Άλλοτε – λέει ο ποιητής – του “Πλούτου” (Συμπόσ. 189 c κ.π.) – οι άνθρωποι δεν είχαν τη σημερινή τους μορφή, παρά ήσαν ολοστρόγγυλοι, σαν δύο σώματα κολλημένα πρόσωπο με πρόσωπο, το κεφάλι σφαιρικό, τέσσερα τα χέρια και τα πόδια τέσσερα.
Ήσαν όντα φοβερά. Έκαναν επιδρομές στον Όλυμπο και απειλούσαν τους θεούς. Κι εκείνοι τότε άρχισαν να σκέπτονται πώς να απαλλαγούν απ’ αυτά τα επικίνδυνα πλάσματα.
Επιτέλους, βρήκαν τη λύση: έκοψαν το σώμα τους στα δύο, κατακόρυφα, και το κάθε κομμάτι έγινε ανεξάρτητο.
Από την ώρα εκείνη χρονολογείται η ερωτική αγωνία. Δεν μπορούν πια οι άνθρωποι να σκαρφαλώσουν στον ουρανό, αλλά δεν μπορούν και να ζήσουν έτσι ανάπηροι στη γη. Μόνη σωτηρία είναι να βρει ο καθένας το άλλο του μισό κομμάτι και να ενωθεί μαζί του…
Ψάχνει λοιπόν να το συναντήσει και όταν αξιωθεί να το ανακαλύψει (λίγοι το κατορθώνουν), σμίγει μαζί του, ξαναγίνεται ολόκληρος και είναι ευτυχής.
(Πρακτική Φιλοσοφία – Ε.Π. Παπανούτσου)