Εκδόσεις Διόπτρα
«Τότε νόμιζα πως μας ξεχώριζε, μα πόσο λάθος είχα κάνει; Πολλά λάθη. Γιατί να μη γίνεται να γεννιόμαστε σοφοί, να μη σπαταλάμε όλη μας τη ζωή σε λάθη και ανοησίες; Γιατί όταν καταλαβαίνουμε την αλήθεια είναι πια αργά;»
«Πόση δύναμη έχει μία και μόνο πράξη; Μπορεί να δρομολογήσει όλη την υπόλοιπη ζωή σου».
Πόσες φορές μια λανθασμένη αντίληψη για τον εαυτό μας μας αναγκάζει να κάνουμε λάθος επιλογές στη ζωή μας; Kαι τι γίνεται όταν αυτές οι επιλογές σφραγίζουν και καθορίζουν όλη την υπόλοιπη πορεία μας αλλά και συμπαρασύρουν στη δίνη τους και όλους όσοι συμπορεύονται μαζί μας;
Ελπίδα και Παρασκευούλα. Δύο αδελφές που, αν και βγήκαν απ’ την ίδια μήτρα, ήταν τόσο διαφορετικές μεταξύ τους ή έτσι νόμιζαν, τουλάχιστον η μία. Στην ψυχή της Ελπίδας είχαν εισχωρήσει η ζήλια και ο ανταγωνισμός για την αδερφή της οι οποίοι υποσκέλιζαν την αγάπη που της είχε. Για εκείνην, η Παρασκευούλα ήταν πάντα η πιο όμορφη, τραβούσε τα βλέμματα και την προσοχή όλων και κυρίως των γονιών τους ενώ η ίδια ένιωθε ανασφαλής, παραγκωνισμένη και κλεισμένη στον εαυτό της. Αυτά τα αρνητικά συναισθήματα κατατρώνε την ψυχή της και τη μαυρίζουν. Και τότε η μοίρα που ορίζει τη ζωή της την βάζει να κάνει τη λάθος επιλογή στην προσπάθειά της να χτίσει και να ζήσει την ολοκληρωτική ευτυχία. Ερωτεύεται ολοκληρωτικά τον λάθος άνθρωπο, τον άντρα της αδερφής της. Από εκείνο το σημείο οι ζωές όλων αλλάζουν ριζικά και καταλυτικά. Οι συνέπειες της πράξης αυτής σπέρνουν τον όλεθρο και στροβιλίζουν στη δίνη τους τους πάντες. Κυρίως τα παιδιά, τη νέα γενιά που δεν έφταιξαν σε τίποτα. Μερίδιο ευθύνης έχουν πολλοί –όχι μόνο η Ελπίδα– και η κάθαρση και η συγχώρεση έρχονται όταν θύτες και θύματα κάνουν τον απολογισμό τους και την αυτοκριτική τους και συμφιλιώνονται πρώτα απ’ όλα με τον ίδιο τους τον εαυτό.
Η Τέκου στήνει ένα αμιγώς κοινωνικό και ψυχογραφικό μυθιστόρημα χαρακτήρων για τη σχέση ανάμεσα στα αδέλφια, όταν υπεισέρχονται η ζήλια, ο ανταγωνισμός και το μίσος επισκιάζοντας κάθε υγιές συναίσθημα. Με τη δύναμη της γραφής της η συγγραφέας χτίζει ολοκληρωμένους χαρακτήρες και εστιάζει στην ανάλυση της ψυχοσύνθεσής τους. Με την τεχνική του εσωτερικού μονολόγου δίνει έμφαση στις ενδότερες σκέψεις των ηρώων της και αφήνει στον αναγνώστη την επιλογή να τους κατανοήσει ή να τους απορρίψει. Ταυτόχρονα χρησιμοποιεί μια γλώσσα απλή και φρέσκια και επιλέγει τις κατάλληλες λέξεις στα κατάλληλα σημεία ώστε να δώσει έμφαση στα συναισθήματα των ηρώων της αλλά και να πυροδοτήσει τα πηγαία και πολλές φορές αντιφατικά συναισθήματα που προκαλούνται στον αναγνώστη.
Ο ρυθμός της αφήγησης είναι γρήγορος και ο λόγος ρέει αβίαστα. Από ένα σημείο κι έπειτα οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές και το ενδιαφέρον του αναγνώστη γίνεται δέσμιο της αφήγησης. Τα πισωγυρίσματα στην αφήγηση που εναλλάσσονται πολλές φορές με την παράλληλη αφήγηση των δύο αδερφών εντείνουν την ένταση του ρυθμού της. Όμως η συγγραφέας αποφορτίζει τον αναγνώστη από την ένταση στα κατάλληλα σημεία, χωρίς να «χαλαρώνει» η γραφή με τις γλαφυρές περιγραφές της για τους τόπους στους οποίους αναφέρεται. Έτσι ο αναγνώστης κάνει παράλληλα και ένα μικρό ταξίδι σε Κωνσταντινούπολη, Αλεξάνδρεια, Σύμη και Ικαρία και θαυμάζει την ικανότητα της συγγραφέα όχι μόνο να περιγράψει με αληθοφάνεια τους τόπους αλλά και την ηθογραφία της τοπικής κοινωνίας.
Ένα μυθιστόρημα καταλυτικό και καθηλωτικό που πραγματεύεται την αδυναμία της ανθρώπινης φύσης, τη σαρωτική δύναμη του καταστρεπτικού πάθους, τη δύναμη του να αναγνωρίζεις τα λάθη σου και τη μαγευτική δύναμη της κάθαρσης και της λύτρωσης, όταν έρχονται η αυτογνωσία και η συγχώρεση.