Αν δεν υπήρχαν οι γυναίκες, τότε όλα τα χρήματα του κόσμου δεν θα είχαν καμία αξία.
—Αριστοτέλης Ωνάσης
Η εξουσία είναι το υπέρτατο αφροδισιακό.
—Χένρι Κίσινγκερ
ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΙΝΚΑΣ, το σεξ αποτελούσε μια βιομηχανία που λειτουργούσε με πολύ αυστηρούς κανόνες. Ο βασιλιάς-ήλιος Αταχουάλπα διατηρούσε 1.500 γυναίκες σε καθέναν από τους πολλούς «οίκους παρθένων» του βασιλείου του. Οι κοπέλες που ζούσαν εκεί επιλέγονταν με γνώμονα την ομορφιά τους, συνήθως προτού κλείσουν τα 8 χρόνια τους, ώστε να διασφαλίζεται η παρθενία τους. Αλλά σπα- νίως παρέμεναν παρθένες για πολύ καιρό· ήταν οι παλλακίδες του αυτοκράτορα. Κάτω από τον αυτοκράτορα, οι άνδρες κάθε κοινωνικής βαθμίδας δικαιούνταν το δικό τους χαρέμι, το μέγεθος του οποίου οριζόταν από τον νόμο. Τα χαρέμια των ανώτατων αρχόντων περιέλάμβαναν πάνω από 700 γυναίκες. Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δικαιούνταν 50 γυναίκες· οι ηγέτες υποτελών εθνών, 30· οι κυβερνήτες επαρχιών των εκατό χιλιάδων κατοίκων, 20· οι χιλίαρχοι, 15* οι πεντακοσί- αρχοι, 12· οι εκατόνταρχοι, 8· οι πεντηκόνταρχοι, 7· οι δεκάδαρχοι, 5* οι πεντάδαρχοι, 3. Έτσι, απέμεναν λιγοστές πολύτιμες γυναίκες για τους κοινούς Ινδιάνους, η σεξουαλική στέρηση των οποίων πρέπει να τους εξωθούσε σε απέλπιδες πράξεις, όπως μαρτυρούν οι σκληρές ποινές που προβλέπονταν για την προσβολή της τιμής των ανωτέρων τους. Αν ένας άνδρας ξελόγιαζε κάποια από τις παλλακίδες του αυτοκράτορα, θανατώνονταν τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγός του, τα παιδιά του, οι συγγενείς του, οι υπηρέτες του, οι συγχωριανοί του και όλα ταλάμα του, ενώ το χωριό του καταστρεφόταν ολοσχερώς και στη θέση απέμεναν μόνο πέτρες.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι ο Αταχουάλπα και οι ευγενείς του κατείχαν, κατά κάποιον τρόπο, την πλειοψηφία των μετοχών πατρότητας της επόμενης γενιάς. Συστηματικά αποστερούσαν από τους λιγότερο προνομιούχους άνδρες το γενετικό τους μερίδιο στις μελλοντικές γενιές. Πολλοί Ίνκας κατάγονταν από άνδρες των ανώτερων τάξεων.
Στο βασίλειο της Δαχομέης, στη δυτική Αφρική, κάθε γυναίκα βρισκόταν υπό την εξουσία του βασιλιά. Χιλιάδες γυναίκες διέμεναν στο βασιλικό χαρέμι για την προσωπική του απόλαυση, ενώ οι υπόλοιπες υποχρεώνονταν να «παντρευτούν» τους πιο ευνοούμενους υπηκόους του. Ως εκ τούτου, οι βασιλιάδες της Δαχομέης ήταν εξαιρετικά καρπεροί, την ώρα που οι απλοί άνδρες συχνά παρέμεναν άγαμοι και άτεκνοι. Σύμφωνα με έναν περιηγητή του 19ου αιώνα, στην πρωτεύουσα Αμπομέι «δύσκολα μπορούσε κανείς να βρει κατοίκους οι οποίοι να μην είχαν βασιλικό αίμα».
Η σχέση μεταξύ σεξ και εξουσίας είναι πανάρχαια.1
Ο άνθρωπος, ένα ζώο
Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε ρίξει παρά λίγες, πλάγιες ματιές στον άνθρωπο. Αυτό έγινε σκόπιμα. Οι αρχές που προσπάθησα να θεμελιώσω γίνονται καλύτερα κατανοητές αν παρατηρήσει κανείς έμβια όντα όπως οι αφίδες, οι πικραλίδες, οι μυξομύκητες, οι φρουτόμυγες, τα παγώνια και οι θαλάσσιοι ελέφαντες, παρά έναν ιδιόμορφο ανθρωποειδή πίθηκο. Εντούτοις, ο ιδιόμορφος αυτός πίθηκος δεν εξαιρείται από τις συγκεκριμένες αρχές. Όσο οφείλουμε να θεωρούμε προϊόντα της εξέλιξης τους μυξομύκητες, άλλο τόσο οφείλουμε να θεωρούμε προϊόν της εξέλιξης και τον άνθρωπο· και η επανάσταση των τελευταίων δεκαετιών στον τρόπο σκέψης των επιστημόνων γύρω από την εξέλιξη έχει τεράστιες προεκτάσεις που τον αφορούν, όπως και κάθε άλλο ζώο. Για να συνοψίσουμε το επιχείρημα που έχει αναπτυχθεί έως τώρα, η εξέλιξη δεν αφορά τόσο την επιβίωση του ικανότερου όσο την αναπαραγωγή του* κάθε έμβιο ον στον πλανήτη αποτελεί γέννημα μιας ατέρμονης σειράς εξελικτικών μαχών μεταξύ παρασίτων και ξενιστών, μεταξύ διαφορετικών αλληλόμορφων γονιδίων, μεταξύ ατόμων που ανήκουν στο ίδιο είδος, καθώς και μεταξύ μελών του ίδιου φύλου τα οποία ανταγωνίζονται για το ζευγάρωμα με το αντίθετο φύλο. Στις μάχες αυτές περιλαμβάνονται και ψυχολογικές αναμετρήσεις χειραγώγησης και εκμετάλλευσης άλλων μελών του είδους. Κανείς δεν βγαίνει ποτέ νικητής, διότι το μόνο που διασφαλίζει η επιτυχία σε μια δεδομένη γενιά είναι ότι, στην επόμενη γενιά, οι αντίπαλοι θα είναι καλύτερα προετοιμασμένοι, ώστε να παλέψουν σκληρότερα. Η ζωή είναι ένας σισύφειος αγώνας, στον οποίο οι συμμετέχο- ντες τρέχουν ολοένα γρηγορότερα προς μια γραμμή τερματισμού που σηματοδοτεί την έναρξη του επόμενου αγώνα.
Μερικοί θεωρούν αβάσιμη αυτή την προσέγγιση, με το σκεπτικό ότι ο άνθρωπος διαφέρει από τα υπόλοιπα ζώα, συνήθως επιχειρηματολογούν είτε πως η ανθρώπινη συμπεριφορά δεν είναι κληρονομήσι- μη αλλά επίκτητη είτε πως οι κληρονομούμενες συμπεριφορές εξ ορισμού δεν τροποποιούνται, παρότι ο άνθρωπος είναι ένα σαφώς εύπλαστο ον. Το πρώτο επιχείρημα υπερβάλλει· το δεύτερο δεν αληθεύει. Οι άνδρες δεν διδάσκονται τον σαρκικό πόθο από τους πατέρες τους* οι γυναίκες δεν μαθαίνουν να νιώθουν πείνα ή οργή. Τα αισθήματα αυτά αποτελούν στοιχεία της ανθρώπινης φύσης. Γεννιόμαστε με την έμφυτη τάση να βιώνουμε αισθήματα πόθου, πείνας και οργής. Μαθαίνουμε να απευθύνουμε την πείνα μας σε χάμπουργκερ, την οργή μας σε καθυστερημένα τρένα και τις ερωτικές μας επιθυμίες στο αντικείμενο του πόθου μας —εφόσον η περίσταση το επιτρέπει. Έτσι, «τροποποιούμε» τη «φύση» μας. Οι κληρονομικές μας τάσεις είναι καθ’ όλα εύπλαστες και διαχέονται σε οτιδήποτε κάνουμε. Δεν υφίσταται φύση χωρίς ανατροφή· ούτε και ανατροφή δίχως φυσικό υπόβαθρο. Το να ισχυρίζεται κανείς το αντίθετο είναι σαν να λέει ότι το εμβαδόν μιας επιφάνειας προσδιορίζεται μόνο από το μήκος και όχι από το πλάτος της. Κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά συνιστά έκφανση των βιολογικών ενστίκτων σε αλληλεπίδραση με τις εμπειρίες της ζωής.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, η μελέτη του ανθρώπου παρέμενε πλήρως ανεπηρέαστη από αυτές τις ιδέες. Ακόμη και σήμερα, οι περισσότεροι ανθρωπολόγοι και κοινωνιολόγοι επιμένουν σθεναρά ότι η εξέλιξη δεν έχει τίποτε να τους διδάξει. Αν και αποδέχονται ότι το σώμα των ανθρώπων έχει προκόψει μέσω φυσικής επιλογής, διατείνονται πως το πνεύμα και η συμπεριφορά τους αποτελούν «πολιτισμικά» προϊόντα· και πως οι ανθρώπινοι πολιτισμοί δεν αντικατοπτρίζουν την ανθρώπινη φύση, αλλά το αντίστροφο. Λόγω της στάσης τους αυτής, οι κοινωνικοί επιστήμονες περιορίζονται στη μελέτη των διαφορών ανάμεσα στις ανθρώπινες κοινωνίες ή ανάμεσα σε μεμονωμένους ανθρώπους —και συχνά καταλήγουν να τις μεγαλοποιούν. Ωστόσο, τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων τα οποία εγώ βρίσκω πιο συναρπαστικά δεν είναι όσα διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο, αλλά εκείνα που παραμένουν ίδια —πράγματα όπως η γραμματική γλώσσα, οι ιεραρχικές σχέσεις, ο έρωτας, η σεξουαλική ζήλια, οι μακροχρόνιοι δεσμοί μεταξύ ατόμων του αντίθετου φύλου (οι «γάμοι», αν θέλετε). Τα γνωρίσματα αυτά αποτελούν εκφάνσεις εκπαιδεύσιμων ενστίκτων που χαρακτηρίζουν το είδος μας και συνιστούν προϊόντα της εξέλιξης —όπως τα μάτια και οι αντίχειρές μας.2
Το νόημα του γάμου
Για τον άνδρα, οι γυναίκες αποτελούν οχήματα μεταφοράς των γονιδίων του στην επόμενη γενιά. Για τη γυναίκα, οι άν- δρες είναι πηγές μιας ζωτικής ουσίας —των σπερματοζωαρίων—, η οποία μπορεί να μετατρέψει τα ωάριά της σε έμβρυα. Για κάθε φύλο, τα μέλη του αντίθετου φύλου είναι περιζήτητα αγαθά προς εκμετάλλευση. Με ποιον τρόπο, όμως; Ένας πιθανός τρόπος εκμετάλλευσης του αντίθετου φύλου είναι να συγκεντρώσεις όσο περισσότερα μέλη του μπορείς, να τα πεί- σεις να ζευγαρώσουν μαζί σου, και κατόπιν να τα εγκαταλείψεις στην τύχη τους —όπως κάνουν οι αρσενικοί θαλάσσιοι ελέφαντες. Το άλλο άκρο είναι να βρεις ένα ταίρι με το οποίο να μοιραστείς εξίσου όλες τις υποχρεώσεις της ανατροφής των παιδιών —όπως κάνουν τα άλμπατρος. Κάθε είδος έχει το δικό του χαρακτηριστικό «σύστημα ζευγαρώματος», κάπου εντός αυτού του φάσματος. Ποιο μέρος του φάσματος καταλαμβάνει ο άνθρωπος;
Υπάρχουν πέντε πιθανοί τρόποι να το διαπιστώσουμε. Ο ένας, να παρατηρήσουμε ευθέως τους σύγχρονους ανθρώπους και να υποθέσουμε ότι η σεξουαλική συμπεριφορά τους ταυτίζεται με το ανθρώπινο σύστημα ζευγαρώματος. Η απάντηση από αυτή την προσέγγιση είναι ότι οι άνθρωποι συνάπτουν κατά κανόνα μονογαμικούς δεσμούς. Μια δεύτερη επιλογή, να μελετήσουμε την ανθρώπινη ιστορία και να συναγάγου- με τις σεξουαλικές συνήθειες του είδους μας από το ιστορικό του παρελθόν. Η ιστορία, όμως, μας διδάσκει ότι, πολύ συχνά, οι πλούσιοι και ισχυροί άνδρες κατείχαν μεγάλα χαρέμια με υπόδουλες παλλακίδες. Μια τρίτη προσέγγιση είναι να παρατηρήσουμε τον τρόπο διαβίωσης πρωτόγονων κοινωνιών, με τεχνολογία της Λίθινης Εποχής, και να υποθέσουμε ότι περίπου ανταποκρίνεται στον τρόπο διαβίωσης των προγόνων μας 10.000 χρόνια πριν. Οιλαοί αυτοί βρίσκονται κάπου ανάμεσα στα δύο άκρα: λιγότερο πολυγαμικοί από τις κοινωνίες του ιστορικού παρελθόντος, λιγότερο μονογαμικοί από τις σύγχρονες κοινωνίες. Η τέταρτη μέθοδος είναι να παρατηρήσουμε τους στενότερους συγγενείς μας, τους ανθρωποειδείς πιθήκους, και να συγκρίνουμε τη συμπεριφορά και την ανατομία τους με τη δική μας. Στην περίπτωση αυτή καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι άνδρες δεν έχουν αρκετά μεγάλους όρχεις για ένα σύστημα ελεύθερης σεξουαλικότητας όπως των χιμπαντζήδων, ότι δεν είναι αρκετά μεγαλόσωμοι για ένα σύστημα πολυγαμικών χαρεμιών όπως του γορίλλα (στα διάφορα είδη ζώων παρατηρείται ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στον βαθμό πολυγαμίας και στη διαφορά μεγέθους μεταξύ αρσενικών και θηλυκών), και ότι δεν είναι αντικοινωνικοί και απόλυτα αφοσιωμένοι στο ταίρι τους όπως οι μονογαμικοί γίββονες. Βρισκόμαστε κάπου στο ενδιάμεσο. Τέλος, ο πέμπτος τρόπος είναι να συγκρίνουμε τον άνθρωπο με άλλα είδη ζώων που επίσης επιδεικνύουν έντονη κοινωνική συμπεριφορά: τα αποικιακά πτηνά, τους πιθήκους και τα δελφίνια. Όπως θα δούμε, τα ζώα αυτά μας διδάσκουν ότι είμαστε σχεδιασμένοι για ένα σύστημα μονογαμίας που κατατρύχεται από τη μοιχεία.
Ορισμένες πιθανές επιλογές μπορούν τουλάχιστον να αποκλειστούν. Υπάρχουν συμπεριφορές που μας χαρακτηρίζουν ως είδος, όπως ο σχηματισμός μακροχρόνιων δεσμών μετά- ξύ ερωτικών συντρόφων, ακόμη και αν οι δεσμοί αυτοί συχνά δεν είναι μονογαμικοί. Δεν μοιάζουμε με τους αμερικανικούς αγριόγάλους, οι γάμοι των οποίων διαρκούν μόλις λίγα λεπτά της ώρας. Ούτε είμαστε πολυανδρικά ζώα, όπως τολελέ- κι της Βραζιλίας —ένα υδρόβιο πτηνό της τροπικής ζώνης, με τα μεγαλόσωμα σκληροτράχηλα θηλυκά να διοικούν χαρέμια μικρόσωμων ήμερων αρσενικών. Υπάρχει μόνο μία αληθινά πολυανδρική κοινωνία στη Γη: μια θιβετιανή κοινωνία στην οποία κάθε γυναίκα παντρεύεται ταυτόχρονα δύο ή περισσότερα αδέλφια, με σκοπό τη συγκρότηση μιας οικονομικά βιώσιμης οικογενειακής μονάδας σε μια άγονη γη, όπου οι άν- δρες φροντίζουν κοπάδια από γιακ προκειμένου να θρέψουν τις γυναίκες τους. Μάλιστα, ο νεότερος αδελφός συχνά φιλοδοξεί κάποτε να φύγει και να αποκτήσει τη δική του σύζυγο, οπότε για αυτόν η πολυανδρία ουσιαστικά δεν αποτελεί παρά επιλογή ανάγκης.3 Ούτε μοιάζουμε με τους κοκκινολαίμηδες ή τους γίββονες, είδη με αυστηρά χωροκρατική συμπεριφορά, όπου κάθε ζευγάρι μονοπωλεί και υπερασπίζεται έναν χώρο διαβίωσης με αρκετά μεγάλη έκταση, ώστε να ζήσει ολόκληρη τη ζωή του μέσα σε αυτόν. Μπορεί να χτίζουμε φράχτες γύρω από τους κήπους μας, όμως συχνά μοιραζόμαστε ακόμη και τα σπίτια μας με συγκατοίκους ή ενοίκους, ενώ περνάμε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας συναναστρεφόμενοι άλλους ανθρώπους ενόσω εργαζόμαστε, ψωνίζουμε, διασκεδάζουμε ή ταξιδεύουμε. Οι άνθρωποι ζουν σε ομάδες.
Τίποτε από όλα αυτά δεν μας βοηθά ιδιαίτερα, λοιπόν. Οι περισσότεροι σύγχρονοι άνθρωποι ζουν μεν σε μονογαμικές κοινωνίες, αλλά αυτό ενδέχεται να μην συνιστά επιταγή της ανθρώπινης φύσης αλλά του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οπότε χαλαρώνει η εφαρμογή των νομικών διατάξεων που την απαγορεύουν, η πολυγαμία ανθεί. Η Γιούτα έχει μια μα- κρά πολυγαμική παράδοση, με τις ευλογίες της Εκκλησίας των Μορμόνων, και τα τελευταία χρόνια οι εκπρόσωποι της πολιτείας έχουν επιδείξει μειωμένο δυναμισμό στην ποινική δίωξη των πολύγαμων ανδρών —με αποτέλεσμα η συνήθεια να επανέλθει. Παρότι οι πολυπληθέστερες ανθρώπινες κοινωνίες είναι μονογαμικές, φαινόμενα πολυγαμίας παρατηρούνται περίπου στα τρία τέταρτα των πρωτόγονων φυλών, ενώ ακόμη και οι θεωρητικά μονογαμικές κοινωνίες είναι στην πραγματικότητα μόνο κατ’ ευφημισμόν μονογαμικές. Καθ’ όλη την ανθρώπινη ιστορία, οι ισχυροί άνδρες είχαν συνήθως περισσότερες από μία ερωτικές συντρόφους, ακόμη και αν επίσημα είχαν μόνο μία νόμιμη σύζυγο. Αυτό όμως ισχύει μονάχα για τους ισχυρούς άνδρες. Ακόμη και στις ανοικτά πολυγαμικές κοινωνίες, οι περισσότεροι άνδρες αρκούνται σε μία μόνο σύζυγο, ενώ οι γυναίκες σχεδόν πάντοτε περιορίζονται σε έναν σύζυγο. Βρισκόμαστε λοιπόν στη μέση του πουθενά. Το ανθρώπινο είδος μπορεί να συμπεριφερθεί τόσο πολυγαμικά όσο και μονογαμικά, ανάλογα με τις περιστάσεις. Μάλιστα, ίσως είναι ανόητο να μιλάμε καν για ανθρώπινο σύστημα ζευγαρώματος. Οι άνθρωποι κάνουν ό,τι θέλουν, προσαρμόζοντας τη συμπεριφορά τους στις ευκαιρίες που τους παρουσιάζονται.4
Όταν τα αρσενικά «χυμοόν» και τα θηλυκά φλερτάρουν
Μέχρι πρόσφατα, οι εξελικτικοί βιολόγοι είχαν μια σχετικά απλή άποψη για τα συστήματα ζευγαρώματος των διάφορων ειδών, η οποία βασιζόταν στις Θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ αρσενικών και Θηλυκών. Αν οι ισχυροί άνδρες κατάφερναν να περάσει το δικό τους, τότε οι γυναίκες πιθανότατα θα ζούσαν σε χαρέμια, όπως οι φώκιες — αυτό διδάσκει, αναμφίβολα, η ανθρώπινη ιστορία. Αν οι περισσότερες γυναίκες κατάφερναν να περάσει το δικό τους, τότε οι άνδρες θα ήταν εξίσου πιστοί με τα άλμπατρος. Μολονότι η υπόθεση αυτή έχει τροποποιηθεί κάπως από τα σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα, εντούτοις
τα αρσενικά κατά κανόνα είναι εκείνα που ξελογιάζουν και τα θηλυκά εκείνα που ξελογιάζονται. Πέρα από τον άνθρωπο, το προφίλ των παθιασμένων, πολυγαμικών αρσενικών και των δειλών, πιστών θηλυκών παρατηρείται στο 99% περίπου των ζωικών ειδών, συμπεριλαμβανομένων των στενότερων συγγενών μας, των ανθρωποειδών πιθήκων.
