Μια τρελή θεωρία λέει ότι την μάχη του Μαραθώνα την κερδίσαμε χάρη σε μια προδοσία. (Ένας μάλλον ελληνικής καταγωγής στρατιώτης των Περσών ο οποίος πλησίασε την ελληνική κατασκήνωση και φώναξε ότι την επόμενη τα άλογα θα έφευγαν για να ταϊστούν αφήνοντας χωρίς ιππικό τον Περσικό στρατό.) Η διδασκαλία της ιστορίας μας είναι σαν τις προσχώσεις που έχουν αλλάξει το τοπίο στις Θερμοπύλες. Όχι μόνο δεν είναι πια στενό αλλά κοιτάει ένα τεράστιο κάμπο πλέον, ο χάρτης έχει αλλάξει δραματικά.
Κατά την γνώμη μου είναι από τα καλύτερα ιαματικά λουτρά της χώρας και τα έχω δοκιμάσει σχεδόν όλα από την Λέσβο ως την Θράκη. Και η εξέλιξή τους αντανακλά πολλά. Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες “επίσημες” στον χώρο αλλά τώρα πια μένει σε μόνιμη παρακμή, στον παράδρομο που ήταν κάποτε εθνική οδός. Αραγμένοι φορτηγατζήδες, ένα πούλμαν με Ιάπωνες ψάχνουν να βρούνε το “πεδίο της μάχης των Θερμοπυλών” που δείχνει η πινακίδα. Την ακολουθούν και βρίσκουν καταυλισμό αλλοδαπών και γύφτων να απολαμβάνουν το μπάνιο τους μαζί με εμένα και ένα κύριο που επιστρέφει στην Πόρσε του συνοδευόμενος από δίμετρη ξανθή. Επίσης αλλοδαπή αλλά από άλλη χώρα μάλλον. Γιατί οι περισσότερες γυναικείες παρουσίες εδώ πέρα είναι πάνω από εκατό κιλά!
Πρωτοεθίστηκα στο μπάνιο εδώ σαν ορειβάτης. Κυριακή βραδιάτικα, φωνάζεις ένα “Ε.Ο.Σ.” και περιμένεις να σου απαντήσουν από άλλους ορειβατικούς συλλόγους από το σκοτάδι. Σε μερακλίδικες βραδιές βάζαμε και κεράκια για ατμόσφαιρα μέσα στους ατμούς. Μια τραυματική βραδιά με άφησε ο αδελφός μου και πήγε να βάλει βενζίνη στη “Shell” εκεί δίπλα. Χαλάρωσα στο ήσυχο κομμάτι όπου το νερό είναι σε ιδανική θερμοκρασία μπανιέρας και ανάλογης αργής ταχύτητας. Ξεφύσηξα και έφυγε η ένταση της οδήγησης, από την Σαλονίκη ερχόμασταν εκείνο το βράδυ. Δεν πρόλαβα όμως και σηκώθηκε από δίπλα μου ένας ψηλός και ιδιαίτερα προικισμένος νέος με όρεξη για κουβέντα…”μείνε μωρέ, να γνωριστούμε!” μου φώναζε καθώς εξαφανίστηκα στο ψιλόβροχο να βρω το αμάξι…
Δεν έχω αμφιβολία ότι το σημείο το διάλεξαν οι Σπαρτιάτες για να μπορούν να κάνουν μπάνιο μετά την μάχη. Οι γριές που συναντάω εδώ μου έχουν κάνει μια μεγάλη λίστα με τις μαγικές ιδιότητες του νερού. Μια γέμιζε και δυο μπουκάλια με δαύτο και ορκιζόταν ότι το πίνει όλο αυτό (3 λίτρα!) καθημερινά από μικρή. “Βάλσαμο σου λέω!” Πολλοί με πείθουν ότι πιθανώς επουλώνουν λίγο πιο γρήγορο μικροαμυχές από αυτές που μαζεύουμε όταν περπατάμε σε ελληνικά μονοπάτια που έχουν ξεχαστεί. Το σίγουρο είναι ότι νιώθεις όμορφα. Και αν κάτσεις κάτω από τον καταρράκτη σου κάνει ένα υδρομασάζ εντυπωσιακό, ανάλογα με την ποσότητα του νερού.
Σήμερα είχε πολύ νερό. Τα χιόνια ακόμα ασπρίζουν τα γύρω βουνά και ο ήλιος τα λιώνει γρήγορα. Το νερό μου φάνηκε λίγο πιο κρύο από ότι συνήθως, δηλαδή τέλειο. Τα πιο πολλά ιαματικά λουτρά παραείναι καυτά και αναγκάζεσαι να πάρεις αποφάσεις πρόσμιξης με κρύο. Εδώ αποφασίζουν οι θεοί. Δώδεκα, ένας, τριαδικός ή τετράγωνης λογικής προέλευσης δεν με νοιάζει καθώς απολαμβάνω τα πιτσιρίκια μου που κρέμονται από τα σχοινιά και βουτάνε χαρούμενα. Οι ντόπιοι κάνουν διάφορες παρεμβάσεις. Άλλοι έβαλαν αυτά τα καραβόσχοινα για να κρατιούνται καλύτερα. Εδώ και καιρό αντέχουν κάτι σκαλάκια ξύλινα. Ένας έριξε μια πόρτα και την έκανε γέφυρα για να φτάνουμε πιο εύκολα στον καταρράκτη. Θυμάμαι μια δυο φορές που προσπάθησαν οι “επίσημοι” να το περιφράξουν το σημείο. Αποτυχία πάντα. Αυτοί δεν είναι πάντα εδώ να το φρουράνε, εμείς όμως ερχόμαστε κάθε ώρα της μέρα και νύχτας.
