Το γραφείο ήταν ήσυχο. Ύποπτα ήσυχο. Τσέκαρα στο κινητό για απεργίες. Τίποτα. Μόνο δυο άτομα μπροστά μου. Δεν μπορεί, τόσοι άνθρωποι ψάχνουμε επιδοτήσεις, που είναι οι υπόλοιποι; Ο υπάλληλος είχε πάει Level2 στη Nova που κοιτούσε μανιωδώς σε μια μικρή τηλεόραση καθισμένη κάπως πάνω από το αερόθερμό του. Μάλλον για στοίχημα παρακολουθούσε γιατί είχε και κάτι χαρτιά μπροστά του τα οποία έλεγχε κάθε τόσο.
“Επόμενος!” Με δυσκολία βάζω το θαυμαστικό στο τέλος της λέξης που είπε, γιατί ήταν τόσο ξεψυχισμένη. Συγκεντρώθηκα σαν τζεντάϊ, να μπω στο μυαλό του, να τον κάνω να με βοηθήσει. Την χρειάζομαι την επιδότηση. Η ιδέα μου είναι καλή, μόνο αρχικό κεφάλαιο δεν έχω.
“Κύριέ μου δεν δουλεύουν κόλπα τζεντάϊ σε εμάς.” Εμβρόνητος εγώ. Πως το κατάλαβε; “Πείτε μου απλά τι θέλετε;” Όλη την ώρα που μιλούσε κοιτούσε τη Nova στην τηλεόραση και τα χαρτιά του. Η σκοτεινή Δύναμη είναι πολύ ισχυρή σε αυτόν.
-Για την επιδότηση ήρθα. Διάβασα στην ιστοσελίδα όλα τα έγγραφα και έστειλα τα προκαταρκτικά. Μου ήρθε αριθμός έγκρισης για να παρουσιάσω σήμερα τα υπόλοιπα με την επιχειρηματική ιδέα.
“Φτου γαμώτο! Ρε μαλάκα κράτα το μπαστούνι επιτέλους!” Νομίζω έβλεπε χόκεϊ. Δεν ήξερα καν ότι υπήρχε στοίχημα στην Ελλάδα για χόκεϊ. Έβγαλα τα χαρτιά από τον φάκελο και τα ακούμπησα μπροστά του. Το χέρι του δίστασε από πάνω τους, σα να ήταν καλυμμένα από εμετό ή κουράδες γαϊδάρου.
-Δεν δικαιούστε επιδότηση.
“Μα, δεν τα κοιτάξατε καν!”
-Είστε πάνω από το όριο ηλικίας.
“Είμαι 22 χρονών.”
-Είστε πάνω από το όριο σε εισοδήματα.
“Άνεργος λέμε! Κοιτάξτε τον φάκελο παρακαλώ!”
-Παραείστε μεγάλος κύριέ μου.
Πήρα βαθιά ανάσα. Είχαν μαζευτεί αρκετοί πίσω μου στην ουρά. Ήξερα ότι αν εγκαταλείψω τώρα, μπορεί να κάνω ώρες ή μέρες να ξαναβρώ ευκαιρία.
“Πως ακριβώς είμαι μεγάλος;”
Ο τύπος είχε αλλάξει κανάλι και σημείωνε κάτι σχετικά με επερχόμενο αγώνα κρίκετ.
“Συγνώμη! Εδώ, μιλάω!”
Με κοίταξε. Πρώτη φορά. Τρόμαξα. Το δέρμα του ήταν λείο. Ξεκούραστος και φρέσκος. Σα να μην ήταν άνθρωπος που ζούσε σε αυτή την πόλη.
-Να σας δείξω τις δυο προηγούμενες αιτήσεις που εγκρίθηκαν.
Έβγαλε από το συρτάρι του ένα κουτί. Νομίζω ήταν κουτί από παπούτσια. Αναρωτήθηκα πως χώρεσαν τα έγγραφα Α4 εκεί μέσα. Βρήκε μια γωνιά του γραφείου του χωρίς ντάνες χαρτιά, το ακούμπησε και το άνοιξε. Μετά ξαναγύρισε να ασχοληθεί με τα στοιχήματά του. Τώρα έπαιζε γκολφ στην οθόνη.
Το κουτί ήταν ανάποδα από εμένα ανοιγμένο. Δεν ήμουν σίγουρος μέχρι που είχα δικαίωμα να ακουμπήσω στο γραφείο του. Τεντώθηκα κάπως πλάγια για να δω. Χαρτιά δεν υπήρχαν. Χώμα. Χώμα;
Χώμα και μερικές πέτρες. Στη μέση μια τρύπα. Ήταν μυρμηγκοφωλιά.
“Αυτό κύριέ μου είναι ‘μικρή’ επιχειρηματικότητα!” είπε με στόμφο. Εγώ ήμουν ακόμα με ανοιχτό το στόμα. “Τα μυρμήγκια θα πουλάνε μικρά παντοφλάκια σε άλλα έντομα.”
-Μααα, πως, και…. Δυσκολευόμουν να συνθέσω πρόταση αλλά έπρεπε να περάσω στην αντεπίθεση.
-Και πως συμπλήρωσαν τις αιτήσεις τα μυρμήγκια;
“Τους τα συμπλήρωσα εγώ. Είμαι διαχειριστής της πολύ μικρής αυτής επιχείρησης. Μάλιστα ευελπιστώ να πάρουμε διπλή επιδότηση γιατί τα απογεύματα, όταν δεν πουλάνε παντόφλες, θα παίζουν ποδόσφαιρο και θα βάζουμε στοιχήματα. Παρόμοια επιδότηση πήραν για τσίρκο με κατσαρίδες όπως και για εταιρεία που φτιάχνει μικρές ομπρέλες για πεταλούδες. Ξέρετε κινδυνεύουν στην βροχή πολύ, είναι μια υπαρκτή κοινωνική ανάγκη, παίρνουν περισσότερα μόρια τέτοιες προτάσεις που βοηθάνε ευπαθείς ομάδες.”
Έβγαλα το φωτόσπαθο και έκοψα στη μέση το κουτί με τα μυρμήγκια. Με το δεύτερο χτύπημα, τον έκοψα και αυτόν στην μέση. Βρήκα μια σφραγίδα στο συρτάρι του και ενέκρινα μόνος μου την πρότασή μου.
.
.
O Αλέκος Γκονζαλεζίδης είναι αυτό που λένε serial entrepreneur. Χαίρω πολύ, αυτό το λένε όλες οι ψωνάρες που κάνουν κοκαΐνη από το πρωί ως το βράδυ σε meeting σε trendy περιοχές ανά τον κόσμο. Αλλά ο Αλέκος είναι και serial killer. Με φωτόσπαθο. Ε, τέτοιοι δεν είναι πολλοί.