Αναλογιστείτε, λόγου χάριν, το ζήτημα των προτάσεων γάμου. Δεν υπάρχει κοινωνία στην Γη όπου οι προτάσεις γάμου να γίνονται κατά κανόνα από τη γυναίκα ή την οικογένειά της. Ακόμη και στις πιο απελευθερωμένες δυτικές κοινωνίες, είθισται ο άνδρας να ζητά το χέρι τη γυναίκας και εκείνη να δέχεται ή να απορρίπτει την πρόταση. Η παράδοση σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες ζητούν τους άνδρες σε γάμο κάθε 29η Φεβρουάριου δείχνει παραστατικά πόσο λίγες τέτοιες ευκαιρίες τους παραχωρούνται: στις γυναίκες αναλογεί μόλις 1 ημέρα που δικαιούνται να κάνουν πρόταση γάμου έναντι 1.460 ημερών για τους άνδρες. Είναι αλήθεια ότι πολλοί σύγχρονοι άνδρες δεν πέφτουν στα γόνατα για να ζητήσουν το χέρι της συντρόφου τους, αλλά «συζητούν» το ζήτημα μαζί της ως ίσος προς ίσον. Ακόμη και τότε, όμως, το θέμα συνήθως εγείρεται από τον άνδρα. Αλλά και ως προς το ζήτημα της ερωτικής προσέγγισης αυτής καθ’ εαυτήν, ο άνδρας αναμένεται να κάνει την πρώτη κίνηση. Οι γυναίκες μπορεί να φλερτάρουν, αλλά εκείνοι που εφορμούν είναι οι άνδρες.
Γιατί να συμβαίνει αυτό; Οι κοινωνιολόγοι το αποδίδουν στην επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος, και εν μέρει έχουν δίκιο. Δεν πρόκειται όμως για ικανοποιητική απάντηση, αφού στο μεγάλο πείραμα σεξουαλικής απελευθέρωσης που εξελίχθηκε κατά τη δεκαετία του 1960 πολλές παραδοσιακές κοινωνικές επιταγές απορρίφθηκαν, το μοτίβο όμως επιβίωσε. Εξάλλου, οι κοινωνικές επιδράσεις συνήθως δεν αντιστρατεύ- ονται τα ένστικτα, αλλά τα ενισχύουν. Ύστερα από μια θεωρητική διαπίστωση του Robert Trivers, το 1972,s οι βιολόγοι διαθέτουν πλέον μια ικανοποιητική εξήγηση του γιατί τα αρσενικά ζώα συνήθως ερωτοτροπούν με μεγαλύτερη θέρμη συγκριτικά με τα θηλυκά, αλλά και γιατί υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα. Δεν φαίνεται να υπάρχειλόγος να αποκλείσουμε τον άνθρωπο από αυτή την εξήγηση. Σύμφωνα με τον Trivers, το φύλο που καταβάλλει τη μεγαλύτερη επένδυση στη δημιουργία και στην ανατροφή απογόνων, αποποιούμενο τις περισσότερες από όσες ευκαιρίες του παρουσιάζονται για δημιουργία και ανατροφή επιπλέον απογόνων, έχει το μικρότερο όφελος από κάθε επιπρόσθετο ζευγάρωμα. Το αρσενικό παγώνι δεν προσφέρει στο θηλυκό παρά λίγα σπερματοζωάρια μόνο. Δεν το προστατεύει από άλλα αρσενικά, δεν το ταΐζει, δεν του προφυλάσσει τις πηγές τροφής του, δεν το βοηθά να επωάσει τα αβγά του, δεν το βοηθά να αναθρέψει τους νεοσσούς. Όλα αυτά τα βάρη τα επωμίζεται το θηλυκό. Επομένως, το ζευγάρωμα ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό γίνεται υπό άνισους όρους.
Το θηλυκό παγώνι καταθέτει τα εχέγγυα μιας τεράστιας επένδυσης σε χρόνο και ενέργεια προκειμένου να μετατρέψει, ολομόναχο, τα σπερματοζωάρια του αρσενικού σε νέα παγώνια· το αρσενικό, από τη μεριά του, συνεισφέρει ελάχιστα —αν και θεμελιωδώς. Το θηλυκό μπορεί να διαλέξει όποιο αρσενικό θέλει, και δεν έχει κανένανλόγο να διαλέξει περισσότερα από ένα. Το αρσενικό θα είχε τα πάντα να κερδίσει και τίποτε να χάσει αν ζευγάρωνε αδιακρίτως με κάθε περαστικό θηλυκό, την ώρα που για το θηλυκό κάτι τέτοιο θα συνιστούσε άσκοπη σπατάλη χρόνου και ενέργειας. Κάθε φορά που το αρσενικό ξελογιάζει ένα νέο θηλυκό, κερδίζει το λαχείο μιας σπουδαίας επένδυσης σε γιους και κόρες. Κάθε φορά που το θηλυκό παρασύρει ένα νέο αρσενικό, απλώς αποκομίζει λίγα επιπλέον σπερματοζωάρια, τα οποία πιθανότατα δεν χρειάζεται. Συνεπώς, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι, στο ζήτημα της αναζήτησης ερωτικού συντρόφου, το αρσενικό παγώνι επιζητά την ποσότητα ενώ το θηλυκό την ποιότητα.
Κατ’ αναλογία, οι άνδρες θεωρητικά μπορούν να αποκτήσουν παιδί κάθε φορά που ζευγαρώνουν με μια καινούργια γυναίκα, την ώρα που οι γυναίκες μπορούν να κυοφορήσουν το παιδί ενός μόνο άνδρατη φορά. Μπορούμε να στοιχηματίσουμε με βεβαιότητα ότι ο Καζανόβας άφησε πίσω του περισσότερους απογόνους απ’ ό,τι η πόρνη της Βαβυλώνας.
Η βασική αυτή ασυμμετρία μεταξύ των δύο φύλων πηγάζει από τη διαφορά μεγέθους ανάμεσα στο σπερματοζωάριο και στο ωάριο. Το 1948, ένας βρετανός επιστήμονας ονόματι A.J. Bateman πραγματοποίησε ένα πείραμα στο οποίο παρατηρούσε την αναπαραγωγική επιτυχία φρουτομυγών που άφηνε να ζευγαρώνουν ελεύθερα. Ο Bateman διαπίστωσε ότι τα πιο περιζήτητα θηλυκά δεν ήταν περισσότερο καρπερά απ’ ό,τι τα λιγότερο περιζήτητα, την ώρα που τα πιο περιζήτητα αρσενικά ήταν μακράν πιο καρπερά από τα λιγότερο περιζήτητα.6 Η εξέλιξη της μητρικής φροντίδας, η οποία φθάνει στο αποκορύφωμά της στα θηλαστικά, συνέβαλε στη σημαντική μεγέθυνση αυτής της ασυμμετρίας. Τα θηλυκά θηλαστικά γεννούν μεγαλόσωμα μωρά ύστερα από μια μακρά περίοδο κυοφορίας, την ώρα που η συνεισφορά των αρσενικών στη δημιουργία απογόνων δεν διαρκεί παρά λίγα δευτερόλεπτα. Οι γυναίκες δεν μπορούν να αυξήσουν τη γονιμότητά τους ζευγαρώνοντας με περισσότερους ερωτικούς συντρόφους· οι άνδρες μπορούν. Και ο άνθρωπος δεν εξαιρείται από τον κανόνα της φρουτόμυ- γας. Ακόμη και στις σύγχρονες μονογαμικές κοινωνίες, ένας άνδρας έχει πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να αποκτήσει πολλά παιδιά συγκριτικά με μια γυναίκα. Για παράδειγμα, οι άνδρες που παντρεύονται δύο φορές στη ζωή τους συχνά αποκτούν παιδιά και από τις δύο συζύγους, ενώ αυτό συμβαίνει σπανιότερα στην αντίστοιχη περίπτωση διαζευγμένων γυναικών οι οποίες ξαναπαντρεύονται.7
Η μοιχεία και η πορνεία συνιστούν ιδιαίτερες περιπτώσεις πολυγαμικών σχέσεων, κατά τις οποίες δεν συνάπτονται δεσμοί γάμου μεταξύ των συντρόφων. Ώς εκ τούτου, η επίσημη σύζυγος ενός άνδρα ανήκει σε διαφορετική κατηγορία από τις ερωμένες του σε ό,τι αφορά το μέγεθος της επένδυσης που εκείνος ενδέχεται να κάνει για την ανατροφή των παιδιών τους. Οι άνδρες που μπορούν να ρυθμίσουν κατάλληλα τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις ώστε να τους περισσεύει χρόνος και χρήμα για τη συντήρηση δύο οικογενειών είναι τόσο σπάνιοι όσο και οι πλούσιοι.
Φεμινισμός και φάλαρόποδες
Η ισχύς του κανόνα ότι «το ύψος της γονικής επένδυσης που κάνει κάθε φύλο υπαγορεύει ποιο φύλο θα επιδιώξει την πολυγαμία» μπορεί να ελεγχθεί μέσω της μελέτης των εξαιρέσεών του. Στους ιππόκαμπους, το θηλυκό διαθέτει ένα είδος πέους, με το οποίο εγχέει ωάρια στο σώμα του αρσενικού, αντιστρέφοντας κομψά τη συνήθη μέθοδο ζευγαρώματος. Τα αβγά επωάζονται στο σώμα του αρσενικού. Και, όπως ακριβώς προβλέπει η θεωρία, δεν ερωτοτροπούν οι αρσενικοί ιππόκαμποι με τους θηλυκούς, αλλά οι θηλυκοί με τους αρσενικούς. Υπάρχουν περίπου 30 είδη πτηνών, μεταξύ των οποίων τα πιο γνωστά παραδείγματα είναι οι φαλαρόποδες και ταλελέκια της Βραζιλίας, όπου μεγαλόσωμα, επιθετικά θηλυκά ερωτοτροπούν με μικρόσωμα, αδιακόσμητα αρσενικά, τα οποία κατόπιν επωάζουν τα αβγά και ανατρέφουν τους νεοσσούς.8
Οι φάλαρόποδες και τα υπόλοιπα είδη στα οποία τον ρόλο του ξελογιαστή έχουν τα θηλυκά αποτελούν τις εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Θυμάμαι κάποτε ότι παρακολουθούσα ένα ττλήθος από θηλυκούς φάλαρόποδες να πάρε-
νοχλούν ένα καημένο αρσενικό τόσο έντονα, ώστε σχεδόν το έπνιξαν. Για ποιον λόγο το έκαναν αυτό; Επειδή την ίδια ώρα οι σύντροφοί τους επώαζαν πειθήνια τα αβγά τους, οπότε τα θηλυκά δεν είχαν τίποτε καλύτερο να κάνουν από το να αναζητήσουν επιπρόσθετους συντρόφους. Στα είδη όπου το αρσενικό καταβάλλει μεγαλύτερη επένδυση σε χρόνο και ενέργεια για τη φροντίδα των μικρών, τον ενεργό ρόλο στην ερωτοτρο- πία αναλαμβάνει το θηλυκό —και το αντίστροφο.9
Στον άνθρωπο, η ασυμμετρία αυτή είναι αρκετά εμφανής: εννέα μήνες εγκυμοσύνης έναντι πέντε λεπτών διασκέδασης. (Υπερβάλλω, φυσικά.) Αν οι ρόλοι των φύλων σε ό,τι αφορά την ερωτοτροπία καθορίζονται από την ασυμμετρία της γονικής επένδυσης, τότε δεν προξενεί έκπληξη ότι οι άνδρες ξελογιάζουν τις γυναίκες και όχι οι γυναίκες τους άνδρες. Αυτό μοιάζει να υποδηλώνει ότι οι πολυγαμικές ανθρώπινες κοινωνίες αντιπροσωπεύουν τον θρίαμβο των ανδρών, ενώ οι μονογαμικές τον θρίαμβο των γυναικών. Δεν πρέπει όμως να παρασυρόμαστε. Οι πολυγαμικές κοινωνίες πρωτίστως αντιπροσωπεύουν τον θρίαμβο ενός ή λίγων ανδρών έναντι όλων των υπόλοιπων ανδρών. Στις έντονα πολυγαμικές κοινωνίες, οι περισσότεροι άνδρες καταδικάζονται στην αγαμία.
Σε κάθε περίπτωση, η μελέτη της εξέλιξης δεν πρέπει να οδηγεί στην εξαγωγή οποιουδήποτε είδους ηθικών συμπερασμάτων. Η ασυμμετρία μεταξύ των φύλων ως προς την προ- γενετική τους επένδυση αποτελεί ένα απλό γεγονός της ζωής, χωρίς ηθικό περιεχόμενο. Πρόκειται για κάτι το «φυσικό». Για εμάς τους ανθρώπους, ελλοχεύει ο κίνδυνος είτε να ενστερνιστούμε αυτό το εξελικτικό σενάριο επειδή «δικαιολογεί» την τάση των ανδρών να ξενοκοιμούνται είτε να το απορ- ρίψουμε επειδή «υπονομεύει» τις κοινωνικές πιέσεις για την εδραίωση της ισότητας μεταξύ των φύλων. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν κάνει τίποτε από τα δύο. Οι αλήθειες της εξέλιξης δεν υποδεικνύουν τι είναι σωστό και τι λάθος. Δεν προσπαθώ να υπαγορεύσω τους ηθικούς κανόνες που οφείλουν οι άνθρωποι να ακολουθούν, αλλά να περιγράψω την εγγενή ανθρώπινη φύση. Το γεγονός ότι κάτι είναι φυσικό δεν το καθιστά ηθικά σωστό. Παραδείγματος χάριν, ο φόνος είναι καθ’ όλα «φυσικός», από την άποι|/η ότι οι πίθηκοι συγγενείς μας τον διαπράττουν τακτικά, όπως έκαναν και οι άνθρωποι πρόγονοί μας. Οι προκαταλήψεις, το μίσος, η βία, η κακία —όλα αυτά, λίγο έως πολύ, συνιστούν μέρος της φύσης μας, και όλα μπορούν να αντισταθμιστούν αποτελεσματικά με την κατάλληλη ανατροφή. Η φύση μας είναι εύπλαστη. Επιπλέον, το πιο φυσικό πράγμα σχετικά με την εξέλιξη είναι ότι ορισμένα στοιχεία της φύσης μας θα έρχονται διαρκώς αντιμέτωπα με άλλα. Η εξέλιξη δεν οδηγεί στην Ουτοπία. Οδηγεί σε έναν τόπο στον οποίο ό,τι ωφελεί έναν άνδρα ενδέχεται να βλάπτει κάποιον άλλο άνδρα· ή ό,τι ωφελεί μια γυναίκα ενδέχεται να βλάπτει κάποιον άνδρα. Η μία ή η άλλη συμπεριφορά θα καταδικαστεί σε μια «αφύσικη» μοίρα. Αυτή είναι η ουσία του μηνύματος της Κόκκινης Βασίλισσας.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα προσπαθώ διαρκώς να μαντεύω ποιες ανθρώπινες συμπεριφορές είναι «φυσικές». Οι προσωπικές μου ηθικές προκαταλήψεις ενδέχεται ενίοτε να παρεισφρέουν υπό τη μορφή ευσεβών πόθων, αλλά αυτό δεν θα συμβαίνει συνειδητά. Και όσο και αν μπορεί κατά καιρούς να σφάλλω ως προς τις εκτιμήσεις μου σχετικά με κάποια στοιχεία της ανθρώπινης φύσης, δεν έχω καμία αμφιβολία για αυτή καθ’ εαυτήν την ύπαρξη μιας κοινής ανθρώπινης φύσης προς διερεύνηση.
Η σημασία της ασωτίας των ομοφυλοφίλων
Η πορνεία είναι κυρίως γυναικεία υπόθεση, για τον απλό λόγο ότι υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση για γυναίκες που εκπορνεύονται παρά για άνδρες. Αν η ύπαρξη της γυναικείας πορνείας αποκαλύπτει τις σεξουαλικές ορέξεις των ανδρών σε όλη τη γύμνια τους, τότε το ίδιο συμβαίνει και με το φαινόμενο της ανδρικής ομοφυλοφιλίας. Πριν από την πανδημία του AIDS, οι ομοφυλόφιλοι άνδρες εκδήλωναν πολύ πιο εκτραχηλισμένη σεξουαλική συμπεριφορά σε σχέση με τους ετεροφυλόφιλους. Πολλά μπαρ ομοφυλοφίλων αποτελούσαν, και αρκετά εξακολουθούν να αποτελούν, στέκια στα οποία πήγαινε κανείς για σχέσεις της μίας βραδιάς. Στα λουτρά του Σαν Φρανσίσκο γίνονταν σεξουαλικά όργια με τη συνδρομή διεγερτικών ουσιών, που προκάλεσαν σάλο όταν συζητήθηκαν δημόσια κατά τα πρώτα χρόνια της εμφάνισης του AIDS. Μια έρευνα του Ινστιτούτου Kinsey σχετικά με τους ομοφυλόφιλους άνδρες της ευρύτερης περιοχής του Σαν Φρανσίσκο έδειξε ότι το 75% είχε συνευρεθεί με περισσότερους από εκατό ερωτικούς συντρόφους και το 25% με περισσότερους από χίλιους.10
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολλοί ομοφυλόφιλοι άνδρες με πιο μετρημένη σεξουαλική συμπεριφορά συγκριτικά με πολλούς ετεροφυλόφιλους. Αλλά ακόμη και οι ομοφυλόφιλοι ακτιβιστές παραδέχονται ότι, προτού εμφανιστεί το AIDS, οι ομοφυλόφιλοι είχαν γενικά λιγότερους σεξουαλικούς φραγμούς σε σχέση με τους ετεροφυλόφιλους. Δεν υπάρχει κάποια μεμονωμένη πειστική εξήγηση για αυτό. Οι ακτιβιστές υποστηρίζουν ότι η σεξουαλικώς έκλυτη ζωή των ομοφυλοφίλων οφείλεται εν πολλοίς στην περιθωριοποίησή τους από το κοινωνικό σύνολο. Όταν κανείς επιδίδεται σε έκνομες, «επαίσχυντες» δραστηριότητες, συχνά έχει την τάση να ωθείται στα άκρα. Η κοινωνική κατακραυγή και τα νομικά εμπόδια κατά του γάμου μεταξύ ομοφυλόφιλων επιδρούν αρνητικά στην εδραίωση σταθερών συντροφικών σχέσεων.
