Λοιπόν εγώ φημίζομαι για ήρεμος άνθρωπος… Φήμες αγαπητοί βέβαια γιατί όσοι με ξέρουν καλά, γνωρίζουν ότι το μάτι γυαλίζει και ενίοτε γυρίζει. Απλά έχω κάνει ασκήσεις ηρεμίας, που σημαίνει ότι πρέπει να με πιέσεις πολύ για να κάνω το μπαμ και πάλι θα αναρωτιέσαι αν το κατάφερες.
Λίγα πράγματα με εξοργίζουν τελικά. Ένα από αυτά είναι το αδικαιολόγητο περίμενε. Περίμενε στην κίνηση, περίμενε στην ουρά της τράπεζας να πληρώσεις το λογαριασμό, περίμενε στον οδοντίατρο να βγάλεις το δόντι, περίμενε σε ξανακαλώ σε 5′, περίμενε να το ξανασκεφτώ γιατί μήπως ναι ή μήπως όχι, περίμενε, περίμενε, περίμενε. ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΩ. Νομίζω ότι κάτι τρομερά σημαντικό θα συμβεί την ώρα που εγώ περιμένω κάτι ασήμαντο.
Επίσης έχω ένα θέμα με τον προσωπικό μου κύκλο. Φαντάσου ένα νοητό κυκλάκι μέσα στο οποίο έχεις αράξει την ύπαρξή σου, τόσο όσο εκπέμπει η αύρα σου στο σύμπαν, που απλά απαγορεύεται να περάσεις κυρίως χωρίς να χτυπήσεις την πόρτα. Μισής ώρας ευγένεια χρειάζεται για να κάνεις μια ερώτηση πριν απλώσεις χειρονομία… επιτρέπεται καλέ κυρία; Αναλόγως το wording που αν συνοδεύεται κυρίως με χιούμορ – μέγας παγοθραύστης και υποτιμημένος κυματοθραύστης- σκάω χαμόγελο και απαντώ, παρακαλώ περάστε, γιατί κατά βάθος είμαι κορίτσι μάλαμα. Κακίες δεν κρατάω και πολύ έχω μάθει να αγαπάω.
Αν όμως με βάλεις σε ανεξήγητη αναμονή ή αντίστοιχα εισβάλεις στο χώρο μου χωρίς τακτ ή έστω πρωτοτυπία με χτυπάει το στρες αμφάς και δεν ανέχομαι ούτε την ανάσα σου στο σύμπαν…
Αυτό κάποιες φορές έχει μεταφραστεί σε σνομπισμό και καθόλου δε με νοιάζει. Καλύτερα σνομπ να σε κρίνουν οι άξεστοι, παρά να πιάσουμε τσιμπούρια λόγω περιττών και ανούσιων συναναστροφών.
Πρόσφατα διάβαζα για έναν ποταμό, με όνομα αδύνατο να το προφέρω κάπου στα βάθη της Αφρικής, όπου την περίοδο ξηρασίας εκεί στεγνώνει και το σάλιο σου τόσο, ώστε ο ποταμός μετατρέπεται σε διάσπαρτες λακουβίτσες νερού. Όλα τα ζώα που συχνάζουν κοντά στον ποταμό την κάνουν για αλλού, με εξαίρεση τους ιπποπόταμους. Αυτοί κάθονται εκεί, όταν η στάθμη πέφτει, όταν ο ποταμός καταντά ρυάκι, όταν γίνεται πισίνα 1Χ1, όταν γίνεται τζακούζι για 2. Ακούνητοι οι ιπποπόταμοι. Και τότε αρχίζουν τα διαπροσωπικά τους προβλήματα. Χωρίς νεράκι ανάμεσά τους, εξοργίζονται και αρχίζουν τις κόντρες, τις αγκωνιές, τα μαλλιοτραβήγματα.
Φαντάζομαι ότι αν προσπαθήσετε να φέρετε στο νου σας την εικόνα ενός ιπποπόταμου, μάλλον αυτή περιέχει ένα ροζ ευτραφές ζωάκι, χαμογελαστό, γλυκούλι, ήσυχο και όσοι έχετε δει τη Φαντασία του Ντίσνεϊ, με φουστίτσα μπαλαρίνας να κάνει πιρουέτες. Γιατί άραγε αυτά τα γλυκά ζωάκια γουρουνιάζουν κατά αυτό τον τρόπο; Γιατί απλά καταλαμβάνουν ο ένας το χώρο του άλλου, ενώ περιμένουν να κάνουν κάτι εποικοδομητικό, ενώ αναμένουν το πολυπόθητο νερό, να πλατσουρίσουν ξανά. Με λίγα λόγια εξοργίζονται ΚΑΙ οι ιπποπόταμοι και η οργή αυτή δεν είναι παιχνιδάκι γιατί οι ιπποπόταμοι ούτε ροζ είναι, ούτε πιρουέτες κάνουν και κατά πάσα πιθανότητα τζουτζούκοι εμφανίζονται μόνο στα παιδικά.
