Βγήκα από το σπίτι να ξεσκάσω. Στο τέλος της καραντίνας θα με λένε “Μίστερ Γαλαξίας”. Όχι επειδή προπονούμαι στο στο body building αλλά επειδή διαρκώς επεκτείνομαι. Από τα σκοτάδια πετάχτηκε ένας νέος κρατώντας το κρανίο του ανάποδα. Το κουνούσε βίαια να μου δείξει ότι δεν έσταζε, ότι δεν είχε άλλη στο κεφάλι του..
“Γέρο, δώσε μου την σεροτονίνη σου!”
Δεν ήμουν σίγουρος που να απαντήσω. Ετοιμαζόμουν να πω κάτι προς την περιοχή όπου θα ήταν κανονικά το κεφάλι του αλλά δεν πρόλαβα να πω κάτι γιατί συνέχισε:
“Η ψυχολόγος μου δεν μου δίνει πια τα καλά τα φάρμακα να στρώσω! Μόνο μου λέει ότι δεν φταίω εγώ. Φταίνε οι γονείς μου λέει, ένας θείος που είδα μια φορά γυμνός όταν ήμουν τριών και κάτι τέτοια. Εγώ σίγουρα δεν φταίω πάντως, αρκεί να την πληρώνω το πενηντάρι της κάθε φορά.”
Ήταν προφανές ότι έπρεπε να αναλάβω τον ρόλο του δάσκαλου και καθοδηγητή. Ξεκίνησα να εκτιμήσω την κατάσταση ως προς τις διανοητικές του ικανότητες.
-Άκου φιλαράκι. Θα σου δείξω με τα χέρια κάποια σχήματα. Θέλω να μου τα ονοματίσεις.
Έκανα ένα τετράγωνο. Αν και είχε αίματα στα μάτια έτσι που είχε κόψει το κεφάλι του, το ένα μάτι έβλεπε προφανώς αφού γύρισε προς το σχήμα που έκανα.
“Αυτό είναι ο Τάκης το Τετράγωνο.”
Κούνησα τα χέρια μου αλλιώς.
“Η Τίνα το Τρίγωνο.”
Σταμάτησα μπερδεμένος.
“Είπες να τα ονομάσω.”
Αν ποτέ με δολοφονήσουν θα είναι επειδή είπα κάτι πολύ σωστό σε άνθρωπο χωρίς χιούμορ. Αυτός ή είχε πολύ χιούμορ ή ήταν πανηλίθιος. Εγώ ένιωθα σαν τον επιχειρηματία που επένδυσε πέρυσι σε εργοστάσιο για μάσκες αλλά ήταν για αποκριάτικες μάσκες.
“Ε, τα ονόμασα. Δώσε μου τώρα σεροτονίνη. Κάτι χρειάζεται το κεφάλι μου κι εγώ δεν φταίω σίγουρα.”
-Δεν είπα ότι φταις. Απλά υπήρχε ένα φταίξιμο κάπου και ίσως κάπως μπήκε στην τσέπη σου.
Κούνησε το κεφάλι απαιτώντας αυτό που ζήτησε. Δεν κρίνω. Τόσοι και τόσοι παιδικοί μας ήρωες στα κινούμενα σχέδια έκαναν κοτζάμ καριέρα χωρίς να φοράνε καν παντελόνια ή να έχουν γεννητικά όργανα. Απλά έπρεπε να βρω τρόπο να επικοινωνήσουμε. Μην περιαυτολογώ αλλά μπορώ να κάνω πέντε λεπτά κουβέντα με τη γυναίκα μου γεμίζοντας το πλυντήριο πιάτων οργισμένα. Δουλεύει πολύ καλά το κόλπο.
-Και που ξέρεις ότι χρειάζεσαι σεροτονίνη;
“Μια φορά μου είχαν δώσει και ήμουν μετά φίνα.”
-Και γιατί την έκοψες;
“Δεν μου τη δίνουν πια. Μόνο μου έδωσαν αυτήν την ψυχολόγα. Που μου τη δίνει στα νεύρα μόνο.”
-Ε, στα νεύρα πρέπει να πάει νομίζω.
“Εννοώ μου την σπάει. Ρωτάει ‘πως είσαι;’ ενώ ξέρει πολύ καλά την απάντηση.”
