Τα έχω ξαναπεί.
Ας τα πω μια φορά ακόμα. Όχι τα κάλαντα. Αυτά τα έκοψα από την πρώτη γυμνασίου.
Αν μια μέρα έχει μια απειροελάχιστη πιθανότητα να πάει στραβά, σκατά κι ανάποδα, θα πάει. Αν δεν το πιστεύεις διάβασε το Νόμο του Μέρφυ, θα πειστείς κι αν ούτε αυτό σου είναι αρκετό, ρώτα τους φίλους σου πως τα περνάνε.
Όσοι σου πουν θεσπέσια, ανήκουν σε αυτούς τους ατσαλάκωτους, που όλα στη ζωή τους παρουσιάζονται τέλεια, το σπίτι τους στην τρίχα, ο γκόμενος με φέτες τους κοιλιακούς και οι Halls τους με Vapor και Action.
Σφύριξέ τους το όνειρο, την κάνανε από τον κήπο της Εδέμ, πριν από αυτούς γι αυτούς οι άλλοι. Που είχαν και τα μέσα και δεν τα εκμεταλλεύτηκαν.
Θα έρθει στάνταρ, λοιπόν, η μέρα που θα ξυπνήσεις, λες και δεν κοιμήθηκες ποτέ, με τις σακούλες κάτω από το βλέφαρο, να έχουν ψωνίσει σα να μην υπάρχει κρίση, τα μαλλιά να πιάνουν Nova χωρίς ούτε ένα ευρώ για συνδρομή, θα σε πονάει όλο σου το είναι και θα έχεις αργήσει τραγικά για τη δουλειά, γιατί στο δικό σου σύμπαν ο χρόνος δεν περνάει, πετάει.
Δε θα έχεις μπαταρία στο κινητό, στο πορτοφόλι, ούτε ένα ευρώ, θα έχεις ξεχάσει σπίτι το λογαριασμό, τον ληγμένο εδώ και κανά τετραήμερο, στο νερό, οι μπροστινοί σου θα οδηγούν σε πανικό, ή θα κοιμούνται επάνω στο καπό, τον ύπνο του δικαίου, τόσο όσο να ανάψουν τα φανάρια κόκκινο, την ώρα που εσύ θα ετοιμαζόσουν για τη μεγάλη έξοδο. Όχι προς την ελευθερία σου. Για σκλαβιά και δουλεία γωνία έχεις βάλει πλώρη, αλλά μπορείς και αλλιώς;
Ο καφές σου θα είναι πιο πικρός ή πιο γλυκός από ότι συνήθως τον πίνεις, ή ούτε καν τον πίνεις, γιατί προλαβαίνεις και τον χύνεις, επάνω στην αγαπημένη σου μπλούζα, ή κατευθείαν επάνω στις σουέτ τις μπότες που είχες βάλει στο μάτι πέρυσι και αγόρασες από το στοκ φέτος, όταν μόνες τους, τελευταίες σου έκλεισαν το μάτι και σου φώναζαν: τι τύχη, μας βρήκες στο τσακ. Μας αγαπούσες, το παραδέχεσαι; Ήμασταν το δεύτερο εγώ σου. Μα τώρα πια δε μας ανέχεσαι ούτε σα σκέψη στο μυαλό σου… Γιατί ως γνωστόν οι πιο ωραίες μπότες είναι αυτές που δεν έχεις αποκτήσει ακόμα, ή αυτές που κατέστρεψες νωρίς. Με έναν τυχάρπαστο καπουτσίνο. Που δεν στον είχαν πετύχει.
