Χιλιάδες άνθρωποι την διασχίζουν καθημερινά και από το παρελθόν ως σήμερα, αποτελεί έναν από τους αγαπημένους προορισμούς της πόλης. Θα την έχεις περπατήσει σίγουρα πηγαίνοντας το πρωί βιαστικός στην δουλειά σου, σε μια χαλαρή απογευματινή βόλτα με φίλους χαζεύοντας τις βιτρίνες και τους περαστικούς ή αργά το βράδυ, μεταξύ πέμπτου κι έκτου ποτού, καθώς περπατάς σερνάμενος ως το μετρό στο Σύνταγμα. Η οδός Ερμού έχει τη δική της ξεχωριστή ιστορία που αντικατοπτρίζει τις ιστορικές εξελίξεις αλλά και την ψυχολογία και τη διάπλαση της μικρομεσαίας κυρίως κοινωνικής τάξης.
Ας την γνωρίσουμε:
Η οδός Ερμού υπήρξε από τους πρώτους δρόμους που σχεδιάστηκαν στη σύγχρονη πόλη της Αθήνας και ένας από τους βασικούς άξονες του πρώτου πολεοδομικού σχεδίου της Αθήνας που συνέταξαν οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ το 1833. Ουσιαστικά εξαρχής σχεδιάστηκε προκειμένου να γίνει ο κεντρικός εμπορικός δρόμος της πόλης, να συγκεντρώσει καταστήματα και χρήσεις που είχε ανάγκη η Αθήνα προκειμένου να στεφθεί πρωτεύουσα της σύγχρονης εποχής – πέρα από την αίγλη που της προσέφεραν οι αρχαιότητες. Δεν είναι τυχαίο ότι δόθηκε στον δρόμο αυτό το όνομα του θεού του εμπορίου, του Ερμή.
Όπως σημειώνει ο Νίκος Γ. Λεμονής: «Εδώ στεγάζεται κοντά δυο αιώνες τώρα ο καταναλωτισμός των νεοελλήνων. Εδώ από τα χρόνια του Όθωνα και ύστερα ήρθαν να εγκατασταθούν εμπορικοί οίκοι «γηγενών» ή «επυλίδων» και να δώσουν την πρώτη μεγάλη κοινωνική μάχη της χώρας. Αυτή ανάμεσα στους πολίτες του πρώτου ελληνικού κράτους που έρχονταν στην πρωτεύουσα από το εσωτερικό, Μοριάς, Ρούμελη, Κυκλάδες κατά κύριο λόγο και στους Έλληνες της διασποράς που ερχόμενοι από μεγάλα αστικά κέντρα της Ευρώπης όπως η Μασσαλία και η Βιέννη και της κοντινής μας Ανατολής όπως η Κωνσταντινούπολη ή η Αλεξάνδρεια, διεκδικούσαν τη συμμετοχή τους στην οικονομική ζωή του νέου κράτους. Η αλήθεια είναι πως οι «ντόπιοι» τα έβρισκαν σκούρα με τον ανταγωνισμό των «φερτικών» που κουβαλούσαν πολλαπλάσια εμπειρία από τις αγορές των εμπορευματικά προηγμένων χωρών μέσω των οποίων έφταναν στην Ελλάδα, μια χώρα που σχεδόν μόλις έβγαινε από την οικονομία του αντιπραγματισμού και της συναλλαγής τύπου «σου δίνω πέντε οκάδες φασολάκια, δώσε μου ένα ζευγάρι τσαρούχια…».
Σε αντίθεση με το τμήμα της οδού Ερμού (από το Σύνταγμα μέχρι την οδό Αιόλου) στο οποίο μέχρι και σήμερα συγκεντρώνεται το λιανικό εμπόριο, οι δημόσιες υπηρεσίες και μια σειρά χρήσεων αναψυχής και ήταν πεζοδρομημένο ήδη από το 1996, το τμήμα της οδού από την Πλατεία Αγίων Ασωμάτων έως την οδό Πειραιώς συνέδεσε την τύχη του με τις βιομηχανικές χρήσεις της οδού Πειραιώς τον 19ο και 20ο αιώνα, με το χονδρεμπόριο, με τη λειτουργία του εμπορικού σιδηροδρόμου Αθηνών-Πειραιώς και με την εξυπηρέτηση των δύο αξόνων υπεροπτικής κυκλοφορίας της Πειραιώς και της Ιεράς Οδού. Λίγο πριν ξεκινήσουν τα έργα της πεζοδρόμησης το τμήμα αυτό της οδού Ερμού παρουσίαζε εικόνα υποβάθμισης και εγκατάλειψης. Η κακή κατάσταση των πεζοδρομίων, τα σταθμευμένα οχήματα και η ρύπανση απέτρεπαν την πεζή κυκλοφορία και δεν επέτρεπαν στους έστω και λίγους πεζούς περαστικούς και στους πολύ περισσότερους εποχούμενους να αντιληφθούν ότι κατά μήκος σχεδόν όλης της οδού Ερμού, μετά την Πλατεία Ασωμάτων, εκτείνεται ο αρχαιολογικός χώρος του Κεραμεικού.