-Ε, αν πηγαίνεις έτσι με το κεφάλι αγκαζέ, πράγματι ηλίθια ερώτηση.
Νόμιζα πήγαινε καλά. Μην το παινεύομαι αλλά είμαι πανέξυπνος ο άτιμος. Εντάξει δεν είμαι χειρουργός σαν τον ξάδελφο ή Νομπελίστας σαν την θειά μου, αλλά τουλάχιστον εγώ μπορώ να πιω όσο γάλα θέλω χωρίς να με πιάσει κόψιμο. Και χθες ξέμεινε από μπαταρία η ηλεκτρική οδοντόβουρτσα και σαν άλλος Μαγκάιβερ βρήκα τρόπο να πλύνω τα δόντια μου έτσι κι αλλιώς. Αλλά τώρα με είχε μπερδέψει αυτός ο νέος. Ήταν όπως όταν μου έδωσε ο γιος μου Χριστουγεννιάτικη λίστα. Γέλασα με τις μπούρδες που έγραψε, του είπα ότι δεν υπάρχει καν δελφίνι που μετατρέπεται σε διαστημόπλοιο. Μετά μπήκα στο internet και διάλεξα χρώμα. Πήρα και την αράχνη που περπατάει ανάποδα στο ταβάνι και μεταμορφώνεται σε πριγκίπισσα.
-Φιλαράκι σεροτονίνη δεν έχω πρόχειρη και από το κεφάλι μου δεν βγαίνει εύκολα.
Αναρωτήθηκα αν έστεκε η αντίρρησή μου προς έναν άνθρωπο που τόση ώρα συζητάει κρατώντας το δικό του αλλά συνέχισα πάραυτα.
-Νομίζω πρέπει να κάνουμε μια συνταγή σαν τις σούπες της γιαγιάς μου. Να πετάξουμε σε ένα καζάνι ότι περισσεύει στο σπίτι και να το βράσουμε ώρα. Δεν ξέρω αν θα περιέχει σεροτονίνη, αλλά και η κοτόσουπα της γιαγιάς μου δε νομίζω περιείχε κότα τελικά.
Με κοίταξε. Τον κοίταξα. Μάλλον δεν το πήγαινα καλά. Με τη γυναίκα μου πριν παντρευτούμε συμφωνήσαμε να μην κοιμηθούμε ποτέ τσαντισμένοι, οπότε έχω να κοιμηθώ δυο χρόνια τώρα. Κάπως έτσι έδειχνε κι εδώ να πηγαίνει αλλά ευτυχώς ο τύπος σωριάστηκε. Το κεφάλι του κύλησε αργά αργά, σχεδόν κινηματογραφικά, και σταμάτησε μπροστά μου. Έχω να πάω στο γραφείο από πέρυσι τον Απρίλιο αλλά ακόμα νομίζω ότι μυρίζω τις μπάμιες που είχε φέρει ο συνάδελφος στο διπλανό γραφείο την τελευταία μέρα πριν φύγω. Κάπως έτσι μύριζε και το κρανίο. Ψέλλισε κάτι, έσκυψα να το ακούσω.
“Τα φώταααα….κοίτα τα φώτα…”
Κοίταξα προς τα φώτα του δρόμου.
-Ναι, μια χαρά, όλα δουλεύουν, πέρασε ο Δήμος και άλλαξε λάμπες πρόσφατα.
“Οοο…όχι…μπροστά στα φώτα…τα πνεύματα…”
Ε, το κλώτσησα ενστικτωδώς δυνατά, καρφώθηκε απέναντι σε μια μάντρα. Πήγα την βόλτα μου και γυρνώντας έριξα το κεφάλι στο καζάνι με την υπόλοιπη σούπα. 600 εκατομμύρια πλανήτες λέει μπορεί να υποστηρίξουν έμβια όντα στο Σύμπαν, ας πήγαινε εκεί ο βλάκας για σεροτονίνη αφού δεν του έδιναν εδώ.
-Παιδιά, έχει κοτόσουπα!
O Αλέκος Γκονζαλεζίδης έχει πλεόνασμα σεροτονίνης, αδρεναλίνης και ταλέντου στη συγγραφή ποιημάτων, μυθιστορημάτων και παντελονιών. Α, όχι, αυτό είναι “συρραφή”.