Στη συγγραφική πορεία της Δέσποινας Χατζή, βλέπουμε ότι η εκκίνηση γίνεται με τη Χαρά στο μυθιστόρημα «Ζωή σαν Κρύσταλλο», η Χαρά δίνει τη σκυτάλη στο Λαέρτη, στη νουβέλα, «Ο Λαέρτης και το μολύβι σε ρυθμούς Τανγκό» για να καταλήξει στη Νίνα, με το τελευταίο μυθιστόρημα της, «Έρωτας Μαΐστρος».
Μέσα απ’ αυτά τα εκδοθέντα βιβλία αλλά και μέσα και από ανέκδοτα διήγηματά της, που διάβασα στην προσωπική ιστοσελίδα της: www.hatzid.blogspot.com, παρακολουθούμε ήρωες που προσπαθούν ν’ απαλλαγούν απ’ τις προσωπικές τους ήττες ή να συμφιλιωθούν με αυτές. Κοινή συνισταμένη σε όλες τις αμιγώς ουμανιστικές ιστορίες, η ύψιστη αξία του να γνωρίζει κανείς τον εαυτό του. Έτσι, μέσα από μυθιστορίες ανατρεπτικές κι ενδιαφέρουσες η συγγραφέας περνάει πολύ αδιάφανα, χωρίς κηρύγματα, χωρίς οφθαλμοφανή κατεύθυνση και συμπερασματική διάθεση, τους ήρωες της από μια αυτογνωσιακή πορεία. Διαβάζοντας τα βιβλία, ταξίδεψα μαζί με τη Χαρά, το Λαέρτη και τη Νίνα. Από το Κάιρο και την Αλεξάνδρεια, στη Ρώμη και από τη Ρώμη σ’ ένα γοητευτικό κυκλαδίτικο νησί. Μέσα από την ανάγνωση μου γεννήθηκαν ερωτήματα τα οποία τα καταθέτω στη συγγραφέα.
“Για να γεννηθεί το καινούργιο, πρέπει να πεθάνει το παλιό. Για να ζήσεις το παρόν, πρέπει να κλείσεις τους λογαριασμούς σου με το παρελθόν…”. Έρωτας μαΐστρος.
“Για να εγκαταλείψει ο νους τον παλιό, πρέπει να’ χει την τόλμη να επενδύσει ψυχή στον καινούργιο…”. Ζωή σαν κρύσταλλο.
“Ένιωσα την ανάγκη ν’ αποσυρθώ για λίγο εντός μου, εκεί που, άλλοτε φιλύποπτα κι άλλοτε στοργικά, κατακρήμνισα τον παλιό μου εαυτό και το χρώμα του άλλαξε…”. Ο Λαέρτης και το μολύβι του σε ρυθμούς τανγκό.
1. Τι σημαίνει για τη Δέσποινα Χθες-Σήμερα- Αύριο; Είναι αλυσιδωτή αντίδραση; Το καθένα μπορεί να υπάρξει από μόνο του και πόσο εν τέλει γινόμαστε δέσμιοι του παρελθόντος που κουβαλάμε;
Παρελθόν και μέλλον δημιουργούν μόνο οι πεθαμένοι. Έχε υπ’ όψη σου ότι το να ζει κανείς δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και ζωντανός. Οι περισσότεροι είμαστε «πεθαμένοι» γιατί πάψαμε να ζούμε το παρόν με πάθος και ένταση. Κι όταν λέω με πάθος και ένταση δεν εννοώ φασαριόζικα, ούτε υπαινίσσομαι την καλοπέραση. Εννοώ ότι δεν αγαπάμε αυτό που κάνουμε. Ότι κι αν είναι αυτό. Όταν ζεις με πάθος είσαι ζωντανός. Γεμάτος ενέργεια. Μπορείς να κάνεις απίστευτα πράγματα. Ο χρόνος είναι με το μέρος σου. Αλλά δυστυχώς βαριόμαστε. Τα πάντα. Γι’ αυτό ζούμε και στην εποχή της ασυνέπειας. Ανίκανοι να διεκπεραιώσουμε την παραμικρή δέσμευση που έχουμε αναλάβει. Κι αυτό δεν συμβαίνει απαραίτητα από κακή πρόθεση. Συμβαίνει γιατί δεν ζούμε. Κι όταν δεν ζεις, στραγγίζεσαι από ενέργεια και κινείσαι ρομποτικά. Έτσι λοιπόν όταν ο άνθρωπος δεν ζει το παρόν, δημιουργεί αυτόματα κι ένα θλιβερό παρελθόν. Μ’ ένα θλιβερό παρελθόν κι ένα παρόν πεθαμένο, δεν μας απομένει τίποτα άλλο από να κάνουμε ανήσυχες, φανταστικές σκέψεις για το μέλλον μας. Αντιλαμβάνεσαι λοιπόν ότι δεν ζούμε. Σκεφτόμαστε. Κι η διαφορά μεταξύ «ζω» και «σκέφτομαι» είναι τεράστια.
