Όλα ξεκινούν από μια ιδέα. Ένα στόχο, μια κορυφή, ένα ποτάμι, κάτι που ψάχνεις ή νομίζεις ότι ψάχνεις. Δεν υπάρχει μονοπάτι για το πουθενά γιατί εκεί πας από όπου να’ναι. Δεν μπορείς τυχαία να γράψεις μηδέν σε τεστ με ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών αν δεν ξέρεις τις σωστές να τις αποφεύγεις.
Ο τρόπος που φτιάχνω εγώ μονοπάτια είναι σαν δέντρο μπονσάι. Κάθε φορά που περνάω κάνω μικρές ή μεγάλες αλλαγές. Άλλες φορές είναι σα σήμερα με πριόνι, άλλες με ψαλίδα, άλλες απλά τα πατήματά μου στο χώμα, τα χορτάρια που στράβωσα όσο πιο ευγενικά μπορούσα, η αύρα που άφησα σαν άρωμα στον αέρα.
Τα παλιά μονοπάτια είχαν σκοπό. Να πας από το ένα χωριό στο άλλο. Να πας τα ζώα στο βουνό. Να κατέβεις στην πηγή ή να ανέβεις στο ξωκλήσι. Κι αυτοί τότε το άλλαζαν το καλντερίμι με κάθε διάβαση αλλά με γνώμονα την καλύτερη διαδρομή. Να μην σε πιάνει ο αέρας ή να έχεις σκιά ή να μην είναι πολύ απότομο για τα μουλάρια.
Σήμερα περπατάμε για διασκέδαση ή για γυμναστική. Κι εγώ ανοίγω μονοπάτια με το μυαλό μου στο είδος ανθρώπου που θέλω να τα περπατήσουν. Πήγα να κάνω πιο προφανή την αρχή του σήμερα και το μετάνιωσα. Ας μη το βρούνε άσχετοι. Ας είναι λίγο περιπέτεια στην αρχή του να τρομάξουν και να γυρίσουν.
Βέβαια ένα μονοπάτι είναι ουσιαστικά απλά ιδέα. Θα μπορούσες να πας ίσια ή δεξιά, αλλά πας αριστερά επειδή εγώ έκοψα αυτό το μεγάλο κλαδί και είναι πιο εύκολο. Διστάζεις λίγο αλλά βλέπεις ένα κόκκινο σημάδι, σε τραβάει σα Σειρήνα. Σαν ότι θες κι ότι χρειάζεσαι. Σαν ότι ψάχνεις.
Ξεκίνησα μια παράκαμψη από την κορυφή του λόφου τελείως αχρείαστη αλλά πανέμορφη. Βλέπεις την άλλη πλευρά της χερσονήσου, αποκαλύπτεται στριπτιζάδικα εκεί που περπατάς και μετά σε ξαναστρίβω προς τα μέσα. Όποιος βιάζεται ας βρει μόνος του τον πιο κοφτό δρόμο.
Αλλά όποιος βιάζεται δεν θα έρθει σε ένα αδιέξοδο πρόχειρο μονοπάτι που δεν έχει καν τελειώσει. Χωρίς πινακίδες και χωρίς όνομα, είναι απλά μια ιδέα για όσους ρομαντικούς περιδιαβαίνουμε αυτόν τον κόσμο ψάχνοντας.