Είναι περίεργο να σε προσδιορίζει η μουσική, οι στίχοι, οι λέξεις που συνοδεύονται από νότες σε ό,τι κι αν κάνεις.
Να αλλάζεις, να ανεβαίνεις και να πέφτεις, να παίζεις τη διάθεσή σου κορόνα – γράμματα ανάλογα με το πόσο σου μιλάει ένα τραγούδι που θα σου καρφωθεί από το πρωί στο μυαλό.
Να φωτίζεσαι και να σκοτεινιάζεις όσο κρατάει ένα τραγούδι. Να ερωτεύεσαι και να κλείνεσαι στον εαυτό σου, σε ρυθμό youtube, όσο διαρκεί ένα βίντεο – κλιπ.
Έχω μια κιβωτό που πιάνει τα 100 και από τα φινιστρίνια, μαύρα νερά λουστρίνια τα κοιτώ… Η ταχύτητα που πιάνει η ζωή μας, οι ρυθμοί που σε κάνουν να προσπερνάς ανθρώπους, ανάγκες, ιδέες, συναισθήματα. Η απομόνωση στο εγωιστικό καβούκι σου, εκεί που αισθάνεσαι προστατευμένος και αποστειρωμένος από όλους και όλα, εκεί που χαζεύεις από τα στρογγυλά παράθυρα, το μαύρο που σε περιμένει και καθρεφτίζει ένα είδωλο που ξέρεις και δεν ξέρεις. Η αντίφαση της έντονης κοινωνικότητας, του φαίνεσθαι που σε χαρακτηρίζει και της σκοτεινής εσωτερικότητας του αισθάνεσθαι, που σε ματώνει.
Την άλλη Κυριακή άμα δεν είσαι εκεί τα φώτα της θ’ ανάψω, να σ’αγαπώ θα πάψω, μείνε εκεί… Τα αδιέξοδα, τα deadlines, οι περιορισμοί, τα πρέπει, όλα όσα επιβάλεις στον εαυτό σου, η καταπίεση σε όσα νιώθεις γιατί είναι πολύ μεγάλα για να χωρέσουν στα στενά περιθώρια της καθημερινότητας και πολύ ανησυχητικά για τις πλειοψηφίες που λίγα καταλαβαίνουν και πολλά κρίνουν. Ωστόσο, μείνε εκεί… ως ιδέα, ως ψευδαίσθηση, έστω…
Έχω μια μηχανή, δεμένη με σκοινί, είσαι πληγή που ανοίγει το πρωί… ή το βράδυ αργά, που μένεις εσύ και οι σκέψεις σου, στην απόλυτη ηρεμία του ψευτο-ύπνου που σε τυλίγει. Εκεί που όλες οι φοβίες, οι ανασφάλειες, οι μανίες, παίρνουν διαστάσεις τραγικές. Τις αναπολείς αυτές τις ώρες και ας σε τρομάζουν. Είναι οι αλήθειες, οι πιο δικές σου ώρες, οι συζητήσεις με το είναι και το δεν είναι σου. Αυτές οι στιγμές που σε έκαναν ό,τι είσαι και δεν είσαι, ό,τι ονειρεύτηκες να γίνεις, όποιον ονειρεύτηκες να έχεις, όποιον έδιωξες από το απρόσκλητο όνειρο.
Το μυαλό μου είναι γεμάτο λέξεις, που δεν έχω πει ποτέ, που δεν έχω τραγουδήσει, που σιγοψιθυρίζω όταν οδηγώ, στο σκοτάδι, με τη μουσική στο τέρμα… Λατρεύω αυτόν τον συνδυασμό, την ένταση, την κιβωτό που τρέχει με 100 και τα φώτα της πόλης έξω, που σου θυμίζουν την επαφή σου με την κοινωνική πλευρά του εαυτού σου.
Το μυαλό μου είναι γεμάτο λέξεις που δεν έχω πει ποτέ. Με κουράζει απίστευτα ό,τι λέγεται και χάνεται. Λέξεις που επιχειρώ να γράψω, εκεί βγαίνει η μόνη αλήθεια μου και η εσωτερική κυκλοθυμία που με ταλαιπωρεί χρόνια μα θα την αγαπώ και θα την επιλέγω αιώνια.
Εσωτερική ακτινογραφία μου είχες πει, φίλη – όπου κι αν είσαι – όσα γράφεις… πως αντέχεις να τα μιλάς, να τα αναλύεις όλα αυτά, να τα μοιράζεσαι, με όσους τα διαβάζουν; Ψυχανάλυση στο λεπτό και τζάμπα σου είπα και έκλεισα το μάτι. Κάπου πρέπει να τα πω, κάποτε να τα αναλύσω, με κάποιους να τα μοιραστώ, χωρίς πολλές ερωτήσεις, απαιτήσεις και ιδιοτροπίες που μου χαλάνε τη σούπα νωρίς. Ό,τι λες φεύγει, ό,τι γράφεις σε στοιχειώνει για πάντα…
Είναι περίεργο να σε επηρεάζουν και να σε προσδιορίζουν λόγια, στίχοι νότες, μουσικές, ρυθμοί. Να σε καθορίζουν και να σε αλλάζουν σε ένα ατελείωτο κρυφτό με τον εαυτό σου, τις επιθυμίες σου και τα θέλω σου, που εύκολα αναπτύσσονται και δύσκολα ξεριζώνονται. Που αγαπάς και μισείς με όλη σου την καρδιά, αυτή η καρδιά που… δεν αντέχει πολλά, που μοναχή μες στον κόσμο κυλάει. Και μετά πριν ανέβει ψηλά, σε μια πόρτα κλειστή, αχ τι νύχτα κι αυτή, για να βγεις, να κρυφτείς, τα φυλάει…