Όλοι γνωρίζουμε από τη λογοτεχνία ζευγάρια όπως ο Ρωμαίος και η Ιουλιέττα, ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα, ο Ερωτόκριτος και η Αρετούσα και πόσα ακόμα που με τις δυσκολίες που κατάφεραν να υπερνικήσουν σφράγισαν ανεξίτηλα με το σημάδι τους τις έννοιες του έρωτα και της αγάπης.
Η πραγματική ζωή, καθόλου ανθηρή τις περισσότερες φορές, ενώνει ανθρώπους και δημιουργεί ιστορίες οι οποίες πολύ πιθανόν να μην είχαν συμβεί χωρίς την ενέργεια που εκλύουν οι συγκεκριμένες συναντήσεις όσο τραγικές και αν είναι κάποιες φορές.
Ας δούμε κάποια από αυτά τα ζευγάρια στην πραγματική ζωή:
Ο σόουλ τραγουδιστής Al Green, γνωστός από τις μεγάλες του επιτυχίες “Tired Of Being Alone” (1971), “Let’s Stay Together” (1971) και “I’m Still In Love With You” (1972), πάνω στο απόγειο της καριέρας του το 1974, κατά την επιστροφή του στο δωμάτιο του μετά το τέλος μιας συναυλίας στο Σαν Φρανσίσκο και την ώρα που έκανε μπάνιο, δέχτηκε επίθεση από τη Mary η οποία τον περιέλουσε με καυτό χυλό δημιουργώντας του εκτεταμένα εγκαύματα στην πλάτη μιας και ο ίδιος αρνιόταν να την παντρευτεί. Η ίδια αυτοκτόνησε το εκείνο το βράδυ χρησιμοποιώντας το όπλο του Al. Η Μαίρη για να βρίσκεται κοντά στον αγαπημένο της είχε χωρίσει από τον άντρα και τα παιδιά της και στο σημείωμα που βρήκε η αστυνομία στην τσάντα της η ίδια έγραφε: “Όσο περισσότερο σε εμπιστεύομαι, τόσο πιο πολύ με απογοητεύεις”.
Ο Al Green, μετά από αυτό το γεγονός που το θεώρησε θεϊκό ξύπνημα, έγινε ιερέας, δημιούργησε τη δική του εκκλησία και αφιερώθηκε στην gospel μουσική.
Ozzy και Sharon Οsbourne
O Οzzy δεν φαίνεται να αρκείται στο να δαγκώνει κεφάλια νυχτερίδων και να πίνει αίμα περιστεριών. Σε κάποια από τις βραδιές, που βρισκόταν υπό την επήρεια μεγάλης δόσης αλκοόλ και ναρκωτικών, προσπάθησε να στραγγαλίσει την επί σειρά ετών σύζυγό του Sharon χωρίς επιτυχία ευτυχώς. Το ζευγάρι έχει φτάσει πολλές φορές στο διαζύγιο αλλά παραμένει μαζί. Σε μια συνέντευξή του ο Ozzy παραδέχτηκε ότι έχει μετανοιώσει για την προσπάθεια που έκανε. Αναγνώρισε στη Σάρον, ότι αυτή είναι ο λόγος που είναι ακόμη ζωντανός και κατάφερε να απεξαρτηθεί από τις ουσίες. Ο έρωτάς του για εκείνη ήταν ότι καλύτερο του έχει συμβεί, όπως δήλωσε ο ίδιος και ο λόγος που δεν αυτοκτόνησε. Στο ερώτημα που του έγινε πως θα αισθανόταν να είναι αυτός “καθαρός” και η Σάρον “φτιαγμένη”, αυτό που μπόρεσε να απαντήσει ήταν: “Καλή ερώτηση, δεν έχω απάντηση”.
Bonnie & Clyde
Ίσως κανένα εγκληματικό ζευγάρι δεν έχει αποθεωθεί για τις ερωτικές του ιδιότητές, όσο η Μπόνι κι ο Κλάιντ. Συγχωρούμε τα εγκλήματά τους, επειδή έπαιξαν τη σχέση τους στην κάμερα, και μέσω αυτών των ιστορικών φωτογραφιών, έγιναν πραγματικοί άνθρωποι, πραγματικά ερωτευμένα παιδιά. Μας συγκινούν, ακόμα και τα μακάβρια δακτυλίδια θανάτου τους, εμπνευσμένα από τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα : δύο άτομα των οποίων η μόνη επιλογή ήταν να ζουν χωριστά ή να πεθάνουν μαζί. Η σχέση τους έχει γίνει τραγούδι και ταινίες, με πιο διάσημη την κλασική του 1967 με πρωταγωνιστές τη Faye Dunaway και τον Warren Beatty.
