Φήμες αναφέρουν ότι το καλό παιδί του ελληνικού πενταγράμμου ξέχασε να δηλώσει κάτι εκατομμύρια ευρώ στην εφορία. Ποιος θα το έλεγε ότι τα νυχτοκάματα κρύβουν έσοδα. Αν ακούσατε ένα ζντουπ και ένα κρακ ήμουν εγώ που έπεσα από τα σύννεφα και έσπασα τη λεκάνη μου (το καζανάκι είναι ΟΚ μην ανησυχείτε).
Όμως ο σωστός ο καλλιτέχνης ψυχανεμίζεται τα δύσκολα, ακροάζεται τον κίνδυνο, αναστοχάζεται πάνω στις επικείμενες απειλές και κοιτάει μπροστά –αυτός και η εξαφανισμένη Ράνια Θρασκιά. Μπορεί να μη διαβάζει τα Ταρώ και την κουρού, έχει όμως το τραγούδι του που του δίνει παντιέρα να μιλάει για τα μελλούμενα – τρέμε Χορταρέα!
Όταν είπε το αμίμητο «Μην έρθεις», σε ποιόν νομίζατε το απεύθυνε. Σε μένα; Εγώ ούτως ή άλλως δεν θα πήγαινα. Δεν μπορώ τόση κλαούνα, είμαι του πιο ξώχαρου.
Στο ΣΔΟΕ το έλεγε το παλικάρι. Αλλά που να καταλάβετε εσείς. Πρέπει να έρθει ο Ρόμπερτ Λάγκτον εκείνος ο λεβέντης από τα βιβλία του Dan Brown, που αναγνωρίζει τα σύμβολα και διαβάζει και τον καπνό του Βατικανού, να μας πει αυτά τα βαθιά νοήματα.
Πάει λοιπόν, τον ανταμώνει το ΣΔΟΕ και του βγάζει τη λυπητερή. Βλέποντας την ετυμηγορία ξεραίνεται ο αοιδός, και το ΣΔΟΕ παίρνει το πρόγραμμα επάνω του και του λέει «Μήπως σου ζήτησα πολλά»; Ξέπνοα και με το βλέμμα στο Χάρο το αοιδόπουλο ομολογεί πως «Υπήρχαν όρκοι» -τύπου πληρώνω την εφορία μου, είμαι εντάξει με τις υποχρεώσεις μου αλλά «Αχ Κορίτσι μου», δεν θα το πιστέψεις «Φοβάμαι πως» «Φυσάει πολύ από το σπασμένο μου το τζάμι» και ήρθε και πήρε ο αέρας τα ροζ και τα μωβ και που να τρέξω για τα βρω να σας πληρώσω ο τραγουδιστής;
Και ενώ τα όργανα του Υπουργείου Οικονομικών είναι έτοιμα να παραδώσουν το αγόρι με την αηδονολαλιά, ξυπνάει μέσα του ο Πλούταρχος, παίρνει το μικρόφωνο, φοράει ένα απλό βελούδινο σακάκι όλο μπροκάρ με λεπτομέρειες από νταντέλα γκιπούρ, κοιτάει το πάνελ του ΣΔΟΕ στα μάτια και ομολογεί «Ήταν τα λάθη μου μεγάλα». Καταρρακωμένη από την ειλικρινή ερμηνεία, η χαρούμενη ομάδα ενδίδει στο ταλέντο του αγοριού και ομολογεί ότι όλα αυτά είναι «Λεπτομέρειες», αφού κατά βάθος ο εν λόγω φορολογούμενος είναι πραγματικός «Θησαυρός» για τα μουσικά δρώμενα του τόπου.
Του υπενθυμίζει παρόλα αυτά ότι τα περί εσόδων και κερδών όλα αυτά χρόνια «Όλα ήταν ψέματα». Το παιδί με το μπροκάρ ακούει με τα μάτια καρφωμένα στο λουστρινένιο μοκασίνι. Αφήνει το μικρόφωνο να γλιστρήσει από τα δάκτυλα που παλιά σμίλευαν μπούκλες και χωρίστρες και λιποθυμάει εκ νέου (πρέπει να δει τον αιματοκρίτη του) ανακράζοντας «Τι σταυρό κουβαλάω;» (…GAVELLO), και παρακαλεί θερμά να μην κολλάνε σε «Λεπτομέρειες» αλλά στο ευαγές έργο το οποίο έχει κατά καιρούς πραγματοποιήσει (είναι και φοροαπαλλακτικόν αν δεν κάνω λάθος).
Τότε, σκοντάφτει, πέφτει και καρφώνεται η βουβωνική του χώρα (δεν ξέρω τι σημαία έχει, μη με ρωτήσετε) σε ένα συνδετήρα και ανακράζει «Απόψε αιμορραγώ». Πανικοβλημένο το παρεάκι του ΣΔΟΕ πέφτει στα γόνατα πιάνει το μανιάτικο μοιρολόι πάνω από τον αιμόφυρτο καλλιτέχνη άδοντας τη επιτυχία του «Σε χάνω». Περιμένοντας το 166 να έρθει να παραλάβει το λαβωμένο αηδόνι, το γκρουπάκι κλείνει το πρόγραμμα παραδεχόμενο ότι είναι «Το καλύτερο παιδί» αλλά κομμάτι ξεχασιάρικο. Έτσι τώρα που οι γιατροί θα του δούνε τη βουβωνική του χώρα θα του τσεκάρουν και τη μνήμη, μην χρειαστεί να του αφιερώσουν το «Έψαχνα χρόνια να σε βρω».
Περαστικά να είναι του ανθρώπου! Όσο και να το κάνεις, δεν είναι κανένας «Παλιοχαρακτήρας» απλά ξεχάστηκε πάνω στις κονσόλες και τις λουλοδόπιστες…