Το επιχείρημα αυτό όμως δεν πείθει. Η έλλειψη φραγμών δεν περιορίζεται σε όσους αναζητούν τον ομοφυλοφιλικό έρωτα στα κρυφά. Η απιστία αποτελεί ένα αποδεδειγμένα εντονότερο πρόβλημα στους «γάμους» μεταξύ ομοφυλόφιλων ανδρών παρά στα ετεροφυλόφιλα ανδρόγυνα, και η κοινωνία καταδικάζει σφοδρότερα τις περιστασιακές ομοφυλοφιλικές σχέσεις παρά τις σταθερές. Πολλά από τα παραπάνω επιχειρήματα ισχύουν και για τον λεσβιακό έρωτα, ο οποίος παρουσιάζει ορισμένες έντονες διαφορές σε σχέση με την ανδρική ομοφυλοφιλία. Οι ομοφυλόφιλες γυναίκες σπανίως αναζητούν σχέσεις της μίας βραδιάς με άγνωστες γυναίκες, και συνηθίζουν να συνάπτουν μακροχρόνιους δεσμούς με χαμηλή συχνότητα απιστίας. Οι περισσότερες λεσβίες συνευρίσκονται ερωτικά με λιγότερες από δέκα διαφορετικές συντρόφους καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.11
Ο Donald Symons, του Πανεπιστημίου της Κάλιφόρνιας στη Σάντα Μπάρμπαρα, υποστηρίζει ότι ολόγος για τον οποίον οι ομοφυλόφιλοι άνδρες έχουν κατά μέσον όρο περισσότερους ερωτικούς συντρόφους απ’ ό,τι οι ετεροφυλόφιλοι, και πολύ περισσότερους απ’ ό,τι οι ομοφυλόφιλες γυναίκες, έγκειται στο γεγονός ότι μπορούν ανεμπόδιστα να εκδηλώνουν τα ανδρικά τους ένστικτα και να ικανοποιούν τις ανδρικές ορμές τους χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις ορμές και τα ένστικτα των γυναικών.
Μολονότι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι, επιθυμούν γενικά την ανάπτυξη συντροφικών σχέσεων, οι σχέσεις αυτές σπανίως διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα, κυρίως εξαιτίας της ανδρικής επιθυμίας για ποικιλία ερωτικών συντρόφων, των ανήκουστων ευκαιριών που παρέχει ένας κόσμος ανδρών για την ικανοποίηση της επιθυμίας αυτής, και της ροπής των ανδρών προς τη σεξουαλική ζήλια. […] Πιστεύω ότι οι ετεροφυλόφιλοι άνδρες θα ήταν εξίσου πιθανόν να επιζητούν σεξουαλικές σχέσεις με αγνώστους, να συμμετέχουν σε όργια σε δημόσια λουτρά και να σταματούν για πέντε λεπτά στοματικού σεξ σε κάποιο δημόσιο ουρητήριο επιστρέφοντας στο σπίτι από τη δουλειά, αν οι γυναίκες έδειχναν ενδιαφέρον για αυτές τις δραστηριότητες.12
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες δεν αποζητούν τη συντροφικότητα μιας σταθερής σχέσης ούτε ότι δεν υπάρχουν πολλοί που να αποστρέφονται το σεξ με αγνώστους. Το επιχείρημα του Symons είναι ότι η επιθυμία για μακρόχρονη μονογαμική συντροφικότητα και η επιθυμία για περιστασι- ακό σεξ με αγνώστους δεν συνιστούν αμοιβαίως αποκλειόμενα ένστικτα. Μάλιστα, αποτελούν χαρακτηριστικό των ετεροφυλόφιλων ανδρών, όπως αποδεικνύει η ύπαρξη μιας ακμά- ζουσας βιομηχανίας συνοδών πολυτελείας, οι οποίες, με το κατάλληλο αντίτιμο, -ψυχαγωγούν σεξουαλικά έγγαμους επιχειρηματίες κατά τη διάρκεια των επαγγελματικών ταξιδιών τους. Το επιχείρημα του Symons δεν αφορά τον ομοφυλόφιλο άνδρα, αλλά τον άνδρα γενικότερα. Όπως τονίζει ο Symons, οι ομοφυλόφιλοι άνδρες συμπεριφέρονται σαν άνδρες, αλλά στον υπερθετικό βαθμό· το ίδιο, από την πλευρά τους, κάνουν και οι ομοφυλόφιλες γυναίκες.13
Πλούτος και χαρέμια
Στη σκακιστική αναμέτρηση των σεξουαλικών σχέσεων, το κάθε φύλο οφείλει να αποκρίνεται κατάλληλα στις κινήσεις του αντιπάλου. Το τελικό πρότυπο ζευγαρώματος, είτε μονογαμικό είτε πολυγαμικό, μοιάζει περισσότερο με αναγκαστική ισοπαλία λόγω έλλειψης κινήσεων παρά με ισοπαλία κατόπιν συμφωνίας ή με θρίαμβο της μίας ή της άλλης πλευράς. Στους θαλάσσιους ελέφαντες και τους αμερικανικούς αγριόγαλους, η έκβαση της αναμέτρησης βρίσκει τα αρσενικά να ενδιαφέ- ρονται αποκλειστικά για την ποσότητα και τα θηλυκά για την ποιότητα. Το κάθε φύλο πληρώνει βαρύ τίμημα, με τα αρσενικά να μάχονται λυσσαλέα, να εξουθενώνονται και να πεθαίνουν σε μια μάταιη —όπως αποδεικνύεται συχνά— προσπάθεια να αναδειχθούν ως το κυρίαρχο αρσενικό, και τα θηλυκά να παραιτούνται πλήρως από τη διεκδίκηση της παραμικρής συμμετοχής του πατέρα στην ανατροφή των παιδιών.
Στην περίπτωση των άλμπατρος, η σκακιστική αναμέτρηση οδηγείται σε ένα πολύ διαφορετικό είδος αναγκαστικής ισοπαλίας. Κάθε θηλυκό εξασφαλίζει έναν τέλειο σύζυγο· ο ενεργός ρόλος στην ερωτοτροπία δεν αναλαμβάνεται μόνο από τα αρσενικά, αλλά και από τα θηλυκά· και οι υποχρεώσεις της ανατροφής των μικρών επιμερίζονται εξίσου στα δύο φύλα. Κανένα φύλο δεν αναζητεί ποσότητα συντρόφων, αλλά και των δύο τα κριτήρια είναι ποιοτικά: το ενδιαφέρον τους εστιάζεται στην εκκόλαψη ενός μοναδικού αβγού και την πολύμηνη φροντίδα του νεοσσού. Δεδομένου ότι τα αρσενικά άλμπατρος έχουν τα ίδια γενετικά ελατήρια με τους αρσενικούς θαλάσσιους ελέφαντες, για ποιον λόγο συμπεριφέρονται τόσο διαφορετικά;
Η απάντηση, όπως πρώτος αντιλήφθηκε ο John Maynard Smith, μπορεί να δοθεί από τη θεωρία παιγνίων —μια τεχνική την οποία δανείστηκε η βιολογία από το πεδίο των οικονομικών. Η θεωρία παιγνίων διαφέρει από άλλα είδη θεωρητικών προσεγγίσεων σε τούτο: αναγνωρίζει ότι η έκβαση της αλληλεπίδρασης δύο ανθρώπων εξαρτάται συχνά από το τι κάνει ο κοινωνικός τους περίγυρος. Ο Maynard Smith επιχείρησε να αντιπαραβάλει γενετικές στρατηγικές, κατά το πρότυπο των οικονομολόγων για τις οικονομικές στρατηγικές. Ένα από τα προβλήματα που ξαφνικά φάνηκε ότι μπορούσε να επιλυθεί με αυτή τη μέθοδο ήταν το ερώτημα του γιατί τα διάφορα ζώα έχουν τόσο διαφορετικά συστήματα ζευγαρώματος.14
Φανταστείτε έναν πληθυσμό προγονικών άλμπατρος, όπου τα αρσενικά είναι έντονα πολυγαμικά και δεν αφιερώνουν καθόλου χρόνο για την ανατροφή των μικρών. Έστω ότι είστε ένα νεαρό αρσενικό που δεν έχει καμία προοπτική να γίνει κάτοχος χαρεμιού. Υποθέστε ότι αντί να καταβάλετε όλες τις προσπάθειές σας στην επιδίωξη του πολυγαμικού τρόπου διαβίωσης, παντρεύεστε ένα θηλυκό και το βοηθάτε στην ανατροφή των παιδιών. Δεν θα έχετε «πιάσει την καλή», αλλά τουλάχιστον θα έχετε μεγαλύτερη αναπαραγωγική επιτυχία από τους περισσότερους πιο φιλόδοξους αδελφούς σας. Υποθέστε, επίσης, ότι με το να βοηθήσετε τη σύζυγό σας στην ανατροφή του μωρού σας αυξάνετε κατά πολύ τις πιθανότητες επιβίωσής του. Ξαφνικά, τα θηλυκά του πληθυσμού διαθέτουν δύο επιλογές: να αναζητήσουν έναν πιστό και αφοσιωμένο σύντροφο, όπως εσείς, ή να προτιμήσουν ένα ηγετικό, πολυγαμικό αρσενικό. Δεδομένου ότι τα θηλυκά που αναζητούν πιστούς συντρόφους αφήνουν πίσω τους περισσότερους απογόνους, το ποσοστό των θηλυκών που εντάσσονται σε χαρέμια γενιά με τη γενιά θα μειώνεται, και μαζί του θα μειώνονται και τα ωφελήματα των πολυγαμικών αρσενικών. Τα ηνία του είδους έχει αναλάβειη μονογαμία.15
Το επιχείρημα λειτουργεί και αντίστροφα. Στην κάλαμο- σπίζα, ένα είδος σπουργίτη που ζει στον Καναδά, το αρσενικό ορίζει μια χωροκράτεια σε κάποιο λιβάδι και προσπαθεί να προσελκύσει σε αυτό θηλυκά, ώστε να ζευγαρώσει μαζί τους. Υποκύπτοντας στα θέλγητρα ενός αρσενικού που ήδη έχει μια σύζυγο, το θηλυκό παραιτείται από την αξίωση να λάβει βοήθεια στην ανατροφή των παιδιών. Αν όμως η χωροκράτεια του αρσενικού είναι πλουσιότερη σε πηγές τροφής σε σχέση με του γείτονα, τότε μπορεί να συμφέρει το θηλυκό να διαλέξει το συγκεκριμένο αρσενικό. Αν το πλεονέκτημα της επιλογής ενός δίγαμου αρσενικού για χάρη της χωροκράτειάς του ή των γονιδίων του υπερβαίνει το πλεονέκτημα της επιλογής ενός μονογαμικού αρσενικού για χάρη της πατρικής φροντίδας που μπορεί να προσφέρει, τότε θα επικρατήσει η πολυγαμία. Αυτό το επονομαζόμενο «μοντέλο του κατωφλιού πολυγυνίας» φαίνεται να εξηγεί για ποιον λόγο η πολυγαμία είναι τόσο διαδεδομένη στα πτηνά των βαλτότοπων της Βόρειας Αμερικής.16
Και τα δύο αυτά μοντέλα θα μπορούσαν να εφαρμοστούν εξίσου στην περίπτωση του ανθρώπου. Ίσως να γίναμε μονογαμικοί επειδή το πλεονέκτημα για μια γυναίκα τού να παντρευτεί έναν νεαρό άνδρα που θα τη βοηθούσε στη συντήρηση της οικογένειας αντιστάθμιζε το μειονέκτημα του να μην παντρευτεί τον αρχηγό της φυλής. Ή ίσως να γίναμε πολυγαμικοί εξαιτίας των διαφορών μεταξύ των ανδρών ως προς τον πλούτο που κατείχαν. Όπως χαρακτηριστικά είπε κάποτε μια εξελικτική βιολόγος: «Ποια γυναίκα δεν θα προτιμούσε να είναι η τρίτη σύζυγος του Τζον Κένεντι παρά η πρώτη σύζυγος ενός τυχάρπαστου;».17
Σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, στον άνθρωπο υπάρχει όντως ένα τέτοιο κατώφλι πολυγυνίας. Στην κενυατική φυλή των Κίπσιγκις, οι πλούσιοι άνδρες διαθέτουν περισσότερα βοοειδή και περισσότερες συζύγους απ’ ό,τι οι φτωχοί. Καθεμία από τις πολλές συζύγους ενός πλούσιου άνδρα βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα από τη μοναδική σύζυγό ενός φτωχού άνδρα, κάτι που όλες γνωρίζουν καλά. Σύμφωνα με τη Monique Borgehoff Mulder, του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Ντέιβις, η οποία έχει μελετήσει τη συγκεκριμένη φυλή, η πολυγαμία αποτελεί συνειδητή επιλογή από μέρους της γυναίκας. Ο πατέρας συμβουλεύεται την κόρη του προτού κανονίσει τον γάμο της, και όλες οι γυναίκες ξέρουν ότι τις περιμένει μια πιο άνετη ζωή ως δεύτερη σύζυγος ενός άνδρα με πολλές αγελάδες παρά ως μοναδική σύζυγος ενός άπορου άνδρα. Μάλιστα, μεταξύ των συζύγων των πλουσίων ανδρών γίνεται καταμερισμός των υποχρεώσεων και αναπτύσσονται σχέσεις συντρόφι- κότητας. Το μοντέλο του κατωφλιού πολυγυνίας μοιάζει να ταιριάζει αρκετά καλά στην περίπτωση των Κίπσιγκις.18
Εντούτοις, η θεωρία αυτή έχει δύο αδύναμα σημεία. Πρώτον, δεν μας πληροφορεί καθόλου για τις αντιλήψεις της πρώτης συζύγου. Δεν φαίνεται να υπάρχουν πολλά οφέλη για μια γυναίκα που μοιράζεται τον σύζυγό της με άλλες γυναίκες. Στην κοινότητα των μορμόνων της Γιούτα, είναι πασίγνωστο ότι οι πρώτες σύζυγοι δυσανασχετούν με τον ερχομό των δεύτερων συζύγων. Η Εκκλησία των Μορμόνων έχει αποκηρύ- ξει επισήμως την πολυγαμία εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, αλλά εσχάτως ορισμένοι φονταμενταλιστές αναβίωσαν το έθιμο και εξαπέλυσαν ανοικτή εκστρατεία για την επίσημη αποδοχή του. Στο Μπιγκ Γ ουότερ της Γ ιούτα, εν έτει 1991, ο δήμαρχος ήταν παντρεμένος με εννέα συζύγους και είχε είκοσι παιδιά. Οι περισσότερες σύζυγοί του ήταν γυναίκες καριέρας, οι οποίες δήλωναν ικανοποιημένες με την επλογή τους, αν και οι μεταξύ τους σχέσεις δεν ήταν πάντα αρμονικές. «Η πρώτη σύζυγος δεν καλοδέχεται τη δεύτερη», λέει η τρίτη σύζυγος, «και η δεύτερη δεν τρέφει αισθήματα συμπάθειας για την πρώτη. Έτσι, ενίοτε προκύπτουν καβγάδες και πικρίες».19
Αν υποθέσουμε ότι η πρώτη σύζυγος δεν θέλει να μοιραστεί τον σύζυγό της, τότε τι μπορεί να κάνει εκείνος για αυτό; Ενδέχεται να την εξαναγκάσει να αποδεχθεί την κατάσταση, όπως πιθανότατα έκαναν πολλοί μονάρχες του παρελθόντος, ή να προσπαθήσει να την κάλοπιάσει. Τα παιδιά της πρώτης συζύγου συνήθως απολαμβάνουν ειδικά προνόμια σε σχέση με τα παιδιά της δεύτερης, κάτι που πρέπει κάπως να της χρυσώνει το χάπι. Σε ορισμένες περιοχές της Αφρικής υπάρχουν γραπτοί νόμοι που ορίζουν ότι η πρώτη σύζυγος κληρονομεί το 70% των υπαρχόντων του συζύγου της.
Παρεμπιπτόντως, το ζήτημα του κατωφλιού πολυγυνίας γεννά το ακόλουθο ερώτημα: Ποιος ωφελείται από την απαγόρευση της πολυγαμίας στις σύγχρονες κοινωνίες; Αυτόματα υποθέτουμε ότι ωφελούνται οι γυναίκες. Ας το σκεφτού- με, όμως, λίγο καλύτερα. Αν δεχθούμε ότι θα ήταν παράνομο να εξαναγκάζεται κανείς σε γάμο παρά τη θέληση του, όπως πράγματι ισχύει σήμερα, τότε η επιλογή μιας γυναίκας να παντρευτεί έναν ήδη έγγαμο άνδρα θα ήταν ηθελημένη και συνειδητή. Μια γυναίκα με βλέψεις για επαγγελματική καριέρα ίσως να καλόβλεπε το ενδεχόμενο ενός ερωτικού τριγώνου, διότι έτσι θα μπορούσε να μοιραστεί τις υποχρεώσεις της ανατροφής των παιδιών με δύο συντρόφους αντί για έναν. Όπως πρόσφατα δήλωσε ένας μορμόνος δικηγόρος, υπάρχουν «αδιαμφισβήτητοι κοινωνικοί λόγοι» που καθιστούν την πολυγαμία «ελκυστική στα μάτια της σύγχρονης γυναίκας καριέ- ρας».20 Αναλογιστείτε όμως τις συνέπειες της πολυγαμίας στους άνδρες. Αν πολλές γυναίκες διάλεγαν να γίνουν δεύτερες ή τρίτες σύζυγοι πλούσιων ανδρών παρά πρώτες σύζυγοι φτωχών ανδρών, τότε θα προέκυπτε ένα έλλειμμα ανύπαντρων γυναικών και πολλοί άνδρες θα αναγκάζονταν, προς μεγάλη τους λύπη, να παραμείνουν άγαμοι. Αντί να προστατεύουν τις γυναίκες, οι νόμοι κατά της πολυγαμίας μπορεί στην πραγματικότητα να προστατεύουν τους άνδρες.21
Ας διατυπώσουμε τις τέσσερις εντολές της θεωρίας των συστημάτων ζευγαρώματος. Πρώτον, αν τα θηλυκά ωφελούνται επιλέγοντας πιστά και μονογαμικά αρσενικά, τότε θα επικρατήσει η μονογαμία —εκτός αν, δεύτερον, τα αρσενικά μπορούν να επιβάλλουν βιαίως τη θέλησή τους. Τρίτον, αν τα θηλυκά ωφελούνται επιλέγοντας ήδη ζευγαρωμένα αρσενικά, τότε θα επικρατήσει η πολυγαμία —εκτός αν, τέταρτον, τα ήδη ζευγαρωμένα θηλυκά μπορούν να παρεμποδίσουν τους συντρόφους τους από το να ζευγαρώσουν με νέα θηλυκά, οπότε θα κυριαρχήσει η μονογαμία. Επομένως, το απροσδόκητο συμπέρασμα της θεωρίας παιγνίων είναι ότι τα αρσενικά, παρά τον ενεργό τους ρόλο στη σαγήνευση των θηλυκών, ενδέχεται σε μεγάλο βαθμό να είναι παθητικοί θεατές του οικογενειακού τους πεπρωμένου.