Τι ξεχνάμε: Πέρα από το σύνολο των ληστειών τραπεζών και των φόνων αθώων ανθρώπων, που όλοι ξέρουμε, μια νέα έρευνα δείχνει ότι η Μπόνι είχε μια ψυχική διαταραχή που την έκανε για να έλκεται από βίαιους άντρες. Υπάρχει ένα σεξουαλικό φετίχ που ονομάζεται hybristophilia, ή «σύνδρομο Μπόνι και Κλάιντ” . Έτσι, ολόκληρη η ρομαντική εικόνα του ειδυλλίου, μεταξύ της ευφυούς και ζωηρής Μπόνι και του πολυμήχανου Κλάιντ ήταν απλά προϊόν της ανησυχητικής «παραφιλίας» της.
Παρά το γεγονός ότι ήταν μόλις 23 όταν πέθανε, η Μπόνι είχε παντρευτεί εδώ και επτά χρόνια … και μάλιστα όχι με τον Κλάιντ. Ο σύζυγός της ήταν επίσης μπουμπούκι -δολοφόνος- και φορούσε ακόμα τη βέρα τους όταν πέθανε.
Friedrich Nietzsche and Lou-Andrea Salomé
Οι δυο τους συναντήθηκαν όταν η η Lou ήταν 21 ετών μέσω του κοινού τους φίλου Paul Paul Rée και από την πρώτη στιγμή δημιουργήθηκε μεταξύ των τριών ένα θυελλώδες ερωτικό τρίγωνο. O Νίτσε ένοιωσε μαγεμένος από την πρώτη στιγμή που τη γνώρισε. Χαρακτηριστικά είπε για τη συνάντησή τους: ” Από ποια αστέρια πέσαμε για να συναντηθούμε εδώ;”. Η επιρροή που δέχτηκε ο γνωστός φιλόσοφος από τη Lou ήταν τόσο μεγάλος που το βιβλίο του “Τάδε έφη Ζαρατούστρα”, το οποίο εμπνεύστηκε μέσα από τη σχέση του μαζί της, το χαρακτήρισε σαν το καλλιτεχνικό υποκατάστατο του γιου που δεν επρόκειτο να κάνει. Ήταν η μόνη γυναίκα στην οποία όπως φημολογείται, ο Νίτσε πρότεινε γάμο τον οποίο η ίδια αρνήθηκε, παρότι αυτό δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ από τον ίδιο.
Ήταν πραγματικός έρωτας η σχέση αυτή ή μια ανάγκη του Νίτσε να έχει δίπλα του έναν νέο, έξυπνο, σπουδασμένο άτομο για να λειτουργεί σαν βοηθός του; Το μόνο σίγουρο είναι ότι μέσα από τη Lou γνώρισε το πως είναι να υποφέρει ένας άνθρωπος. Ο ίδιος λάτρεψε το ποίημά της “Ύμνος στη Ζωή” μέσα από τους στίχο που έλεγε: “Όταν δεν έχεις πια να μου προσφέρεις ευτυχία, ε, τότε, μπορείς να μου προσφέρεις ταλαιπωρία”.
