(Το κείμενο έχει και soundtrack. Πατήστε να παίζει και μετά διαβάστε το υπόλοιπο.)
Κατέβασα σε τρίτη. Το αμάξι μούγκρισε ορεξάτα, η προσπέραση έγινε ακαριαία. Έστριψα λίγο πιο απότομα από ότι θα ήθελε ο άλλος για να καταλάβει άλλη φορά να οδηγάει πιο δεξιά. Μπροστά μου τώρα τρία αμάξια κολλημένα μαζί και πλησίαζε στροφή. Οριακά. Καθώς πήγα με την φόρα μου, το δεύτερο αμάξι πετάχτηκε μπροστά μου. Ένα μικρό κομπλεξικό Γιαπωνέζικο, από αυτά με πολλά άλογα αλλά κακό κράτημα. Δε δίστασα. Το είχα κάνει στο μυαλό μου πολλές φορές. Πέρασα από την άλλη μεριά του διαχωριστικού καθώς τερμάτιζαν οι στροφές της τετάρτης και τα περιθώρια λάθους.
Ευτυχώς δεν ήρθε κανείς από την αντίθετη. Στον καθρέφτη είδα ένα κονφούζιο από μούτζες και τα άλλα αμάξια. Δεν δίνω σημασία. Δυνάμωσα τη μουσική.
Ξέρω κάθε στροφή και κάθε φανάρι. Δεν έχει σημασία τι αμάξι έχεις, εδώ νικάει ο πιο τρελός πάντα. Στον πηγαιμό θέλω να την δω, πετάω. Είστε όλοι θολά, απρόσωπα εμπόδια, τίποτα παραπάνω. Στον γυρισμό νιώθω το φιλί της ακόμα στα χείλη μου, δεν με αγγίζει τίποτα. Μπαίνω με πολλά, στα όρια της πρόσφυσης, κάνω τσαλίμια και παντιλήκια χωρίς λόγο. Σαν ποίημα από αυτά τα αυτοσχέδια με μουσική υπόκρουση, εκφράζομαι με το τιμόνι. Ζω το όνειρο.
Δηλαδή το ζούσα. Κάποτε. Έκανα πολλά χρόνια να απεξαρτηθώ από την γρήγορη οδήγηση. Άλλαξα τρία-τέσσερα οικογενειακά αυτοκίνητα. Κάθε φορά έλεγα “ε, τώρα θα ηρεμήσω με αυτό”. Στην αρχή μου φαινόταν κουβάς. Αλλά το μάθαινα. Ενώ αρχικά νόμιζες ότι θα φύγει η μούρη στη στροφή, τελικά είχε τα κόλπα του. Και μετά άντε πάλι. Στο επόμενο “ε, είναι μεγάλο και βαρύ αυτό”. Απλά έπρεπε να σκεφτείς που θα μαζέψεις ταχύτητα. Αντικειμενικά ακόμα πιο επικίνδυνο. Μετά ήρθε το Ιταλικό. Ότι σκατά και να φτιάξουν αυτοί, στον δρόμο σε φωνάζει σαν Φεράρι τελικά όταν είσαι χωρίς παιδιά στο αμάξι.
Τώρα έχω αυτόματο, με αυτόματο χειρόφρενο (για να μην μπαίνω σε πειρασμό), με κλειδωμένο traction control που δεν απενεργοποιείται. Σαν να φοράς ζώνη αγνότητας και να είσαι σε κάστρο που το φυλάνε δράκοι. Πάνω σε ερημικό νησί. Με καρχαρίες γύρω γύρω.
Αλλά καμιά φορά, στον σωστό δρόμο, με την σωστή μουσική, όλα είναι ακόμα εκεί. Γεμίζει τον καθρέφτη μου ο βλακάκος με την σπορ Μερσεντές και το χέρι μου ξεκινάει να βρει την ταχύτητα που δεν έχω. Περνάει η μεγάλη μηχανή και ασυναίσθητα σκέφτομαι την επόμενη απότομη κατηφορική στροφή στην οποία θα μπορούσα να τον φτάσω. Τον περνάω στο μυαλό μου με την τρελή αδρεναλίνη της βλακείας της νιότης μου, χαμογελάω, αλλάζω τραγούδι, κοιτάω τα παιδιά στον άλλον καθρέφτη, τον ευρυγώνιο.
Στο σωστό δρόμο, με τη σωστή στροφή. Όλα είναι εκεί.
.
.
.
————————–Ο συγγραφέας από την Μπανανία