Γιατί να επιδιώξει κανείς το σεξουαλικό μονοπώλιο; .Ωστόσο, η ιδέα του κατωφλιού πολυγαμίας κατάγεται από τον κόσμο των πτηνών. Οι ερευνητές των θηλαστικών βλέπουν τα πράγματα αρκετά διαφορετικά, διότι τα περισσότερα θηλαστικά βρίσκονται τόσο πάνω από το κατώφλι, ώστε οι τέσσερις εντολές να χάνουν κάθε νόημα. Στα θηλαστικά, τα αρσενικά συχνά αποδεικνύονται τόσο άχρηστα για το ταίρι τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ώστε τα θηλυκά ελάχιστα ενδιαφέρονται να αναζητήσουν ανύπαντρους ερωτικούς συντρόφους. Ο άνθρωπος αποτελεί μια εντυπωσιακή εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα. Λόγω της παρατεταμένης διάρκειας της γονικής φροντίδας, τα παιδιά μας θυμίζουν περισσότερο νεοσσούς πτηνών παρά νεογνά θηλαστικών. Έτσι, συμφέρει περισσότερο μια γυναίκα να διαλέξει για σύζυγό της έναν αδύναμο, ανύπαντρο άνδρα που θα μείνει κοντά της και θα συνεισφέρει στην ανατροφή των παιδιών, παρά τον πολύγαμο αρχηγό της φυλής, αν εκείνος πρόκειται να την εγκαταλείπει και να της χρεώσει εξ ολοκλήρου το μεγάλωμά τους. Θα επανέλθουμε σε αυτό το σημείο στο επόμενο κεφάλαιο. Προς το παρόν, ας ξε- χάσουμε τους ανθρώπους και ας εστιάσουμε την προσοχή μας στα ελάφια.
Τα θηλυκά ελάφια δεν έχουν λόγο να μονοπωλήσουν σεξουαλικά τους συντρόφους τους. Τα αρσενικά δεν παράγουν γάλα ούτε φέρνουν χόρτα για να φάνε τα μικρά. Ως εκ τούτου, στα διάφορα είδη ελαφιών το σύστημα ζευγαρώματος καθορίζεται από τις μάχες μεταξύ των αρσενικών, οι οποίες με τη σειρά τους εξαρτώνται από το πρότυπο χωρικής κατανομής των θηλυκών. Σε αγελαία είδη, όπου τα θηλυκά σχηματίζουν κοπάδια (όπως η άλκη, λόγου χάριν), τα αρσενικά μπορούν να γίνουν κάτοχοι κάποιου χαρεμιού. Αντίθετα, σε είδη όπου τα θηλυκά ζουν μοναχικά (όπως το ελάφι της Βιρτζίνια), τα αρσενικά αναλαμβάνουν την υπεράσπιση μιας χωροκράτειας και είναι κυρίως μονογαμικά. Κάθε είδος έχει το δικό του πρότυπο ζευγαρώματος, ανάλογα με τη συμπεριφορά των θηλυκών.
Τη δεκαετία του 1970, οι ζωολόγοι άρχισαν να διερευνούν αυτά τα πρότυπα ψάχνοντας να βρουν ποιος παράγοντας καθόριζε το ιδιαίτερο σύστημα ζευγαρώματος κάθε είδους. Στην πορεία επινόησαν έναν νέο επιστημονικό κλάδο, την «κοινω- νιοοικολογία». Οι πιο επιτυχημένες περιηγήσεις τους ήταν στις κοινωνίες των βοοειδών και των πιθήκων. Δύο έρευνες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, στα αρτιοδάκτυλα και στα πρωτεύοντα, μπορούσε κανείς να προβλέψει το σύστημα ζευγαρώματος ενός είδους αν γνώριζε τα ιδιαίτερα οικολογικά χαρακτηριστικά του τρόπου διαβίωσής του. Οι μικρόσωμες αντλόπες των δασών είναι επιλεκτικές ως προς τη διατροφή τους και, εξαιτίας αυτού, διάγουν μοναχικούς, μονογαμικούς βίους. Τα μέσου μεγέθους είδη των ανοικτών δασωδών εκτάσεων ζουν σε μικρές ομάδες και σχηματίζουν χαρέμια. Τα μεγαλόσωμα βοοειδή των κολάδων, όπως οι ταυρότραγοι και οι αφρικανικοί βούβαλοι, ζουν σε μεγάλα κοπάδια και ζευγαρώνουν ελεύθερα. Ένα παρόμοιο σύστημα έμοιαζε να ισχύει και στην περίπτωση των πιθήκων. Οι μικρόσωμοι νυκτόβιοι γαλάγοι είναι ζώα μοναχικά και μονογαμικά· οι μεγαλόσωμοι φυλλοφάγοι ίνδριδες ζουν σε χαρέμια· οι γορλλες που διαβι- ούν στις παρυφές των δασών σχηματίζουν μικρά χαρέμια* οι χιμπαντζήδες της δασώδους σαβάνας ζουν σε μεγάλες έλευθε- ριακές ομάδες· οι μπαμπουίνοι τωνλιβαδιών ζουν σε μεγάλα χαρέμια ή σε ομάδες με πολλά αρσενικά άτομα.22
Είχε αρχίσει να εδραιώνεται η εντύπωση ότι ο οικολογικός αυτός ντετερμινισμός είχε γενικότερη βάση. Η λογική που
κρυβόταν πίσω του ήθελε τα θηλυκά θηλαστικά να διαλέγουν κάποιο πρότυπο κατανομής που δεν σχετιζόταν με το ζευγάρωμα, και να ζουν είτε μοναχικά είτε σε ολιγοπληθείς ή πολυπληθείς ομάδες ανάλογα με τις τροφικές τους συνήθειες και τον βαθμό ασφάλειας του τρόπου διαβίωσής τους. Κατόπιν, τα αρσενικά προσπαθούσαν να μονοπωλήσουν όσο περισσότερα θηλυκά μπορούσαν, είτε παρέχοντας άμεση προστασία σε ομάδες θηλυκών είτε υπερασπιζόμενα μια χωροκράτεια στην οποία διαβιούσαν κάποια θηλυκά. Τα μοναχικά θηλυκά που ζούσαν απομονωμένα μεταξύ τους δεν έδιναν στο αρσενικό παρά μία επιλογή μόνο: να μονοπωλήσει τον χώρο διαβίωσης ενός μοναδικού θηλυκού και να γίνει ο πιστός και αφοσι- ωμένος σύζυγός του (κάτι που κάνουν, παραδείγματος χάριν, οι γίββονες). Τα μοναχικά θηλυκά που ζούσαν εγγύτερα μεταξύ τους παρείχαν τη δυνατότητα στο αρσενικό να μονοπωλήσει τους χώρους διαβίωσης δύο ή περισσότερων θηλυκών (όπως συμβαίνει, λόγου χάριν, στους ουραγκοτάγκους). Οι ολιγοπληθείς ομάδες θηλυκών τού έδιναν την ευκαιρία να μονοπωλήσει ολόκληρη την ομάδα και να τη μετατρέψει σε χαρέμι του (όπως κάνουν ο γορίλλες). Τις πολυπληθείς ομάδες δεν μπορούσε να τις ελέγξει μόνο του, οπότε αναγκαζόταν να τις μοιράζεται με άλλα αρσενικά (όπως γίνεται στους χιμπα- ντζήδες).
Ωστόσο, η κομψή αυτή εικόνα περιπλέκεται από έναν σημαντικό παράγοντα: το ότι το σύστημα ζευγαρώματος ενός είδους επηρεάζεται από την πρόσφατη εξελικτική ιστορία του. Ή, για να το θέσουμε πιο απλά, δύο είδη με παρόμοιες οικολογικές απαιτήσεις ενδέχεται να έχουν διαφορετικά συστήματα ζευγαρώματος, ανάλογα με την εξελικτική πορεία που έχει ακολουθήσει κάθε είδος. Στους βαλτότοπους της Σκωτίας και της βόρειας Αγγλίας, οι σκαπτικοί αγριόγαλοι και οιλυροπε- τεινοί ζουν σε ουσιαστικά πανομοιότυπα ενδιαιτήματα. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι οιλυροπετεινοί δείχνουν μεγαλύτερη προτίμηση για θαμνότοπους και για μέρη που δεν υφί- στανται έντονη βόσκηση από πρόβατα, τα δύο είδη δεν έχουν αξιόλογες οικολογικές διαφορές. Παρ’ όλα αυτά, οιλυροπε- τεινοί συγκεντρώνονται την άνοιξη σε θεαματικά λεκ, στα οποία όλα τα θηλυκά ζευγαρώνουν με ένα ή δύο αρσενικά μόνο, εκείνα που τα εντυπώσιασαν περισσότερο με τις επιδείξεις τους. Κατόπιν αναλαμβάνουν μόνα τους το έργο της ανατροφής των νεοσσών, χωρίς καμία βοήθεια από τα αρσενικά. Οι γειτονικοί αγριόγαλοι έχουν χωροκρατική συμπεριφορά και είναι μονογαμικοί· τα αρσενικά φροντίζουν τα μικρά σχεδόν όσο και τα θηλυκά. Τα δύο πτηνά έχουν τις ίδιες τροφικές συνήθειες, το ίδιο ενδιαίτημα, τους ίδιους εχθρούς, αλλά εντελώς διαφορετικά συστήματα ζευγαρώματος. Γιατί; Η εξήγηση την οποία προτιμώ εγώ, όπως και οι περισσότεροι βιολόγοι που έχουν μελετήσει τα συγκεκριμένα πτηνά, είναι ότι τα δύο είδη έχουν διαφορετική εξελικτική ιστορία. Οιλυροπετεινοί κατάγονται από δασόβιους προγόνους, τα θηλυκά των οποίων ανέπτυξαν την συνήθεια να διαλέγουν σύντροφο με γνώμονα τη γενετική του ποιότητα και όχι τη χωροκράτειά του.23
Κυνηγοί ή τροφοσυλλέκτες
Σε ό,τι αφορά τον άνθρωπο, το δίδαγμα είναι προφανές. Για να προσδιορίσουμε το σύστημα ζευγαρώματος μας, πρέπει να γνωρίζουμε το φυσικό μας ενδιαίτημα και το εξελικτικό μας παρελθόν. Διαμένουμε σε πόλεις εδώ και λιγότερο από 1.000 χρόνια. Καλλιεργούμε τη γη εδώ και λιγότερο από 10.000 χρόνια. Στην κλίμακα του εξελικτικού χρόνου, αυτά τα χρονικά διαστήματα είναι αμελητέα. Για περισσότερο από 1 εκατομμύριο χρόνια πριν από την ανάπτυξη της γεωργίας είχαμε εμφανώς ανθρώπινα χαρακτηριστικά και κατά κύριολόγο ζού- σαμε στην Αφρική, πιθανότατα ως κυνηγόί-τροφοσυλλέκτες —ή «αναζητητές τροφής», όπως σήμερα προτιμούν να λένε οι ανθρωπολόγοι. Επομένως, μέσα στο κρανίο των σύγχρονων κατοίκων των πόλεων βρίσκεται ένας εγκέφαλος σχεδιασμένος για τη συλλογή τροφής και το κυνήγι στην αφρικανική σαβάνα. Το «φυσικό» σύστημα ζευγαρώματος του σύγχρονου ανθρώπου αντιστοιχεί στο σύστημα ζευγαρώματος που είχαν τότε οι πρόγονοί μας.
Ο Robert Foley, ανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, έχει προσπαθήσει να ανασυστήσει την ιστορία του κοινωνικού μας συστήματος. Ο Foley επισημαίνει ότι στους ανθρωποειδείς πιθήκους παρατηρείται το φαινόμενο τα θηλυκά να εγκαταλείπουν κατά την ενηλικίωση την ομάδα στην οποία γεννήθηκαν, ενώ στους μπαμπουίνους εκείνα που φεύγουν είναι τα αρσενικά. Φαντάζει αρκετά δύσκολο για ένα είδος να πραγματοποιήσει τη μετάβαση από την εξωγαμία του θηλυκού στην εξωγαμία του αρσενικού, ή το αντίστροφο. Ως προς αυτό το χαρακτηριστικό, οι άνθρωποι παραμένουν, σε γενικές γραμμές, τυπικοί ανθρωποειδείς πίθηκοι ακόμη και σήμερα. Στις περισσότερες κοινωνίες, οι γυναίκες μετακομίζουν στο σπίτι του συζύγου τους, την ώρα που οι άνδρες συνήθως παραμένουν κοντά στους συγγενείς τους. Εντούτοις, υπάρχουν πολλές εξαιρέσεις: σε ορισμένες παραδοσιακές ανθρώπινες κοινωνίες, αν και ασφαλώς όχι στις περισσότερες, ο άνδρας είναι εκείνος που μετακομίζει στο σπίτι της γυναίκας.
Οι ανθρωποειδείς πίθηκοι, λόγω του φαινομένου της εξωγαμίας του θηλυκού, γενικά δεν διαθέτουν μηχανισμούς με τους οποίους τα θηλυκά να συγκροτούν συμμαχίες συγγενικών ατόμων. Οι νεαροί θηλυκοί χιμπαντζήδες συνήθως εγκαταλείπουν τη μητρική τους ομάδα και εντάσσονται σε κάποια μη συγγενική ομάδα, η οποία κυριαρχείται από άγνωστα αρσενικά. Για να το κάνουν αυτό, πρέπει να εξασφαλίσουν την εύνοια των θηλυκών που ήδη ζουν στη νέα ομάδα. Τα αρσενικά, αντίθετα, παραμένουν στην ομάδα όπου γεννήθηκαν και συνασπίζονται με ισχυρούς συγγενείς τους, ευελπιστώντας στο μέλλον να κληρονομήσουν την υι|/ηλή κοινωνική τους θέση.