“Η φλόγα του ανικανοποίητου την οδηγούσε δια βίου σ’ ένα μοναχικό ταξίδι, σ’ ένα ταξίδι μέσα από μια άγνωστη διαδρομή που η γνώση όλο και βαθαίνει χωρίς ποτέ να τελειώνει” Ζωή σαν κρύσταλλο.
2. Τελικά: Τι ακριβώς είναι το αίσθημα του ανικανοποίητου που νιώθει ώρες ώρες ο άνθρωπος ; Πώς θα μπορούσε κανείς να το ονοματίσει; Τελειώνει ποτέ;
Το αίσθημα του ανικανοποίητου έχει δύο όψεις. Η πρώτη όψη είναι αυτή της αχαριστίας. Έχουμε τα πάντα αλλά νιώθουμε ανικανοποίητοι. Η δεύτερη όψη είναι ένα διαμάντι ανεκτίμητο. Εδώ, το αίσθημα του ανικανοποίητου έχει να κάνει με μια ανάγκη εσωτερική, καθαρά υπαρξιακή για ζητήματα κι ερωτήματα πέρα του φαινόμενου κόσμου. Με ρωτάς τι ακριβώς είναι το αίσθημα του ανικανοποίητου. Να το ονοματίσουμε; Γιατί;. Αν έχεις προσέξει, η φύση του ανθρώπου είναι τέτοια που θέλει να δίνει έναν επιθετικό προσδιορισμό στα πάντα. Σε καταστάσεις και ανθρώπους. Όταν όμως ονοματίσεις κάτι, αυτόματα παύεις και να το ερευνάς. Λες, αυτός ο άνθρωπος είναι ιδιόρρυθμος. Με το που το λες, ησύχασες μεν που το προσδιόρισες αλλά ποτέ δεν θα δεις πέρα από κει. Συμπερασματικά λοιπόν…πιθανόν και να έχασες.
Αν έχει τέλος το αίσθημα του ανικανοποίητου; Νομίζω πως όχι. Μόνο βάθος έχει. Όσο ο άνθρωπος εξελίσσεται το αίσθημα του ανικανοποίητου όλο και βαθαίνει.
“Εύλογα θα πει κανείς πώς το παλιό πρέπει να κάνει στην άκρη για να βρει χώρο ν’ ανθίσει το καινούργιο. Αυτό όμως για τη Λίζα ανήκε ακόμα στη σφαίρα της φαντασία της. Ο Αλέκος της είχε φύγει απ’ τη ζωή κι εκείνη όφειλε να τιμά τη μνήμη του…
Έτσι, κάθε φορά που η καρδιά της αναζητούσε μια αντρική φιγούρα, ορθώνονταν μπροστά της εκείνες οι πολύχρωμες ενοχές της για να της υπενθυμίζουν πως πρέπει να βαδίζει το «σωστό δρόμο!” «Η Λίζα και ο ανατολίτης μασέρ».
