*Αφορμή στάθηκε ο Τίτος Πατρίκιος με το ποίημα του «Σε βρίσκει η Ποίηση».
Γιατί καλημέρα; Μα γιατί η μέρα με το φως της αποτυπώνεται στα καθαρά σου λόγια με όλους τους τρόπους. Γιατί φέρνεις τη ζωή καβάλα όχι πάνω σε λευκά, πουπουλένια σύννεφα αλλά σε ζεστές κουβέρτες, μοσχομυριστά ψωμιά και κόκκινο κρασί που είναι οι λέξεις σου, καλέ μου.
Και έτσι “Σε σε βρίσκει η Ποίηση”.
Έτσι τιτλοφορείται η πιο πρόσφατη ποιητική σου συλλογή.
Πώς να το πληροφορηθούμε όμως μέσα στο χάος της άχρηστης πληροφορίας που στανικά μας επιβάλλεται; Κάποιοι θαρρούν πως μιλάνε στην γλώσσα μας και ίσως αυτό να δικαιολογεί την πνευματική μας φτώχεια, την απάθεια που μας χαρακτηρίζει όταν βουλιάζουμε στην εύκολη, «σιωπή των λέξεων».
Όμως τελικά –κάποια στιγμή- η αλήθεια σε βρίσκει και, ναι, σε ελευθερώνει. Θεέ μου πόση δύναμη έχουν οι λέξεις, γιατί «βλέπεις πως χωρίς τις λέξεις τίποτα δεν αποκτά υπόσταση».
Δεν λέω κάτι καινούργιο εδώ, το ξέρω, απλά διαπιστώνω αυτό που χιλιάδες χρόνια, από την αρχή του Λόγου, από τότε που σαρκώθηκε και αρθρώθηκε και γράφτηκε στην πέτρα, στο ξύλο, στο χαρτί και στην άμμο ακόμη πως η δύναμη που κλείνει μέσα του είναι ικανή να αναστήσει ακόμα και τη νεκρή μας συνείδηση, τον μισοπεθαμένο μας εαυτό, που κλινικά είναι νεκρός και σέπεται από την ασχήμια των ιδεών και την απάνθρωπη ένδεια των λέξεων.
Οι λέξεις, όπλο στα χέρια των ισχυρών, νέκταρ και αμβροσία στα χείλη των ερωτευμένων, το διαβατήριο μας στην αγάπη ή το μίσος, με κύριο συστατικό τον «αέρα τον κοπανιστό» για τους κίβδηλους, τη φωτιά για τους παθιασμένους κυνηγούς της αλήθειας και το νερό για τους ονειρο – φαντασμένους ρομαντικούς ή τους τρελούς.
Ξέρω πόσα κλισέ έχουν διατυπωθεί για την ποίηση και τους εκφραστές της, πόσο παρεξηγημένο είδος τέχνης αποτελεί σήμερα, πόσο «μη εμπορικό» είδος «κατάντησε» να είναι.
Ξέρω πως η νέα γενιά αρνείται πεισματικά να δει μέσα από την κλειδαρότρυπα αυτής της μορφής του λόγου, για λόγους «ευκολίας», ανασηκώνοντας τους ώμους από αδιαφορία για κάτι που την «δυσκολεύει» στα εκφραστικά μέσα και ίσως το συνδέει με την εσχατολογική αρνητική εικόνα των μεγάλων «σοφών αυθεντιών» που «τα κάνανε θάλασσα».
Ας γελάσω και ας αντιπαρέλθω ταυτόχρονα τα εκπαιδευτικά κενά του σχολείου, την αδιαφορία των γονιών για το θέμα, την γενικότερη άγνοια μας αλλά και την αυτοκαταστροφική επιμονή του να μην θέλουμε να βουλιάξουμε λιγουλάκι μέσα μας και να σκαλίσουμε τον πυθμένα του εαυτούλη μας.
Η τηλεόραση, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το youtube , το κινητό και γενικότερα όλες οι νέες μόδες, λογικό είναι, θα αφήσουν το στίγμα τους, όμως δεν νομίζω πως θα πρέπει να πάρουν το ανάθεμα για όλα τα κακώς κείμενα ή για την έλλειψη ενδιαφέροντος για αυτά που είναι πραγματικά ουσιώδη. Τι πιο ουσιαστικό από το λόγο, άλλωστε;
Και τώρα, ας αναρωτηθώ γραπτώς, “αλήθεια, γιατί ενώ επισήμως, όλοι λίγο ή πολύ, θεωρούμε «βαρύ» ένα βιβλίο ποίησης ή σπάνια θα καθίσουμε στο αναπαυτικό μας σαλονάκι να «αναμετρηθούμε» μαζί του (χμ δηλ. μαζί μας) την ίδια στιγμή αυτοδιαψευδόμαστε”;
Μα στα αλήθεια ξεχάσαμε πόσοι από εμάς (αν όχι όλοι) διατυπώσαμε μυστικά, σε στιγμές προσωπικής αγωνίας, ερωτικού αδιεξόδου ή πνευματικής αυτογνωσίας, χαράς, λύπης, πόνου και φόβου, ντροπής και παροξυσμού, μέθης και λατρείας;
Γλωσσικά σκαριφήματα τόσο προσωπικά που άλλα τα κρατήσαμε σε μυστικά ντουλαπάκια, κλειδωμένα συρτάρια ή παλιά παλτά στο πατάρι ή άλλα απλά σκίσαμε, πετάξαμε και κάψαμε ηδονικά σαν να καίγαμε τον ίδιο μας τον εαυτό.
Ποιητή μου, γλυκέ μου, ισορροπιστή.
Το λοιπόν ναι, ήρθε η ώρα να μας βρει η Ποίηση. Όχι όπως δυστυχώς έχει «περάσει» στο συλλογικό ασυνείδητο αλλά όπως πραγματικά ζει και αναπνέει στο μυαλό και στην καρδιά του καθενός από εμάς. Σαν μια θάλασσα λέξεων που γεννιούνται κάθε δεύτερο, κάθε λεπτό, κάθε ώρα και στιγμή μέσα από τις ζωντανές αισθήσεις μας, με το γοργοπόδαρο μυαλό μας να τις ζωγραφίζει και με τη γλώσσα και το χέρι μας να την απελευθερώνει στο φως.
Να τη γεννά. Να της δίνει ζωή. Να παίρνει ζωή από αυτή και να τη μεταδίδει και στους άλλους!
Υπό αυτήν την έννοια, όλοι μας γεννιόμαστε ποιητές.
Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε τόσο πιο όμορφη ποίηση θα γράψουμε στο βιβλίο της ζωής μας, κυριολεκτικά και μεταφορικά.