Είμαι ο τελευταίος που θέλω να προβληματιστώ καλοκαιριάτικα με τα γεγονότα σε τούτη εδώ τη χώρα, ειδικά αυτές τις μέρες που όλοι διακοπάρουν και οι μύγες είναι παχιές. Θέλω ν’ αγιάσω, έστω και για λίγο, αλλά δεν με αφήνουν.
Κι αν εξαρχής θα συμφωνήσουμε ότι τα θέματα προς σκέψη, σχολιασμό και χλεύη είναι πολλά και άπτονται όλων των εκφάνσεων του βίου μας, από την εύρεση αξιοπρεπούς (;) εργασίας και τη διασφάλιση στοιχειώδους ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, μέχρι την εγκληματικότητα και την άνοδο ακραίων αντιλήψεων που στολίζονται με το πρόσχημα του κοινοβουλευτισμού, θα επιλέξω ν’ ασχοληθώ με το φαινόμενο που, θεωρώ πως, επηρεάζει το σύγχρονο κόσμο περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.
Μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Έχουν υποκαταστήσει την ανθρώπινη επικοινωνία, την έκφραση απόψεων δια ζώσης, ακόμα και την ερωτική και συναισθηματική προσέγγιση που έχουμε βιώσει και χαρεί όταν στη φαρέτρα μας υπήρχαν ένα τηλέφωνο με καντράν και αστείρευτη όρεξη για κοινωνικοποίηση.
Ένα σημαντικό, ίσως το σημαντικότερο, μειονέκτημα που έχουν τα συγκεκριμένα μέσα είναι η πλήρης απουσία προφορικού λόγου. Μπορεί ο γραπτός λόγος να έχει τη δύναμη της μονιμότητας στο πέρασμα του χρόνου, στερείται, όμως, την παρουσία του ύφους, της έκφρασης και του τόνου που χαρακτηρίζουν τον προφορικό λόγο. C’ est-ἁ-dire, ένα κείμενο, μια δημοσίευση, μια ανάρτηση ή/κι ένα σχόλιο, εκλαμβάνονται από τον αποδέκτη με τον τρόπο που θέλει εκείνος να ερμηνεύσει αυτό που διαβάζει. Αυτή είναι η γοητεία κατά την ανάγνωση ενός πεζογραφήματος ή μιας ποιητικής συλλογής, αυτό είναι και το επικίνδυνο όταν σχολιάζεις ένα γεγονός.
Στην προκειμένη, το συμβάν είναι καθορισμένο. Μιλάμε για δύο ανθρώπους που βρέθηκαν ξυλοκοπημένοι και δολοφονημένοι μέσα σε μια χαράδρα. Μέχρι εκεί. Το δεύτερο ζητούμενο είναι να βρεθούν οι θύτες και να εξεταστούν τα κίνητρα. Για καλή τύχη της Αστυνομίας, το πρώτο σκέλος ολοκληρώθηκε χωρίς ιδιαίτερο κόπο, ενώ το δεύτερο σκέλος προέκυψε εξίσου εύκολα κατά τη διάρκεια της ανάκρισης.
Με τον τρόπο αυτό, το παζλ ολοκληρώνεται: δύο νέα παιδιά δολοφονήθηκαν λόγω οικονομικών διαφορών. Αυτό ξέρουμε μέχρι τώρα, αυτό (θα έπρεπε να) αναπαράγουμε και this is the end.
Το να σπεύδει κάποιος να εκφράζει τα συλλυπητήριά του και να δηλώνει μηδενική ανοχή στη βία, είναι απολύτως λογικό. Είτε το κάνει για να κερδίσει κάτι, είτε το κάνει από ειλικρινή συμπαράσταση, μικρή σημασία, στο φινάλε, έχει. Ο αποδέκτης το φιλτράρει και το κατηγοριοποιεί αναλόγως. Το να το κάνεις, όμως, προλαβαίνοντας να τους χαρακτηρίσεις ναζί, είναι εμετικό.
Δεν θα υπερασπιστώ τους νεκρούς, πολύ δε περισσότερο τους ναζί. Δεν μπορώ να πω ότι και το δικό μου μυαλό δεν έκανε σκέψεις περί εθνικιστών, όταν και τα δύο σώματα ήταν γεμάτα από τατουάζ με αρχαιοελληνικά ρητά, εθνικιστικά συνθήματα και σβάστιγκες (ή μαιάνδρους, ότι προτιμάτε).
Επίσης, δεν μπορώ να παραβλέψω το γεγονός ότι ο ένας εκ των δύο δολοφονηθέντων είχε επιτεθεί φραστικά εναντίον του Παπαδημούλη. Τα σχόλια υπάρχουν, δε σβήνονται και τα δεδομένα είναι αδιαμφισβήτητα.
Τέλος, μπορεί και να αποδειχθεί στο τέλος της ιστορίας ότι τα δύο παιδιά είχαν σχέση με ακροδεξιές καταστάσεις. Όπως και μπορεί να μην αποδειχθεί κάτι τέτοιο.
Σε καμία των περιπτώσεων, όμως, δεν επιτρέπεται σε κανέναν εξ ημών να προλαμβάνει την κοινή γνώμη. Ειδικά όταν μιλάμε για κάποιον εκπρόσωπο του Κοινοβουλίου. Ειδικά όταν μιλάμε για νεκρούς. Το θεωρώ ασέβεια. Όχι μόνο εγώ. Αντιτίθεται στην κοινή λογική.
Εν κατακλείδι, αγαπητέ κ. Παπαδημούλη, δεν αφορά κανέναν η πολιτική ιδεολογία δύο ανθρώπων, των οποίων οι οικογένειες πενθούν. Αλλά, κι αν κάποιον τον κόφτει, το μεγαλύτερο βάρος αναλογεί στους εκπροσώπους του κόσμου, οι οποίοι θα πρέπει να σκεφτούν τι έχει φταίξει για όσα κοινωνικά φαινόμενα χαρακτηρίζουν την ελληνική κοινωνία τον τελευταίο καιρό. Ποιοι ευθύνονται για την έξαρση τάσεων που υποβόσκουν εδώ και πολλά χρόνια; Κάντε το σαν πείραμα, πριν πυροδοτήσετε την επόμενη κίνηση εντυπωσιασμού.
Μόνο που, όταν το κάνετε, να ξέρετε ότι θα χρειαστείτε μεγάλο καθρέφτη για να χωρέσει τόσα πολλά άτομα…