Αυτά γνωρίζουμε σχετικά με την εξελικτική κληρονομιά μας από τους ανθρωποειδείς πιθήκους. Τι ξέρουμε για το φυσικό ενδιαίτημά μας; Προς το τέλος του Μειοκαίνου, πριν από περίπου 25 εκατομμύρια χρόνια, τα δάση της Αφρικής άρχισαν να περιορίζονται σε έκταση, καθώς εξαπλώνονταν περισσότερο άνυδρα και εποχικά ενδιαιτήματα —σαβάνες και χορτολιβαδικές ή θαμνώδεις εκτάσεις. Πριν από περίπου 7 εκατομμύρια χρόνια, οι πρόγονοί μας άρχισαν να αποκλίνουν από τους προγόνους των σύγχρονων χιμπαντζήδων. Οι προγονικοί αυτοί άνθρωποι εποίκισαν τα νέα, άνυδρα ενδιαιτήματα περισσότερο απ’ ό,τι οι χιμπαντζήδες και πολύ περισσότερο απ’ ό,τι οι γορίλλες, και σταδιακά προσαρμόστηκαν σε αυτά. Το γνωρίζουμε, επειδή τα αρχαιότερα απολιθώματα ανθρωπόμορφων πιθήκων (τωνλεγάμενων αυστραλοπιθήκων) βρέθηκαν σε περιοχές οι οποίες, τη δεδομένη χρονική περίοδο, δεν καλύπτονταν από δάση —στο Χαντάρ της Αιθιοπίας και στο Ολντουβάι της Τανζανίας. Τα σχετικά ανοικτά αυτά ενδιαιτήματα πιθανότατα ευνοούσαν τη συγκρότηση πολυπληθών ομάδων, όπως συμβαίνει στους χιμπαντζήδες και τους μπαμπούίνους —τα δύο άλλα πρωτεύοντα που διαβιούν σε μη δασωμένες εκτάσεις.Όπως διαρκώς διαπιστώνουν οι κοινωνι- οοικολόγοι, τα άδενδρα ενδιαιτήματα ευνοούν τη συγκρότηση πολυπληθών ομάδων ζώων τόσο επειδή οι πολυπληθείς ομάδες μπορούν αποτελεσματικότερα να αντιλαμβάνονται την παρουσία θηρευτών όσο και επειδή η τροφή συνήθως είναι κατανεμημένη με έναν έντονα ανομοιόμορφο τρόπο. Για λόγους όχι ιδιαίτερα πειστικούς (επικαλούμενοι κυρίως τη φαινομενικά μεγάλη διαφορά μεγέθους ανάμεσα στα αρσενικά και τα θηλυκά), οι περισσότεροι ανθρωπολόγοι πιστεύουν ότι οι πρώιμοι
αυστραλοπίθηκοι ζούσαν σε χαρέμια με ένα κυρίαρχο αρσενικό, όπως οι γορίλλες και ορισμένα είδη μπαμπούίνων.24
Λίγο καιρό αργότερα, όμως, πριν από περίπου 3 εκατομμύρια χρόνια, η γενεαλογική γραμμή των ανθρωπιδών χωρίστηκε σε δύο (ή περισσότερες) διακριτές γενεαλογικές γραμμές. Ο Foley πιστεύει ότι, λόγω του όλο και πιο εποχικού χαρακτήρα της βροχόπτωσης, ο τρόπος ζωής των πρώτων πιθηκανθρώπων είχε πια καταστεί μη βιώσιμος, διότι οι καρποί, οι σπόροι και τα έντομα που συγκροτούσαν το διαιτολόγιό τους είχαν αρχίσει να σπανίζουν ολοένα περισσότερο κατά την άνυδρη περίοδο. Έτσι, η μία γενεαλογική γραμμή προσαρμόστηκε σε δίαιτα βασιζόμενη κυρίως σε σκληρά φυτικά μέρη, με αποτέλεσμα να αναπτύξει μεγάλα δόντια και ισχυρή κάτω γνάθο. Με τον τρόπο αυτό, ο Australopithecus robustus, ο λεγόμενος «καρυοθραύστης άνθρωπος», μπορούσε να επιβιώνει κατά τη διάρκεια άνυδρων περιόδων καταναλώνοντας σκληρούς σπόρους και φύλλα. Αν και η ανατομία τους δεν μας παρέχει παρά λιγοστές σχετικές ενδείξεις, ο Foley εικάζει ότι οι «καρυοθραύστες» διαβιούσαν σε ομάδες με πολλά αρσενικά, όπως οι χιμπαντζήδες.25
Η άλλη γενεαλογική γραμμή, ωστόσο, ακολούθησε εντελώς διαφορετική πορεία. Τα ζώα που σήμερα κατατάσσονται στο γένος Homo υιοθέτησαν ένα διαιτολόγιο με κύριο συστατικό το κρέας. Πριν από 1,6 εκατομμύρια χρόνια, όταν ο Homo erectus ζούσε στην Αφρική, ήταν αναμφίβολα το πιο σαρκοφάγο είδος πιθήκου που είχε ζήσει ποτέ. Το συμπέρασμα προκύπτει από τα πολυάριθμα οστά άλλων ζώων που έχουν βρεθεί στους καταυλισμούς του. Ο Homo erectus ενδέχεται να τρεφόταν με αποφάγια λιονταριών ή και να χρησιμοποιούσε πρωτόγονα εργαλεία για να σκοτώνει δικά του θηράματα. Το σίγουρο είναι ότι, κατά τη διάρκεια της άνυδρης περιόδου, μπορούσε ολοένα περισσότερο να βασίζεται στο κρέας για την επιβίωσή του. Όπως σημειώνουν οι R. Foley και P.C. Lee: «Μολονότι οι αιτίες της ήταν οικολογικές, η σαρκοφαγία είχε σοβαρές συνέπειες τόσο στη γεωγραφική εξάπλωση του είδους όσο και στην κοινωνική ζωή του». Προκειμένου να κυνηγούν ή, ακόμη περισσότερο, να αναζητούν θηράματα λιονταριών, οι άνθρωποι αναγκάζονταν να απομακρύνονται από την εστία τους και να επιζητούν τη συντεταγμένη βοήθεια των συντρόφων τους. Είτε εξαιτίας αυτού του γεγονότος είτε συμπτωματικά, το ανθρώπινο σώμα υπέστη μια σειρά από συντονισμένες βαθμιαίες αλλαγές. Το κρανίο άρχισε να διατηρεί το νεανικό του σχήμα και κατά την ενήλικη ζωή, με συνέπεια αφενός να δημιουργηθεί χώρος για μεγαλύτερο εγκέφαλο και αφετέρου η κάτω γνάθος να παραμείνει μικρή. Η αναπαραγωγική ωρίμανση άρχισε σταδιακά να καθυστερεί, με αποτέλεσμα τα παιδιά να ενηλικιώνονται αργότερα και να εξαρτώνται για μεγαλύτερο διάστημα από τους γονείς τους.26
Ύστερα, για περισσότερο από 1 εκατομμύριο χρόνια, οι άνθρωποι ζούσαν με έναν τρόπο ο οποίος δεν μπορεί να άλλαξε πολύ. Διαβιούσαν σελιβαδικές εκτάσεις και δασωμένες σαβάνες, πρώτα στην Αφρική, αργότερα στην Ευρασία και τέλος στην Αυστραλασία και τις αμερικανικές ηπείρους· κυνηγούσαν θηράματα και συνέλεγαν καρπούς και σπόρους· εκδήλωναν ανεπτυγμένη κοινωνικότητα στο εσωτερικό κάθε φυλής και εχθρικές διαθέσεις απέναντι σε μέλη άλλων φυλών. Ο Don Symons χαρακτηρίζει τον συγκεκριμένο συνδυασμό χώρου και χρόνου στην εξελικτική ιστορία του ανθρώπου ως το «περιβάλλον της εξελικτικής προσαρμογής» (πεπ) και πιστεύει ότι έπαιξε καίριο ρόλο στη διαμόρφωση της ανθρώπινης ψυχολογίας. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να είναι προσαρμοσμένοι στο παρόν ή στο μέλλον τους· είναι προσαρμοσμένοι μονάχα στο παρελθόν τους. Παρ’ όλα αυτά, ο Symons συχνά παραδέχεται ότι δύσκολα μπορεί κανείς να μιλήσει με ακρίβεια για τις λεπτομέρειες του τρόπου ζωής των ανθρώπων στο ΠΕΠ. Πιθανολογείται ότι συγκροτούσαν ολιγοπληθείς ομάδες- ενδέχεται να ζούσαν νομαδικά- τρέφονταν τόσο με ζωικές όσο και με φυτικές τροφές- πιθανότατα διέθεταν όλα τα καθολικά γνωρίσματα των σύγχρονων ανθρώπινων κοινωνιών —τον θεσμό του γάμου μεταξύ δύο ατόμων ως το βασικό περιβάλλον για την ανατροφή των παιδιών, τον έρωτα, τη ζήλια, τη βία μεταξύ των ανδρών για τα μάτια γυναικών, την προτίμηση των γυναικών για ισχυρούς άνδρες, την προτίμηση των ανδρών για νεαρές γυναίκες, τις εχθροπραξίες ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες κ.ο.κ. Σχεδόν σίγουρα υπήρχε φυλετικός καταμερισμός της εργασίας, με τους άνδρες σε ρόλο κυνηγού και τις γυναίκες σε ρόλο τροφοσυλλέκτη, κάτι που παρατηρεί- ται αποκλειστικά στον άνθρωπο και σε ορισμένα αρπακτικά πτηνά. Στη φυλή Αχέ της Παραγουάης, ακόμη και σήμερα οι άνδρες εξειδικεύονται στην εξασφάλιση τροφών όπως το κρέας και το μέλι, τις οποίες οι γυναίκες που φροντίζουν νεαρά βρέφη δεν μπορούν να αναζητήσουν.27
Ο Kim Hill, του Πανεπιστημίου του Νιου Μέξικο, υποστηρίζει ότι ουδέποτε υπήρξε κάποιο σταθερό ΠΕΠ- συμφωνεί, ωστόσο, ότι ο τρόπος ζωής των αρχέγονων ανθρώπων χαρακτηριζόταν από ορισμένα καθολικά γνωρίσματα, τα οποία μπορεί μεν να μην διατηρούνται σήμερα, εντούτοις έχουν αφήσει το στίγμα τους στον σύγχρονο άνθρωπο. Για παράδειγμα, όλοι οι άνθρωποι γνώριζαν, ή τουλάχιστον είχαν ακουστά, όλα τα άτομα που θα συναντούσαν στη ζωή τους: δεν υπήρχαν άγνωστοι άνθρωποι, γεγονός το οποίο έπαιξε κομβικό ρόλο, μεταξύ άλλων, στην ιστορία του εμπορίου και των μέσων πρόληψης της εγκληματικότητας. Μια σημαντική συνέπεια της έλλειψης ανωνυμίας ήταν ότι οι απατεώνες και οι τσαρλατάνοι σπάνια μπορούσαν να εξαπατούν τους συνανθρώπους τους για πολύ καιρό.
Οι βιολόγοι μιας άλλης ερευνητικής ομάδας, του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, απορρίπτουν συνολικά τα επιχειρήματα σχετικά με το ΠΕΠ, προβάλλοντας δύο δικά τους αντεπιχειρήματα. Πρώτον, ισχυρίζονται ότι το σημαντικότερο στοιχείο του ΠΕΠ εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσά μας· πρόκειται για τους ανθρώπους που μας περιβάλλουν. Ο εγκέφαλός μας δεν απέκτησε τόσο μεγάλο μέγεθος για να κατασκευάζουμε εργαλεία, αλλά για να μπορούμε να ψυχολογούμε ο ένας τον άλλο. Το δίδαγμα της κοινωνιοοικολογίας είναι ότι το σύστημα ζευγαρώματος μας δεν καθορίζεται από τα οικολογικά μας χαρακτηριστικά, αλλά από τον κοινωνικό μας περίγυρο —άπό τα μέλη του ίδιου αλλά και του αντίθετου φύλου. Η κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη της νοημοσύνης μας ήταν η ανάγκη να ξεγελάσουμε, να ξεπεράσουμε, να βοηθήσουμε και να διδάξουμε τους συνανθρώπους μας.
Δεύτερον, επισημαίνουν ότι το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα του εξελικτικού σχεδιασμού μας είναι η υψηλή προσαρ- μοστικότητά μας. Έχουμε σχεδιαστεί έτσι ώστε να επιστρατεύουμε κάθελογής εναλλακτικές στρατηγικές προκειμένου να πετύχουμε τους σκοπούς μας. Ακόμη και σήμερα, οι κοινωνίες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών που εξακολουθούν να επιβιώνουν επιδεικνύουν τεράστια ποικιλομορφία ως προς τα οικολογικά και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά τους. Μάλιστα, πιθανότατα δεν συνιστούν αντιπροσωπευτικά δείγματα του συγκεκριμένου τρόπου διαβίωσης, διότι απαντούν κυρίως σε ερήμους και δάση, που ουδέποτε υπήρξαν το κύριο ενδιαίτημα του ανθρώπου. Ακόμη και την εποχή του Homo erectus, πόσω μάλλον στις μέρες μας, ενδέχεται να υπήρχαν κοινωνίες οι οποίες να εξειδικεύονταν στο ψάρεμα, στη συλλογή οστράκων, στο κυνήγι ή στο μάζεμα φυτικών τροφών. Σε ορισμένες από αυτές μπορεί κάλλιστα να παρουσιάζονταν ευκαιρίες για συσσώρευση πλούτου και ανάπτυξη πολυγαμικών σχέσεων. Στην πρό-
σφατη ιστορική μνήμη καταγράφεται μια προαγροτική κοινωνία Ινδιάνων στις βορειοδυτικές ΗΠΑ, η οποία στηριζόταν στο ψάρεμα σολομού και ήταν έντονα πολυγαμική. Στις κοινωνίες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, εφόσον η τοπική οικονομία το επέτρεπε, οι άνδρες μπορούσαν να είναι πολυγαμικοί και οι γυναίκες να εντάσσονται στο χαρέμι κάποιου ισχυρού άνδρα, παρακάμπτοντας τις αντιρρήσεις των προϋπαρχουσών συζύγων του. Αν η οικονομία δεν το επέτρεπε, τότε οι άνδρες μπορούσαν να γίνουν αφοσιωμένοι πατεράδες και οι γυναίκες ζηλιάρες σύζυγοι. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος διαθέτει πολλά εναλλακτικά συστήματα ζευγαρώματος, ανάλογα με την περίσταση.28
Η διαπίστωση αυτή υποστηρίζεται και από το γεγονός ότι τα μεγαλόσωμα, ευφυή και κοινωνικά ζώα έχουν γενικά πιο ευέλικτα συστήματα ζευγαρώματος σε σχέση με τα μικρόσωμα, λιγότερο ευφυή και λιγότερο κοινωνικά ζώα. Οι χιμπαντζή- 8ες συγκροτούν ολιγοπληθείς ή πολυπληθείς ομάδες, ανάλογα με τη φύση των τροφικών πηγών τους. Το ίδιο κάνουν και οι γαλοπούλες. Τα κογιότ σχηματίζουν αγέλες όταν πρόκειται να κυνηγήσουν κάποιο ελάφι, αλλά αρκούνται στις δικές τους δυνάμεις όταν κυνηγούν ποντίκια. Αυτά τα διαφορετικά πρότυπα κοινωνικής διαβίωσης ανάλογα με τις πηγές τροφής οδηγούν, με τη σειρά τους, σε ελαφρώς διαφορετικά πρότυπα ζευγαρώματος.
Σεξ και χρήμα
Αλλά αν ο άνθρωπος είναι όντως ένα εύπλαστο είδος, τότε το ΠΕΠ θα πρέπει κατά κάποιον τρόπο να βρίσκεται ακόμη γύρω μας. Όταν παρατηρούμε σύγχρονους κατοίκους των πόλεων να υιοθετούν συμπεριφορές με υψηλή προσαρμοστική αξία, ή όταν βλέπουμε την άσκηση εξουσίας από μέρους ισχυρών ανδρών να συντελεί στην αύξηση της αναπαραγωγικής τους επιτυχίας, αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι οι προσαρμογές που διαμορφώθηκαν στο ΓΙΕΓΙ (όπου και όποτε αυτό υπήρξε) εξακολουθούν να λειτουργούν. Μπορεί τα τεχνολογικά προβλήματα της διαβίωσης στα προάστια των μεγαλουπόλεων να απέχουν έτη φωτός από εκείνα της ζωής στην αφρικανική σαβάνα του Πλειστοκαίνου, όμως δεν συμβαίνει το ίδιο και για τα προβλήματα που αφορούν τις κοινωνικές μας συναναστροφές. Εξακολουθούμε να κουτσομπολεύουμε ανθρώπους τους οποίους γνωρίζουμε ή απλώς έχουμε ακουστά. Οι άνδρες εξακολουθούν να αποζητούν την εξουσία και να συνάπτουν συμ- μαχίες με άλλους άνδρες για να την κατακτήσουν. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τους ανθρώπινους θεσμούς εάν δεν κατανοήσουμε πρώτα τις εσωτερικές πολιτικές τους. Η μονογαμία της σύγχρονης εποχής ενδέχεται να αποτελεί μία από τις πολλές διαθέσιμες επιλογές στο ρεπερτόριο του ανθρώπινου συστήματος ζευγαρώματος, μαζί με τα χαρέμια της αρχαίας Κίνας και τη γεροντοκρατική πολυγαμία των σύγχρονων Αβορίγινων της Αυστραλίας (όπου οι άνδρες περιμένουν πολλά χρόνια μέχρι να παντρευτούν, και στη γεροντική τους ηλικία απολαμβάνουν μια δεύτερη νεότητα με μεγάλα χαρέμια).
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η ερωτική επιθυμία που όλοι αναγνωρίζουμε ότι μας διακατέχει ενδέχεται να είναι πολύ πιο συγκεκριμένη από όσο αντιλαμβανόμαστε. Δεδομένου ότι οι άνδρες μπορούν πάντοτε να αυξήσουν την αναπαραγωγική επιτυχία τους μέσω εξωσυζυγικών σχέσεων ενώ οι γυναίκες όχι, οφείλουμε να υποψιαστούμε ότι η συμπεριφορά των ανδρών θα είναι εξελικτικά προσανατολισμένη στην καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των ευκαιριών που τους παρουσιάζονται για πολυγαμικές σχέσεις και ότι ορισμένα από όσα πράγματα κάνουν θα αποσκοπούν ακριβώς σε αυτό.
Οι εξελικτικοί βιολόγοι συμφωνούν εν γένει ότι, κατά το Πλειστόκαινο (κατά τα 2 εκατομμύρια χρόνια ύπαρξης των σύγχρονων ανθρώπων πριν από την ανακάλυψη της γεωργίας), οι περισσότεροι πρόγονοί μας δεν απολάμβαναν παρά απρόβλεπτες μόνο ευκαιρίες για πολυγαμικές σχέσεις. Όταν κανείς παρατηρεί τις σύγχρονες κοινωνίες που βασίζονται στο κυνήγι και στην τροφοσυλλογή, διαπιστώνει ότι δεν διαφέρουν σημαντικά από τις δυτικές κοινωνίες. Οι περισσότεροι άνδρες είναι μονογαμικοί, αρκετοί έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις, καιλίγοι κατορθώνουν να είναι πολυγαμικοί —σε εξαιρετικές περιπτώσεις, συγκεντρώνοντας έως και πέντε συζύγους. Στους πυγμαίους της φυλής Άκα της Κεντρικής Αφρικανικής Δημοκρατίας, οι οποίοι κυνηγούν στα δάση χρησιμοποιώντας δίχτυα, το 15% των ανδρών έχουν περισσότερες από μία συζύγους, ένα συνηθισμένο μοτίβο στις κοινωνίες κυνηγών- τροφοσυλλεκτών.29
Ένας από τους λόγους που το κυνήγι και η τροφοσυλλογή δεν μπορούν να υποστηρίξουν υψηλά επίπεδα πολυγαμίας είναι ότι η επιτυχία ενός κυνηγού εξαρτάται περισσότερο από την τύχη και λιγότερο από τις κυνηγετικές αρετές του. Ακόμη και ο καλύτερος κυνηγός της φυλής γυρνούσε πολλές φορές με άδεια χέρια και αναγκαζόταν να ζητήσει από τους συντρόφους του να μοιραστούν τα θηράματα που έπιασαν εκείνοι. Το ισότιμο μοίρασματου κυνηγιού συνιστά μια ιδιαιτερότητα αυτών των ανθρώπινων κοινωνιών (στα περισσότερα από τα υπόλοιπα κοινωνικά ζώα που εξασφαλίζουν την τροφή τους από το κυνήγι δεν υπάρχει τέτοιου είδους αλληλεγγύη) και αποτελεί το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα του «αμοιβαίου αλτρουισμού», στον οποίον δημιουργείται ενίοτε η εντύπωση ότι θεμελιώνονται όλες οι ανθρώπινες κοινωνίες. Ένας τυχερός κυνηγός συλλαμβάνει περισσότερα θηράματα από όσα μπορεί να καταναλώσει, οπότε δεν έχει πολλά να χάσει αν τα μοιραστεί με τους συντρόφους του. Αντίθετα, έχει πολλά να κερδίσει, καθώς αν στο μέλλον φανεί άτυχος, εκείνοι με τους οποίους μοιράστηκε την τροφή του θα του το ανταποδώσουν. Αυτού του είδους η ανταπόδοση εξυπηρετήσεων υπήρξε ο αρχαίος πρόγονος της χρηματικής οικονομίας. Επειδή όμως δεν υπήρχε δυνατότητα αποθήκευσης του κρέατος και η τύχη δεν κρατούσε, οι κοινωνίες των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών δεν ευνοούσαν τη συσσώρευση πλούτου.30
Με την ανάπτυξη της γεωργίας, παρουσιάστηκε ξαφνικά η χρυσή ευκαιρία σε ορισμένους άνδρες να επιδιώξουν την πολυγαμία —και δεν την άφησαν να πάει χαμένη. Η καλλιέργεια της γης άνοιξε τον δρόμο ώστε κάποιοι να γίνουν πολύ ισχυρότεροι από τους συντρόφους τους μέσω της συγκέντρωσης ενός πλεονάσματος τροφής —είτε σιτηρών είτε οικόσιτων ζώων—, με το οποίο μπορούσαν να εξαγοράσουν την εργατική δύναμη άλλων ανδρών. Η πρόσθετη αυτή εργατική δύναμη τους επέτρεπε να αυξήσουν ακόμη περισσότερο το πλεόνασμά τους. Για πρώτη φορά, η κατοχή πλούτου αποτελούσε τον καλύτερο τρόπο για να αποκτήσει κανείς επιπλέον πλούτο. Η τύχη δεν συμβάλλει εξίσου στην επιτυχία ενός αγρότη και στην επιτυχία ενός κυνηγού. Η γεωργία επέτρεψε ξαφνικά στον καλύτερο αγρότη της φυλής να αποκτήσει όχι μόνο τις μεγαλύτερες ποσότητες τροφής αλλά και τα πιο αξιόπιστα μέσα παραγωγής της. Δεν είχε πια λόγο να μοιράζεται ελεύθερα την τροφή του με τους συνανθρώπους του, διότι δεν ανησυχούσε πλέον μήπως βρεθεί σε θέση ανάγκης. Στη φυλή Γκάνα Σαν της Ναμίμπιας, τα μέλη της οποίας εγκατέλειψαν τον κυνηγετικό τρόπο διαβίωσης της γειτονικής φυλής Κουνγκ Σαν προς χάριν της γεωργίας, παρατηρείται λιγότερο μοίρασμα της τροφής και μεγαλύτερος βαθμός άσκησης πολιτικής εξουσίας. Πλέον, ένας άνδρας που κατείχε τα καλύτερα ή τα μεγαλύτερα χωράφια, εργαζόταν σκληρότερα, διέθετε ένα επιπλέον βόδι ή γνώριζε κάποια σπάνια τέχνη μπορούσε να γίνει δέκα φορές πλουσιότερος από τον γείτονά του και, κατ’ αναλογία, να παντρευτεί περισσότερες συζύγους. Σε απλές αγροτικές κοινωνίες, συχνά οι ισχυρότεροι άνδρες έχουν χαρέμια με εκατό και πλέον γυναίκες.31
Οι ποιμενικές κοινωνίες είναι, σχεδόν ανεξαιρέτως, παραδοσιακά πολυγαμικές. Εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς γιατί συμβαίνει αυτό. Ένα κοπάδι προβάτων ή βοοειδών που περιλαμβάνει είκοσι πέντε ζώα απαιτεί σχεδόν τον ίδιο κόπο για τη φροντίδα του όσο και ένα κοπάδι πενήντα ζώων. Σε τέτοιου είδους οικονομίες κλίμακας, παρέχεται η δυνατότητα σε κάποιους άνδρες να συγκεντρώνουν πλούτο με ολοένα αυξανόμενο ρυθμό. Αυτό το φαινόμενο θετικής ανάδρασης οδηγεί στην ανάπτυξη ανισοτήτων ως προς την κατανομή του πλούτου, οι οποίες με τη σειρά τους γεννούν ανισότητες ως προς τις παρεχόμενες σεξουαλικές ευκαιρίες. Η μεγαλύτερη αναπαραγωγική επιτυχία ορισμένων ανδρών της κενυατικής φυλής Μουκογκόντο σε σχέση με άλλους οφείλεται στον μεγαλύτερο πλούτο που κατέχουν, ο οποίος τους επιτρέπει να παντρευτούν νωρίς στη ζωή τους και πολλές φορές.32
Όταν πια αναπτύχθηκε ο «πολιτισμός» σε έξι διαφορετικά και ανεξάρτητα μεταξύ τους σημεία του πλανήτη (από το 1700 π.Χ. στη Βαβυλώνα έως το 1500 μ.Χ. στο Περού τωνΊνκας), οι αυτοκράτορες είχαν ήδη συγκεντρώσει χιλιάδες γυναίκες στα χαρέμια τους. Πρωτύτερα, οι κυνηγετικές και πολεμικές αρετές ενός άνδρα μπορούσαν να του εξασφαλίσουν μία ή δύο επιπλέον συζύγους, και αργότερα ο πλούτος του μπορούσε να του εξασφαλίσει δέκα ή και περισσότερες. Αλλά οι πλούσιοι άνδρες απολάμβαναν και ένα άλλο πλεονέκτημα. Όχι μόνο μπορούσαν να αγοράσουν ευθέως συζύγους, μπορούσαν επίσης να αγοράσουν και «εξουσία». Είναι αξιοσημείωτη η δυσκολία διάκρισης μεταξύ πλούτου και εξουσίας πριν από την εποχή της Αναγέννησης. Μέχρι τότε, οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν διέθεταν οικονομικό τομέα ανεξάρτητο από τις δομές της εξουσίας. Ο καθένας οφείλε και υποταγή και τα προς το ζην στο ίδιο άτομο.33 Σε αδρές γραμμές, εξουσία είναι η δυνατότητα να βάζεις τρίτους να σου κάνουν τα θελήματα, και αυτό εξαρτιόταν πρωτίστως από τον πλούτο που κατείχες (και δευ- τερευόντως από την ικανότητά σου να ασκείς βία).
