«Δεν ξέρω αν υπάρχει ο παράδεισος και το αντίπαλον δέος του. Το μόνο διαπιστωμένο είναι ότι υπάρχει ζωή και θάνατος. Υπάρχει μια πορεία ετών και μια στιγμή τέλους. Είχα μια γεμάτη ζωή. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζω. Αγάπησα και με αγάπησαν. Έτσι γεμίζει μια ζωή. Με αγάπη.
Όλα ήταν καλώς καμωμένα, μέχρι τη στιγμή που κάποιος αποφάσισε να δοκιμάσει εμένα και όλους εκείνους που με νοιάζονται. Στην αρχή χτυπήθηκα όπου μπορεί να πονέσει κάποιος περισσότερο: στις λέξεις. Μου πήρε τα λόγια που ήθελα να λέω. Δεν με άφηνε να βγάζω από μέσα μου αυτά που με βάραιναν και αυτά που με αλάφρωναν. Με φίμωσε. Η σιωπή μου όμως δεν ήταν αρκετή, και έκανε τα πάντα για να πάρει τον έλεγχο του κορμιού μου. Σαν να πάλευε να με ρίξει κάτω. Πολύ κάτω. Και με έριχνε. Με έσπρωχνε συνέχεια με όλο και περισσότερη δύναμη, τόση , λες και κάποιο γιγάντιο χέρι με πατούσε να συρθώ χαμηλά. Πάλευα. Όσο με άφηνε, πάλευα. Με ό,τι μου είχε απομείνει.
Όμως «το τέρας» ήταν αδηφάγο και ζήταγε και άλλα από μένα. Δεν ήθελε να στέκομαι. Το έβλεπε σαν αλαζονεία. Σαν προσβολή στη δύναμη και την εξουσία του. Και τα κατάφερε, μου πήρε κάθε δύναμη και με έριξε στον γκρεμό της ακινησίας, και δεν ξανασηκώθηκα. Και ήθελα. Ήθελα πολύ να μην … πέσω. Και μαζί μ’ εμένα έπεφταν και όλοι όσοι λάτρεψα. Πονούσαν. Ριχνόντουσαν μαζί μου βαθιά, πολύ βαθιά και σκοτεινά.
Δεν ικανοποιήθηκε όμως ήθελε να πονέσω. Να πονέσω και στο σώμα και στην ψυχή μου, μέσα στην ακινησία και την σιωπή μου. Όμως πάλευα. Εγώ μικρός και αδύναμος. Εκείνο έκτρωμα σαρκοβόρο. Δεν άντεχα άλλο. Με λύγισε. Λύγισε εμένα, λύγισε και ό,τι αγαπούσα.
Όταν ξεχασμένο από την έπαρση της απόλυτης νίκης γύρισε το κεφάλι αλλού, κάποιος ένιωσε το Γολγοθά μου, το ξεγέλασε και έσβησε την απόλυτη εξουσία του επάνω μου, βάζοντας ένα τέλος Ένα ξαφνικό και γρήγορο τέλος σε μια μεγάλη πορεία γεμάτη ήττες, πόνο και ανημπόρια. Δεν πονούσα πια. Μιλούσα και στεκόμουν πάλι στα πόδια μου. Μακριά όμως πολύ μακριά. Εγώ δεν πονούσα. Πόνεσαν όμως και πονάνε ακόμα όσοι αγάπησα και με αγάπησαν. Το τέλος μου ήταν μια λύτρωση Μια λύτρωση, αλλά και ένας αβάσταχτος αποχωρισμός.»
ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ!