στο μυαλό μου, το να χάσω εκείνες τις εξετάσεις ήταν το τέλος της ακαδημαϊκής μου καριέρας. Ικέτεψα την μαμά μου. Της είπα ότι μου διέλυε το μέλλον μου και όλα όσα είχα παλέψει να καταφέρω. Αλλά κράτησε τη στάση της, και εκείνη τη μέρα, περπάτησα μέχρι το σχολείο. Και έχασα τις εξετάσεις μου.
Η μαμά μου δεν με έσωσε από την αποτυχία. Με άφησε να υποφέρω. Θέλησε να με κάνει να το διαχειριστώ και με άφησε να μάθω. Και τώρα που είμαι η ίδια μητέρα, έχω συνειδητοποιήσει ότι θέλω τα παιδιά μου να βιώσουν όλες τους τις αποτυχίες , γιατί έτσι θα μεγαλώσουν , θα μάθουν και θα σκεφτούν έξω από τον εαυτό τους. Έτσι καταφέρνουμε να μορφώσουμε τον εαυτό μας ώστε να μάθει τι είναι σωστό και τι αποδεκτό, και τι όχι. Έτσι γινόμαστε υπεύθυνοι και συμπονετικοί.
Το να πέσουμε μας κάνει καλύτερους. Γιατί μαθαίνουμε να βασιζόμαστε στις δυνάμεις μας. Το να σώσω τα παιδιά μου από την αποτυχία δεν είναι δική μου δουλειά. Η δουλειά μου είναι να αγαπώ τα παιδιά μου μέσα από τη ζωή και τις αποτυχίες, και να τους δώσω τα εφόδια να χειριστούν τις καταστάσεις μόνα τους.
Οπότε, την επόμενη φορά που θα θελήσεις να σώσεις το παιδί σου από γδαρμένα γόνατα ή ένα μελανιασμένο εγώ ή να χάσουν το λεωφορείο, θυμήσου ότι ίσως τους στερείς την μεγαλύτερη μόρφωση που μπορούν να έχουν: τη δύναμη της γνώσης ότι υπάρχουν συνέπειες για τις πράξεις τους, και ότι είναι απολύτως υπεύθυνοι για τις επιλογές που κάνουν.
Μεγάλωσε το παιδί σου με τρόπο που θα μπορεί να φύγει. Και όταν πέσει κατά τη διάρκεια αυτού του δρόμου, μείνε στο πεζοδρόμιο και απόλαυσε να το βλέπεις να μεγαλώνει, να μαθαίνει και να γίνεται καλύτερος άνθρωπος.