3.Στο διήγημα «Η Λίζα και ο ανατολίτης μασέρ» βλέπουμε μια γυναίκα προσκολλημένη στο παρελθόν της , μυθοποιεί τον αποθανόντα σύζυγο της (τον Αλέκο) και κρύβεται εν προκειμένω πίσω από το ενοχικό σύνδρομο που τη διακατέχει, έτσι ώστε να παραμείνει προσκολλημένη στην ασφάλεια του γνωστού. Ανίκανη να αντιμετωπίζει την πραγματικότητα, αφήνει τη ζωή της να τρέχει σαν την άμμο ανάμεσα από τα δάχτυλα της.
Τι ερμηνεία δίνεις στις λέξεις Προσκόλληση – Ασφάλεια!
Δύο παιδιά που έχουν τον ίδιο πατέρα. Το φόβο. Τον ψυχολογικό φόβο.
4.Τελικά μας αλλάζουν προς το καλύτερο οι ενοχές μας; Τι είναι οι ενοχές και τι είναι αυτό που μας δημιουργεί ενοχές;
Οι ενοχές δεν άλλαξαν ποτέ τον άνθρωπο. Η ντροπή μας αλλάζει. Κάποια στιγμή κάνουμε κάτι που δεν θα ‘πρεπε να κάνουμε ή λέμε κάτι που δεν θα’ πρεπε να πούμε. Αν το δούμε και νιώσουμε ντροπή, δεν θα επαναληφτεί ξανά. Άρα, έχουμε ήδη αλλάξει ως προς αυτό. Επειδή όμως έχουμε ψυχολογική τεμπελιά και δεν θέλουμε ν’ αλλάξουμε, βολευόμαστε με τις ενοχές μας. Τι είναι λοιπόν οι ενοχές; Άλλοθι για να μην αλλάζουμε.
5.Διαβάζω στο διήγημα: «Μια καφέ και δύο ζάχαρη»
«Αχ βρε Ευτέρπη! Τι έρωτας κι αυτός με το συχωρεμένο!»
Εκεί με μπέρδεψαν λιγάκι, γιατί δεν μπόρεσα να καταλάβω, αν ο έρωτας, πηγαίνει μαζί με τον πεθαμένο ή μένει πίσω με τον ζωντανό».
Η μικρή Μαρίνα κρυφακούει τη συζήτηση του πατέρα της με τη θεία Ευτέρπη. Κάπου μπερδεύεται και μέσα από μια χιουμοριστική ατάκα λέει κάτι πολύ σοβαρό.
Τελικά, μπορεί ένας έρωτας να διαρκεί «αιώνια», ακόμα και μετά το θάνατο κάποιου;
Αυτό το «αιώνια» ακούγεται παρήγορο αλλά έχω την αίσθηση ότι το ερωτικό συναίσθημα (όχι η αγάπη) έχει ημερομηνία λήξης.
6. Τι σημαίνει υγιής έρωτας τελικά;
Ο έρωτας που έκανε τον κύκλο του και που εξάντλησε όλες του τις δυνατότητες πριν κάποιος απ’ τους δυο τρομάξει και το βάλει στα πόδια τρέχοντας.
7. Έχεις μια μακροχρόνια σχέση με το σύντροφο σου, γεγονός που αποτελεί εξαίρεση στις μέρες μας κι όχι κανόνα. Ποιό πιστεύεις ότι είναι το «κλειδί» για μια μακροχρόνια, υγιή συνύπαρξη; Χρησιμοποιώ τη λέξη «κλειδί» επειδή όλοι μιλάνε για το αυτονόητο, αγάπη, σεβασμό, κατανόηση κ.λ.π κλισέ.
Υποκειμενικά θα σου απαντήσω γιατί ο σύντροφος μου κι εγώ απέχουμε ιδεολογικά απ’ αυτό που λέμε «παραδοσιακή» σχέση. Για μένα (για μας) λοιπόν, αδιαμφισβήτητα, το «κλειδί» για μια υγιή και μακροχρόνια σχέση είναι η ευγενής άμιλλα ανάμεσα στους δυο συντρόφους. Είναι ένα κίνητρο που γεννά το ζήλο (κι όχι τη ζήλια) στη σχέση. Έχοντας γνώμονα αυτή την ευγενή αγωνιστική διάθεση, μπορεί να πέσουν κι οι δυο κάποια στιγμή, να χτυπήσουν, να τραυματιστούν αλλά η σχέση θα παραμένει πάντα ζωντανή. Η δίψα για άμιλλα συνοδευόμενη με την καταβολή μόχθου, «εκ των ων ουκ άνευ», σε οδηγεί πάντα στο να θαυμάζεις το σύντροφο σου. Γιατί η άμιλλα ενέχει δυναμισμό, αφυπνίζει, διεγείρει, μαγνητίζει και εν τέλει… εκπέμπει και ερωτισμό. Επιπλέον δε, διαθέτει τέτοια αντισώματα που δεν αφήνει τη σχέση να βυθιστεί σε μακροχρόνια ακαμψία.