Συνεπώς καταλήγουμε στην οργή της αναμονής, που οφείλεται στην οργή της ουράς στην τράπεζα, στην οργή της κίνησης, στην οργή του οξυγόνου που αναπνέεις πολύ κολλητά στο διπλανό ιπποπόταμο και σου βρωμάει ανθρωπίλα επικίνδυνα υπερκοινωνικά, ακόμα και στην οργή του ποταμού στην Αφρική. Γιατί όλα αυτά; Άραγε έχουμε γίνει πιο ευέξαπτοι ή απλά έχουμε γίνει πολλοί ιπποπόταμοι, μες στον ίδιο ποταμό;
Αναπνέουμε ο ένας τον αέρα του άλλου, ενώ περιμένουμε στριμωγμένοι, κυνηγημένοι από ένα πρόγραμμα εφιαλτικό και ανήσυχοι μονίμως μήπως δεν προλάβουμε τι ακριβώς; Το χρόνο, την ώρα, το χρήμα; Ειδικά για το τελευταίο, μην ανησυχείτε καθόλου γιατί είναι ήδη υπολογισμένο, όλο και κάποιο φόρο έχει ήδη καλύψει κι ας μην το γνωρίζουμε ακόμα.
Τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο απλά σε όλων των ειδών τις συναναστροφές, από τις πιο τυπικές συναλλαγές, μέχρι και τις πιο… στενές επαφές αν υπολογίζαμε λίγο το αδιάβατο του απέναντί μας. Αν υπολογίζαμε ότι κάποιες φορές η λύση στα διαπροσωπικά προβλήματά μας είναι ανάλογο αυτού που μου έλεγε πάντα ο daddy μου και τελικά πέρασε στο DNA ανώδυνα, ότι όλους τους ανθρώπους πρέπει να τους πλησιάζεις σαν τη φωτιά… ούτε πολύ κοντά γιατί καίγεσαι, ούτε πολύ μακριά γιατί κρυώνεις. Φυσικά σε κάποιες περιπτώσεις αξίζει να σιγοκαίγεσαι κάμποσο καιρό, για όσους σε εμπνέουν, ώστε να συνηθίσεις τη φωτιά, να γίνει ο άλλος το εμβόλιο σου που θα σου χτίσει τα απαραίτητα αντισώματα να την παλέψεις τη ζωή απέναντι στο μικρόβιο του όχλου. Απλά το υπερβολικό είναι φθορά, όπως το αντίθετο μηδέν, αυτοκτονία. Τα άκρα άστα για τον έρωτα και αυτός δεν είναι απλός, ούτε καθημερινός. Είναι η μόνη περίπτωση που παραχωρείς εαυτόν χωρίς σκέψεις, δέχεσαι να γίνεις τόσο φλαμπέ, ώστε το ” στάσου πλάι μου” να γίνει πάνω, κάτω και πλαγίως. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις καλύτερα είναι να ακολουθείς τη μέση οδό για να μη σε παρασύρει η μάζα σε προορισμούς που ούτε γουστάρεις, ούτε σου ταιριάζουν.
Αγχώθηκα από την πολλή την σκέψη και το μυαλό μου κάπου εδώ ψάχνει διέξοδο σε εικόνες εξοχής. Εκεί που ακούς μόνο χαλαρουίτα τζιτζικάκια, πεύκα να ανεμίζουν, θάλασσες πλιτς πλατς. Εκεί ηρεμώ και τι περίεργο, μέσα στην εικόνα της φαντασίωσης μου σε ακτίνα πολλών ονειροπολήσεων δε βλέπω κανέναν… η απόλυτη ηρεμία της μοναξιάς.
Άτιμα και άτσαλα υπερκοινωνικά δίκτυα, τηλέφωνα που δε λεν να σταματήσουν, απανωτά μηνύματα, τι κάνεις, που πας, γιατί, πως πότε; Ούτε μια αγοραφοβία δεν μπορώ να απολαύσω… πάμε πάλι κροουλ σε ποτάμια γεμάτα από ανούσιες συναναστροφές με λογής λογής ιπποπόταμους…