Και φτάνεις στον προορισμό σου, πάντα φτάνεις. Με νεύρα στο κόκκινο, ελπίζοντας πως η κάθε μέρα είναι τυχαία σπαστική και πρέπει να αρχίσεις γιόγκες και διαλογισμούς να ξεριζώσεις την αρνητική ενέργεια που έχει φωλιάσει στο μυαλό σου και κουτσουλάει νυχθημερόν τον εσωτερικό σου κόσμο. Τίποτα δεν είναι τυχαίο σε αυτή τη ζωή, χρυσό μου, φωνάζει η λογική που αυτιστικά προσπερνάς, μη και σκεφθείς αρνητικά και παρεξηγηθεί το the Secret και σου κάνει μουτράκια ο συγγραφέας…
Και έρχεται εκείνο το τηλεφώνημα που σου δείχνει ότι δεν έχει ελπίδα ετούτος ο κόσμος. Έρχεται εκείνη η στιγμή που ένας απλός στόκος θα σε ρίξει στα σκληρά, όταν προσπαθείς με ζήλο να εξηγήσεις τα αυτονόητα, που ντεν καταλαβαίνει, ντεν ξέρει, τι να κάνουμε τώρα;
Έρχεται εκείνη η ώρα που σκέφτεσαι μήπως η μαριχουάνα θα έπρεπε να κυκλοφορεί δωρεάν και υποχρεωτική σε ενδοφλέβιες καθημερινές δόσεις, ή να στην ψεκάζουν οι κλιματισμοί που λούζουν τα γραφεία και τις υπηρεσίες με ζέστη (η μόνη αιτία, που αξίζει να αφήσεις την παγωμένη σου εστία). Έρχεται η αποφράδα εκείνη ώρα που σκέφτεσαι ότι τελικά ο ΓΑΠ, γέμισε εκείνο το απέραντο GAP, που αφήνει η εγγενής χαζομάρα στον άνθρωπο, με μία και μόνο σοφή κουβέντα…
Μαρή Χουάνα don’t stop, σε έχουμε ανάγκη.
Πως αλλιώς θα διαπραγματευτούμε όλου του κόσμου τα παράλογα, τα άλογα και τα γαϊδούρια που έχουν εισβάλει στο δικό μας παραμύθι;
Πως θα δικαιολογήσουμε στα παιδιά μας, τα μούτρα, τα άγχη και τις ανησυχίες, που βαθαίνουν τις ρυτίδες μας εκεί ανάμεσα στα φρύδια και δυστυχώς όχι γύρω από το στόμα, ή πιο πέρα, στα μάγουλα, που κάποτε υπήρχαν δυο όμορφα λακάκια;
Πως θα βοηθήσουμε όσους αγαπάμε να αντέξουν να χάνουν; Πως θα δικαιολογήσουμε την απώλεια, την άδικη, την ξαφνική, την αβάσταχτη… πως;
Με έναν μαγικό τρόπο, υπάρχουν αντισώματα μέσα σου, το ξέρεις κορίτσι, για εσένα το λέω…
Υπάρχουν αντισώματα, κι αν δεν υπάρχουν πρέπει να τα δημιουργήσουμε για να δικαιολογήσουμε την ύπαρξή μας και τη βόλτα μας ο ένας στη ζωή του άλλου.
Αν κάποια μέρα έχει μια απειροελάχιστη πιθανότητα να πάει στραβά, θα πάει. Πότε κάποιος άγνωστος σου χάρισε λουλούδια; Άντε κανά σφηνάκι με δεύτερες και τρίτες σκέψεις και σίγουρα δεν έφταιγε το Ιmpulse.
Το σύμπαν δεν σε ακούει, δε δίνει μία για το τι περνάς. Αυτά είναι παραμύθια, που ούτε η Χαλιμά δεν τόλμησε να πει. Τα άφησε για τον Κοέλο, για να πειστείς να πάς να τον αγοράσεις εσύ, στη δική σου εποχή, στο δικό σου χρόνο.
Να πιστέψεις πως υπάρχει κάτι απροσδιόριστο και ξένο που θα σου προσφέρει βοήθεια.
Ψέματα. Μόνοι μας μαθαίνουμε, μόνοι μας μιλάμε, μόνοι μας περπατάμε, μόνοι μας και τα παρατάμε. Ένας διακόπτης on / off είναι η απόφαση, η κάθε απόφαση. Μέσα στο μυαλό σου ζουν οι επιρροές των συμπαντικών σου επαφών και ίσως κάποτε νομίσες ότι αυτές σε καθορίζουν, αλλά τελικά, εσύ και μόνο εσύ ψαχουλεύεις τη δύναμη που υπάρχει κρυμμένη μέσα σου, εσύ ορίζεις εκείνο το δάχτυλο που θα πατήσει, θα ανάψει, θα σβήσει, θα αφήσει.
Ή τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω… και αυτό είναι το μόνο αντίσωμα που μου έχει μείνει για να συνεχίσω δίπλα σου να ζω.
” οι ευαίσθητοι παθαίνουν και παρανοούν, λες κι ο κόσμος το κανόνισε να γλιτώνει ο λύκος…”