Ο Έλληνας στις διακοπές τρώει ψάρι. Σκάει μύτη στην ψαροταβέρνα και πάει ο ίδιος να επιθεωρήσει. Κοιτάει τα μάτια τους, τα λέπια τους και ότι άλλο νομίζει απαιτείται για να βεβαιωθεί ότι το ψάρι βγήκε πριν λίγο από την θάλασσα. Γυρνάει και ανακοινώνει στην παρέα του ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Θα φάνε φρέσκο, άγριο, νόστιμο ελληνικό ψάρι.
Πως ακριβώς έφτασε το ψάρι εκεί δεν απασχολεί κανέναν. Ιχθυοτροφείου να μην είναι. Ακόμα και ψητό, με σάλτσες και μπαχαρικά καταλαβαίνει την διαφορά ο Ελληνάρας. Αν πήγε κάποιος για παράνομο νυχτερινό ψαροντούφεκο; Κανένα πρόβλημα. Δυναμίτες, τράτες ή οτιδήποτε άλλο; Ελεύθερα! Εγώ το ψαράκι μου να φάω, ξέρεις για τα παιδιά μωρέ είναι, να μεγαλώσουν δυνατά… Από όπου και να ήρθε, το ίδιο παραμύθι θα πω. Ότι ξέρω προσωπικά τον Μπάμπη, τον Μήτσο ή τον Θοδωρή τον ψαρά και τον εμπιστεύομαι.
Έχω δει πολλές γενικόλογες επικοινωνιακές λύσεις στο πρόβλημα. Οι «μαγικές ελληνικές θάλασσες», οι «μοναδικές ομορφιές». Χωρίς επεξήγηση. Απλά επειδή το πιστεύουμε ή επειδή παραθέτουν και μια ωραία φωτογραφία. Τι ιδιαίτερο έχει το Αιγαίο ή το Ιόνιο το οποίο αξίζει να διαφυλάξουμε; Άντε μάθαμε καρέτα, μονάχους και κάνα δυο άλλα αξιοπερίεργα και σπάνια. Μην μπερδεύουμε τον τεράστιο πολιτιστικό πλούτο των νησιών μας. Ούτε τις αναμνήσεις των πρώτων διακοπών με την παρέα ή ερωτικά σκιρτήματα με ηλιοβασιλέματα μοναδικά.
Κανείς δεν έχει τολμήσει να μπει στην ουσία του προβλήματος. Τον τρόπο ζωής των
ψαράδων και των επιχειρήσεων που ζούνε από το τρελό περιθώριο κέρδους που αφήνει το ψάρι κάθε καλοκαίρι. «Σπούδασα τα παιδιά μου με το νυχτερινό ψαροντούφεκο» μου εξηγεί ο άνθρωπος. Και προσθέτει με παράπονο ότι «εγώ το πουλάω 5 το κιλό, το μαγαζί τους το χρεώνει 50.» Τα τρία του αυτοκίνητα, καινούργιο σκάφος, δυο σπίτια και ένα μαγαζί ήταν παράπλευρα …πλεονεκτήματα της φοιτητικής ζωής των τέκνων του φαίνεται.
Δεν είναι ξεκάθαρο πως θα επηρεάσει η οικονομική κρίση την ζωή και τον θάνατο των ψαριών. Ο τουρισμός συρρικνώθηκε, οι παραγγελίες είναι πιο προσεκτικές. Αλλά και οι παράνομοι έχουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Είναι πιο απελπισμένοι. Δεν μιλάμε πια για υπεραλίευση. Μιλάμε για ερημοποίηση του Αιγαίου.
Αντί για γενικόλογα λοιπόν προγράμματα «για τον θαλάσσιο πλούτο» ή για «τις παραδόσεις των νησιών που χάνονται» χρειαζόμαστε να δημιουργηθεί σχέση ανάμεσα στις δικές μας συνήθειες και την υγεία της θάλασσας. Όσο κι αν λατρεύω τα δελφίνια, αφού δεν τα τρώμε (ακόμα!) δεν είναι άμεσα μέρος της λύσης επικοινωνιακά η προβολή τους. Δεν συνδέονται με την καθημερινότητά μου. Πρέπει να πηγαίνω στην ταβέρνα και να πιστεύω το σηματάκι που λέει «εδώ θα φάτε ψάρια που βγήκαν από την θάλασσα σωστά». Να γίνουν ρεζίλι όσοι δεν ακολουθούν απλούς κανόνες.
Οι οικολογικές οργανώσεις που ασχολούνται με το θέμα βέβαια το γνωρίζουν πολύ καλά εδώ και χρόνια. Γιατί δεν το επικοινωνούν; Πάνε δεκαπέντε χρόνια που μου ζήτησε ένας κάρτα βίντεο για να επεξεργάζεται εικόνες του βυθού και να κάνει καταμέτρηση ψαριών αυτόματα. Αλλά ούτε στο Καστελόριζο (εκείνο το project) ούτε στην Λέρο (άλλη ήττα όπου δεν καταφέραμε να στήσουμε θαλάσσιο πάρκο για να έχουν μέρος να αναπαράγονται τα ψάρια τουλάχιστον) καταφέραμε κάτι κόντρα στην…μαφία.
Μόνο μαφία μπορώ να το χαρακτηρίσω. Αυτές οι φαινομενικά παραδοσιακές κοινωνίες στα πανέμορφα νησιά μας. Είναι διεστραμμένες βέβαια. Άρρωστες. Κανείς δεν τολμάει να τα βάλει μαζί τους για να πει τα αυτονόητα. Μια μέρα είχα αυτή την κουβέντα με ψαρά και οι τόνοι ανέβηκαν. Είχα δει με τα μάτια μου τα επιτεύγματά του. Έβαζε σε ύφαλο μια μπουκάλα υγραερίου ζωσμένη με δυναμίτες και με ένα μακρύ καλώδιο ως την βάρκα του. Έριχνε δολώματα μέχρι να μαζευτεί πλήθος ψαριών και έριχνε τον διακόπτη. Είδα την έκρηξη από μακριά, σαν πυρηνικό μανιτάρι ήταν. Έφυγα από το νησί στεναχωρημένος που δεν είχα βρει τρόπο να του εξηγήσω το πρόβλημα, που έπεσα στην παγίδα του «φλούφλη οικολόγου από την Αθήνα που ήρθε να μας πει τι θα κάνουμε». Έναν χρόνο αργότερα είδα στις ειδήσεις ότι «πέθανε πατέρας 4 παιδιών από δυναμίτη». Πήρα τηλέφωνο στο νησί. Αυτός ήταν. Κανείς στην κηδεία δεν σχολίασε πως πέθανε. Τίποτα δεν άλλαξε. Μαφία κανονική.
Κάπου ανάμεσα σε εσένα στην παραλία, τον Ελληνάρα με την σαγιονάρα Mitsuko που παραγγέλνει την ψαρούκλα και τα ορφανά του ψαρά που θα λένε και αυτά σε λίγα χρόνια «έλα μωρέ, αφού δεν κοιτάει κανείς» λίγο πριν ανατινάξουν ένα θαλάσσιο οικοσύστημα, πρέπει να δημιουργηθεί μια σύνδεση.