Δεν είχα σκοπό να γράψω για αυτή την Κυριακή. Ίσως βαρέθηκα. Κυρίως όμως ένιωσα για μια στιγμή καθώς ετοιμαζόμουν ότι είχα αρχίσει να μελετάω τις πράξεις μου με γνώμονα το πως θα φανούν αργότερα στο χαρτί. Μπορείς να γίνεις σκλάβος της πένας όπως γίνονται άλλοι των όπλων, του αυτοκινήτου ή της τηλεόρασης. Ότι χρησιμοποιείς σε σμιλεύει γιατί παίρνεις μορφή μέσα από αυτό. Ο πρωτόγονος μέσα μου φοβήθηκε ότι θα χάσει την ψυχή του αν τον φωτογράφιζα με τα λόγια του. Ότι το τεράστιο και ασύλληπτο του να ζεις πραγματικά την κάθε στιγμή θα φύγει ξεφτιλισμένο. Πάνω από όλα δεν ήθελα να μεταφερθώ πίσω από την κάμερα και να μην είμαι ολόκληρος στο φως του ήλιου. Θα ήταν σαν να κάνεις έρωτα με μια αλλά να σκέφτεσαι άλλη. Δεν βιάστηκα λοιπόν, παρά τα πολλά που συνέβησαν αυτή την Κυριακή, να τα γράψω.
Βλέπω τώρα ότι και άλλοτε περίμενα και καταλαβαίνω το γιατί. Όσα κι αν περάσουν από τα μάτια μου, χίλια δυο περίεργα και ασύνδετα μεταξύ τους δεν έχουν έχουν αξία μέχρι να μιλήσουν στην ψυχή μου, να με αγγίξουν εκεί που δεν φτάνει μια απλή εικόνα σαν φωτογραφία. Δεν χρειάζεται να ψάξω τα στοιχεία αυτά καθ’αυτά, να κατασκευάσω ψεύτικα ή να τα κουτσουρέψω. Είναι ασήμαντα σε αυτόν τον αγώνα να βάλω σε λόγια το καυτό και ολοζώντανο κομμάτι της ψυχής μου που ψάχνω. Για θύμηση δική μου κι όποιου διαβάσει τις αράδες αυτές. Όλοι στον ίδιο αγώνα είμαστε.
Έφυγα κάπως αργά. Ήμουν τρίτο νούμερο το βράδυ οπότε δεν είχα κοιμηθεί πολύ. Επιπλέον είχα σκοπιά και οχτώ με εννιά το πρωί. Τυχερός όμως που έτσι ξεμπέρδευα και ο άλλος που άλλαξε το πρωινό του νούμερο χαιρόταν που κοιμήθηκε περισσότερο Κυριακάτικα. Ο επόπτης παραξενεύτηκε τόσο από την δικαιολογία μου που με άφησε. «Εκδρομή στο Δέλτα του Νέστου;!;:@” έμεινε εκεί η κουβέντα αφού βεβαιώθηκε με τον δεκαεννέα ότι όλα ήταν νομότυπα. Καλά που τον βρήκα νωρίς. Στον επόμενο έκανε τον δύσκολο, είχε βαρύνει με σύννεφα και ο ουρανός.Με το πιστό μου σακίδιο στην πλάτη και φορώντας αδιάβροχο παντελόνι για να κρύψω στα γρήγορα το στρατιωτικό, ανέβηκα στον κεντρικό δρόμο. Περίμενα να περάσουν δυο νταλίκες, πέρασα τον δρόμο, πέρασαν δυο χιλιοστά του δευτερολέπτου και ένα αμάξι σταμάτησε. Καλή τύχη, καλό αυτοκίνητο, καλή κουβεντούλα και με καλή ταχύτητα πριν το καταλάβω κατέβαινα στην στροφή πριν την γέφυρα του Νέστου στους Τοξότες. Με πολύ καλή διάθεση αλλά και πολύ ησυχία σε αυτό το πιο απόμερο δρομάκι.