8. Κατά την άποψη μου οι ιστορίες που πραγματεύεσαι είναι πολυπρισματικές. Αγγίζουν κάθε είδους αναγνώστη. Απ’ αυτόν που θέλει απλά να διαβάσει μια ιστορία μέχρι το πιο δυνατό μυαλό που τον ενδιαφέρει να αποκομίσει κάτι απ’ αυτό που θα διαβάσει και να δει πέρα από τις λέξεις, πιο βαθιά. Βλέποντας ότι έχεις γράψει μυθιστόρημα, νουβέλα, διήγημα, θα’ θελα να ρωτήσω, ποιό απ’ αυτά τα είδη είναι πιο επίπονο για ένα συγγραφέα;
Πολύ περιληπτικά θα πω ότι το κάθε αφηγηματικό είδος έχει το δικό του βαθμό δυσκολίας σε ότι αφορά την τεχνική. Για παράδειγμα, στη νουβέλα πρέπει να πεις τα πάντα μέσα σε εκατόν πενήντα σελίδες περίπου. Αυτό σε ωθεί σε μια γραφή υπαινικτική, ελλειπτική, αντιφατική με σκοπό ν’ αφήσεις στον αναγνώστη τη νοηματοδότηση. Στο διήγημα πρέπει να είσαι ακόμα πιο φειδωλός γιατί εκεί κάνεις με μια σύντομη αφήγηση που αφορά ένα και μόνο «επεισόδιο». Στο μυθιστόρημα ο βαθμός δυσκολίας έγκειται στο γεγονός ότι είναι σύνθετο. Έχει πολλούς παράπλευρους ήρωες, κλιμάκωση, σημεία καμπής, αλλαγή χρόνου και τόπου.
9. Τελικά, έχει κάποια δέσμευση ο συγγραφέας απέναντι στους αναγνώστες του κι αν ναι, ποιά είναι αυτή;
Δέσμευση όχι. Ευθύνη έχει ο συγγραφέας απέναντι στο αναγνωστικό κοινό και η ευθύνη του είναι να καταπιάνεται μόνο μ’ αυτό που γνωρίζει πολύ καλά.
10. Η σκυταλοδρομία της συγγραφικής σου πορείας δεν έχει σταματήσει. Θα ήθελες να μας πεις αν ετοιμάζεις κάτι; Η Νίνα τη σκυτάλη σε ποιόν θα τη δώσει; Κι αν τη δώσει κάπου, μπορούμε να έχουμε δυο λόγια για την ιστορία και πότε να την περιμένουμε;
Η Νίνα, παραδίδει στη Σμαρώ. Πρόκειται για ένα κοσμοπολίτικο μυθιστόρημα που αφορά τη ζωή των Ελλήνων στην Πόλη της δεκαετίας του’ 50. Το Παρίσι των υπαρξιστών, της τέχνης και της διανόησης της ίδιας δεκαετίας και τη μεταπολεμική Αθήνα. Πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχει φόντο το Παρίσι και η Αθήνα στο σήμερα. Θέλω να πιστεύω ότι βρίσκομαι σε καλό δρόμο αλλά αφού ακόμα γράφεται μη περιμένεις να σου πω ποιά θα είναι η τύχη του γιατί δεν τη γνωρίζω ούτε κι εγώ.
Περισσότερα για τη Δέσποινα Χατζή θα βρείτε στην προσωπική της σελίδα στο facebook αλλά και στο blog της.