[soundcloud url=”http://api.soundcloud.com/tracks/9432427″]
(Είναι μεγάλο κατεβατό – πατήστε το Play παραπάνω για μουσική συνοδεία!)
Η Πεντέλη ήταν γνωστή σαν χώρος παραγωγής Λευκού μαρμάρου από το 500 π.Χ. και έδωσε από τα σπλάχνα της τα υλικά για να χτιστεί η Ακρόπολη της Αθήνας και ο Παρθενώνας. Μέχρι το 1900 μ.Χ. λατομεία υπήρχαν μόνο στην νότια πλευρά της, ενώ από την χρονιά αυτή αρχίζει να εγκαθίσταται n λατομική δραστηριότητα και στην βόρεια πλευρά της στην περιοχή του Διονύσου.
Η εκμετάλλευση ξεκίνησε από Αγγλους, πριν τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και συνεχίστηκε αργότερα μέχρι το 1949, έτος κατά το οποίο η ιδιοκτησία των λατομικών χώρων και περιοχών αγοράζεται από την εταιρεία “ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΜΑΡΜΑΡΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΠΕΝΤΕΛΗΣ”. Η ίδια εταιρεία, σταδιακα σταματησε την εκμετάλλευση των λατομείων της Πεντέλης, ενώ συνεχίζει μόνο στο Διονυσοβούνι. Από το 1994 ξεκίνησαν οι εργασίες μετατροπής ενός παλαιού λατομείου, στη θέση Αλούλα, σε χώρο αναψυχής και ανάδειξης της λατομικής τέχνης.
Ο Αλούλα, το όνομα του οποίου έχει το λατομείο, ήταν ένας εργολάβος που δούλευε στην εταιρεία, έως ότου σταμάτησαν οριστικά οι εργασίες το 1940. Οι αλλοιώσεις που υπέστη από τότε το λατομείο είναι ελάχιστες. Αφαιρέθηκαν τα σίδερα και τα κινητά στοιχεία, όμως αρκετά κτίρια και κατασκευές έμειναν όπως τα άφησαν οι λατόμοι, λίγο μετά την έναρξη του β’ παγκοσμίου πολέμου και την εισβολή των Γερμανών.
Το 1898, όταν n εταιρεία “Μάρμορ Λίμιτεντ” αγόρασε τα λατομικά δικαιώματα του Ιακώβου Στάϊγκερ, και αποφάσισε να δημιουργήσει το Λατομείο στη θέση που ονομάζεται σήμερα Αλούλα, βασικό της πρόβλημα ήταν η μεταφορά των προϊόντων εξόρυξης, δηλαδη κυρίως μάρμαρα επεξεργασμένα.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν φορτηγά και έτσι η Μάρμορ θα έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα σε δύο τρόπους για την μεταφορά των μαρμάρων. Ο ένας ήταν ο γνωστός από την αρχαιότητα, με τα κάρα. Ο δεύτερος, ο πιο άνετος, ήταν με τη χρήση των γραμμών με σιδηροτροχιές και ήταν αυτός που τελικά επιλέχτηκε. Σε σιδηροτροχιές κινούνταν τα βαγονάκια που έριχναν προς τα κάτω τα στείρα υλικά από την εξόρυξη και την επεξεργασία του μαρμάρου, σιδηροτροχιές υπήρχαν στις 4 κατρακύλες (ευθύγραμμες, επικλινείς εγκαταστάσεις για την μεταφορά των μαρμάρων) που κατέβαζαν τα μάρμαρα μέχρι τα σημεία που συναντούσαν το τοπικό δίκτυο του Ντεκοβίλ (σιδηροδρομική γραμμή μικρού ανοίγματος). Φυσικά, σιδηροτροχιές είχε και το τοπικό δίκτυο Ντεκοβίλ καθώς και η γραμμή Διονύσου-Κηφισιάς.
Οι εγκαταστάσεις στο Αλούλα ξεκίνησαν έναν χρόνο πριν το τέλος του προηγούμενου αιώνα. Έπρεπε να τελειώσει η κατασκευή της κατρακύλας για να ξεκινήσει n εκμετάλλευση του λατομείου. Ήδη είχε γίνει το τοπικό δίκτυο γραμμών που θα μετέφερε τα μάρμαρα μέχρι το σταθμό Διονύσου. Η κατρακύλα τελείωσε το 1900 και οι νησιώτες έβαλαν την υπογραφή τους, με σκάλισμα πάνω στο μάρμαρο. Τον ίδιο χρόνο άρχισε και n παραγωγή μαρμάρου.
Από τους πρώτους μήνες ήδη ήταν γνωστό στην εταιρεία. Αμέσως αποκλείστηκε η παραγωγή μεγάλων όγκων λευκού μαρμάρου, αφού τέτοιο δεν υπήρχε στην περιοχή αυτή. Συμβιβάστηκαν στην ιδέα ότι θα παράγουν ρείθρα πεζοδρομίου, νεροχύτες, σταυρούς και μικρούς όγκους για κάθε χρήση. Η εξόρυξη και η επεξεργασία του μαρμάρου γινόταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως και στην αρχαιότητα. Τα εργαλεία, ίδια και αυτά, τα κατασκεύαζαν οι λατόμοι στο γύφτικο (σιδηρουργείο) που δούλευε με κάρβουνο, φυσερό και λεκάνες νερού για να σβήνουν το πυρακτωμένο σίδερο.
Στο παλιό λατομείο η οργάνωση ήταν αξιοθαύμαστη με τα δεδομένα εκείνης της εποχής, τα κτίρια και οι λιθοδομές εξαιρετικά καλαίσθητες, ενώ το κύριο στοιχείο του χώρου ήταν η λιτότητα. Η γραμμή που κυριαρχούσε σ’ όλο το λατομείο ήταν η ευθεία. Αυτή τη μορφή είχαν οι δρόμοι για να συντομεύουν τις μετακινήσεις και να μειώνουν την καταναλισκόμενη ενέργεια, τα κτίρια για να ελαχιστοποιούν την εργασία και τα οικοδομικά υλικά, οι αυλές, οι κατασκευές για να συμφωνούν με την αισθητική του χώρου, τους ορθογώνιους εξορυσσόμενους όγκους και τα μέτωπα εξόρυξης. Η λιτότητα της ευθείας κυριαρχεί σ όλα τα σωζόμενα στοιχεία του χώρου.
Η κλίμακα όλων των κατασκευών είναι γήινη, πουθενά δεν υπερβαίνει τη γραμμή του αναγλύφου, σε κανένα δημιούργημα δεν υπάρχει ανθρώπινη έπαρση, ούτε προσπάθεια υπέρβασης του φυσικού μέτρου. Είναι εμφανής η προσπάθεια των δημιουργών να εκμεταλλευτούν την βαρύτητα, να αποφύγουν τον βοριά, να εκμεταλλευθούν την θέα.
Καλημέρα! Μπράβο Αλέξη!