Πριν κάνα μήνα βουτήξαμε με τα παιδιά ενώ χιόνιζε έξω. Ούτε Σκανδιναβοί να είμασταν. Σήμερα ο μεγάλος σκέφτηκε ότι πρέπει να μαζέψουμε τα σκουπίδια. Γεμίσαμε μια σακούλα με τις μπύρες των αλλοδαπών και ασυνήθιστα πολλά ξυραφάκια μιας χρήσης. Αυτό το μέρος για τους περισσότερους μοιάζει σαν βρωμερός σκουπιδότοπος. Όπως σε όλη την Ελλάδα, όση την αγαπάμε εθελοτυφλούμε, κοιτάμε επιλεκτικά για να την βρίσκουμε πανέμορφη. Η σακούλα έφτασε για την μια γωνιά. Καθώς την έβγαζα έξω κοίταξα στο πεδίο της μάχης δίπλα το οποίο θα χρειαστεί τις Ειδικές Δυνάμεις και μερικά φορτηγά για τα σκουπίδια που έχει μαζέψει.
Αλλά το ποτάμι δεν σταματάει για κανέναν. Όσο τρέχει, εμείς θα ερχόμαστε. Ξεπλένει τις αμαρτίες μας, τις βρωμιές μας και καλύπτει με την μυρωδιά του θειαφιού οποιαδήποτε άλλη δυσοσμία. Εγώ με τρία παιδιά, ο μάγκας με την Πόρσε, ένας άλλος πενηντάρης με ένα Audi A6 και την κυρά του που περιμένει να βγει, ένα ζευγαράκι τριαντάρηδες, τρεις γύφτοι, πέντε αλλοδαποί – κάτι Ανατολικό – και ένα γκρουπ Ιάπωνες τουρίστες.
Ελλάδα 2011. Όσο τρέχει εμείς θα ερχόμαστε. Λεωνίδα το ξέρω ότι δεν έμεινες από ηρωισμό. Αν γύρναγες στην Σπάρτη θα σε καθάριζαν έτσι κι αλλιώς. Αλλά δεν το λέω αυτό στα παιδιά. Δεν πιστεύουν στον Αη Βασίλη, δεν τους πολυπείθει καμιά νεράιδα των δοντιών, αν μεγαλώσουν θα τους δείξω την ταινία “300” γιατί μακάρι να μπορούσαν Έλληνες καλλιτέχνες ή ακαδημαϊκοί να μαστορέψουν έτσι την ιστορία μας. Δεν με νοιάζουν οι ανακρίβειες, με καίει η ψυχή που λείπει από παντού. Αγαπάμε κάτι που δεν ξέρουμε πια τι είναι. Ακόμα κι αν όλοι οι Αρχαίοι ήταν αδελφές σαν αυτόν που μου την έπεσε εκείνο το βράδυ, τι κι αν η μάχη δεν έγινε έτσι, σημασία έχει ότι έμεινε για πάντα ένα μικροτσούτσουνο άγαλμα που καμαρώνει εκεί που κάποτε κρυβόταν η Τροχαία με ραντάρ για να γράψει όσους ανόητους δεν ήξεραν ότι υπήρχε σχεδόν πάντα μπλόκο εκεί. Ακολουθούσαν αρχαίες προσταγές και φύλαγαν και αυτοί τα στενά τους…
Προσπάθησα μια φορά να βρω το μονοπάτι του Εφιάλτη. Είχε χιόνια, δεν βρήκα σημάδια, κάπου το έχασα. Οι Σπαρτιάτες δεν καθυστέρησαν τον Περσικό στρατό όπως μας έμαθαν στο σχολείο. Ταυτόχρονα το ναυτικό μας έχανε άσχημα στο Αρτεμίσιο και η Σαλαμίνα ήταν σχεδόν ένα μήνα αργότερα. Οι τρεις μέρες του Λεωνίδα και της παρέας του μόνο συμβολικά μένουν στην ιστορία. Δεν έχει και πολύ σημασία αν οι Πέρσες ήταν δεκαπέντε χιλιάδες ή σχεδόν δυο εκατομμύρια που τους βγάζει άλλος ιστοριοπλάστης της εποχής. Το θέμα είναι ότι βγάλαμε σλόγκαν. “Λεωνίδα όταν ρίχνουν οι Πέρσες, τα βέλη τους καλύπτουν τον ήλιο” – “Α, ωραία, θα πολεμάμε στην σκιά!” Α, και το άλλο:
Ὦ ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδεκείμεθα, τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι.
Όσο τρέχει, εμείς θα ερχόμαστε.