Ήταν μια γυναίκα που ήθελε να δίνει πολλές εξηγήσεις. Αφού διατύπωνε στον συνομιλητή της εκείνο που είχε να του πει, την κυρίευε κατόπιν το άγχος μήπως δεν του το εξήγησε όσο πρέπει σωστά. Μήπως δεν την καταλάβει, μήπως τον μπερδέψει, μήπως φταίει η ίδια για μια τυχόν κακή συνεννόηση. Έτρεμε τις παρεξηγήσεις, την άρνηση, κατά βάθος την απόρριψη.
Ασφαλώς αναστατωνόταν πολύ περισσότερο όταν ο απέναντι την ενδιέφερε ιδιαίτερα. Στις περιπτώσεις μάλιστα που υπήρχε ερωτικό στοιχείο ανάμεσα σ’ εκείνη και στον άλλο, αυτού του είδους το άγχος εξελισσόταν σε ξέφρενο.
Γενικώς υπήρχαν περιπτώσεις που η στάση της γινόταν εξαιρετικά προβληματική. Τηλεφωνούσε συνέχεια, έστελνε σημειώματα, μηνύματα στο κινητό, παρακαλούσε για μια συνάντηση με σκοπό να διευκρινίσει σαφέστερα όσα είχε πει και ξαναπεί, να συμπληρώσει κάτι βασικό, να κάνει ακόμη μια υποσημείωση.
Υπέφερε όταν επανεξέταζε στο μυαλό της εκ των υστέρων μια φράση της, μια λέξη της, για να μην πω και το ύφος που φανταζόταν πως είχε· τα έβρισκε τώρα λαθεμένα, ανεπαρκή, συχνά γελοία, προσπαθούσε να υποθέσει πώς τα έχει εκλάβει ο άλλος, αγωνιζόταν να μπει στη σκέψη του. Ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητας της περνούσε με αυτό το κουραστικό βάσανο.
Νομίζω ότι οι χαρακτήρες οι οποίοι φοβούνται υπερβολικά την απόρριψη είναι απ’ αυτούς που καταλήγουν να μιλούν και να επεξηγούν υπερβολικά. Εξηγούν ξανά και ξανά τη θέση τους, τον εαυτό τους, τη γνώμη τους, την πρόταση τους και, πιο αγχωμένα από όλα, τις προθέσεις τους.
Το ότι τείνουν έτσι πυρετωδώς να εξηγούν, να απολογούνται και να αναλύουν την άποψη τους δε σημαίνει πως είναι πάντοτε και ειλικρινείς. Θα έλεγα μάλιστα πως στη δική τους κατηγορία ανήκουν εκείνοι που, ανήσυχοι μήπως διαφανεί ένα ψέμα τους, μια ανακρίβεια, συχνότατα η υπερβολή και η μεγαλοποίηση που τείνουν να προσθέτουν, κάποια παραλλαγή έστω στο θέμα τους, μια πτυχή τους που κρύβουν, αγωνίζονται να πείσουν με λόγια πάρα πολλά, με εντονότερες εκφράσεις, με δραματικότητα που τους αρέσει να χρησιμοποιούν. Εφαρμόζουν συνειδητά ή ασυνείδητα την παλιά συνταγή: Αν σερβίρεις ένα ψέμα μαζί με πολλές, εντυπωσιακές αλήθειες, τότε θα το περάσεις πιο εύκολα.
Οι ανασφαλείς, οι εξαρτημένοι χαρακτήρες, έχουν μεγαλύτερη ανάγκη την πειθώ τους, την ένταση, το δράμα, τις επανειλημμένες διευκρινίσεις σε όσα ήδη έχουν εκφράσει. Δεν εμπιστεύονται τις εντυπώσεις που άφησαν, και οι εντυπώσεις που άφησαν έχουν τρομακτική σημασία για την ηρεμία τους. Η ανάγκη τους να τα καταφέρουν σε αυτό που υποστηρίζουν είναι βαριά ανάγκη, θεωρούν πως θα καταστραφεί ο κόσμος αν δε συμφωνήσει μαζί τους ο άλλος. Είναι σαν να βιώνουν κάθε λίγο τη διαδικασία μιας δίκης σε δικαστήριο, όπου τα πολυτιμότερα της ψυχής τους κρέμονται από την απόφαση.
Το θλιβερό είναι πως βιώνουν ως σοβαρή δίκη ακόμη και το πιο μηδαμινό ή φαιδρό ζήτημα που τίθεται. Δεν πρόκειται ακριβώς για διαπραγμάτευση σημαντικών ζητημάτων, αλλά για μια διαδικασία ψυχολογικής επιβίωσης. Δε ζουν δίχως απανωτές δικαιώσεις, επειδή είναι πρόσωπα εξόχως ενοχικά, βαθιά ανασφαλή, αλλά και βαριά εγωιστικά.
Το ζήτημα του εγωισμού, του εγωκεντρισμού, πάντα τίθεται όταν αναφερόμαστε σε ψυχολογικά προβλήματα και αναζητούμε κάποια ανακούφιση. Όπως καλός μου φίλος και γιατρός επαναλαμβάνει και το επαναλαμβάνω μετά κι εγώ: «Ας αφαιρέσουν οι νευρωσικοί κάτι από τον εγωισμό τους και θα γίνουν πολύ πιο εύκολα τα πράγματα».
Το ερώτημα αν μια ψυχολογική ασθένεια προκαλεί εγωισμό ή είναι ο εγωισμός που μας οδηγεί σε ψυχολογικά προβλήματα θα παραμένει ερώτημα στη σκέψη των πιο πολλών. Προσωπικά τολμώ να πω, από όση πείρα μάζεψα μελετώντας τον εαυτό μου και κοντινούς άλλους, πως προηγείται ο εγωισμός. Η εγωιστική ματιά μας στη ζωή και στις σχέσεις δυσκολεύει εξαιρετικά σχέσεις και ζωή, είναι φυσικό να οδηγεί σε εμπόδια και ήττες.
Και οι επαναλαμβανόμενες δυσκολίες, οι συνεχείς αποτυχίες, κάποια στιγμή κουράζουν και κλονίζουν το νευρικό σύστημα. Από εκεί και πέρα είναι φυσικό η δυσθυμία, η δυσφορία, η δυστυχία, ο θυμός και όσα ακολουθούν τις ματαιώσεις μας να επιβαρύνουν κι άλλο τη ροπή στον εγωκεντρισμό. Δύσκολα είμαστε επιεικείς και φιλάνθρωποι όταν είμαστε δυστυχισμένοι.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη “Σιωπάς Για να Ακούγεσαι” Εκδόσεις Ψυχογιός
Πηγή: enallaktikidrasi.com