Ίων Δραγούμης και Πηνελόπη Δέλτα
Η Πηνελόπη Δέλτα, εμφανίζεται στα εξώφυλλα των βιβλίων της ντυμένη στα μαύρα, με αυστηρό ύφος. Ήταν όμως πάντα έτσι; Τι ήταν αυτό που έκανε ένα πανέμορφο, χαρούμενο κορίτσι να μεταμορφωθεί σε μια γυναίκα χωρίς χαμόγελο; Ο έρωτάς της για τον Ίωνα Δραγούμη , τον οποίο γνώρισε ενώ ήταν ήδη παντρεμένη με το Στέφανο Δέλτα, καθόρισε την πορεία και την εξέλιξή της. Με τον Ίωνα έζησε ένα παράφορο έρωτα τον οποίο αποκάλυψε στο σύζυγό της με σκοπό να πάρει διαζύγιο και να μπορεί να ζήσει ελεύθερα με τον άντρα που ποθούσε η καρδιά της. Παρόλα αυτά ο σύζυγός της της αρνείται το διαζύγιο και η ίδια παραμένοντας πιστή στο αίσθημα του καθήκοντος που τη διέκρινε παραμένει στο γάμο της. Επτά χρόνια κράτησε αυτή η λατρεμένη αλλά και βασανιστική σχέση μεταξύ του Ίωνα και της Πηνελόπης και έληξε οριστικά με το γάμο του Ίωνα με τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Η Πηνελόπη έζησε την υπόλοιπη ζωή της πενθώντας το χαμένο της έρωτα βασανισμένη από σκέψεις αυτοκτονίας. Η σύγκρουση της συντηρητικής της ανατροφής με την πνευματική της καλλιέργεια και την ευθραυστη προσωπικότητα που είχε αναπτύξει, πολλές φορές κάναν να φαντάζει στα μάτια της ο θάνατος σαν μόνη διέξοδος. Η ίδια, καθώς τη διέκρινε ένα έντονο πατριωτικό συναίσθημα έβαλε τέλος στη ζωή της το Μάιο του 1941, Μια μέρα μετά την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα.
Χαρακτηριστική του παράφορου έρωτα που βίωσε για τον Ίωνα Δραγούμη είναι η παρακάτω επιστολή που έγραψε η ίδια σε αυτόν:
«Μένω ακόμη ένα χρόνο, σου το έγραψα· αν με θέλεις ύστερα, αν δεν αλλάξεις, Ιων μου, αν θέλεις τότε, πάρε με… Και τώρα όμως αν με ήθελες δεν θα μπορούσα να σου πω πια όχι· τώρα δεν ξέρω πια τι θα πει τιμή και λόγος και όρκος· ξέρω πως στον κόσμο κάπου ζεις εσύ, πως μ’ αγαπάς ακόμη, πως εσύ μπορείς να γίνεις δικός μου όποταν σε φωνάξω. Ιων μου, δεν σε φωνάζω· μα αν με θελήσεις ποτέ, ξέρεις πού είμαι· σε περιμένω πάντα και σ’ αγαπώ σαν Μήδεια, είσαι το μόνο δίλημμα που ζει μέσα μου με φρικτή ένταση· τ’ άλλα όλα πέθαναν, η αγάπη σου τα σκότωσε! Μη με φοβηθείς· αγαπώ άγρια, μα αγαπώ με φοβερή tendresse το χλωμό παιδί που με φίλησε στο στόμα εκεί στα πεύκα. Ιων μου, θα πεις πως είμαι τρελή, και το ξέρω, μα όπως εκείνο το βράδυ, που πρώτη φορά με ξανάβλεπες, ύστερα από την πρώτη απόπειρα, ήσουν “τρελός για μένα”, έτσι κι εγώ είμαι τρελή για σένα… Και μεθώ και δεν ξέρω πια να λογαριάσω τι θα πει “τιμή” και “λόγος”. Ξέρω μόνο πως σ’ αγαπώ, τ’ ακούς, Ιων; σ’ αγαπώ άγρια και θέλω την αγκαλιά σου και το στόμα σου που φιλεί φρικτά, σε θέλω όλον, όλον, δικό μου για πάντα, και πονώ αλύπητα και ανυπόφορα, και μ’ έρχεται να φύγω απόψε, πριν από το γράμμα μου, να μη σου μιλήσω πια, να μη σου γράψω “σ’ αγαπώ”, μόνο να έλθω εκεί, να ορμήσω στο σπίτι σου, να χυθώ στο λαιμό σου, και χωρίς λέξη, να πνίξω την αναπνοή σου, φιλώντας σε στο στόμα, ως που να κλείσεις τα μάτια σου και να πέσει το κεφάλι σου στον ώμο μου, χλωμό και αποκαμωμένο, μισοπεθαμένο από συγκίνηση και πόνο και χαρά που σκοτώνει. Το ξέρω πως είμαι τρελή· μα η αγάπη κάποιον τρελαίνει…» (27 Ιουλίου 1906).
