Μεσάνυχτα ξανά.
Η κραυγή μιας γυναίκας σκίζει τον αέρα. Μόλις την ειδοποίησαν από το τηλέφωνο ότι ο γιος της τράκαρε και σκοτώθηκε.
Μια χοντρή κουκουβάγια πέφτει νεκρή στα σκαλοπάτια ενός νεόκτιστου κτιρίου.
Ένας μπαμπάς ξενυχτάει αγκαλιά με το μωρό του επειδή αυτό βγάζει δόντια.
Δυο κοπέλες φιλιούνται στα σκοτεινά ενός πάρκου.
Μια μαμά χορεύει μέχρι τελικής πτώσεως σε ένα κλαμπ, αφού παράτησε τον άντρα της με το νεογέννητο μωρό τους.
Ξεσπάει πόλεμος ανάμεσα σε δύο χώρες.
Ένας έφηβος το έσκασε από το σπίτι του και τώρα τρώει παγωτό κάτω από ένα πλατάνι.
Μια κουτσή κυρία ταχυδρομεί τρία κομμάτια από ένα σπασμένο φεγγάρι.
Το φάντασμα ενός κυρίου περιμένει στο νοσοκομείο την ζωντανή γυναίκα του για να ξεψυχήσει και να πάει μαζί του.
Μια μπαλαρίνα μαγειρεύει κρυφά αστακομακαρονάδα.
Η Τζένη βάφεται, χτενίζεται και φοράει ένα μαύρο καλσόν, το οποίο σε λίγο οι πελάτες θα ξεσκίσουν.
Δυο γονείς τηλεφωνούν στην αστυνομία να δηλώσουν την εξαφάνιση του γιου τους.
Ένας νάνος βγαίνει φωτογραφίες κάτω από τον Πύργο του Άιφελ.
Σε κάποιες δημόσιες τουαλέτες, το φερμουάρ από το παντελόνι ενός αγοριού κατεβαίνει και μια κοπέλα γονατίζει μπροστά του.
Η πέτρινη γοργόνα ενός σιντριβανιού κινείται για λίγο, χαμογελά και ξαναπετρώνει.
Μια κόκκινη πεταλούδα ξεχάστηκε μες στα λουλούδια και τώρα έχει χαθεί.
Η Μαίρη βλέπει αγώνες μπάσκετ καταβροχθίζοντας τέσσερα μπολ πατατάκια.
Το Άγαλμα της Ελευθερίας αφήνει για λίγο τον πυρσό και ανάβει τσιγάρο.
Ένας νεαρός τρέχει στο δρόμο κυνηγώντας πολύχρωμες πυγολαμπίδες.
Σε μια ακρογιαλιά μια παρέα κάθεται γύρω από μια φωτιά και διηγείται ιστορίες.
Δυο ηλικιωμένοι κοιμούνται αγκαλιά με ανοιχτό παράθυρο.
Ο Αλέξανδρος, χρόνιος χρήστης, παίρνει την τελευταία του δόση.
Η Εσμεράλδα προσπαθεί να καταπιεί δύο ηρεμιστικά μαζί.
Ένας ανάπηρος παίρνει μια ώρα ρεπό από την αναπηρία του για να χορέψει βαλς με την αγαπημένη του.
Η χιονάτη σφάζει τους εφτά νάνους και τους βάζει στον καταψύκτη, εξασφαλίζοντας κρέας για το χειμώνα.
Ένα κοριτσάκι τρέφεται αποκλειστικά με προϊόντα αστεριών και παραπροϊόντα ληγμένων ονείρων.
Η Σύλβια Πλαθ βγήκε για λίγο από τον τάφο της και πήρε να τραγουδάει το mad girl’s love song.
Όλοι οι υπόλοιποι κοιμόμαστε και νομίζουμε ότι ο κόσμος σταματά τη στιγμή που κλείνουμε τα βλέφαρά μας.
Τώρα που έμαθες περίπου τι γίνεται τα βράδια τα νυχτερινά, μην κλαις άλλο. Είμαι αδιάβροχος.