Ο λαός λέει: «από τότε που ανακαλύφτηκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο».
Κυκλοφορεί και στην πιο βρομόστομη βερσιόν με την εναλλακτική κατάληξη: «χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι».
Νομίζω ότι ο λαός έχει και πάλι απόλυτο δίκιο.
Σίγουρα κανείς δεν είναι τέλειος, όλοι έχουμε πληγώσει κάποιους κι όλοι έχουμε κάνει λάθη και μαλακίες για τις οποίες έχουμε μετανιώσει και ζητάμε συγχώρεση.
Απλώς, μαλακία από μαλακία διαφέρει.
Υπάρχουν πράγματα που συγχωρούνται εύκολα, άλλα που προϋποθέτουν χρόνο και κόπο για να συγχωρεθούν και πράγματα που δεν (θα ‘πρεπε να) συγχωρούνται ποτέ.
Κι έπειτα, δεν σημαίνει ότι άπαξ και ζητήσουμε συγνώμη ο άλλος είναι υποχρεωμένος να διαγράψει τα περασμένα και να γίνουν όλα όπως πριν.
Δεν λέω, η λέξη «συγγνώμη» προσφέρει μια πρόσκαιρη τέρψη και φτιάχνει προσωρινά τα πράγματα, ίσως κι οριστικά στις πιο σπάνιες περιπτώσεις, όμως δεν σου δίνει πίσω το χρόνο που διανύεις μέχρι τη συγγνώμη, το χρόνο όπου κάποιος πληγώθηκε και στεναχωρήθηκε, το χρόνο που αναρωτιόταν πού έφταιξε κι αν άξιζε τέτοια συμπεριφορά, το χρόνο που καμιά φορά προσπαθούσε να ρίξει το φταίξιμο στον ίδιο του τον εαυτό, για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.
Η συγγνώμη καλή, χρυσή, αλλά δεν σου χαρίζει το «χαμένο» χρόνο.
Είναι όπως κάποιον που αδίκως το δικαστήριο τον καταδίκασε σε κάθειρξη πολλών ετών και στα μισά της έκτισης της ποινής έρχονται νέα στοιχεία, απ’ τα οποία προκύπτει ότι είναι αθώος.
Ναι, είναι απερίγραπτη η αίσθηση της ξαφνικής ελευθερίας που επιτέλους χαρίστηκε στο φυλακισμένο, αλλά ποιος θα του δώσει πίσω τα χρόνια που ήταν αδίκως εγκάθειρκτος σε ένα κελί τρία επί τρία;
Και μετά τη συγγνώμη, τι;
… Α, ναι, η δεύτερη ευκαιρία, άλλο ένα S and M σύμφυρμα αμηχανίας, γραφικότητας και ματαιότητας.
Αυτοί που τη διεκδικούν θα σου πουν «όλοι αξίζουμε μια δεύτερη ευκαιρία», αυτοί που την έδωσαν και το μετάνιωσαν θα σου πουν «όταν δίνεις σε κάποιον μια δεύτερη ευκαιρία είναι σαν να του δίνεις άλλη μια σφαίρα για το όπλο του, επειδή αστόχησε τη πρώτη φορά».
Μια συγγνώμη άλλους τους λυτρώνει, άλλους τους αγχώνει, άλλοι τη λένε εύκολα (ίσως γιατί είναι ένας εύκολος τρόπος να έχεις τη τελευταία κουβέντα), άλλοι δεν μπορούν να την πουν επί λέξη και ακολουθούν πλάγιες οδούς, άλλοι την εννοούν και τη συνοδεύουν με το επίρρημα «ειλικρινά» κι άλλοι την ξεστομίζουν μόνο και μόνο για να αποφύγουν τη γκρίνια.
Όπως και να ‘χει, προκαλεί αμηχανία και έπεται στεναχώριας, ρήξης και σιωπής.
Για να αποφευχθούν αυτά τα δυσάρεστα ουσιαστικά που γεννάνε τη συγγνώμη, υπάρχουν δύο λύσεις.
Η μια είναι η αποφυγή της ίδιας της συγγνώμης από το θύτη.
Είναι πολύ της μόδας στις μέρες μας.
Κάνεις τη χοντράδα και βγαίνεις κι από πάνω νίπτοντας τας χείρας σου.
Η άλλη λύση, πολύ πιο απλή και λιγότερο χρονοβόρα, είναι η αποφυγή της πράξης που οδηγεί στη συγγνώμη.
Εκεί είναι η πρόκληση και η αυθεντία.
Δεν είναι πολλοί -ευτυχώς η δυστυχώς- οι «δικοί» μας. Αυτοί που μας έχουν ξεχωρίσει από εφτά δισεκατομμύρια κόσμου.
Καλό είναι να γίνουμε λίγο πιο εντάξει, λίγο πιο υπεύθυνοι.
Το «συγγνώμη» είναι ένας πολύ παρεξηγημένος όρος.
Δεν είναι ένας όρος τρυφερός και ζεστός όπως πολλοί (θέλουν να) πιστεύουν, αλλά μια δικλείδα απενοχοποίησης γι’ αυτούς που την έχουν κάνει τη μαλακία τους και θέλουν να κοιμούνται ήσυχοι.
Πώς να το κάνουμε; Κάποια πράγματα δεν λύνονται με μια κωλοσυγγνώμη.
Μακάρι να έκλεινε η πληγή με μια απλή συγγνώμη
απόψε χαραμίσαμε λίγη ζωή ακόμη.