Το πάθος των αρσενικών για την εξουσία χαρακτηρίζει όλα τα κοινωνικά θηλαστικά. Στους αφρικανικούς βούβαλους, τα αρσενικά που αναρριχώνται σε υψηλές θέσεις στην ιεραρχία του κοπαδιού αποκομίζουν μεγάλα σεξουαλικά οφέλη. Οι αρσενικοί χιμπαντζήδες επίσης πασχίζουν να αναρριχηθούν στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας, ώστε να αυξήσουν τη συχνότητα με την οποία ζευγαρώνουν. Όπως όμως και οι άνδρες, οι αρσενικοί χιμπαντζήδες, για να ανέβουν τα σκαλιά της κοινωνικής ιεραρχίας, δεν βασίζονται εξ ολοκλήρου στη φυσική τους δύναμη. Επιστρατεύουν την πανουργία τους, και περισσότερο από όλα την ικανότητά τους να συνάπτουν συμμαχίες. Οι εχθροπραξίες ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες χιμπαντζή- δων αποτελούν ταυτόχρονα αιτία και αποτέλεσμα της τάσης των αρσενικών να συνάπτουν συμμαχίες. Στις μελέτες της Jane Goodall, τα αρσενικά μιας ομάδας χιμπαντζήδων είχαν πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι υστερούσαν αριθμητικά έναντι των αρσενικών μιας γειτονικής ομάδας, και συνειδητά αναζητούσαν ευκαιρίες να απομονώσουν κάποιο αρσενικό του εχθρού και να του επιτεθούν. Όσο μεγαλύτερη και πιο συνεκτική ήταν η συμμαχία μεταξύ των αρσενικών τόσο μεγαλύτερη ήταν και η αποτελεσματικότητά της.34
Συνασπισμοί αρσενικών παρατηρούνται σε αρκετά είδη ζώων. Στις γαλοπούλες, αδελφότητες αρσενικών ανταγωνίζονται μεταξύ τους σε κοινοτικούς χώρους επίδειξης, με τα θηλυκά να ζευγαρώνουν με τον πρεσβύτερο αδελφό εκείνης της αδελφότητας που αναδεικνύεται νικήτρια. Στα λιοντάρια, συ- νάπτονται συμμαχίες ανάμεσα σε αδελφούς με σκοπό να εκδιώξουν τα αρσενικά κάποιας αγέλης και να την καταλάβουν για λογαριασμό τους· κατόπιν σκοτώνουν όλα τα μωρά, ώστε τα θηλυκά να έρθουν ξανά σε οίστρο, και μοιράζονται ισότιμα μεταξύ τους το έπαθλο του ζευγαρώματος με όλες τις λέαινες της αγέλης. Στους δρυοκολάτττες των βελανιδιών, μια ομάδα από αδελφούς συζεί με μια ομάδα από αδελφές· την ελευθερι- ακή τους κομμούνα «στεγάζουν» σε ένα διάτρητο «δέντρο- σιταποθήκη», οι τρύπες του οποίου είναι γεμάτες με χιλιάδες βελανίδια, αποθηκευμένα ως τροφή για την περίοδο του χειμώνα. Οι νεοσσοί —που είναι ανίψια όλων όσων δρυοκολαπτών ζουν στο δέντρο, πλην των γονέων τους— εγκαταλείπουν κατά την ενηλικίωση την ομάδα, σχηματίζουν τις δικές τους αδελφότητες αρσενικών και θηλυκών, και καταλαμβάνουν κάποιο άλλο δέντρο-σιταποθήκη, εκδιώκοντας τους κατόχους του.35
Οι συμμαχίες μεταξύ αρσενικών ή θηλυκών ατόμων δεν είναι απαραίτητο να βασίζονται σε σχέσεις συγγένειας. Τα αδέλφια έχουν την τάση να άλληλοβοηθούνται επειδή συγγενεύουν· ό,τι ωφελεί τα γονίδια του αδελφού σας ωφελεί και τα δικά σας, δεδομένου ότι κατά το ήμισυ τα γονίδιά σας ταυτίζονται. Υπάρχει όμως και ένας άλλος τρόπος να διασφαλιστεί ότι ο αλτρουισμός θα αποβεί ωφέλιμος: η αμοιβαιότητα. Αν ένα ζώο έχει ανάγκη τη βοήθεια κάποιου άλλου, θα μπορούσε να του υποσχεθεί ότι θα ανταποδώσει την εξυπηρέτηση κάποια στιγμή στο μέλλον. Εφόσον η υπόσχεση είναι αξιόπιστη —με άλλα λόγια, εφόσον τα άτομα μπορούν να αλληλοανα- γνωρίζονται και επίσης συμβιώνουν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να εισπράττουν τις οφειλές τους—, ένα αρσενικό θα μπορούσε να στρατολογήσει άλλα αρσενικά σε μια αποστολή αναζήτησης σεξουαλικών ωφελημάτων. Κάτι τέτοιο φαίνεται να συμβαίνει στα δελφίνια, για τη σεξουαλική ζωή των οποίων μόλις πρόσφατα έχουμε αρχίσει να μαθαίνουμε λεπτομέρειες. Χάρη στο ερευνητικό έργο των Richard Connor, Rachel Smolker και των συνεργατών τους, σήμερα γνωρίζουμε ότι ομάδες αρσενικών δελφινιών απαγάγουν μεμονωμένα θηλυκά, τα εκφοβίζουν, τους επιδεικνύονται με ακροβατικές χορογραφίες, και κατόπιν τα μονοπωλούν σεξουαλικά. Μόλις το θηλυκό γεννήσει, η αρσενική συμμαχία χάνει το ενδιαφέρον της για αυτό και του επιτρέπει να επιστρέφει σε ένα κοπάδι θηλυκών δελφινιών. Οι συμμαχίες μεταξύ των αρσενικών συχνά έχουν προσωρινό χαρακτήρα και βασίζονται σε ένα πνεύμα δούναι καιλαβείν.36
Όσο πιο ευφυές είναι ένα είδος και όσο πιο ρευστούς συνασπισμούς σχηματίζει τόσο λιγότερο επαφίενται τα φιλόδοξα αρσενικά στη σωματική τους δύναμη. Οι βούβαλοι και τα λιοντάρια κατακτούν την εξουσία μέσα από διαγωνισμούς σωματικής ρώμης. Αλλά τα δελφίνια και οι χιμπαντζήδες, παρόλο που οφείλουν να μην υστερούν σωματικά αν θέλουν να κατακτήσουν την εξουσία, μπορούν να βασιστούν πολύ περισσότερο στην ικανότητά τους να συγκροτούν νικηφόρους συνασπισμούς αρσενικών. Στον άνθρωπο, δεν υφίσταται σχεδόν καμία σύνδεση μεταξύ σωματικής ρώμης και εξουσίας —τουλάχιστον όχι ύστερα από την εφεύρεση όπλων σαν τη σφεντόνα, που λειτουργούν από απόσταση, όπως για κακή του τύχη έμαθε από πρώτο χέρι ο Γολιάθ. Για τον άνδρα, τα μέσα με τα οποία μπορεί να κατακτήσει την εξουσία είναι ο πλούτος, η πανουργία, η τέχνη της πολιτικής και η εμπειρία. Από τον Αννίβα μέχρι τους ηγέτες των σημερινών κρατών, οι άνδρες κατακτούν την εξουσία συγκροτώντας συνασπισμούς συμμάχων. Στον άνθρωπο, ο πλούτος αναδείχθηκε σε τρόπο συγκρότησης τέτοιων συμμαχιών εξουσίας. Για τα άλλα ζώα, τα ωφελήματα της εξουσίας είναι κατά κύριο λόγο σεξουαλικά. Ισχύει άραγε το ίδιο και για τους άνδρες;
Ασυγκράτητοι αυτοκράτορες
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η Mildred Dickemann, ανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρ- κλεϊ, αποφάσισε να εφαρμόσει ορισμένες δαρβινικές ιδέες στη μελέτη της ανθρώπινης ιστορίας και του ανθρώπινου πολιτισμού. Η Dickemann προσπαθούσε να διαπιστώσει κατά πόσον οι προβλέψεις που έκαναν οι εξελικτικοί βιολόγοι για τα άλλα ζώα έβρισκαν εφαρμογή και στον άνθρωπο. Αυτό που ανακάλυψε ήταν ότι, στις έντονα διαστρωματομένες ανατολικές κοινωνίες των πρώιμων ιστορικών χρόνων, οι άνθρωποι έμοιαζαν να συμπεριφέρονται ακριβώς όπως θα ανέμενε κανείς να συμπεριφέρονται αν γνώριζαν ότι ο λόγος για τον οποίο βρέθηκαν στη Γη ήταν να αποκτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερους απογόνους. Με άλλα λόγια, οι άνδρες είχαν την τάση να επιζητούν την πολυγαμία, ενώ οι γυναίκες πάσχιζαν να παντρευτούν άνδρες των ανώτερων κοινωνικών τάξεων. Επιπλέον, η Dickemann παρατήρησε ότι πολλά πολιτισμικά έθιμα —η προίκα, η βρεφοκτονία των κοριτσιών, ο εγκλεισμός των γυναικών σε μοναστήρια για τη διασφάλιση της παρθενίας τους— συμβάδιζαν με αυτό το μοτίβο. Στην Ινδία, παραδείγματος χάριν, τα θηλυκά βρέφη των ανώτερων καστών θανατώνονταν συχνότερα απ’ ό,τι των κατώτερων, διότι υπήρχε μικρότερη δυνατότητα για μια γυναίκα ανώτερης κάστας να παντρευτεί έναν άνδρα από κάποια ακόμη ανώτερη κάστα. Με άλλα λόγια, το ζευγάρωμα συνιστούσε ένα είδος συναλλαγής: η ισχύς και οι πόροι του άνδρα έναντι του αναπαραγωγικού δυναμικού της γυναίκας.37
Την ίδια περίπου εποχή με τις έρευνες της Dickemann, ο John Hartung, του Πανεπιστημίου Harvard, άρχισε να διερευνά τα μοτίβα που παρατηρούνταν σε διάφορες κοινωνίες σε ό,τι αφορά την κληροδότηση του υλικού πλούτου. Ο Hartung υπέθεσε ότι, στις πολυγαμικές κοινωνίες, οι πλούσιοι θα είχαν την τάση να κληροδοτούν την περιουσία τους στους γιους τους παρά στις κόρες τους, διότι οι πλούσιοι γιοι θα μπορούσαν να τους φέρουν περισσότερα εγγόνια σε σχέση με τις πλούσιες κόρες. Ένας πλούσιος γιος θα μπορούσε να αποκτήσει παιδιά από πολλές διαφορετικές συζύγους, ενώ μια πλούσια κόρη δεν θα μπορούσε να αυξήσει το πλήθος των παιδιών της ακόμη και αν παντρευόταν πολλούς συζύγους. Αρα, όσο πιο πολυγαμική είναι μια κοινωνία τόσο πιθανότερο είναι να μεροληπτεί υπέρ των ανδρών σε ζητήματα κληρονομιάς. Μια επισκόπηση τετρακοσίων ανθρώπινων κοινωνιών έχει επιβεβαιώσει κατηγορηματικά την υπόθεση του Hartung.38
Αυτό φυσικά δεν αποδεικννει τίποτε. Η επαλήθευση μιας εξελικτικής πρόβλεψης ενδέχεται να μην είναι τίποτε περισσότερο από απλή σύμπτωση. Υπάρχει μια διδακτική ιστορία την οποία αφηγούνται οι επιστήμονες, για έναν άνδρα που ήθελε να ελέγξει την υπόθεσή του ότι τα αφτιά των ψύλλων βρίσκονται στα πόδια τους. Έτσι, πήρε ένα ψύλλο, του έκοψε τα πόδια, και του ζήτησε να πηδήξει. Όταν ο ψύλλος δεν το έκανε, ο επιστήμονας συμπέρανε πως είχε δίκιο: τα αφτιά των ψύλλων πράγματι βρίσκονται στα πόδια τους!
Παρ’ όλα αυτά, οι δαρβινιστές άρχισαν να σκέφτονται ότι η εξελικτική βιολογία θα μπορούσε ίσως να παίξει διαφωτιστικό ρόλο στη μελέτη της ανθρώπινης ιστορίας. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Laura Betzig αποφάσισε να ελέγξει την ιδέα ότι οι άνθρωποι έχουν προσαρμοστεί, μέσω της φυλετικής επιλογής, να εκμεταλλεύονται κάθε πιθανή κατάσταση που συναντούσαν. Αν και δεν έτρεφε πολλές ελπίδες επιτυχίας, πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος να ελέγξει την εικασία της ήταν να θέσει ως βάση συλλογισμού την απλούστερη πρόβλεψη που μπορούσε να κάνει: ότι οι άνδρες όφειλαν να αντιμετωπίζουν την εξουσία όχι ως αυτοσκοπό αλλά ως μέσο εξασφάλισης σεξουαλικών και αναπαραγωγικών ωφελημάτων. Παρατηρώντας τον σύγχρονο κόσμο αποθαρρύνθηκε, διαπιστώνοντας ότι πολλοί ισχυροί άνδρες παρέμεναν άτεκνοι. Ο Χίτλερ κατατρωγόταν τόσο από τις φιλοδοξίες του, ώστε του απέμενε ελάχιστος χρόνος για ερωτοτροπίες.39
Όταν όμως μελέτησε το ιστορικό αρχείο, η Betzig έμεινε άναυδη. Η απλουστευτική πρόβλεψη της ότι η εξουσία χρησιμοποιούνταν ως μέσο σεξουαλικής επιτυχίας επιβεβαιωνόταν ξανά και ξανά. Αποτύγχανε μόνο στη Δύση κατά τους τελευταίους δύο αιώνες. Και όχι μόνο αυτό, αλλά στις περισσότερες πολυγαμικές κοινωνίες υπήρχαν πολύπλοκοι κοινωνικοί μηχανισμοί που διασφάλιζαν ότι οι ισχυροί και πολυγαμικοί άνδρες θα άφηναν πίσω τους εξίσου πολυγαμικούς διαδόχους.
Οι έξι ανεξάρτητοι «πολιτισμοί» των πρώιμων ιστορικών χρόνων —των Βαβυλωνίων, των Αιγυπτίων, των Ινδών, των Κινέζων, των Αζτέκων και των’Ινκας— ήταν αξιοσημείωτοι όχι τόσο για τα πολιτισμένα έθιμά τους όσο για τον συγκεντρωτισμό της εξουσίας. Όλοι διοικούνταν από άνδρες —έναν τη φορά—, των οποίων η εξουσία ήταν αυθαίρετη και απόλυτη. Εκείνοι οι μονάρχες μπορούσαν να θανατώνουν τους υπηκόους τους χωρίς φόβο αντιποίνων. Δίχως εξαίρεση, η τεράστια αυτή συσσώρευση εξουσίας μεταφραζόταν πάντα σε γενναία σεξουαλική παραγωγικότητα. Ο βαβυλώνιος βασιλιάς Χαμούραμπί είχε υπό τις προσταγές του χιλιάδες υπόδουλες συζύγους. Ο αιγύπτιος φαραώ Αμένοφις διέθετε 317 παλλακίδες και σωρεία συζύγων. Ο αζτέκος αυτόκράτορας Μοντε- ζούμα απολάμβανε τη συντροφιά 4.000 παλλακίδων. Ο ινδός αυτοκράτορας Ουνταγιάμα κρατούσε 16.000 συζύγους σε διαμερίσματα που περιβάλλονταν από πύρινους δακτυλίους και φρουρούνταν από ευνούχους. Ο κινέζος αυτοκράτορας Φέι Τι φιλοξενούσε στο χαρέμι του 10.000 γυναίκες. Και ο αυτοκράτορας των Ίνκας Αταχουάλπα είχε ανά πάσαν στιγμή νεαρές παρθένες διαθέσιμες σε όλη την έκταση του βασιλείου του.
