Εμείς οι καλλιτέχνες νομίζουμε ότι έχετε μνήμη. Οι πολιτικοί είναι σίγουροι ότι δεν έχετε. Βέβαια μερικοί δεν αλλάζετε ποτέ από μια παθολογική ανάγκη να αναπολείτε διαρκώς τον παλιό σας εαυτό, να θυμάστε τον χαρακτήρα που νομίζετε ότι είχατε. Καλύτερα καλλιτέχνης νομίζω. Εγώ θυμάμαι επιλεκτικά και βάζω και φαντασία απλόχερα στις θύμισές μου. Αλλά όσο πιο γνωστός γίνομαι για την τέχνη μου, τόσο πιο φτωχή γίνεται η τέχνη γενικά νομίζω, σα να αδειάζει άμμος από κλεψύδρα αργά αργά, πριν το καταλάβω θα κοιτάω το κενό. Η ανάγκη μου να γίνω διάσημος με κάνει να φοβάμαι τον θάνατο. Και είναι κάπως ξεφτίλα να φοβάσαι το θάνατο, σαν να προσβάλλεις όλους που πέθαναν πριν από εσένα. Μπορεί να είχαν πιο πολύ φόβο αυτοί αλλά τα κατάφεραν.
Είδα στον ύπνο μου μια κοπέλα που έκλαιγε. Σφάδαζε. Δεν ήταν το χειρότερο που έκλαιγα να σας πω, ψιλογλυκιά ήταν έτσι που την έβλεπα σε ημισκόταδα στο όνειρο. Ψιλοσέξυ με αραχνούφαντα αλλά δεν πρόλαβα να την δω έτσι καλά καλά. Όχι, το χειρότερο ήταν ότι δεν ήξερα πως να την παρηγορήσω. Πονάει πολύ αυτό το χρονικό διάστημα ανάμεσα στην ιδέα μιας πρωτότυπης σκέψης και τη στιγμή που σου ξεφεύγει. Και όσο πιο μεγάλος είναι αυτός ο χρόνος, τόσο πιο πολύ πονάει. Μέχρι που ξυπνάς και συνηθίζεις την ιδέα ότι δεν κατάφερες να την πιάσεις καλά και γράφεις, γράφεις, γράφεις με τις σκιές των ατμών που δημιουργούνται όταν ο καταρράκτης της δημιουργικότητας του ασυνείδητου σου ακουμπάει την κάψα του ανείπωτου πόθου σου. Όλο σου το είναι θυμάται ενστικτωδώς ότι ήταν η πιο αρμονικά αρμοστά τέλεια αίσθηση η αγκαλιά με την ιδέα. Και σου λείπει σαν πρώτος έρωτας την πρώτη φορά που πρέπει να χωριστείτε.
Αλλά ακόμα και τα πιο σπουδαία πράγματα χρειάζονται τη ρουτίνα τους, μια καθημερινότητα. Είναι σαν κάτι γεράκους που όλο χαμογελάνε και όλα τα λένε εύκολα. Αλλά όταν έρθει η ώρα να γίνει κάτι συγκεκριμένο σταφιδιάζουν και κλείνονται, σκληραίνει το χειλάκι τους και σφίγγονται. Οι σπουδαίες ιδέες καταφέρνουν και βγαίνουν σαν κουράδα από δυσκοίλιο, μια κατσικοκουραδίτσα που έμεινε μετά από όλο το στίψιμο σε δέκα μέτρα έντερο.
Εγώ είμαι ο γέρος που χαμογελάει κάτω από τα μουστάκια του, σφίγγεται να βρει την καλή και σας την αφήνει βρωμερή βρωμερή στην οθόνη να την σκέφτεστε μετά για ώρες.
.
.
(Ο Αλέκος Γκονζαλεζίδης είναι καλύτερος από κατσίκα. Αυτές βγάζουν πολλές κουράδες και μετά άντε να τις κοσκινίσεις να βρεις την καλύτερη.)