Η κλασσική πια ιστορία “Η μοναξιά του δρομέα μεγάλων αποστάσεων” (βγήκε και σε ταινία αν βαριέστε να διαβάζετε) περιγράφει την μεταμόρφωση ενός φτωχού παιδιού στην Αγγλία που στην φυλακή βρίσκει διέξοδο στο τρέξιμο. Έχει ταλέντο, πάει καλά, του προτείνουν να πάει σε αγώνες για να δείξουν καλό δημόσιο προφίλ οι φυλακές. Αν κερδίσει θα του ελαφρύνουν τις δουλειές και ίσως βγει και πιο νωρίς. Τρέχει, τρέχει, τρέχει, τρέχει, φτάνει πρώτος στην γραμμή του τερματισμού και σταματάει. Φωνάζει το κοινό, φωνάζουν όλοι, αυτός κάθεται και αφήνει να τον περάσουν όλοι. Γιατί; Για να μην ξεπουληθεί στους διεφθαρμένους, στον σιχαμένο διευθυντή της φυλακής και το “σύστημα”. Ε, τις τρώει μετά, του ρίχνουν δεκαπλή δουλειά στην φυλακή αλλά ο μικρός μέσα του είναι πια ελεύθερος.
Κάπως έτσι νιώθω ως Έλληνας ψηφοφόρος. Μόλις έκλεισα τα 18 κλήθηκα να ψηφίσω πρώτη φορά. Πριν τριάντα χρόνια αλλά ακόμα θυμάμαι τις συζητήσεις:
“Να ψηφίσεις ότι σου πει ο πατέρας σου. Εσύ δεν ξέρεις ακόμα.”
“Να ψηφίσεις ΝΔ να φύγει επιτέλους ο Παπανδρέου.”
Τα έβαλα κάτω. Δεν ψήφισα ΝΔ. Και κάθε φορά στο παραβάν οι ίδιες φωνές στο κεφάλι μου. Ποτέ δεν έχω ψηφίσει ΝΔ ούτε ΠΑΣΟΚ. Αλλά δεν είναι εύκολο. Σαν τον Σμιθ στο βιβλίο, ο Έλληνας αντίστοιχος “μέσος άνθρωπος” στέκεται στην γραμμή του τερματισμού και όλοι του φωνάζουν τι να κάνει. Το αυτονόητο. Δεν σου άρεσε ο Χ, ψήφισε τον Ψ. Βαρέθηκες τον Ψ; Ψηφίζεις τον Ω που είναι οι παλιοί Χ με άλλα ρούχα.
Μια φορά αρρώστησα κυριολεκτικά, δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Έδωσα την ταυτότητα, πήρα τα ψηφοδέλτια, τράβηξα το κουρτινάκι του παραβάν και άρχισα να τρέμω. Δεν παίρνω καθόλου ελαφρά την ευθύνη της ψήφου. Όχι σαν αυτούς που λένε “έλα μωρέ! Τι διαφορά θα κάνει μια ψήφος!” Θυμάμαι κάθε εκλογική μου απόφαση και το σκεπτικό της γιατί ξέρω ότι θα λογοδοτήσω στα παιδιά μου για όλες τους. Κρύος ιδρώτας με έλουζε. Πράγματι το ΠΑΣΟΚ τότε είχε ξεσκίσει την χώρα, φαινόταν η ζημιά παντού, έπρεπε να φύγει. Αλλά ζύγιζα αν θα έχανε έτσι κι αλλιώς. Ζύγιζα και πόσο σάπια παρέμενε (και παραμένει) η ΝΔ. Σε κάτι ασκήσεις ηθικών διλημμάτων σε βάζουν συχνά οδηγό σε πούλμαν με παιδάκια, σε στενή γέφυρα και να πεταχτεί μπροστά σου μια οικογένεια. Τους πατάς ή φουντάρεις το πούλμαν; Κάπως έτσι ένιωθα, μου κόπηκαν τα πόδια. Απέξω με ρώτησε κάποιος αν ήμουν καλά γιατί αργούσα.
Τα κατάφερα όμως και τότε. Ψήφισα την επιλογή που νομίζω ότι έδινε το πιο σωστό σήμα σε όποιον θέλει να το ακούσει. Πριν τριάντα χρόνια το εξήγησα στον πατέρα μου, σήμερα το ξαναεξηγώ. Αυτός ο συγκεκριμένος δικομματισμός δεν βγαίνει πουθενά. Δεν έχει τρόπο να βελτιωθεί και καπελώνει σαν φυλακή όλη την κοινωνία. Τυχόν μικρά κόμματα με δυναμική τα σφάζουν ή τα ενσωματώνουν. Τυχόν νέες ιδέες τις εξαφανίζουν. Ή μπαίνεις στο κόμμα και τρως μαζί μας ή φεύγεις.
Ε, φύγε.
Τρέχεις, τρέχεις, τρέχεις μέχρι να καθαρίσει το μυαλό σου. Μέχρι να μην ακούς τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και κουβέντες καφενείου. Κάποια στιγμή βλέπεις τα πράγματα όπως είναι. Όχι θεωρητικές ασκήσεις επί χάρτου ή φτιασιδωμένες εικόνες τους στα media. Από κοντά αυτά τα κόμματα βρωμάνε όλα. Τρέχα μακριά. Οι μεγάλοι και τρανοί γίνονται θολές κουκκίδες κάπου στο βάθος, ούτε καν τα μονοπάτια και οι δρόμοι δεν σε πολυαπασχολούν πια, μόνο το τοπίο κι ο ουρανός.
Ζούμε σε μια χώρα με ψηλά βουνά, ανοιχτές θάλασσες και ατέλειωτο γαλάζιο ουρανό. Σιγά μην ψηφίσω ΝΔ, ΠΑΣΟΚ ή ΣΥΡΙΖΑ να μου λένε αυτοί πότε και που θα τρέχω.