Οι έξι αυτοί αυτοκράτορες δεν είχαν απλώς εξίσου ρεγάλα χαρέμια με τους προκατόχους και τους διαδόχους τους, αλλά χρησιμοποιούσαν και ανάλογες μεθόδους για τη στελέ- χωση και τη φρούρηση τους. Στρατολογούσαν νεαρές κοπέλες (συνήθως προτού μπουν στην εφηβεία), τις κρατούσαν σε απόρθητα φρούρια από όπου δεν μπορούσαν να δραπετεύσουν, έβαζαν ευνούχους να τις φρουρούν, τις φρόντιζαν και τις προστάτευαν, και απαιτούσαν από αυτές να γεννήσουν και να αναθρέψουν τα παιδιά τους. Δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο να λαμβάνονται μέτρα που αποσκοπούσαν στην αύξηση της γονιμότητας του χαρεμιού. Το έθιμο των τροφών, οι οποίες αναλάμβαναν τον θηλασμό των μωρών ώστε να επανενεργοποιηθεί νωρίτερα ο έμμηνος κύκλος των λεχώνων, χρονολογείται τουλάχιστον από την εποχή του κώδικα του Χαμουραμπί, τον 18ο αιώνα π.Χ., καθώς μνημονεύεται σε σουμεριακά νανουρίσματα. Οι Κινέζοι αυτοκράτορες της δυναστείας των Τανγκ κρατούσαν αυστηρά αρχεία της εμμηνορρυσίας και των γόνιμων ημερών των γυναικών του χαρεμιού, ώστε να πλαγιάζουν διαρκώς με τις πιο γόνιμες παλλακίδες. Οι Κινέζοι αυτοκράτορες διδάσκονταν επίσης να μην ξοδεύουν άσκοπα το σπέρμα τους, έτσι ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται στο ελάχιστο όριο των δύο γυναικών ημερησίως —και ορισμένοι έφθαναν στο σημείο να διαμαρτύρονται για τις επαχθείς σεξουαλικές υποχρεώσεις τους. Δύσκολα θα μπορούσε κανείς να σχεδιάσει αποτελεσματικότερες μηχανές ζευγαρώματος, αφιερωμένες αποκλειστικά στη διάδοση των γονιδίων του αυτοκράτο- ρα, από τα κινεζικά αυτοκρατορικά χαρέμια.40
Οι αυτοκράτορες δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ακραία παραδείγματα μιας ευρέως διαδεδομένης πρακτικής.’Τστερα από επισκόπηση εκατόν τεσσάρων πολιτικά αυτόνομων κοινωνιών, η Laura Betzig διαπίστωσε ότι «σχεδόν σε κάθε περίπτωση, το μέτρο της εξουσίας που ασκεί ένας άνδρας συναρ- τάται ευθέως ανάλογα με το μέγεθος του χαρεμιού του».41 Οι βασιλιάδες που κυβερνούσαν μικρά βασίλεια φιλοξενούσαν στα χαρέμια τους 100 γυναίκες· εκείνοι που κυβερνούσαν μεγάλα βασίλεια, 1.000· και οι αυτοκράτορες, 5.000. Σύμφωνα με τις παραδοσιακές ερμηνείες της ανθρώπινης ιστορίας, τα χαρέμια αυτά δεν αποτελούσαν παρά ένα από τα πολλά έπαθλα που συνόδευαν την κατάκτηση της εξουσίας, στην ίδια μοίρα με τα άλλα παράφερνα της μοναρχίας: τους υπηρέτες, τα παλάτια, τους κήπους, τους μουσικούς, τα μεταξένια ρούχα, τα πολυτελή γεύματα και τα αθλήματα ψυχαγωγίας. Εντούτοις, οι γυναίκες καταλάμβαναν περίοπτη θέση στον παραπάνω κατάλογο. Κατά την Betzig, άλλο πράγμα είναι να διαπιστώνεις ότι οι ισχυροί αυτοκράτορες ήταν πολυγαμικοί και άλλο να ανακαλύπτεις ότι όλοιλάμβαναν παρόμοια μέτρα για να αυξήσουν την αναπαραγωγική τους επιτυχία στο εσωτερικό του χαρεμιού —τον εγκλεισμό των παλλακίδων, την καταγραφή των γόνιμων ημερών τους, την ανάθεση του θηλασμού σε τροφούς κ.ο.κ. Τα μέτρα αυτά δεν επιβάλλονται από άνδρες που έχουν κατά νουν τις σεξουαλικές καταχρήσεις* επιβάλλονται από άνδρες που ενδιαφέρονται να αποκτήσουν πολλούς απογόνους.
Ωστόσο, αν η υψηλή αναπαραγωγική επιτυχία αποτελούσε ένα από τα ωφελήματα της μοναρχικής εξουσίας, τότε μια συνήθεια των αυτοκρατόρων φαντάζει ιδιαίτερα αξιοπερίεργη: και στους έξι ανεξάρτητους αρχαίους πολιτισμούς, οι αυτοκράτορες παντρεύονταν επίσημα μόνο μία γυναίκα. Με άλλα λόγια, πάντοτε αναβίβαζαν μία από τις συντρόφους τους σε ανώτερη θέση από τις υπόλοιπες, χρίζοντάς την «βασίλισσα». Πρόκειται για ένα γενικό χαρακτηριστικό των πολυγαμικών ανθρώπινων κοινωνιών. Όπου υπάρχουν χαρέμια υπάρχει και μία σύζυγος, η οποία ξεχωρίζει και αντιμετωπίζεται διαφορετικά σε σχέση με τις υπόλοιπες. Συνήθως έχει ευγενική καταγωγή και, το σημαντικότερο, είναι η μοναδική που Βύναται να γεννήσει νόμιμους απογόνους. Ο βασιλιάς Σολομών είχε χίλιες παλλακίδες αλλά μόνο μία βασίλισσα.
Μελετώντας την ιστορία της αυτοκρατορικής Ρώμης, η Betzig διαπίστωσε ότι η διάκριση ανάμεσα στον μονογαμικό γάμο και τις πολυγαμικές απιστίες εκτεινόταν από την κορυφή έως τη βάση της ρωμαϊκής κοινωνίας. Οι ρωμαίοι αυτοκρά- τορες ήταν περιβόητοι για την άσωτη σεξουαλική τους ζωή, παρότι παντρεύονταν μία μοναδική αυτοκράτειρα. Σύμφωνα με τον ρωμαίο ιστορικό Σουητώνιο, οι ερωτικές σχέσεις του Ιουλίου Καίσαρα συχνά «χαρακτηρίζονταν ως υπέρμετρες». Για τον Αύγουστο, ο Σουητώνιος γράφει: «του κόλλησε η ρετσινιά του γυναικά, και λέγεται ότι ακόμη και στα γεράματα αρεσκόταν να ξεπαρθενεύει νεαρά κορίτσια —τα οποία του έφερνε στο κρεβάτι η σύζυγός του». Κατά τον Τάκιτο, η «εγκληματική λαγνεία» του Τιβέριου ήταν «αντάξια ενός τυράννου της Ανατολής». Σύμφωνα με τον Δίωνα τον Κάσσιο, ο Καλιγούλας «είχε αξιώσει την ερωτική συντροφιά σχεδόν κάθε ρωμαίας ευγενικής καταγωγής», συμπεριλαμβανομένων των αδελφών του. Ακόμη και η σύζυγος του Κλαύδιου τελούσε καθήκοντα προαγωγού, καθώς, κατά τον Δίωνα, προμήθευε τον σύζυγό της με «πάμπολλες υπηρέτριες για να πλαγιάζει». Κατά τον Σουητώνιο, όταν ο Νέρων ταξίδευε στον Τίβερη, απαιτούσε «να χτιστούν σειρές από προσωρινούς οίκους ανοχής στις όχθες του ποταμού». Όπως και στην περίπτωση της Κίνας, παρότι όχι τόσο μεθοδευμένα, μία από τις βασικές λειτουργίες των παλλακίδων φαίνεται να ήταν η παραγωγή απογόνων.
Το φαινόμενο δεν περιοριζόταν στους αυτοκράτορες. Για τον Γορδιανό, έναν εύπορο πατρίκιο που πέθανε το 237 μ.Χ. ηγούμενος μιας επανάστασης στο όνομα του πατέρα του κατά του αυτοκράτορα Μαξιμίνου, ο βρετανός ιστοριογράφος
Έντουαρντ Γκίμπον έγραψε: «Οι είκοσι δύο αναγνωρισμένες παλλακίδες του και η εκτενής βιβλιοθήκη του με εξήντα δύο χιλιάδες τόμους μαρτυρούν τις πολύπλευρες κλίσεις του· τα 8ε έργα που άφησε πίσω του πιστοποιούν ότι τόσο οι πρώτες όσο και η δεύτερη υπήρχαν για χρήση και όχι για επίδειξη».
Ο «μέσος» ρωμαίος ευγενής είχε στην κατοχή του εκατοντάδες δούλους και δούλες. Εντούτοις, οι υπόδουλες γυναίκες, αν και σπανίως αναλάμβαναν δουλειές έξω από το σπίτι, μπορούσαν να πουληθούν σε υψηλές τιμές εφόσον ήταν αρκετά νεαρές. Δεδομένου ότι οι άρρενες δούλοι συνήθως εξαναγκάζονταν σε υποχρεωτική αγαμία, πώς εξηγείται το γεγονός ότι οι ρωμαίοι ευγενείς αγόραζαν τόσο πολλές νεαρές δούλες; Σύμφωνα με τους περισσότερους ιστορικούς, το έκαναν προ- κειμένου εκείνες να γεννήσουν νέους δούλους. Αλλά αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε οι έγκυες δούλες θα έπρεπε να πωλούνται ακριβά, κάτι που δεν συνέβαινε. Μάλιστα, αν μια δούλα απο- δεικνυόταν ότι δεν ήταν παρθένα, ο αγοραστής είχε δικαίωμα να προσφύγει νομικά κατά του πωλητή. Και αν οι δούλες πράγματι προορίζονταν για τεκνοποίηση, τότε τι σκοπό μπορούσε να εξυπηρετεί η αγαμία των άρρενων δούλων; Υπάρχουν ελάχιστες αμφιβολίες ότι οι ρωμαίοι συγγραφείς που εξίσωναν τις δούλες με παλλακίδες έλεγαν την αλήθεια. Η πλήρης σεξουαλική διαθεσιμότητα των θήλεων δούλων «αποτελεί κοινό τόπο στην ελληνορωμαϊκή λογοτεχνία, από τα ομηρικά έπη και ύστερα· μόνο οι σύγχρονοι συγγραφείς έχουν κατορθώσει σε μεγάλο βαθμό να την αγνοήσουν».42
Επιπλέον, οι ρωμαίοι ευγενείς απελευθέρωναν πολλούς από τους δούλους τους σε ύποπτα νεαρή ηλικία, παραχωρώντας τους ύποπτα μεγάλες περιουσίες. Από οικονομική άποψη, αυτό δεν φαντάζει καθόλου συνετό. Οι απελευθερωμένοι δούλοι πλήθαιναν και πλούτιζαν. Ο Νάρκισσος ήταν ο πλουσιότερος άνδρας της εποχής του. Οι περισσότεροι απελευθερωμένοι δούλοι είχαν γεννηθεί στο σπίτι του αφέντη τους· αντίθετα, οι δούλοι που εργάζονταν σε ορυχεία ή σε χωράφια απελευθερώνονταν σπανίως. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι ρωμαίοι ευγε- νείς απελευθέρωναν στην πραγματικότητα τους νόθους γιους τους, τους οποίους αποκτούσαν με δούλες του σπιτιού τους.43
Όταν η Betzig έστρεψε την προσοχή της στον χριστιανικό κόσμο του Μεσαίωνα, διαπίστωσε ότι το φαινόμενο του μονογαμικού γάμου που συνδυαζόταν με πολυγαμικά ζευγαρώματα ήταν τόσο καλά κρυμμένο, ώστε προϋπέθετε προσεκτική έρευνα προκειμένου να έρθει στη επιφάνεια. Η πολυγαμία είχε καλυφθεί από ένα πέπλο μυστικότητας, αλλά δεν είχε εκλείψει. Οι 7ΐληθυσμικές απογραφές των μεσαιωνικών χρόνων αποκαλύπτουν ότι στην ύπαιθρο η φυλετική αναλογία έγερνε έντονα προς την πλευρά των ανδρών, επειδή πολλές γυναίκες «εργάζονταν» στα κάστρα και στα μοναστήρια. Επίσημα δούλευαν ως υπηρέτριες με διαφόρων ειδών αρμοδιότητες, αλλά στην πραγματικότητα απάρτιζαν ένα χαλαρό είδος «χαρεμιού», το μέγεθος του οποίου εξαρτιόταν εμφανώς από τον πλούτο και την πολιτική ισχύ του ιδιοκτήτη του κάστρου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ιστορικοί και οι χρονικογράφοι παραδέχονταν ανοικτά ότι στα κάστρα υπήρχαν «γυναικώνες», όπου οι γυναίκες του χαρεμιού του άρχοντα ζούσαν αποκλεισμένες σε συνθήκες χλιδής.
Ο κόμης Μποντουέν, προστάτης ενός γραμματιζούμενου κληρικού ονόματι Λάμπερτ, «ετάφη παρουσία είκοσι τριών νόθων τέκνων και δέκα νόμιμων υιών και θυγατέρων». Η κάμαρά του είχε πρόσβαση στα καταλύματα των νεαρών υπηρετριών και στα δωμάτια των έφηβων κοριτσιών, έναν όροφο ψηλότερα. Είχε επίσης άμεση πρόσβαση στο θερμαινόμενο δωμάτιο της οικείας, «έναν πραγματικό επωαστήρα θηλαζό- ντων βρεφών». Την ίδια στιγμή, πολλοί άνδρες χωρικοί δεν απολάμβαναν παρά ελάχιστες ευκαιρίες για σαρκικό έρωτα, και ήταν τυχεροί αν κατάφερναν να παντρευτούν προτού φθά- σουν στη μέση ηλικία.44
Τα ωφελήματα της βίας
Αν η αναπαραγωγή υπήρξε το έπαθλο και ο απώτερος στόχος της συσσώρευσης πλούτου και της άσκησης εξουσίας, τότε δεν προξενεί έκπληξη ότι συχνά υπήρξε αιτία και έπαθλο της άσκησης βίας. Αυτός συχνά προτάσσεται ως ο λόγος που η πρώιμη χριστιανική εκκλησία είχε τέτοια εμμονή γύρω από το ζήτημα του σεξ· αναγνώριζε τον σεξουαλικό ανταγωνισμό ως μία από τις κύριες αιτίες ταραχών και δολοφονιών. Στον χριστιανικό κόσμο, η σεξουαλική πράξη κατέληξε σταδιακά συνώνυμη της αμαρτίας λόγω κυρίως του ότι το σεξ οδηγεί συχνά σε φασαρίες παρά ότι είναι εκ φύσεως αμαρτωλό.45
Ας δούμε την περίπτωση των αποίκων του νησιού Πίτκερν. Το 1790, εννέα από τους στασιαστές του Πλοίου της Αυτού Μεγάλειότητος Bounty προσάραξαν στο νησί Πίτκερν μαζί με έξι πολυνήσιους άνδρες και δεκατρείς πολυνήσιες γυναίκες. Σε απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων από το κοντινότερο κα- τοικημένο νησί, μακριά από τα μάτια του κόσμου, βάλθηκαν να χτίσουν τη ζωή τους από την αρχή σε αυτό το μικρό νησί. Προσέξτε την ανισορροπία: δεκαπέντε άνδρες και δεκατρείς γυναίκες. Δεκαοκτώ χρόνια αργότερα, όταν ανακαλύφθηκε η αποικία, ζούσαν δέκα από τις γυναίκες και μόλις ένας από τους άνδρες. Από τους υπόλοιπους, ένας είχε αυτοκτονήσει, ένας είχε πεθάνει από φυσικά αίτια, και οι άλλοι δώδεκα είχαν δολοφονηθεί. Ο άνδρας που είχε επιβιώσει ήταν απλώς ο τελευταίος επιζών ενός οργίου βίας, που οφειλόταν εξ ολοκλήρου σε σεξουαλικό ανταγωνισμό. Ο άνδρας αμέσως ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και επέβαλε στην κοινωνία του νησιού τη μονογαμία. Μέχρι τη δεκαετία του 1930, η αποικία άκμαζε και κρατούνταν λεπτομερή γενεαλογικά αρχεία. Η μελέτη των αρχείων αποκαλύπτει ότι η επιβολή της μονογαμίας υπήρξε αποτελεσματική. Πέρα από σπάνια ή περιστασιακά κρούσματα μοιχείας, οι κάτοικοι του νησιού Πίτκερν ήταν και παραμένουν μονογαμικοί.46
Η μονογαμία, επιβεβλημένη νομικά, θρησκευτικά ή εθιμικά, φαίνεται να αμβλύνει τον φονικό ανταγωνισμό μεταξύ των ανδρών. Σύμφωνα με τον Τάκιτο, τα γερμανικά φύλα —που τόσα προβλήματα δημιούργησαν σε γενιές ρωμαίων αυτοκρα- τόρων— απέδιδαν εν μέρει την επιτυχία τους στο ότι οι κοινωνίες τους ήταν μονογαμικές, πράγμα που τους επέτρεπε να διοχετεύουν την επιθετικότητά τους προς τους ξένους (αν και η συγκεκριμένη εξήγηση δεν βρίσκει εφαρμογή στην περίπτωση των επιτυχημένων καίτοι πολυγαμικών Ρωμαίων). Σε κα- νέναν δεν επιτρεπόταν να έχει περισσότερες από μία συζύγους, οπότε κανείς δεν είχε λόγο να δολοφονήσει κάποιον σύντροφό του για να του κλέψει τη γυναίκα. Φυσικά, η κοινωνικά επιβεβλημένη μονογαμία δεν είναι απαραίτητο να αφορά και τις αιχμάλωτες δούλες. Στη νήσο Βόρνεο, κατά τον 19ο αιώνα, η φυλή Ιμπάν κυριαρχούσε στους πολέμους μεταξύ των φυλών του νησιού. Σε αντίθεση με τα μέλη των γειτονικών τους φυλών, οι Ιμπάν ήταν μονογαμικοί, γεγονός που όχι μόνο απέτρεπε τη συσσώρευση σκυθρωπών εργένηδων, αλλά έδινε και ισχυρό κίνητρο στους άνδρες της φυλής να επιδοθούν σε ανδραγαθήματα μεγάλης τόλμης, με έπαθλο υπόδουλες γυναίκες άλλων φυλών.47
Μια από τις κληρονομιές της καταγωγής μας από τους ανθρωποειδείς πιθήκους είναι η ενδοομαδική βία. Μέχρι τη δεκαετία του 1970, οι πρωτευοντολόγοι προσπαθούσαν μετά πολλών βασάνων να επιβεβαιώσουν τις προκατασκευασμέ- νες ιδέες τους περί ειρηνικών πιθήκων που ζούσαν σε μη βίαιες κοινωνίες. Τότε όμως άρχισαν να παρατηρούν τη σπάνια και πιο σκοτεινή πλευρά της ζωής των χιμπαντζήδων. Τα αρ
