Φίλτατοι υπήκοοι, αποφάσισα να μοιραστώ το μεγάλο υπαρξιακό μου δράμα μαζί σας. Από το 2001 άρχισα να παρακολουθώ ποδόσφαιρο. Αιτία; Ο μπαμπάς μου, φανατικός οπαδός του καλού ποδοσφαίρου, έβαλε συνδρομητική τηλεόραση κι εγώ καταστράφηκα. Διότι, τα Σαββατοκύριακα που πήγαινα η δόλια να δω τους γονείς στη μαγευτική Κόρινθο, έβλεπα απανωτούς αγώνες. Έμαθα τι είναι το offside (αλήθεια σας λέω), πότε έχουμε penalty και πότε έχουμε foul, τα πάντα όλα. Αλλά, ήταν μεγάλες εποχές τότε. Η Ρεάλ Μαδρίτης εξελισσόταν σε υπερδύναμη του ποδοσφαίρου και μάζευε όλα τ’ αστέρια. Είχα πιάσει αρκετές φορές τον εαυτό μου, να τρέχει στην Κόρινθο για να δει Zidane και Figo, τρομάρα να μου’ ρθει. Δε συζητώ όταν ο Zidane, ανακηρύχθηκε καλύτερος παίχτης του κόσμου. Ερωτεύθηκα!
Και σα να μην έφτανε αυτό, ανέπτυξα ένα περίεργο χάρισμα. Όταν δεν έπαιζε ο Παναθηναϊκός (εκεί έχανα κάθε κριτήριο), η ομάδα που δεν υποστήριζα, έχανε. Αντιθέτως, η ομάδα που μου άρεσε, τσουπ! Νικήτρια! Έκτοτε δεν είναι να κάτσω μπροστά σε τηλεόραση. Στα πέντε πρώτα λεπτά, θα ξέρω το νικητή, no matter what. Το κακό είναι ότι δεν παίζω στοίχημα, μπας και βγάλω κανένα φράγκο. Χθες μετάνιωσα αυτή μου την παράλειψη.
Διότι χθες, όλη η Ελλάδα, πολύ λογικά, ήταν υπέρ της Αργεντινής. Εκτός από μένα. Ο λόγος; Μα ο Messi, βέβαια! Τον σιχαίνομαι, τον απεχθάνομαι και μ’ εκνευρίζει. Τον θυμάμαι στο Μουντιάλ του 2009, το γελοίο. Έπαιζε η Αργεντινή με την Ελλάδα και αυτός είχε μπει, μετά από δική του απαίτηση, για να βάλει εύκολο γκολ στους άχρηστους. Ωστόσο, το γκολ δεν έμπαινε, ο παιχταράς εκνευρίστηκε και με μία αλαζονική διάθεση άρχισε να πουλάει τσαμπουκά στους Έλληνες παίκτες. Σε ποιους; Στους Έλληνες! Τσαντίστηκα με την αλαζονεία του. Από παράστημα κι αξιοπρέπεια, ο Messi έχει όσο και το ύψος του. Ένα κι ένα τίποτα, δηλαδή.
Γι’ αυτό και σ’ αυτό το Μουντιάλ, ήθελα να φάει η μούρη του χώμα. Και χθες δικαιώθηκα. Από την αρχή του αγώνα, ήξερα ότι η Αργεντινή δεν παίρνει το παιχνίδι. Εφόσον, τα είχα βάλει με τον Κουνάβι, συγνώμη το Messi, η ομάδα του ήταν καταδικασμένη. Δε μ’ ένοιαζε που οι Γερμανοί θα το σήκωναν, αρκεί ο Messi να έχανε.
Κι εσύ βρε κατακαημένε προπονητή, τι τον έβαζες μέσα; Ξέρεις πόση αρνητική ενέργεια του είχα στείλει σε όλη η διοργάνωση; Χθες έπιασαν οι κατάρες. Άστον έξω, μπας και δεις την άσπρη μέρα! Τίποτα εσύ. Δε μ’ άκουγες. Πάρτα τώρα.
Κι όχι, τίποτ’ άλλο. Όσο τους έβλεπα μετά το γκολ, άρχισα να νοιώθω τύψεις. Παιδάκια να κλαίνε, ομορφούλες με τη μάσκαρα κατεβασμένη να έχουν πάθει σοκ, άντρες έτοιμοι να τα μπήξουν. Είδα και την Άγκελα Μακελάρα να πανηγυρίζει, και κάτι έσπασε μέσα μου. Τους λυπήθηκα τους καημένους, γιατί πραγματικά δεν υπήρχε κανείς λόγος να υποστηρίζει κανείς τους Γερμανούς.
Κι εκεί, στο τέλος της παράτασης, ήρθε η ολοκληρωτική μου δικαίωση. Βάρεσε το φάουλ στο γάμο του Καραγκιόζη, ο κοντός. Πήρε την τύχη της ομάδας στα πόδια του… και η μπάλα έφυγε στο διάστημα. Δε θα ξεχάσω το πλάνο, του κεραυνοβολημένου Αργεντίνου στις κερκίδες. Δεν πίστευε τι τον είχε βρει, ο άνθρωπος!
Και μετά μου λέτε εσείς για σύγκρουση των χρεοκοπημένων με τους κακούς Γερμανούς και δε συμμαζεύεστε. Εγώ σας το λέω. Η αρνητική ενέργεια του Κουναβιού Messi έφταιγε για όλα.
Καταλάβατε τώρα ότι περνάω μεγάλο υπαρξιακό δράμα; Τι να κάνω; Να κόψω το ποδόσφαιρο; Να κάνω ψυχοθεραπεία για το Messi; Τι;
Σκάω επίσης που δεν έπαιξα ένα καλό στοιχηματάκι. Και για νικητές ή ηττημένους δεν ανησυχώ. Μια χαρά ήταν εκατομμυριάκια που έβαλαν στην τσεπούλα τους. Εσείς συνεχίστε να κάνετε σημειολογικές αναλύσεις για το Τρίτο Ράιχ.