«Εκείνος δουλεύει στη Βουλή. Περνάω καμιά φορά από το προφίλ του στο facebook, συνήθως ανεβάζει φωτογραφίες από τα μπουζούκια. Άπειρες φωτογραφίες, με μοντέλα, με βυζιά, με βουλευτές, με γραμματείς, με μπούτια, πόδια, γάμπες, χέρια, όλα ένα ιδρωμένο κουβάρι.
Αποφεύγω τη συχνή έκθεση σε αυτό τον οπτικό βόθρο γιατί μου κάνει κακό. Αλλά πάλι μου είναι αδύνατον να μην πέσω πάνω του, ακόμα κι αν κάνω σοβαρή προσπάθεια απεξάρτησης από την ακαταμάχητη έλξη να βλέπω αυτό που τόσο πολύ σιχαίνομαι. Έχει ίσαμε πέντε προφίλ στο facebook! ‘Ασε που κάτι τέτοιους τους βρίσκεις παντού.
Ήταν κουμπούρας!
Μα τη σοφία της Αθηνάς, ήταν ανεκδιήγητος κουμπούρας , ούτε το λύκειο δεν κατάφερε να τελειώσει με την αξία του! Για την ακρίβεια έμεινε μετεξεταστέος στην Τρίτη Λυκείου κι ο μπαμπάς του – που ήταν φρούραρχος στη Βουλή – μεσολάβησε και τον έσπρωξαν με τουλάχιστον πέντε πολιτικά μέσα, να πάρει το πολυπόθητο απολυτήριο για να καταφέρει αμέσως μετά να προσληφθεί στη Βουλή ως γραμματέας. Θρίαμβος!
Όταν τον συναντώ κάπου, με το ζόρι κρατιέμαι να μην του ορμήσω. Όπως καταλαβαίνεις ποτέ δεν κάνω τίποτα, μάλιστα καμιά φορά δεν είμαι και τόσο αποτελεσματική στο να τον αποφεύγω παρόλο που το προσπαθώ. Υποχρεώνομαι τότε να του μιλήσω από ντροπή, τόσα χρόνια μαζί στο σχολείο, τρώω όλη την κακογουστιά του στο κεφάλι μου και κάνω και καναδυό μέρες να συνέλθω.
Το ξέρω πως δεν μου φταίει μόνο αυτός, μου φταίνε πολλοί τέτοιοι. Μου φταίει που τους ανέχομαι. Μου φταίει που έγιναν πολλοί, τόσοι πολλοί που δεν μαζεύονται. Δεν θέλω ούτε να τους βλέπω, υπάρχουν μάλιστα ορισμένες φορές που λέγε λέγε καταφέρνω να ξεχνάω ότι υπάρχουν. Λέω μέσα μου πως πρέπει να κοιτάζω τη δουλειά μου και παράλληλα να έχω τα μάτια μου δεκατέσσερα, να προσέχω μην με καταπιούν, μην βρουν τρόπο να εισέλθουν στη ζωή μου και μου κλέψουν όσα με τόσο κόπο απέκτησα.
Ύστερα θυμάμαι πως αυτό το κατάφεραν ήδη ο κουμπούρας και η παρέα του. Παλεύω διαρκώς μ αυτή την αίσθηση της ανημποριάς απέναντι στο αναπόφευκτο που μου συμβαίνει. Η μερίδα του λέοντος πηγαίνει στους ανάξιους. Όσο κι αν προσπαθώ πάντα θα μου τη βγαίνει ένας πιο δικτυωμένος, ένας με μεγαλύτερο μέσον, ένας κάθε φορά και πιο μικρός σε ανάστημα, ένας φρούραρχος, ένας διευθυντής υπηρεσίας, ένας μάνατζερ της συμφοράς, ένας απλώς … πλούσιος.
Δεν είναι όλοι με απολυτήριο Λυκείου σαν τον κουμπούρα μου. Υπάρχουν κι άλλοι με πτυχία, κοπέλες απόφοιτοι ΔΑΠ-ΝΔΦΚ., νεολαίοι με πτυχία ΣΥΡΙΖΑ, οι Πασόκοι που λιγοστεύουν σιγά σιγά, μεσημεριανές διασημότητες, αποχαυνωμένες κυρίες που κατεβάζουν ολόκληρες γκαρνταρόμπες σε ένα μόνο απόγευμα.
Τα βράδια πνίγομαι από αυτή την ιδέα των ανάξιων, οι μέρες είναι κάπως πιο εύκολες. Δεν θα τα καταφέρω ποτέ, το ξέρω. Δεν μου φτάνει μια ζωή ολόκληρη για να νικήσω όλο αυτό το συρφετό. Άσε που δεν μπορώ μόνη μου κι όπως βλέπω ούτε κι εσύ σκοπεύεις να βγεις απ`το καβούκι σου.
Ξέρεις τι λέω να κάνω;
Θα προσποιηθώ πως δεν υπάρχουν όλοι αυτοί. Όταν μου απευθύνονται θα κάνω πως μιλάω σε λογικούς, θα λένε αυτοί τα δικά τους κι εγώ θα κόβω τη συζήτηση, θα είμαι πάντοτε ευγενική, θα γίνω τέρας ψυχραιμίας, θα διαγράψω τον κουμπούρα, θα λέω «μάλιστα κύριε» αλλά θα κάνω το δικό μου, θα σταματήσω να μιλάω για αυτούς, θα περιορίσω την παρουσία τους στη ζωή μου, θα είμαι τυπική, σοβαρή, θα κάνω τη δουλειά μου με θάρρος, θα γίνω παράδειγμα προς μίμηση, τόσο που θα γίνουμε πολλοί οι σοβαροί.
Κάνε υπομονή, σε περίπου εκατόν πενήντα χιλιάδες χρόνια, υπολογίζω πως θα τους έχουμε νικήσει!….»