σενικά μιας ομάδας διεξάγουν περιστασιακά βίαιες εκστρατείες κατά των αρσενικών κάποιας άλλης ομάδας, αναζητώντας ενεργά τους εχθρούς τους, απομονώνοντάς τους από την υπόλοιπη ομάδα και δολοφονώντας τους. Η συνήθειά τους αυτή διαφέρει πολύ από τη χωροκρατική συμπεριφορά των περισσότερων άλλων ζώων, τα οποία αρκούνται απλώς στην εκδίωξη των εισβολέων. Το έπαθλο θα μπορούσε να είναι η κατάληψη της χωροκράτειας του εχθρού, όμως φαντάζει μικρή ανταμοιβή για μια τόσο επικίνδυνη πρωτοβουλία. Η συμμαχία των αρσενικών εποφθαλμιά ένα πολύ πιο τιλούσιο έπαθλο σε περίπτωση επιτυχίας: τα νεαρά θηλυκά της ηττημένης ομάδας εντάσσονται στην ομάδα των νικητών.48
Αν η τάση μας να διεξάγουμε πολέμους είναι κάτι που κληρονομήσαμε ευθέως από τις εχθροπραξίες μεταξύ ομάδων αρσενικών ανθρωποειδών πιθήκων για την κατάκτηση θηλυκών, με τη χωροκράτεια να μην αποτελεί κάτι παραπάνω από το μέσο επίτευξης του τελικού σκοπού —της εξασφάλισης σεξουαλικών συντρόφων—, τότε οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι ο λόγος για τον οποίον οι πρωτόγονες ανθρώπινες φυλές διεξάγουν πολέμους πιθανόν να μην είναι η κατάληψη της χωρο- κράτειας του εχθρού, αλλά η υποδούλωση των γυναικών του. Οι ανθρωπολόγοι επέμεναν επί μακρόν ότι οι πόλεμοι μεταξύ των φυλών διεξάγονταν με σκοπό την εξασφάλιση σπάνιων υλικών πόρων, ιδίως πρωτεϊνών, που λείπονταν. Έτσι, όταν ο Napoleon Chagnon, καθηγητής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στη Σάντα Μπάρμπαρα, γαλουχη- μένος σε αυτή την παράδοση, ταξίδεψε τη δεκαετία του 1960 στη Βενεζουέλα για να μελετήσει την ινδιανική φυλή των Για- νομάμο, τον περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη: «Οι άνθρωποι αυτοί δεν πολεμούσαν για την κατάκτηση σπάνιων αγαθών, όπως είχα μάθει να πιστεύω. Πολεμούσαν για την κατάκτηση γυναικών».49Ή έτσι τουλάχιστον έλεγαν. Υπάρχει μια μακρά παράδοση στους κύκλους των ανθρωπολόγων να μην πιστεύουν αυτά που τους λένε οι ιθαγενείς, οπότε ο Chagnon χλευάστηκε για την ευπείθειά του απέναντι στα όσα του αφηγήθηκαν οι Γιανομάμο.Ή, όπως το θέτει ο ίδιος: «Επιτρέπεται να αποδεχθείς ως αιτία πολέμου το στομάχι, αλλά όχι τις γονά- δες». Ο Chagnon επέστρεψε πολλές φορές στη Βενεζουέλα και κατάφερε να συγκεντρώσει τεράστιο όγκο δεδομένων, τα οποία αποδείκνυαν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι άνδρες που σκότωναν άλλους άνδρες (οι λεγόμενοι unokais) είχαν περισσότερες συζύγους, ασχέτως της κοινωνικής τους θέσης, από όσους διάλεγαν να μη γίνουν δολοφόνοι.50
Στους Γιανομάμο, τόσο ο πόλεμος όσο και η βία γενικότερα σχετίζονται πρωτίστως με το σεξ. Μεταξύ γειτονικών χωριών ξεσπούν ενίοτε πόλεμοι εξαιτίας της απαγωγής μιας γυναίκας ή ως αντίποινα για κάποια επίθεση που είχε αυτό τον σκοπό· και με τη λήξη του πολέμου, σχεδόν πάντοτε κάποιες γυναίκες αλλάζουν χέρια. Εντός του χωριού, η συχνότερη αιτία βίας είναι η σεξουαλική ζήλια* και ενώ τα μικρά χωριά κινδυνεύουν να λεηλατηθούν για τη λαφυραγώγηση των γυναικών τους, τα χωριά με μεγάλο πληθυσμό συνήθως διασπώνται λόγω αψιμαχιών που προκύπτουν από περιστατικά μοιχείας. Στην κοινωνία των Γ ιανομάμο, οι γυναίκες αποτελούν το νόμισμα και το έπαθλο της άσκησης βίας μεταξύ ανδρών, μιας βίας που συχνά αποδεικνύεται φονική. Στην ηλικία των 40 ετών, τα δύο τρίτα των μελών της φυλής έχουν χάσει κάποιον στενό συγγενή τους λόγω φόνου —όχι ότι αυτό αμβλύνει τον πόνο και τον φόβο του φόνου. Γ ια όσους Γ ιανομάμο φεύγουν από τα δάση τους και γνωρίζουν τον έξω κόσμο, η ύπαρξη νόμων που αποτρέπουν την τακτική διάπραξη φόνων αντιμετωπίζεται ως ένα θαυματουργό και εξαιρετικά επιθυμητό γεγονός. Κατά παρόμοιο τρόπο, η αντικατάσταση της εκδίκησης από το δίκαιο καταγράφηκε στη συλλογική συνείδηση των αρχαίων Ελλήνων ως ένα γεγονός κομβικής σημασίας, το οποίο αποθανατίστηκε στον μύθο της δίκης του Ορέστη. Κατά τον Αισχύλο, οι Ερινύες καταδίωκαν τον Ορέστη επειδή σκότωσε τη Κλυταιμνήστρα, εκδικούμενος τον θάνατο του Αγαμέ- μνονα. Τελικά, πείστηκαν από την Αθηνά να αποδεχθούν την ετυμηγορία του δικαστηρίου και να δώσουν τέλος στο εθιμικό δίκαιο της εκδίκησης.51 Ο Thomas Hobbes δεν υπερέβαλλε όταν, μεταξύ των στοιχείων που χαρακτήριζαν τον τρόπο ζωής των πρωτόγονων ανθρώπων, ανέφερε «τον μόνιμο κίνδυνο και τον διαρκή φόβο του βίαιου θανάτου» —αν και φαίνεται να υπήρξε λιγότερο εύστοχος ως προς το δεύτερο και πιο γνωστό σκέλος της πρότασης: «και ο βίος του ανθρώπου μοναχικός, φτωχός, οδυνηρός, κτηνώδης και σύντομος».
Ο Chagnon πιστεύει πλέον ότι η κοινώς αποδεκτή άποψη πως «οι άνθρωποι πολεμούν αποκλειστικά για την εξασφάλιση σπάνιων πόρων» δεν είναι έγκυρη. Αν οι πόροι σπανίζουν, τότε οι άνθρωποι πράγματι θα πολεμήσουν για την εξασφάλισή τους. Αν δεν σπανίζουν, τότε δεν θα το κάνουν. «Ποιος ο λόγος να πολεμήσεις για καρπούς μανγκάνγκο», επισημαίνει ο Chagnon, «όταν ο μοναδικός λόγος να τους έχεις είναι για να τους χρησιμοποιήσεις προς απόκτηση γυναικών; Γιατί να μην πολεμήσεις απευθείας για τις γυναίκες;». Ο Chagnon πιστεύει ότι οι περισσότερες ανθρώπινες κοινωνίες δεν αγγίζουν τα όρια διαθεσιμότητας των φυσικών τους πόρων. Ανετα θα μπορούσαν οι Γιανομάμο να αποψιλώσουν μεγαλύτερες εκτάσεις δάσους για να καλλιεργήσουν περισσότερες μπανανιές, αλλά τότε θα παρήγαγαν πιο πολλή τροφή από όση χρειάζονται.52
Οι Γ ιανομάμο δεν έχουν τίποτε το ιδιαιτέρως ασυνήθιστο. Σε όλες τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε πρωτόγονες κοινωνίες προτού οι εθνικές κυβερνήσεις των χωρών τους επιβάλουν την κεντρική νομοθεσία τους, διαπιστώθηκαν σταθερά υψηλά επίπεδα βίας. Σε μία από αυτές υπολογίστηκε ότι, σε τέτοιες κοινωνίες, το ένα τέταρτο των ανδρών θανατώνονταν από άλλους άνδρες. Και στις περισσότερες περιπτώσεις το κίνητρο ήταν σεξουαλικό.
Ο ιδρυτικός μύθος του δυτικού πολιτισμού, η ΐλιάΒα του Ομήρου, εξιστορεί έναν πόλεμο που ξέσπασε εξαιτίας της απαγωγής μιας γυναίκας, της ωραίας Ελένης. Οι ιστορικοί ανέκαθεν θεωρούσαν ότι η απαγωγή της Ελένης από τον Πάρη δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα πρόσχημα για την εδαφική σύγκρουση μεταξύ των Ελλήνων και των Τρώων. Αλλά δικαιούμαστε να απορρίπτουμε τον μύθο με τέτοια υπεροψία; Οι Γιανομάμο μπορεί όντως να πολεμούν για χάρη γυναικών, όπως ισχυρίζονται. Ίσως το ίδιο να έκαναν και οι στρατιώτες του Αγαμέμνονα, όπως αφηγείται ο Όμηρος. Δεσπόζουσα θέση στο ομηρικό έπος κατέχει η σύγκρουση ανάμεσα στον Αχιλ- λέα και στον Αγαμέμνονα, λόγω της επιμονής του τελευταίου να κρατήσει για λογαριασμό του την παλλακίδα του Αχιλλέα, τη Βρισηίδα, ως αποζημίωση για το ότι υποχρεώθηκε να επι- στρέψει τη δική του παλλακίδα, τη Χρυσηίδα, στον απολλώνιο ιερέα πατέρα της, ο οποίος είχε στρατολογήσει τον Απόλλωνα στο πλευρό των Τρώων. Αυτό το σχίσμα μεταξύ των ελλήνων πολεμιστών, που προκλήθηκε από τη διαμάχη για τα μάτια μιας γυναίκας, παραλίγο να κοστίσει στους Έλληνες ολόκληρο τον πόλεμο —ο οποίος είχε επίσης προκληθεί από μια διαμάχη για τα μάτια μιας γυναίκας.
Στις προαγροτικές κοινωνίες, η βία πιθανόν να αποτελούσε μια ασφαλή οδό προς τη σεξουαλική επιτυχία, ιδίως σε ταραγμένους καιρούς. Σε πολλούς διαφορετικούς λαούς παρατηρεί- ται το φαινόμενο οι αιχμάλωτοι πολέμου να είναι κατά κανόνα άνδρες και όχι γυναίκες. Αλλά κάτι ανάλογο παρατηρείται και στις σύγχρονες κοινωνίες. Τα στρατεύματα συχνά υποκινούνταν εξίσου τόσο από τις ευκαιρίες βιασμών που παρέχει η νίκη όσο και από πατριωτισμό ή φόβο. Αναγνωρίζοντας το αυτό, οι στρατηγοί έκλειναν τα μάτια στις αγριότητες των στρατιωτών τους και φρόντιζαν να υπάρχουν πόρνες στα στρατόπεδα. Ακόμη και στις μέρες μας, η δυνατότητα προσφυγής στον αγοραίο έρωτα αποτελεί έναν λίγο-πολύ αναγνωρισμένο σκοπό των αδειών στις ένοπλες δυνάμεις. Και οι βιασμοί δεν έχουν πάψει να συνοδεύουν τις πολεμικές διενέξεις. Κατά την εννεά- μηνη κατάληψη του Μπαγκλαντές από στρατεύματα του δυτικού Πακιστάν, το 1971, υπολογίζεται ότι περίπου 400.000 γυναίκες βιάστηκαν από πακιστανούς στρατιώτες.*3 Στον πόλεμο της Βοσνίας, το 1992, οι αναφορές περί οργανωμένων στρατοπέδων βιασμών για σέρβους στρατιώτες ήταν πολύ συχνές. Ο Don Brown, ανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο της Κάλιφόρνιας στη Σάντα Μπάρμπαρα, θυμάται από τις μέρες του στον στρατό: «Οι φαντάροι μιλούσαν ολημερίς και ολο- νυχτίς για το σεξ· δεν μιλούσαν ποτέ για την εξουσία».54
Μονογαμικοί δημοκράτες
Η φύση του άνδρα, λοιπόν, του υπαγορεύει να εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονται για πολυγαμικά ζευγαρώματα, και να χρησιμοποιεί τον πλούτο, την εξουσία και τη βία ως μέσα για την εξασφάλιση σεξουαλικών ωφελημάτων στον ανταγωνισμό του με τους άλλους άνδρες —αν και συνήθως χωρίς να θυσιάζει μια ασφαλή μονογαμική σχέση. Πρόκειται για μια όχι ιδιαίτερα κολακευτική εικόνα, η οποία παρουσιάζει την ανθρώπινη φύση να αντιστρατεύεται τις ηθικές επιταγές της σύγχρονης εποχής —τη μονογαμία, τη συζυγική αφοσίωση, την ισότητα, τη δικαιοσύνη, και την αντίθεση στη βία. Ωστόσο, ο στόχος μου είναι να περιγράψω την ανθρώπινη φύση όπως πραγματικά είναι, όχι να υποδείξω πώς θα ήθελα να είναι. Και στο κάτω κάτω, η ανθρώπινη φύση δεν έχει τίποτε το αναπότρεπτο. Όπως είπε η Κάθριν Χέπμπορν στον
Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στην ταινία Η βασίλισσα της Αφρικής (1951): «Η φύση μας, κύριε Αλνοτ, είναι αυτό που έχουμε έρθει στον κόσμο να υπερβούμε».
Στη Δύση, εξάλλου, το μεγάλο διάλειμμα της ανθρώπινης πολυγαμίας, που ξεκίνησε πριν από περίπου 4.000 χρόνια στη Βαβυλώνα, έχει εν πολλοίς φθάσει στο τέλος του. Οι επίσημες παλλακίδες μετατράπηκαν σε ανεπίσημες ερωμένες, τις οποίες οι άνδρες κρατούν πια κρυφές από τις συζύγους τους. Το 1988, αντί η πολιτική εξουσία να αποτελεί ένα ασφαλές μέσο εξασφάλισης πολυγαμικών ζευγαρωμάτων, διακυβευόταν από την παραμικρή νύξη περί μοιχείας. Ο κινέζος αυτοκράτορας Φέι Τι μπορεί κάποτε να διατηρούσε δέκα χιλιάδες γυναίκες στο χαρέμι του, αλλά ο Γκάρι Χαρτ, υπο\|σ|φιος για την προεδρία του ισχυρότερου έθνους στον κόσμο, δεν διέθετε την πολυτέλεια ούτε καν να έχει δύο.
Τι μεσολάβησε; Ο χριστιανισμός; Ασφαλώς όχι. Ο χριστιανισμός συνυπήρξε με την πολυγαμία επί αιώνες, και οι απαγορεύσεις του χαρακτηρίζονταν από την ίδια κυνική ιδιοτέλεια όσο και εκείνες οποιασδήποτε κοσμικής εξουσίας. Το κίνημα για τα δικαιώματα των γυναικών; Αυτό ήρθε πολύ αργά. Οι γυναίκες της βικτοριανής εποχής είχαν το ίδιο δικαίωμαλό- γου στις υποθέσεις των συζύγων τους όσο και οι γυναίκες του Μεσαίωνα. Οι ιστορικοί δεν μπορούν να εξηγήσουν τι ακριβώς άλλαξε, αν και πολλοί εικάζουν ότι οι βασιλείς έφθασαν στο σημείο να έχουν τόσο μεγάλη ανάγκη για εσωτερικούς συμμάχους, ώστε υποχρεώθηκαν να παραιτηθούν από την αυταρχική εξουσία τους. Κατά κάποιον τρόπο, γεννήθηκε ένα είδος δημοκρατίας. Μόλις οι μονογαμικοί άνδρες απέκτησαν το δικαίωμα \|τ)φου κατά των πολυγαμικών ανδρών (και ποιος δεν θέλει να δει τον ανταγωνιστή του να ταπεινώνεται, όσο και αν θα επιθυμούσε ενδόμυχα να βρισκόταν στη θέση του;), η τύχη των τελευταίων είχε κριθεί.
Ο αυταρχισμός που προέκυψε με την ανάπτυξη του πολιτισμού ανήκει πια στην ιστορία. Ολοένα περισσότερο φαντάζει ως μια παρέκκλιση στην ιστορική διαδρομή της ανθρωπότητας. Πριν από την ανάπτυξη του «πολιτισμού», οι άνδρες αδυνατούσαν να συγκεντρώσουν στα χέρια τους το είδος της εξουσίας που θα επέτρεπε στους πιο επιτυχημένους από αυτούς να γίνουν πολυγαμικοί μονάρχες· το ίδιο συμβαίνει και σήμερα στις χώρες όπου έχει εδραιωθεί η δημοκρατία. Το καλύτερο που μπορούσε να ελπίσει ένας άνδρας του Πλειστοκαίνου ήταν να αποκτήσει μία ή δύο πιστές συζύγους και λίγες πε- ριστασιακές ερωμένες, αν διέθετε αξιοσημείωτες κυνηγετικές ή πολιτικές αρετές. Το καλύτερο που μπορεί να ελπίσει ένας σύγχρονος άνδρας είναι μια όμορφη νεαρή ερωμένη και μια αφοσιωμένη σύζυγο, την οποία να αλλάζει ανά δεκαετία. Έχουμε επιστρέψει εκεί από όπου ξεκινήσαμε.
Στο παρόν κεφάλαιο επικεντρωθήκαμε αυστηρά στο ανδρικό φύλο. Ίσως έτσι να φάνηκε ότι ποδοπατήσαμε τα δικαιώματα των γυναικών, αγνοώντας τόσο τις ίδιες όσο και τις επιθυμίες τους. Άραγε το ίδιο δεν έκαναν και οι άνδρες επί πολλές γενιές μετά την ανάπτυξη της γεωργίας; Στον προα- γροτικό κόσμο —όπως και στις σύγχρονες δημοκρατίες—, μια τέτοια σοβινιστική συμπεριφορά ήταν αδιανόητη· το ανθρώπινο σύστημα ζευγαρώματος, όπως και πολλών άλλων ζώων, συνιστούσε έναν συμβιβασμό ανάμεσα στις στρατηγικές του αρσενικού και του θηλυκού. Και δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει το αξιοπερίεργο γεγονός ότι ο μονογαμικός γαμήλιος δεσμός επιβίωσε στη δεσποτική Βαβυλώνα, τη λάγνα Ελλάδα, την άσωτη Ρώμη και την μοιχική Χριστιανοσύνη, για να αναδειχθεί επίσημα, κατά τη βιομηχανική εποχή, ως ο θεμέλιος λίθος της οικογένειας. Ακόμη και κατά την πιο αυταρχική και πολυγαμική στιγμή της ιστορίας του, ο άνθρωπος παρέ- μεινε πιστός στον θεσμό του μονογαμικού γάμου, σε αντίθεση με οποιοδήποτε άλλο πολυγαμικό ζώο. Μέχρι και οι μονάρχες συνήθιζαν να παντρεύονται μία επίσημη βασίλισσα, όσο πολλές πάλλακίδες και αν είχαν. Για να εξηγήσουμε το πάθος του ανθρώπου για τον μονογαμικό γαμήλιο δεσμό, πρέπει να κατανοήσουμε τη γυναικεία στρατηγική όσο καλά κατανοήσαμε την ανδρική. Όταν το επιτύχουμε, θα έχουμε κάνει μια αξιοσημείωτη ανακάλυψη για την ανθρώπινη φύση.
Matt Ridley – Η Κόκκινη Βασίλισσα