Παλιά άσφαλτος, πολλά πουλάκια. Από τα σκηνικά που σου λένε «σιγά μην περάσει απεδώ αμάξι.»Κι όμως δεν πρόλαβα να κάτσω ή να αλλάξω παντελόνι και κάτι ακούγεται. Ένα φορτηγάκι κατεβαίνει από την Γαλήνη και βγάζει φλας να βγει εθνική. Τελικά έρχεται ίσα πάνω μου όμως. Είναι ένα πολυταλαιπωρημένοVolskwagen, κάποτε πορτοκαλί σαν το δικό μας. Μου χαμογελάει όπως χαμογελάνε αυτά τα αμάξια, του χαμογελάω και εγώ και βγάζω το χέρι του ωτοστόπ. Ο οδηγός, που μάλλον παρακολούθησε τον έρωτα να γεννιέται ανάμεσα στο αυτοκίνητό του και έναν ξένο, μου κάνει την κλασσική χειρονομία του «εδώ πιο κάτω στρίβω». Ευτυχώς πήγαινε αργά και πρόλαβα να του κάνω με μια γκριμάτσα το «ναι! Ναι! Κι εγώ εκεί πάω/Όσο πας καλά είναι/είμαι καλό παιδί/βοήθησέ με και θα πας στον Παράδεισο/είμαι και χωρατατζής». Η ετοιμότητα του έμπειρου ωτοπατζή σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ήμουν ξύπνιος πιο πολύ ώρα από αυτόν. Ή τα κατάλαβε όλα αυτά ή απλά λυπήθηκε έναν περίεργα ντυμένο νέο με πρόβλημα συσπάσεων στους μυς του προσώπου! Σταμάτησε και μπήκα χωρίς να με ρωτήσει καν που πάω. Κουβένα, που πας, συμβουλές, αστειάκια, εδώ στρίβω, συμβουλές, ευχαριστώ πολύ, καλή σου μέρα.
Δεν πρόλαβα να ευχαριστηθώ τον γνώριμο ήχο της μηχανής VW καθώς γέμιζε την πρώτη φεύγοντας και βγαίνει από την στροφή ένα αμάξι. Σηκώνω το χέρι στο «μπας και» και σταματάει αμέσως στο «γιατί όχι;” Ευτυχώς ήταν χλυδάτη CitroenXantia και είχε βολικό κάθισμα γιατί είχα πιαστεί από το καθισιό! Για περπάτημα βγήκα και δεν έχω προλάβει να σταυρώσω βήμα. Λέμε τα κλασσικά, τον ρωτάω διάφορα. Για να παραφράσω το γνωμικό «Καλό το δικό σου μέσο αλλά με το ωτοστόπ γνωρίζει ς κόσμο.» Ευθεία ο δρόμος, πολλά τα κυβικά, καλή η ανάρτηση. Χαμηλή πτήση. Ούτε λόγος βέβαια για ζώνη ασφαλείας. «Αυτή την έχουμε για όταν πάμε καμιά φορά στην πόλη» μου είχε πει κάποτε ένας σαν αυτόν που είχε και την κακή συνήθεια να κόβει στο αντίθετο ρεύμα στις στροφές.
Είχα όμως τον Άγιο Μεγαλαντίχειρ, προστάτη του ωτοστόπ, μαζί μου. Ή ίσως από πίσω μου και να προσπαθούσε και αυτός στα μουλωχτά να διαβάσει το κυριακάτικο «Βήμα» που είχε μόλις αγοράσει ο οδηγός. Ελπίζω να βγήκε από το αμάξι μαζί μου καθώς πάτησα δυο γερά και ξεκούραστα πόδια στον δρόμο.
(Από τις σημειώσεις σε κόλλες Α4 που έγραφα στη σκοπιά στον στρατό το 1995. Περί ωτοστόπ πρακτικός οδηγός εδώ.)