Καπνικαρέα
Καπνικαρέα ή Εκκλησία της Παναγίας Καπνικαρέας ονομάζεται μικρή, βυζαντινή εκκλησία που χρονολογείται από τον 11ο αιώνα και η οποία βρίσκεται στο κέντρο, στην οδό Ερμού, τον εμπορικότερο δρόμο του ιστορικού κέντρου της πόλης. Η εκκλησία είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου και ανήκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έτσι λοιπόν ονομάζεται «Ιερός Πανεπιστημιακός Ναός». Έχει οικοδομηθεί στα ερείπια αρχαίου ναού, αφιερωμένου σε μία γυναικεία θεότητα, πιθανότατα στην Αθηνά ή τη Δήμητρα.
Ο ναός ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνιο, σταυροειδή εγγεγραμμένο τύπο, με τρεις αψίδες στην ανατολική πλευρά και νάρθηκα στη δυτική. Στη βόρεια πλευρά προστέθηκε αργότερα μονόχωρο τρουλαίο πρόσκτισμα, το παρεκκλήσιο της Αγίας Βαρβάρας. Λίγο αργότερα, μπροστά και από τις δύο εκκλησίες, κτίστηκε ο εξωνάρθηκας, με τρεις συνεχόμενες τετρακλινείς στέγες. Αρχικά είχε τη μορφή ανοιχτής στοάς αλλά ένα μικρό πρόπυλο με δύο κίονες προστέθηκε στη νότια πλευρά του, μάλλον στο 12ο αιώνα μ.Χ., συγχρόνως με το μωσαϊκό επάνω από την είσοδο. Οι τοίχοι του ναού είναι κτισμένοι με την τυπική πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία και έχουν λιτό κεραμοπλαστικό (κουφικό) διάκοσμο. Οι περισσότερες τοιχογραφίες που κοσμούν το εσωτερικό του ναού είναι έργο του σύγχρονου καλλιτέχνη Φώτη Κόντογλου, υπογεγραμμένο το 1955.
Το όνομα της εκκλησίας θεωρείται ότι προέρχεται από αυτόν που την έκτισε, ο οποίος εισέπραττε ένα φόρο οικοδομών στα χρόνια του Βυζαντίου, τον καπνικό φόρο. Πιο παλιά είχε το όνομα Καμουχαρέα, από το όνομα των χρυσοΰφαντων υφασμάτων (καμουχάς) τα οποία πιθανότατα έφτιαχναν σε εργαστήρια στην περιοχή.
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ονομαζόταν εκκλησία της Βασιλοπούλας και του Πρέντζα.
Η Ερμού της σύγχρονης εποχής
Η Ερμού βρίσκεται στην καρδιά του αθηναϊκού εμπορίου, με τη Βαρβάκειο συνοικιακή αγορά στην Αθηνάς και το υπαίθριο παζάρι παλαιοπωλών στην πλατεία Αβησσυνίας να αναπτύσσονται περιμετρικά. Αποτελεί διαχρονικά τόπο ανάπτυξης του ντόπιου εμπορίου και ιστορικό σημείο ανάδειξης της μεσαίας τάξης των εμπόρων με ελληνικά υφάσματα, υποδήματα, είδη ρουχισμού και προικός λόγω της γειτνίασης με το Μεταξουργείο και τη βιοτεχνική ζώνη στα δυτικά των Αθηνών. Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους υποκαταστήματα ξένων επιχειρήσεων, οξύνοντας τον ανταγωνισμό και ρίχνοντας τις τιμές συγκριτικά με το παρελθόν. Ωστόσο, παραμένει ένας από τους πιο ακριβούς και πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας. Μικρά καφέ και μπαράκια κοσμούν τα στενά της και πλήθος κόσμου καθημερινά βρίσκεται εκεί.
Τοπογραφικά ο δρόμος τοποθετείται βορείως του λόφου της Ακρόπολης, συνδέοντας τα Παλαιά Ανάκτορα της Πλατείας Συντάγματος με τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο στο Θησείο και την Πλατεία Ασωμάτων. Στο μέσον της οδού βρίσκεται η πλατεία Μοναστηρακίου, ενώ σε κοντινή απόσταση εκτείνονται ο αρχαιολογικός χώρος του Κεραμεικού και η παλαιά βιομηχανική ζώνη της σημερινής Τεχνόπολις (Γκάζι).