Μαρία Πολυδούρη και Κώστας Καρυωτάκης
Όταν ο μελαγχολικός ποιητής συνάντησε τη χειραφετημένη, δυναμική Μαρία Πολυδουρή, το αίσθημα που αναπτύχθηκε μεταξύ τους ήταν ακαριαίο. Ο ίδιος αρνήθηκε τη σχέση καθώς φοβόταν ότι η προκλητική προσωπικότητά της θα στιγμάτιζε το έργο του. Οι ανασφάλειές του του τον οδήγησαν στο να αρνηθεί ακόμη και την πρόταση γάμου που του έκανε η ίδια, λέγοντας ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια. Η ίδια δεν τον πίστεψε καθώς το θεώρησε σαν πρόσχημα για να την αποφύγει.
Το ποίημα του «Ωχρά Σπειροχαίτη» ( το όνομα του μικροβίου που προκαλεί τη σύφιλη), είναι σύμφωνα με τους μελετητές του έργου του, η απόδειξη ότι ο ποιητής έπασχε από την ασθένεια. Παρά την αρνητική του απάντηση, ο Καρυωτάκης πρότεινε στην Πολυδούρη να συνεχίσουν τη φιλία τους. Εκείνη δέχτηκε, αλλά οι συναντήσεις τους μετά τον χωρισμό άρχισαν να αραιώνουν. Η κοπέλα πληγώθηκε πολύ και ένιωσε προδομένη και ταπεινωμένη.
Αργότερα έφυγε για το Παρίσι, όπου συνέχισε την αντισυμβατική ζωή. Γυρνούσε στο σπίτι τα ξημερώματα και συναναστρεφόταν αντρικές παρέες. Ένα βράδυ τη βρήκαν πεσμένη σε ένα σοκάκι του Παρισιού. Διαγνώστηκε με φυματίωση και λίγο αργότερα μεταφέρθηκε στην Ελλάδα, στο τότε σανατόριο Σωτηρία.
Τον Ιούλιο του 1928, η Πολυδούρη πληροφορήθηκε ένα τραγικό γεγονός. Ο αγαπημένος της Κώστας Καρυωτάκης είχε αυτοκτονήσει. Ο ποιητής είχε μετατεθεί στη γενέτειρά του, την Πρέβεζα, αλλά δεν είχε καταφέρει να βρει τη γαλήνη. Αυτοκτόνησε με πιστόλι σε μια παραλία του Αμβρακικού, αφήνοντας μόνο ένα σημείωμα. Στην τελευταία του εξομολόγηση ανέφερε ότι πριν δοκιμάσει το πιστόλι, είχε προσπαθήσει να αυτοκτονήσει στη θάλασσα, αλλά δεν τα κατάφερε, γιατί ήξερε καλό κολύμπι.
Αν είχε παντρευτεί την αγαπημένη του, ίσως εκείνη κατάφερνε να διώξει το «κοράκι», αλλά αυτό δεν είναι παρά μια υπόθεση εργασίας.
Όταν η Πολυδούρη έμαθε πως ο αγαπημένος της αυτοκτόνησε, κλονίσθηκε και η ήδη άσχημη κατάσταση της υγείας της, …
Η άλλοτε δυναμική γυναίκα κατέρρευσε. Ο χρόνος και για εκείνη μέτραγε πια αντίστροφα. Στις 29 Απρίλιο του 1930, έφυγε από τη ζωή, με ενέσεις μορφίνης, που της προμήθευσε στο «Σωτηρία» ένας φίλος της. Οι δυο νέοι άφησαν την τελευταία τους πνοή σε μικρή ηλικία. Η κλονισμένη τους υγεία θεωρήθηκε αποτέλεσμα του ανεκπλήρωτου έρωτά τους, κάτι που δεν αποδείχτηκε ποτέ. Μένουν μόνο τα ποιήματά τους, για να θυμίζουν τη μεγάλη τους αγάπη. [1]
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
“μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες έζησα,
να πληθαίνω τα ονείρατά σου,
ωραίε που βασίλεψες κι έτσι γλυκά πεθαίνω.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
[1] Πηγή