Η επιλογή του Βέλγου (Φλαμανδού για την ακρίβεια) καλλιτέχνη Γιαν Φαμπρ ως νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, μετά την αποπομπή του Γιώργου Λούκου, ήταν από μόνη της αιρετική. Και πάλι όμως, δεν νομίζω πραγματικά να περίμενε κανείς αυτό που έγινε στη σχετική συνέντευξη τύπου του Υπουργείου Πολιτισμού την Τρίτη το μεσημέρι, στο Αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης, κατά την οποία ο Γιαν Φαμπρ παρουσίασε τον σχεδιασμό του για το Φεστιβάλ για την επόμενη τετραετία.
«Ο πρώτος χρόνος θα είναι ένα αφιέρωμα στο Βέλγιο, χώρα προέλευσης του Φαμπρ και πατρίδα πολλών διεθνούς φήμης καλλιτεχνών», ανακοινώθηκε επισήμως για το φετινό Φεστιβάλ, το οποίο από Ελληνικό Φεστιβάλ μετονομάζεται σε Διεθνές Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι η Τέχνη δεν έχει σύνορα. Δεν πρέπει να περιχαρακώνεται, ούτε να ομφαλοσκοπεί. Δεν οφείλει να διεγείρει εθνικές συνειδήσεις, ούτε να υπηρετεί εθνικές πολιτικές σκοπιμότητες. Πρέπει να είναι ελεύθερη και οικουμενική.
Ελπίζω να μετατρέψω το Φεστιβάλ σε ένα τόπο συνάντησης διαφορετικών εθνικοτήτων, πολιτισμών, γλωσσών και εμπειριών. Μακάρι όλοι να μοιραστούμε τη σκηνή – όχι μόνο μέσα από ένα διάλογο των διαφορών, αλλά σε αναζήτηση του τι μας συνδέει, σε μια αναζήτηση για μια κοινή ταυτότητα στο γόνιμο έδαφος που η τέχνη κάθε φορά αποδεικνύει ότι είναι».
Ωστόσο, πώς μπορεί να γίνει αυτό μέσα από ένα Φεστιβάλ, το οποίο για το 2016 θα είναι ένα εκτενές αφιέρωμα στο Βέλγιο και στους Βέλγους καλλιτέχνες με την παρουσία των Ελλήνων καλλιτεχνών εξαιρετικά περιορισμένη κι αυτή μέσα μόνο από φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Πολιτισμού; Είναι αλήθεια ότι το Βέλγιο είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση. Είναι μία μικρή χώρα με διαφορετικές εθνότητες, τρεις επίσημες γλώσσες και γλωσσικές ζώνες και το 1/4 του πληθυσμού να είναι μη βελγικής καταγωγής. Μέσα από μία τέτοια συνθήκη μπορεί να αναδειχτεί ξεκάθαρα το αίτημα της διαφορετικότητας. Κι αυτό έχει αναμφισβήτητα πολύ ενδιαφέρον.
Είναι όμως επίσης αλήθεια ότι το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου διεξάγεται στην Ελλάδα. Οφείλει να συνομιλεί με την ελληνική πραγματικότητα. Ή καλύτερα και με την ελληνική πραγματικότητα. Όχι με έναν τρόπο κλειστό, όχι με τους Έλληνες να έχουν πάντα και παντού τον τελευταίο λόγο, όχι με την επαναφορά των ατζέντηδων της προ Λούκου εποχής, αλλά με το βλέμμα στραμμένο προς τον έξω κόσμο. Όμως αυτή η εξίσωση πρέπει να έχει μέσα της και την Ελλάδα. Δεν μπορεί να την αγνοεί επιδεικτικά.
Γιατί ένα Φεστιβάλ, το οποίο διεξάγεται στην Ελλάδα, απευθύνεται σε μεγάλο βαθμό σε Έλληνες και επιχορηγείται από το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού να είναι αφιερωμένο στο Βέλγιο και μόνο; Πόσο νόημα βγάζει όλο αυτό; Καθότι διεθνές οφείλει να συνομιλεί με διάφορες χώρες είτε μέσα από μετακλήσεις, είτε μέσα από συμπαραγωγές, αλλά γιατί να το αφορά μόνο το Βέλγιο και οι καλλιτέχνες του, επειδή τυγχάνει ο νέος Καλλιτεχνικός Διευθυντής του να είναι Βέλγος; Η τέχνη δεν έχει σύνορα. Όπως ένα Φεστιβάλ που διεξάγεται στην Ελλάδα οφείλει να μην περιχαρακώνεται στην ελληνική πραγματικότητα, με τον ίδιο τρόπο δεν πρέπει να περιχαρακώνεται και στη βελγική. Όποια κι αν είναι αυτή…
Είναι πολύ ασαφές ακόμα το φετινό πρόγραμμα, αλλά με βάση το δελτίο τύπου αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι όλες σχεδόν οι κεντρικές εκδηλώσεις του φεστιβάλ θα εστιάζουν στον ίδιο τον Φαμπρ και σε άλλους Βέλγους καλλιτέχνες. «Κατά την έναρξη του φεστιβάλ το κοινό θα εισαχθεί στο καλλιτεχνικό σύμπαν του καλλιτεχνικού διευθυντή του Jan Fabre, μέσω διαφόρων καλλιτεχνικών του έργων», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Κάπως έτσι στις 15 Ιουνίου, θα εγκαινιαστεί στο Μουσείο Μπενάκη η έκθεση STIGMATA, που θα «προετοιμάζει το κοινό για το φαμπριανό σύμπαν των διαφορετικών μορφών τέχνης και της ποιητικής του σώματος». Στις 28 Ιουνίου επιφανείς Έλληνες ηθοποιοί θα διαβάσουν αποσπάσματα από λογοτεχνικά, θεατρικά και ποιητικά έργα του Φαμπρ. Στις 30 Ιουνίου θα παρουσιαστεί η διάσημη παράσταση του Φαμπρ “Preparatio Mortis” με την Annabelle Chambon. Στις 9 και 10 Ιουλίου η άλλη γνωστή του παράσταση “Mount Olympus. To glorify the cult of tragedy. A 24h performance”.
