Στα περισσότερα εγχειρίδια ψυχοπαθολογίας, η κατάθλιψη ορίζεται ως μία δυσάρεστη συναισθηματική διάθεση, που χαρακτηρίζεται από μία κατάσταση παθολογικής (έντονης και παρατεταμένης) θλίψης, συνοδευόμενης από έλλειψη αυτοεκτίμησης και αυτό-περιφρόνηση και από την επώδυνη επίγνωση της επιβράδυνσης των νοητικών, ψυχοκινητικών και οργανικών διαδικασιών. Κεντρικά χαρακτηριστικά της είναι η τάση του ανθρώπου να ξεσπά συχνά σε κλάματα, να νιώθει έντονες ενοχές και να κατηγορεί τον εαυτό του για διάφορα γεγονότα της ζωής του, έλλειψη ενδιαφέροντος για ό,τι συμβαίνει γύρω του αλλά και έλλειψη ευχαρίστησης (ανηδονία) στην καθημερινότητά του, ένα κυρίαρχο αίσθημα κόπωσης, άγχος, απώλεια βάρους, υπερυπνία ή αϋπνία και, σε βαριές περιπτώσεις, αυτοκτονικός ιδεασμός και απόπειρα αυτοκτονίας.
Αυτό που δύσκολα γίνεται φανερό μέσα από τις επιστημονικές περιγραφές μίας συναισθηματικής κατάστασης, τόσο έντονης και ακραίας όσο η κατάθλιψη, είναι ο τρόπος με τον οποίο το ίδιο το άτομο βιώνει αυτή την κατάσταση. Πέρα από τα διαγνωστικά κριτήρια και την αυστηρή ορολογία, πέρα από την αναμφίβολη χρησιμότητα και αξία τους για την αναγνώριση και την παροχή βοήθειας προς τον άνθρωπο, υπάρχει το απόλυτα προσωπικό και μοναδικό βίωμα της κατάθλιψης. Η ενσυναισθητική κατανόηση αυτού του βιώματος, το να μπούμε δηλαδή στη θέση του άλλου και να νιώσουμε τι νιώθει, είναι η αφετηρία οποιασδήποτε προσπάθειας να τον βοηθήσουμε. Κι αν η ψυχολογία είναι μία επιστήμη, στην εφαρμοσμένη μορφή της είναι ταυτόχρονα και μία τέχνη, που προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει και να περιγράψει τα όσα δυσνόητα, ακατανόητα και αδιανόητα συμβαίνουν γύρω και εντός μας. Σύμμαχοι σε αυτή την προσπάθεια είναι τα γραπτά και τα έργα καλλιτεχνών, που με τις λέξεις, τα πινέλα, τις νότες ή τις εικόνες, επιτρέπουν στον εξωτερικό παρατηρητή να βιώσει από κοντά την –συχνά-διαταρακτική αλήθεια τους.
Τα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από το έργο της Sarah Kane “4:48 ψύχωση”. Περιγράφουν τις σκέψεις και την συναισθηματική κατάσταση ενός ανθρώπου με κατάθλιψη, που δεν είναι άλλος από την ίδια την συγγραφέα. Στις λέξεις της, αναγνωρίζουμε την συμπτωματολογία της παθολογικής κατάθλιψης ή του παθολογικού πένθους, όπως συνήθως ονομάζεται από την επιστημονική κοινότητα. Πρόκειται για το τελευταίο έργο που έγραψε λίγους μήνες προτού βρεθεί κρεμασμένη με τα κορδόνια των παπουτσιών της σε νοσοκομείο του Λονδίνου, όπου και νοσηλευόταν, στις 20 Φεβρουαρίου 1999.
Είμαι Λυπημένη
Νιώθω πως μέλλον δεν υπάρχει. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει καλύτερο.
Βαρέθηκα τα πάντα. Είμαι απογοητευμένη με όλα.
Είμαι μια πλήρης αποτυχία.
Είμαι ένοχη.
Τιμωρούμαι.
Πόσο θα ήθελα να με σκοτώσω.
Κάποτε έκλαιγα αλλά ούτε αυτό δεν μπορώ πια να κάνω.
Δεν με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι
Δεν αποφασίζω.
Δεν τρώω.
Δεν κοιμάμαι.
Δεν σκέφτομαι.
Δεν μπορώ να ξεπεράσω την μοναξιά μου
Τον φόβο μου
Την αηδία μου
Είμαι χοντρή
Δεν μπορώ να γράψω.
Δεν μπορώ να αγαπήσω.
Ο αδερφός μου πεθαίνει, ο εραστής μου πεθαίνει.
Εγώ τους σκοτώνω.
Γοργά προχωρώ προς τον Θάνατο.
Τα φάρμακα με τρομοκρατούν
Δεν μπορώ να κάνω έρωτα.
Δεν μπορώ να γαμήσω.
Δεν μπορώ να είμαι μόνη.
Δεν μπορώ να είμαι με άλλους.
Οι γοφοί μου είναι πολύ μεγάλοι.
Αντιπαθώ τα γεννητικά μου όργανα
Στις 4:48
Όταν θα με επισκεφτεί η κατάθλιψη
Θα κρεμαστώ στον ήχο της ανάσας του ερωμένου μου
Δεν θέλω να πεθάνω
Είμαι τόσο θλιμμένη με την συνειδητοποίηση της θνησιμότητάς μου
που αποφάσισα ν’ αυτοκτονήσω
Δεν θέλω να ζήσω.
……………….
Καίγομαι στο σκοτεινό τούνελ της θλίψης μου. Η ταπείνωση μου ολοκληρώνεται καθώς τρέμω και λέω ακατανόητα πράγματα. Δεν έχω τίποτα να πω για την αρρώστια μου η οποία πραγματικά δεν έχει σημασία αφού πρόκειται να πεθάνω.
Και βρίσκομαι σε αδιέξοδο πιασμένη από την στρωτή λογική φωνή του ψυχίατρου που μου λέει ότι υπάρχει μια αντικειμενική αλήθεια στην οποία το μυαλό και το κορμί μου είναι ένα.
Αλλά δεν είμαι εδώ. Ποτέ δεν ήμουν.
Ο Γιατρός Αυτός το σημειώνει και ο Γιατρός Εκείνος προσπαθεί να δείξει συμπάθεια.
Με παρακολουθούν, με κρίνουν μυρίζοντας την ανάπηρη αποτυχία που στάζει το δέρμα μου. Η απόγνωση με γρατσουνίζει, ο παμφάγος πανικός με πνίγει καθώς χασμουριέμαι στην φρίκη του κόσμου και αναρωτιέμαι γιατί όλοι χαμογελούν και με κοιτούν γνωρίζοντας το μυστικό της λαβωμένης ντροπής μου.
Ντροπή ντροπή ντροπή
………………
Εγώ είμαι εκείνη που ποτέ δεν αντάμωσα, το πρόσωπό της τυπωμένο στου μυαλού την πιο κρυφή πτυχή.
Παρακαλώ ανεβάστε την αυλαία.
Τέλος
Α. Αποστολοπούλου, Ψυχολόγος
Sarah Kane, “4:48 ψύχωση”, μετάφραση Μ. Ροδοπούλου
Πίνακας: Edvard Munch, “Melancholy”