Ενδιαμέσως, «πολλοί καταξιωμένοι και διεθνώς αναγνωρισμένοι Βέλγοι καλλιτέχνες θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους, μεταξύ των οποίων και οι: Anne-Teresa De Keersmaker/Rosas, Jan Lauwers/Needcompany, Jacques Delcuvellerie/Groupov and Sidi Larbi Cherkaoui/Eastman». Το παρών θα δώσουν και «καλλιτέχνες από τη βελγική ενδιάμεση γενιά, όπως για παράδειγμα οι Fabrice Murgia / Cie Artara και Lisbeth Gruwez / Voetvolk, σε συνδυασμό με ανερχόμενους Βέλγους καλλιτέχνες».
Στα παραπάνω προσθέστε και την έκθεση «Αθήνα, Αμβέρσα – Δύο πρόσωπα της Ευρώπης», την οποία προετοιμάζουν το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Αμβέρσα και θα κάνει εγκαίνια στις 29 Ιουνίου στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο Φιξ. Η έκθεση αυτή στοχεύει στη συνομιλία έργων από τη συλλογή του ΕΜΣΤ και έργων από τη συλλογή του ΜΗΚΑ, προκειμένου «να ενεργοποιήσει τα διεθνή αντανακλαστικά που οφείλει να έχει ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης». Εδώ τουλάχιστον υπάρχει μία συνομιλία ανάμεσα στο ελληνικό και το βέλγικο στοιχείο.
Θα υπάρξουν επίσης λογοτεχνικές βραδιές με τίτλο «Το βέλγικο πνεύμα», βραδιές ανάγνωσης βέλγικων θεατρικών κειμένων, μουσικές βραδιές με ελληνικά, αλλά και βέλγικα ποπ τζαζ συγκροτήματα και κινηματογραφικές βραδιές (υποθέτω αφιερωμένες στο βελγικό σινεμά).
Στα σχέδια του Φαμπρ είναι και η δημιουργία μίας Καλλιτεχνικής Ακαδημίας Νέων Καλλιτεχνών, στην οποία μέχρι στιγμής έχουν συμφωνήσει να διδάσκουν μόνο Βέλγοι καλλιτέχνες, αλλά οι συμμετέχοντες σε αυτή θα είναι Έλληνες. Πάλι καλά.
Είναι προφανές ότι ο Γιαν Φαμπρ επιχειρεί να μετατρέψει τον κεντρικό πολιτιστικό θεσμό μίας ξένης προς αυτόν χώρας σε ένα τελείως προσωπικό του project. Γιατί όλη η προηγούμενη δουλειά του Γιώργου Λούκου στο Φεστιβάλ θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως «καμένη γη»; Γιατί δεν υπάρχει συνέχεια; Γιατί, παρά το όντως περιορισμένο χρονικό πλαίσιο, δεν μελετήθηκαν καθόλου οι προτάσεις που είχαν ήδη κατατεθεί στον Λούκο από νέους καλλιτέχνες, ομάδες και πολιτιστικούς φορείς για το φετινό Φεστιβάλ;
Φυσικά δεν θα πρέπει να προτρέχουμε. Ας περιμένουμε και το αναλυτικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ για φέτος. Όλα άλλωστε κρίνονται εκ του αποτελέσματος και οι επόμενες χρονιές του Φεστιβάλ θα αφήσουν, όπως αναφέρθηκε, περισσότερο χώρο στους Έλληνες δημιουργούς. Όπως επίσης είναι αλήθεια ότι αρκετές από τις εκδηλώσεις που ανακοινώθηκαν για φέτος θα είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον μέσα σε ένα ευρύτερο όμως πλαίσιο. Προσωπικά ωστόσο θεωρώ ότι ο Φαμπρ ξεκινάει με ένα φάουλ τη θητεία του. Ή μας τρολάρει. Δεν έχω καταλήξει ακόμα.
(Του Δημήτρη Χαλιώτη)